Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 2017

Το αερόστατό μου - Ιάκωβος

Το αερόστατό μου

          Έφτιαξα ένα αερόστατο και σκόπευα με τη βοήθειά του ν’ ανέβω ψηλά, στον ουρανό. Πήρα μια τεράστια φούσκα και τη γέμισα με υδρογόνο. Την περιτύλιξα μ’ ένα στερεό δίχτυ από σχοινιά και στην κάτω μεριά έδεσα γερά μια βάση που θα μου χρησίμευε σαν πιλοτήριο.
          Μέσα στη βάση του αεροστάτου μου τοποθέτησα αρκετούς σάκκους με βάρη, που ήταν πιο ασήκωτα κι από άμμο.
          Όταν όλα ήταν έτοιμα, έκοψα τα σχοινιά που κρατούσαν το «σκάφος» μου στη γη κι αμέσως ανέβηκε ψηλά, σχεδόν ως τα σύννεφα. Εκεί όμως τα πράγματα άρχισαν να δυσκολεύουν. Άνεμοι, μέτριοι ως ισχυροί μ’ εμπόδιζαν ν’ ακολουθήσω την κανονική μου πορεία. Άρχισα να χάνω ύψος.
          Έπρεπε ν’ αντιδράσω γρήγορα. Παίρνω ένα σάκκο – έγραφε απ’ έξω «ΑΔΙΚΙΑ» - και πετώ και αδειάζω το περιεχόμενό  του κάτω στη γη. Ευτυχώς, το αερόστατο σταμάτησε να κατεβαίνει, σταθεροποιήθηκε, λιγόστεψε κι ο άνεμος κι άρχισα να νιώθω καλύτερα.

          Πέρασε ώρα και προχωρούσα καλά, όταν ξαφνικά ένα από τα σχοινιά κόπηκε, η βάση στράβωσε κι άρχισα πάλι να χάνω ύψος.
          Παίρνω ένα άλλο σάκκο! Έγραφε «ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ». Τον αδειάζω κι αμέσως το αερόστατο ξαναβρήκε την πορεία του κι άρχισε ν’ ανεβαίνει πιο ψηλά!
          Αφού το «σκάφος» μου ανέβηκε αρκετά και πλησίασε τα σύννεφα, ένας κεραυνός που έπεσε στη φούσκα άνοιξε μια τρύπα με αποτέλεσμα ν’ αρχίσει διαρροή υδρογόνου. Όπως ήταν επόμενο, το αερόστατο άρχισε όχι απλά να χάνει ύψος αλλά να πέφτει σαν βολίδα!
          Φοβήθηκα, τρόμαξα, νόμισα πως όλα χάθηκαν, σάστισα και δεν ήξερα τι να κάνω. Και τότε ακριβώς άκουσα μια φωνή από ψηλά να μου λέει : «Ρίξε το σάκκο που γράφει «ΕΓΩΙΣΜΟΣ»
          Αμέσως το έκανα και τότε το αερόστατο κι εγώ μαζί του ανεβήκαμε πιο ψηλά κι από τα σύννεφα! Κι από εκεί, είδα Τον Ήλιο  της Δικαιοσύνης να λάμπει εκτυφλωτικά και να μου χαμογελά!
Ιάκωβος