Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2018

Κήρυγμα π. Σμαράγδου Καραγιαννίδου, κατά τήν Θείαν Λειτουργίαν τῆς Ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν


Κήρυγμα
τοῦ Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτου
τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου
κ. Σμαράγδου Καραγιαννίδου, Πρωτοσυγκέλλου
τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Χαλκηδόνος,
κατά τήν Θείαν Λειτουργίαν τῆς Ἑορτῆς
τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν
(Φανάριον, 30 Ἰανουαρίου 2018)

"Δράξασθε παιδείας, μήποτε ὀργισθῇ Κύριος"
(Ψαλμ. 2, 12)

Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα,
Σεβασμία τῶν Ἀρχιερέων χορεία,
Ἐλλογιμώτατοι κ.κ. Καθηγητές,
Ἀγαπητοὶ Μαθητές,
Εὐσεβὲς Ἐκκλησίασμα,

Ἡ ἁγία μας Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἑορτάζει σήμερον πανηγυρικῶς καὶ τιμᾶ τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχας, τούς τρεῖς αὐτούς "Μεγίστους Φωστῆρας τῆς Τρισηλίου Θεότητος". Τὴν μεγάλην ἐκκλησιαστικήν, πατερικὴν καὶ θεολογικὴν ἑορτὴν ταύτην τῆς κοινῆς μνήμης τῶν Ἁγίων Τριῶν Ἱεραρχῶν, ἐκαθιέρωσεν εἰς τὰ μέσα τοῦ 11ου αἰῶνος ὁ Μητροπολίτης Εὐχαΐτων Ἰωάννης Μαυρόπους, ἐπὶ τῆς Βασιλείας Κωνσταντίνου τοῦ Μονομάχου (1042-1055), εἰς μίαν προσπάθειαν ἀποκαταστάσεως καὶ διατηρήσεως τοῦ ποιμνίου, ὅταν στάσις καὶ ταραχὴ ἐγένετο διὰ τὸ ποῖος ἀπὸ τοὺς τρεῖς Μεγάλους Πατέρας ἦτο ἀνώτερος εἰς πνευματικότηταν, ἁγιότηταν καὶ θεολογίαν, χωρίζοντας κατ' αὐτὸν τὸν τρόπον τὸν λαὸν εἰς "Ἰωαννίτας", "Βασιλείτας" καί "Γρηγορίτας".


Ἡ ἑνότης ἀποτελεῖ προτεραιότηταν διὰ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, κάτι τὸ ὁποῖον ἦτο εἰς γνῶσιν τῶν Ἁγίων Τριῶν Ἱεραρχῶν καὶ ἐφήρμοσαν πολλὰς φορὰς τὴν ἐκκλησιαστικὴν οἰκονομίαν, ἔτσι ὥστε νὰ μὴν διχάσουν τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ διδασκαλία τους ἐν πολλοῖς, εἶναι μία κατάθεσις τῆς ἀληθείας καὶ μία μαρτυρία διὰ τὴν ἑνότηταν τοῦ κόσμου μὲ τὸν Θεὸν καὶ τὴν Ἐκκλησίαν του. Καὶ ἡ ἑνότης αὐτὴ διὰ τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μας, δὲν ἀποτελεῖ μία τρόπον τινὰ φιλοσοφικὴν προσέγγισιν τῆς ζωῆς καὶ τοῦ βιώματός της ἀλλὰ μίαν ὑψίστην θεολογικὴν καὶ ἐκκλησιολογικὴν ἐπιταγήν, τὴν ὁποίαν θέτει ἀπ' ἀρχῆς της ὡς στόχον τῆς ποιμαντικῆς διακονίας ἀλλὰ καὶ τῆς θεολογίας της.

Γεγονὸς εἶναι, ὅτι οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι ὑπῆρξαν πνευματικαὶ φυσιογνωμίαι, ξεχωριστὲς μέσα εἰς τὴν ἀνθρώπινον ἱστορίαν, μὲ πολλὰ χαρίσματα συγκεντρωμένα εἰς τὸ πρόσωπόν των.

Γένημμα θρέμμα τῆς ἁγιοτόκου Καππαδοκίας ὁ Μέγας Βασίλειος καὶ ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, καὶ τῆς Ἀντιοχείας τῆς Μεγάλης, τῆς Συρίας, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἐτάραξαν τὰ νερὰ τῆς ἐποχῆς των καὶ ἄφησαν παρακαταθῆκας μὲ αἰώνιον ἀξίαν.

