Σάββατο 11 Αυγούστου 2018

Μητροπολίτης Θεοδωρουπόλεως Γερμανός, ο ηγιασμένος επίσκοπος του Φαναρίου - π. Χρυσόστομος Παπαδάκης


Μητροπολίτης Θεοδωρουπόλεως Γερμανός,
 ο ηγιασμένος επίσκοπος  του Φαναρίου ( 17-9-1930 – 10-8-2018)

  Χρυσόστομος Παπαδάκης
Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Θρόνου

Ο αγιασμός είναι ο ύψιστος στόχος της ζωής. To «άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιός ειμι» ( Λευιτ.20,7,26 και A’ Πέτρου 1,16). Γι αυτό υπάρχει η Εκκλησία.
Αυτός ο στόχος δεν έφυγε ποτέ από τον νου και την καρδιά, του κοιμηθέντος Μητροπολίτου Θεοδωρουπόλεως Γερμανού, Ιεράρχου του Σεπτού της Ορθοδοξίας Κέντρου και μετά των Αγίων πλέον εν ουρανοίς αυλιζομένου και αιωνίως συνδοξαζομένου.
Ο Οικουμενικός Θρόνος είχε πάντοτε στον αρχιερατικό του κατάλογο ενάρετους Επισκόπους, δραστήριους, εργατικούς, χαρισματικούς, διακεκριμένους στη διακονία τους και αποτελεσματικούς στις εκάστοτε αποστολές που τους ανέθετε η Μητέρα Εκκλησία. Επί πολλά χρόνια όμως, Γερμανό ηγιασμένο είχε ένα!