Ὁ Μέγας Βασίλειος ἦτο μέγας θεολόγος. Ἑρμήνευσεν μὲ τρόπον θεόπνευστον τὴν ἁγιογραφικὴν ἀφήγησιν διὰ τὴν δημιουργίαν τοῦ κόσμου εἰς τὸ περίφημον ἔργον του "Ἑξαήμερος", ἓν σύνολον ἐννέα (9) ὁμιλιῶν, τὸ ὁποῖον ἀποτελεῖ ἓν τῶν σπουδαιοτέρων ἔργων τῆς Πατερικῆς Γραμματείας.

Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἐσπούδασεν εἰς τὴν περίφημον Φιλοσοφικὴν Σχολὴν τῶν Ἀθηνῶν, ἔχων συνσπουδαστὴν τὸν Μέγαν Βασίλειον, καὶ προήχθη ὡς εἷς ὀνομαστὸς θεολόγος τῆς ἐποχῆς του.

Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἠξιώθη νὰ σπουδάσει δίπλα σὲ ὀνομαστοὺς καὶ περιβόητους διδασκάλους, ὅπως ὁ Καρτέριος, ὁ Διόδωρος Ταρσοῦ καὶ ὁ μεγάλος Ἕλλην ρήτωρ Λιβάνιος, εἰς τὸν ὁποῖον ἐμαθήτεσευσεν καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος. Ἅπαντες τρεῖς, ἐπετέλεσαν τεράστιον κοινωνικὸν καὶ φιλανθρωπικὸν ἔργον, πρωτόγνωρον διὰ τὴν ἐποχήν των. Ὀνομαστὴ ἦτο ἡ περίφημος Βασιλειάς, ἓν σύνολον εὐαγῶν καθιδρυμάτων καὶ εὐκτήριων οἴκων, ὅλα εἰς τὴν ὑπηρεσίαν καὶ βοήθειαν τοῦ συνανθρώπου, τοῦ ἔχοντος χρείαν.

Μὲ τοιαύτας ἀξιολόγους σπουδὰς οἱ τρεῖς Πατέρες ὁπλίσθησαν μὲ σπανίαν διὰ τὴν ἐποχήν των παιδείαν, ἀπὸ τὴν ὁποίαν καὶ βαθείαν γνῶσιν ἀπέκτησαν, ἀλλὰ καὶ καλλιέργειαν τοῦ νοὸς καὶ τῆς γλώσσης, ποὺ ἠκονίσθησαν εἰς τὴν φιλοσοφίαν καὶ τὴν ρητορικήν.

Κάθε φορὰ ποὺ προστρέχουμεν εἰς τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχας ζητώντας τὴν σοφίαν τους ἐπάνω εἰς ὁποιοδήποτε πρόβλημά μας, διαπιστώνουμεν τὴν καθολικότητα καὶ τὴν πληρότητα τῆς σκέψεώς των, ἀλλὰ καὶ τὴν ἐπικαιρότητά τους. Βαθεῖς ἀνατόμοι τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς, κάτοχοι πλουσίας θεολογικῆς ἀλλὰ καὶ ἐπιστημονικῆς παιδείας, ἀνίχνευσαν τὰ ἀπύθμενα βάθη τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως καὶ δὲν ἄφησαν καμμίαν πτυχὴν τῆς ζωῆς ἀνεξερεύνητον. Εἶχαν συλλάβει τὸ νόημα τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως εἰς τὴν πληρότητά του καὶ παραμένουν ἀνίκητοι ἀπὸ τόν "πανδαμάτορα" χρόνον. Διότι δὲν ἀσχολοῦνται μὲ τὰς παροδικὰς συμβατικότητας τῆς ζωῆς, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀναλλοίωτον, τὴν ἀμετάβλητον οὐσίαν της.

Συνέζευξαν τὴν ἑλληνικὴν παιδείαν καὶ τὴν χριστιανικὴν θρησκείαν, ἐπέτυχον δῆλα δή, τὴν ὑπέρβασιν τῆς ἀντιθέσεως Ἑλληνισμοῦ καὶ Χριστιανισμοῦ, ἑδραιώνοντας κατ' αὐτὸν τὸν τρόπον μιὰ γιὰ πάντα, τὴν συμπόρευσιν Ἑλληνισμοῦ καὶ Ὀρθοδοξίας εἰς τὸν καθ' ἡμᾶς χῶρον καὶ ἐσφράγισαν τὴν φυσιογνωμίαν τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, τῆς καὶ Βυζαντινῆς (sic) λεγομένης.

Προσπαθοῦν νὰ συμβιβάσουν τὰς λαμπρὰς ἑλληνικὰς σπουδάς των μὲ τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ, καὶ νὰ ἀξιοποιήσουν τὸν ὁπλισμὸν αὐτὸν διὰ τόν "ἀγῶνα τὸν καλόν" τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας καὶ τῆς κατὰ Χριστὸν ζωῆς. Δὲν ὑποχωροῦν εἰς τὴν πίστιν των, ποὺ ταυτίζεται μὲ τὸ εἶναι τους. Ἀξιοποιοῦν τὸν ὀρθὸν λόγον, ὑποτάσσοντάς τον εἰς τὰς ἐπιταγὰς τοῦ θείου λόγου. Ἡ ἑλληνικὴ μόρφωσις λένε, καλλιεργεῖ τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸ ἐφοδιάζει μὲ γνώσεις χρησίμους, ἐνῶ κάνει ταυτοχρόνως τὸν πιστὸν καλύτερον Χριστιανόν, ἀφοῦ τοῦ προσφέρει μεγαλύτερα ἐφόδια (τὴν διαλεκτικὴν δύναμιν) διὰ νὰ ὑπερασπίσει τὴν πίστιν του.

Τὰ πάντα τοῦτον εἰπεῖν, ὑποτάσσονται καὶ ὑπηρετοῦν τὰ διδάγματα τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν ἀλήθειαν τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ ἡ "χριστοκεντρικὴ θεώρησις" τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἐξαγνίζει εἰς τὴν συνείδησιν τῶν Πατέρων τὴν ἑλληνικὴν παιδείαν.

Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ποὺ ἡ κυρία σπουδή του ὑπῆρξε θεολογικὴ καὶ ὀλιγότερον ἑλληνική, ἦτο αὐτὸς ποὺ ἔτυχε πιὸ κοντὰ εἰς τὸν ἑλληνικὸν λόγον καὶ ἐπηρεάσθηκε ἀπ' αὐτόν. Αὐτός, περισσότερον μὲ τὸ προσωπικόν του παράδειγμα καὶ τὴν ἀπαστράπτουσα εἰς τὸν λόγον του παιδείαν, ἐδίδαξεν εἰς τὴν πρᾶξιν, τὴν ἀξίαν τῶν ἑλληνικῶν γραμμάτων.

Διαθέτοντες λοιπὸν ἅπαντες τρεῖς εὐρυτάτην παιδείαν, ἦτο φυσικόν, περισσότερον ἀπὸ ὅλους τοὺς ἄλλους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, νὰ συλλάβουν τὸ νόημα τῆς Παιδείας διὰ τὸν ἄνθρωπον, ἰδίᾳ δὲ τόν νέον ἄνθρωπον τῆς ἐποχῆς των, τὸν χριστιανὸν ἄνθρωπον. Δι' αὐτούς, Παιδεία δὲν σημαίνει κατάκτησις γνώσεων ἀλλὰ καλλιέργεια τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς, καὶ ὡς κύριος σκοπὸς τῆς Παιδείας προσδιορίζεται ἡ ἀγωγὴ τῶν νέων παιδιῶν: "Τέχνη τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν φαίνεταί μοι, ἄνθρωπον ἄγειν, τὸ πολυτροπώτατον ζῷον καὶ ποικιλώτατον" μᾶς καταθέτει ὁ Γρηγόριος.

Τὴν ἀξίαν τῆς Παιδείας εἶχαν ἐκτιμήσει δεόντως οἱ Ἀρχαῖοι Ἕλληνες, τοὺς ὁποίους ἐσπούδασαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι, καὶ οἱ ὁποῖοι μέσῳ τοῦ φιλοσόφου Ἀρίστιππου διεκήρυξαν, πὼς εἶναι προτιμότερον νὰ εἶναί τις ζητιάνος παρὰ ἀπαίδευτος: "Ἄμεινον ἐπαίτην ἢ ἀπαίδευτον εἶναι".