Ήταν η αθόρυβη και αγιοπρεπής σε όλα της παρουσία στο μαρτυρικό Φανάρι. Μυρίπνοο άνθος της μυστικής αγιοπατερικής αρετής. Πνοή του Αγίου Πνεύματος μέσα σε πολυπληθές, αλλογενές και αλλόθρησκο περιβάλλον της αγαπημένης Κωνσταντίνου Πόλεως. Και επειδή η θεία Χάρις όταν το θελήσει τίποτα δεν μπορεί να της σταθεί εμπόδιο, πληροφορούσε τις καρδιές και αυτών των αλλοθρήσκων Τούρκων για την αξία αυτής της φωτοφόρου ψυχής, η οποία κατοικούσε σ εκείνο το καχεκτικό από την άσκηση σώμα. Τον αγαπούσαν αληθινά και του εκδήλωναν βαθύ σεβασμό. Τον αποκαλούσαν «ΑΖΙΖ Γερμανό», δηλαδή άγιο Γερμανό.
Με διαβεβαίωνε σεβαστός μου Ηγούμενος Μονής της Ελλαδικής Εκκλησίας και γνησιώτατος φίλος του Πατριαρχείου, ο οποίος έτρεφε τα αυτά με μένα ευλαβή αισθήματα για τον όσιο Αρχιερέα, ότι γνωστοί του άνθρωποι έγιναν αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες, όταν βγαίνοντας στη γειτονιά από το σπίτι του στο Τζιχανγκίρ ο Γέροντας, σηκώνονταν οι Τούρκοι και οι Τουρκάλες που κάθονταν έξω και λέγανε, «αζίζ Γερμανός γκελίορ», δηλαδή περνά ο άγιος Γερμανός.
Το έζησα όμως και ο ίδιος κατά Θεία Πρόνοια στο πλοίο καθώς επιστρέφαμε στην Πόλη, μετά την ενθρόνιση του μακαριστού Μητροπολίτου Πριγκηπονήσων Ιακώβου ( Σωφρονιάδου).
Δεν έπαιρνα τα μάτια μου από πάνω του θέλοντας να χορτάσω από τη χάρη της παρουσίας του. Αυτό έκανα κατά τις σπάνιες συναντήσεις μας, αφού, παρά τον πόθο μου, ήταν σπάνιες οι επισκέψεις μου στο Σεπτό Κέντρο, λόγω «δυσμενών καιρικών συνθηκών» κατά την εν Κρήτη μακρά διακονία μου.
Μέσα στο ήδη ασφυκτικά γεμάτο πλοιάριο της γραμμής μπήκαμε πολλοί, τόσο από την Πόλη, όσο και από την Ελλάδα. Εκείνος ήταν με τον μακαριστό επίσης λόγιο και αρχοντικό Ιεράρχη, τον Πέργης Ευάγγελο τον οποίο γνώριζα από τη Θεσσαλονίκη, τότε που τον συνοδεύσαμε με το αοίδιμο και μουσικολογιώτατο εκ της Πόλεως Πρωτ. Νικόλαο Ιωσηφίδη εφημέριο Παναγούδας Θεσ/νίκης, κατά την κρίση της διδακτορικής του διατριβής στο Α.Π.Θ.
Συγκινητικός ο συνδιασμός της σεβαστής ξυνωρίδος. Ο όντως άρχοντάνθρωπος σε λόγο και παρουσία και πολύς στη λογοτέχνιδα πέννα Πέργης Ευάγγελος, στο ρόλο δε του ταπεινού συνοδού του, ο άγιος ασκητής Θεοδωρουπόλεως Γερμανός. Κι οι δυό τους με αυτό που ήταν, λιτάνευαν σιωπηλώς και επαξίως την ιερά παράδοση αιώνων του Φαναρίου.
Κατά το πέρασμά του ο Γερμανός και μέχρι να καθίσει, αλλά και όταν κάθισε, τα βλέμματα των Τούρκων επιβατών ήταν σεβαστικά πάνω του, λες κι είχε μπει μόνο αυτός μέσα στο πλοίο. Μεταξύ τους κάποιοι ψιθύριζαν και καταλάβαινα ότι μιλούσαν γι αυτόν με αγάπη και θαυμασμό. Τα μάτια τους το μαρτυρούσαν.
Κάποια παρέα τον γνώριζε και του μίλησε με έκδηλη τη χαρά. Και ναι, δύο από αυτούς χωρίς φόβο για τα τόσα μάτια ομοεθνών τους συνεπιβατών, του ασπάστηκαν το χέρι, παρά την προσπάθειά του να μην το επιτρέψει. Εκείνοι πρόσφεραν τα καθίσματά τους για να καθίσουν οι δύο αρχιερείς. Δάκρυσα από συγκίνηση.
Λίγο είναι να είσαι κληρικός του Πατριαρχείου μέσα στην τουρκιά και να απολαμβάνεις τέτοιου σεβασμού από μουσουλμάνους; Για τους συγκεκριμένους σκέφτηκα, πως ίσως να ήταν από κείνους που τυχόν είχε ευεργετήσει οικονομικά, αφού υπήρξε σε όλη του τη ζωή ελεήμων.
Έτυχε να μου πει τελευταία Μητροπολίτης του Θρόνου, Πολίτης, με αφορμή την οικονομική κρίση, ότι οι άνθρωποι εκεί – οι Τούρκοι δηλαδή των οποίων την ψυχοσύνθεση γνωρίζει ως γηγενής- θυμούνται για πάντα με ευγνωμοσύνη και το παραμικρό καλό που τους κάνεις. Αναγνωρίζουν την όποια ευεργεσία. Και το ευχαριστώ τους είναι αληθινό και παντοτινό.
Στη χριστιανική μας Πατρίδα δυστυχώς δεν είναι τα πράγματα έτσι……Η αγνωμοσύνη είναι ξεδιάντροπο σύνηθες φαινόμενο. Περίπου άθλημα και δυστυχώς ιδιαίτερα συχνό μέσα στον χώρο της Εκκλησίας.
Όταν μου το έλεγε αυτό με πόνο ψυχής, ο νους μου συνειρμικά πήγε στον ελεήμονα και ασκητή συνεπίσκοπό του, άγιο Θεοδωρουπόλεως, τον εκουσίως διά Χριστόν πτωχόν, αφού όπως μαρτυρείται παρά πάντων, ήταν μανικός της ελεημοσύνης εραστής. Ο Δεσπότης που δαπανούσε για τον εαυτό του τόσα, όσα ήσαν αναγκαία για να ζει. Το μεγαλύτερο μέρος έδινε για να συντηρηθούν άλλοι, ενδεείς ομογενείς και Τούρκοι.
Ο Γερμανός από την αρχή τράβηξε μόνος, «μονώτατος» (Βασιλ.Γ΄,9,19) τον δρόμο της ασκήσεως και της νήψεως, αταλάντευτα.
Τιμούσε τους πάντες και δεν υποτιμούσε κανένα. Μα δεν συνειδητοποίησε ποτέ ως όντως ηγιασμένος, ότι αποτελούσε τιμή για τη Μητέρα Εκκλησία. Ότι ήταν το άγιο κόσμημά της. Κόσμημα μοναδικής αξίας, όχι μόνο διακρινόμενος και με τη φυσική του απλώς παρουσία ως κεχαριτωμένος παρά Θεού, αλλά κυρίως με την παρρησία των προσευχών του ενώπιον του Θεού για το Πατριαρχείο και την ομογένεια της Πόλης. Πιστεύω ακράδαντα, ότι η προσευχή του ήταν μια μυστική θεία σκέπη πάνω από το Φανάρι.
Μόνο στην άλλη ζωή που θα απαντηθούν όλα τα ερωτήματα ετούτης, θα μάθουμε το πόσο, το πότε και το πώς προστάτεψε με την ισχυρή, λόγω παρρησίας, προσευχή του το Πατριαρχείο και προσωπικά τους τρείς Πατριάρχες του Γένους, στην υπακοή των οποίων διακόνησε την Εκκλησία (Αθηναγόρα, Δημήτριο και Βαρθολομαίο).
Στόμα καθαρό από τη λοιμώδη νόσο της κατακρίσεως. Ξένος προς κάθε μορφή διαπλοκής και παραταξιακής δολοπλοκίας. Εκκλησιαστικό φρόνημα και ήθος ακατηγόρητο, αδαμάντινο, ευώδες. Απαθής σε υποτιμητικές συμπεριφορές. Βλέμμα πεντακάθαρο σαν του μωρού παιδιού ως το τέλος. Χαμόγελο ουράνιο. Ταπεινή λειτουργική παρουσία στην αμφίεση, στις εκφωνήσεις, στις κινήσεις.
Επιλογή του το να χανόταν ανάμεσα στους τελευταίους των ποικίλων εκδηλώσεων. Ευτυχισμένος μέσα στην αγαπημένη του αφάνεια, να καμαρώνει τα επιτεύγματα του Πρώτου της Πρώτης Καθέδρας.