Παιδεία κατὰ τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχας εἶναι ἡ διαδικασία ἀναπτύξεως τοῦ ἀνθρώπου εἰς πρόσωπον, εἰς ὁλοκληρωμένην προσωπικότητα. Εἶναι ἡ σκόπιμος καὶ συνειδητὴ προσπάθεια διὰ πνευματικὴν καλλιέργειαν, καὶ τελείωσις, καὶ κοινωνικὴ ἔνταξις τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν εἶναι ἡ συσσώρευσις ἐγκυκλοπαιδικῶν γνώσεων. Δὲν εἶναι ἡ πολυμάθεια, κατὰ τὸν Ἱερὸν Χρυσόστομον. Δὲν εἶναι ἡ γυμναστικὴ τῆς διανοίας, ἀλλὰ τοῦ συνόλου τῶν ψυχικῶν καὶ πνευματικῶν δυνάμεων τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ παιδεία δὲν σταματᾶ εἰς τὴν ἀπόκτησιν ἑνὸς ἢ περισσοτέρων πτυχίων, ἀλλὰ παρουσιάζει δυναμικὴν πορείαν ἐξελίξεως καὶ ἀναπτύξεως εἰς ὁλόκληρον τὸν βίον τοῦ ἀνθρώπου, κατὰ τό "γηράσκω δ᾿ αἰεὶ πολλὰ διδασκόμενος" τοῦ Σόλωνος τοῦ Ἀθηναίου, ἑνὸς τῶν Ἑπτὰ Σοφῶν τῆς Ἀρχαιότητος. Κατὰ τὸν Μέγαν Βασίλειον μάλιστα, εἶναι τὸ μόνον ἀγαθό ποὺ παραμένει ἀναφαίρετον καὶ μετὰ τὸν θάνατον τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ παιδεία (ὡς ἀρετή) "μόνη τῶν κτημάτων ἀναφαίρετον καὶ ζῶντι καὶ τελευτήσαντι παραμένουσα".

Εἶναι θεοκεντρικὴ καὶ ἀποβλέπει εἰς τὴν ἐν Χριστῷ τελείωσιν τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἀναφέρει ὅτι σκοπὸς τῆς παιδείας εἶναι: "Ὁμοιωθῆναι Θεῷ κατὰ τὸ δυνατὸν ἀνθρώπου φύσει". Εἶναι ζήτησις τῆς ἀληθείας καὶ μύησις εἰς αὐτήν. Αὐτὸ σημαίνει ὁ ἑλληνικὸς ὅρος φιλοσοφία. Ἡ ζητουμένη δὲ σοφία, εἶναι κατ’ αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὡς ἔνσαρκος Ἀλήθεια. Καὶ οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι ὡς πρωτοπόροι, πεφωτισμένοι ἰδεολόγοι, ἐκατάφεραν νὰ βγάλουν τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὰ φοβερά τους ἀδιέξοδα καὶ νὰ τοὺς ὁδηγήσουν μέσῳ τῶν ὁδῶν ποὺ οἱ ἴδιοι ἐχάραξαν, εἰς τὴν ἀλήθειαν καὶ τὴν ζωήν, τὸν Κύριον ἡμῶν, ὁ ὁποῖος μᾶς διαβεβαιώνει: "Ἐγώ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή" (Ἰω. 14, 6).

Ἡ στάσις καὶ ἡ προτροπή τους πρὸς μίαν Ἑλληνοχριστιανικὴν Παιδείαν, μίαν Παιδείαν ποὺ νὰ μὴν ἀπομακρύνεται ὰπό τὰς ἱστορικὰς ρίζας της, θὰ πρέπει νὰ μᾶς παραδειγματίζει ἰδιαιτέρως σήμερον, ποὺ ἐπιχειρεῖται, δυστυχῶς, μία ἀποστασιοποίησις ἀπὸ τὰς συντεταγμένας αὐτάς. Ὁ σύγχρονός μας θεοφόρος πατὴρ καὶ ὁμολογητὴς Ἰουστῖνος Πόποβιτς, διετράνωνε: "Ἡ παιδεία, χωρισμένη ἀπὸ τὴν ἁγιότητα, γίνεται μία τραγικὴ ματαιοπονία".

Εἰς τὴν σημερινὴν ἐποχήν ὅπου ἡ νεότης μαραίνεται ἀπὸ τὸν ψυχικὸν βόρβορον καὶ τὴν τραγικὴν μοναξιάν, ἕρμαιον τῆς χρησιμοθηρίας καὶ τῆς τεχνολογίας, καὶ καθὼς ἡ σύγχρονος ἐκπαίδευσις τείνει νὰ χάσει, ἐὰν δὲν ἔχει ἤδη χάσει, τὸν ἑλληνορθόδοξον χαρακτῆραν της, ἂς συναισθανθῶμεν πὼς κάθε ἀλλαγὴ τοῦ κόσμου προϋποθέτει νὰ θέλωμεν νὰ ἀλλάξωμεν τὸ πρῶτον, ἐμεῖς τὸν ἑαυτόν μας.

Ἂς σκεφθῶμεν ἐὰν θέλωμεν μορφωμένους ἢ ἐγγραμμάτους, ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ "ἅγιος τῶν ἑλληνικῶν γραμμάτων", "ἡ κορυφὴ τῶν κορυφῶν" κατὰ τὸν ἀλεξανδρινὸν ποιητὴν Κωνσταντῖνον Καβάφην, ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ἀπαντῶντας μόνοι μας εἰς τὸ δίλημμα: Οἱ νέοι ἄνθρωποι ποὺ μεγαλώνουμε καὶ ἀνατρέφουμε, διαλέγουμε νὰ διδάσκονται ἁπλῶς σχολικὴν ἐκπαίδευσιν ἢ συνειδητὴν ἀντίληψιν καλλιεργείας τῆς παιδείας, ὡς θεματοφύλακες ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ καὶ Ὀρθοδόξων ἀντιλήψεων;

Μὲ ἀφορμὴν τὴν πολυπολιτισμικότητα τῆς κοινωνίας μας ἀνὰ τὸν κόσμον καὶ ἰδίᾳ εἰς τὴν Εὐρώπην, μία διαρκῶς ἐπιχειρουμένη ἐκπαιδευτικὴ μεταρρύθμισις, τολμᾶ νὰ ἀφαιρέσει ἀπὸ τὴν Παιδείαν δύο βασικούς της πυλῶνας, τὸν θρησκευτικόν καὶ τὸν ἐθνικόν. Ὦ, τῆς ἀπυθμένου ρηχότητος τῆς σκέψεώς των!

Εἰς τὴν Ἑσπερίαν αἱ ἐκκλησίαι μετατρέπονται εἰς πολιτιστικὰ κέντρα, ἐνῶ ἀλλόθρησκοί τινες δράττονται τῆς εὐκαιρίας καὶ προάγουσιν αὐτὰς εἰς ἰδικούς των χώρους λατρείας. Ἀλήθεια, τί εἴδους πολιτισμὸς μπορεῖ νὰ ἀναπτυχθεῖ, ὅταν ἀποκόπτεται συνειδητῶς ἀπὸ τὰς τροφοὺς αὐτοῦ ρίζας; Καὶ τί δάφνας νὰ δρέψει τις, ὅταν κοπτόμεναι αἱ ρίζαι τὸ δένδρον ξηραίνεται, ὡς "ἐξηράνθη" καὶ τὸ Μαντεῖον τῆς δαφνοτρεφομένης Δελφικῆς Πυθίας;

Εἰς τὰ καθ' ἡμᾶς ἐν ἀντιθέσει, ὁ πατρο Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς προέτρεπε τοὺς ἀνθρώπους εἰς τὰς πόλεις, τὰ χωρία καὶ τὰς ἐπαρχίας νὰ μετατρέψουν τὰς ἐκκλησίας των εἰς σχολεῖα, ὥστε τὰ παιδιὰ λαμβάνοντας μόρφωσιν καὶ τὴν παιδείαν τὴν ἐν Χριστῷ, νὰ ξεφύγουν ἀπὸ τὸν γνόφον καὶ τὸ ἔρεβος τοῦ Καιάδος, εἰς ἀνάτασιν ψυχῆς τε καὶ πνεύματος, καίτοι σήμερον καὶ εἰς τὴν καθ' ἡμᾶς "αὐτόφωτον" Ἀνατολήν, ἐφθάσαμεν εἰς τὸ σημεῖον νὰ στρέψωμεν τὰ βλέμματα πρὸς τὴν Δύσιν καὶ νὰ ἀκολουθήσωμεν τὰ ἐπιταγάς της εἰς τὴν σχολικὴν παίδευσιν καὶ ἐκπαίδευσιν.