Σε αεροπορικό ταξίδι
Η φυσική του παρουσία βεβαίωνε μόνο τον μεγάλο νηστευτή. Τα είδη όμως των ασκητικών παλαισμάτων του παρέμειναν αθέατα, μυστικά, προστατευμένα από τη μεγάλη του ταπείνωση, την αληθινή ταπείνωση. Όσοι τον γνώριζαν ως άνθρωπο μειλίχιο, πράο, αδύνατο προς το αιθέριο, θα μπορούσαν να φαντασθούν ότι διέθετε και θάρρος; Σε χρόνια πολύ δύσκολα για την ομογένεια, έκανε κάτι εξαιρετικά επικίνδυνο, συνεργαζόμενος με ένα λαϊκό. Έβγαζαν μαζί ένα ημερολόγιο με χριστιανικά μηνύματα στα τουρκικά! Και αυτό μου το βεβαίωσε η θυγατέρα εκείνου του λαϊκού.
Ένα ταπεινό διαμέρισμα της πολυθόρυβης ακοίμητης Πόλης, είχε γίνει κελλί της πάλαι Μονής των Ακοιμήτων, καλύβη των Αγιορείτικων Καρουλίων, ασκητήριο του Ολύμπου της Βιθυνίας, της Θηβαϊδας της Αιγύπτου και του Βορρά, της Νιτρίας, της ερήμου της Παλαιστίνης…Ήταν ερημίτης, διότι ζούσε την έρημο μέσα στην Κωνσταντινούπολη, όπως ήταν ερημίτης και ο Άγιος Πορφύριος διότι ζούσε την έρημο μέσα στην Ομόνοια της Αθήνας.
Όντως «Μεγάλα τα της πίστεως κατορθώματα» κατά τον υμνωδό. Ασύλληπτο είναι σε μας τέτοιο εύρος της προς τον Χριστόν αγάπης, ασύλληπτη τέτοια θέρμη θείου έρωτος, γι αυτό και ασύλληπτο το βίωμα τέτοιου θαύματος.
Διερωτώμαι: Είναι δυνατόν να ήταν ο τόσος αγώνας του απαράκλητος; Είναι δυνατόν αυτό το κελλί να μην