Εἰς τὴν Δύσιν ὅμως, ὁ σχολαστικισμὸς ἐπὶ αἰῶνας κατεδίκασεν εἰς ἀδράνειαν τὸ πνεῦμα τῆς Παιδείας εἰς τοὺς μεσαιωνικοὺς χρόνους, ἕως ὅτου ἡ Ἀναγέννησις τὸ ἐξύπνησεν ἀπὸ τὸν λήθαργον καὶ ἤνοιξεν πάλιν τὰ πτερά του, λαμβάνοντας τό "φῶς ἐξ ὕψους Ἀνατολῶν", μὲ τὴν πληθώραν τῶν λογίων καὶ μεμορφωμένων ποὺ ἐγκαταστάθησαν ἐκεῖ, ξεφεύγοντας ἀπὸ δυσκόλους καὶ δυσμενεῖς καταστάσεις εἰς τὰ πάτρια αὐτῶν χώματα. Μὲ τὴν ἔλευσιν καὶ τοῦ Διαφωτισμοῦ ἐπῆλθεν ὅμως καὶ ἡ σταδιακὴ ἐκκοσμίκευσις τῆς Παιδείας, ἀποκόπτοντάς την ἀπὸ τὴν τροφὸ Ἐκκλησίαν. Καὶ παιδεία ἄνευ θρησκείας, ὁδηγεῖ εἰς τὴν ἀσέβειαν καὶ τὴν ἀθεΐαν.

Ἔτσι, τὴν σημερινὴν ἐκπαίδευσιν τὴν διακρίνει μία διανοητικὴ ἀλαζονεία καὶ ἰδεολογική, ἐπιστημονικὴ μεγαλαυχία, ὅτι ἀνασυντάσσεται ἐπάνω εἰς τὸ διευρυμένον πεδίον τῶν Φυσικῶν Ἐπιστημῶν καὶ τῆς Ὑψηλῆς Τεχνολογίας, μέσα εἰς ἓν πυκνότατον δίκτυον Πληροφοριῶν, ποὺ ἀποτελοῦν μέν "τροφὴν τοῦ νοός", ἀλλά "ἀτροφίαν τῆς ψυχῆς", ἐκείνης ποὺ γεννᾶ τὸ ἦθος τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ πλάθει χαρακτῆρας καὶ ἀνάγει τὸ πρόσωπόν του εἰς προσωπικότητα.

Μία ἐκπαίδευσις ἄνευ παιδείας, ποὺ παράγει ἐνδεχομένως ἰδιοφυεῖς ἐπιστήμονας καὶ ἀρίστως κατηρτισμένους τεχνοκράτας, οἱ ὁποῖοι ὅμως ἔχουν "νεκρωμένην συνείδησιν καὶ νεκρωμένην βούλησιν", ἠμπορεῖ νὰ ἀποτελέσει ἀπειλὴ πολλαπλῆ καὶ κίνδυνον φοβερῶν διαστάσεων. Τέτοιοι ἰδιοφυεῖς ἐπιστήμονες καὶ τεχνοκράτες ὑπηρέτησαν ἤδη ἐξωανθρωπίνους σκοποὺς καί "ἐχάρισαν" εἰς τὴν ἀνθρωπότητα πυρηνικὰ μανιτάρια καὶ θαλάμους ἀερίων, θαυμαστῆς πράγματι τελειότητος…. Ἐπαληθεύθηκε ἔτσι ὁ λόγος τοῦ Πλάτωνος: "Πᾶσα τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς, πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται".

Διαπίστωσις δῆλα δὴ εἶναι ὅτι, εἰς τὴν πλειοψηφίαν τῶν σημερινῶν σχολείων δὲν διδάσκεται ἡ καθ' ἑαυτῷ παιδεία, ἀλλὰ ἡ ἐκπαίδευσις, καὶ τὸ ζητούμενον ἑπομένως καὶ συμφώνως μὲ τὴν διδασκαλίαν τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, εἶναι νὰ ὑπάρχει εἷς ἄριστος συνδυασμὸς παιδείας καὶ ἐκπαιδεύσεως.

Ἓν σύγχρονον κράτος, μία Δημοκρατία, ὀφείλει νὰ παρέχει ἐπὶ ἴσοις ὅροις τὸ δικαίωμα εἰς τὴν μόρφωσιν εἰς ὅλους τοὺς πολίτας, πλειοψηφοῦντας καὶ μειοψηφοῦντας, "ὅτι τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους". (Ματθ. 5, 45). Δὲν πρέπει οὕτως εἰπεῖν νὰ γίνεται διάκρισις βάσει ἔθνους, θρησκευτικῶν καὶ πολιτικῶν πεποιθήσεων.

Ὁ πολιτικός, φιλόσοφος καὶ ἀκαδημαϊκὸς Κωνσταντῖνος Τσάτσος ἐδήλωνε: "Δὲν ὑπάρχει Δημοκρατία, ὅπου δὲν ὑπάρχει Παιδεία. Μόνον ἄτομα μὲ πραγματικὴν Παιδείαν ἠμποροῦν νὰ συγκροτήσουν μίαν Δημοκρατίαν καὶ ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ Παιδεία λείπει πέρα ἀπὸ τὸ ἀνεκτὸν ὅριον, εἰς τὰς περισσοτέρας ἀπὸ τὰς συγχρόνους Δημοκρατίας", ἐπιβεβαιώνοντας τὴν ρῆσιν τοῦ σοφοῦ Σόλωνος τῆς Ἀρχαιότητος: "Ἄρχεσθαι μαθών, ἄρχειν ἐπιστήσῃ".

Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία συνεκλήθη πρὸ ἑνὸς καὶ ἡμίσεως περίπου ἔτους εἰς τὴν Μεγαλόννησον Κρήτην, ὑπὸ τὴν Προεδρίαν τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος, ἀπευθυνομένη πρὸς τὸν Ὀρθόδοξον λαὸν καὶ κάθε ἄνθρωπον καλῆς θελήσεως, ἐκατέστησεν σαφὲς ὅτι μία βασική της προτεραιότητα εἶναι ἡ νεολαία, ἡ ὁποία "ἀναζητεῖ πληρότηταν ζωῆς, γεμάτην ἐλευθερίαν, δικαιοσύνην, δημιουργίαν καὶ ἀγάπην. Καλεῖ τοὺς νέους νὰ συνδεθοῦν μὲ τὴν Ἐκκλησίαν Ἐκείνου ποὺ εἶναι ἡ Ἀλήθεια καὶ ἡ Ζωή. Νὰ προσέλθουν προσφέροντας εἰς τὸ ἐκκλησιαστικὸν σῶμα τὴν ζωτικότηταν, τὰς ἀνησυχίας, τοὺς προβληματισμοὺς καὶ τὰς προσδοκίας των. Οἱ νέοι δὲν ἀποτελοῦν ἀπλῶς τὸ μέλλον τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ τὸ δυναμικὸ καὶ δημιουργικὸ παρὸν ἐπὶ τοπικοῦ καὶ οἰκουμενικοῦ ἐπιπέδου".

Δῆλόν ἐστι, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος ἀνὰ τὴν Οἰκουμένην Ἐκκλησία ἀκολουθεῖ τὰς ἐπιταγὰς τῶν Τριῶν ἑορταζόντων Φωστήρων τῆς Τρισηλίου Θεότητος, ἀποδεικνύουσα οὕτως ὅτι παραμένει ἡ αὐτὴ εἰς τοὺς αἰῶνας.
Ἐν κατακλείδι, θέλοντες νὰ παραφράσωμεν ἓν γνωστὸν εἰς τὰ σχολειὰ καὶ τοὺς μαθητὰς ποίημα τοῦ Ἀθηναίου λογοτέχνου Ἀγγέλου Βλάχου καὶ μεταθέτοντες τὴν δρᾶσιν καὶ τὰς ἰδέας αὐτοῦ ἀπὸ τὴν θρησκείαν εἰς τὴν παιδείαν, θὰ ἐλέγαμε:

"Εἰς τὸ βουνὸ ψηλὰ ἐκεῖ,
εἶναι Σχολὴ ἐρημική,
ὁ κώδων της δὲν κτυπᾶ,
δὲν ἔχει δασκάλους οὔτε παιδιά,
μὰ ἀναμένει καρτερικά".

Εἰς Ἔτη Πολλὰ λοιπόν, Ἔτη Καλά, Ἔτη Εὐλογημένα καὶ πνευματικῶς Καρποφόρα εἰς τὴν ἑορτάζουσαν σήμερον μαθητιῶσαν νεολαίαν μας, τὰ νιᾶτα τοῦ Γένους μας, τὴν χρυσῆ ἐλπίδα τοῦ τόπου μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: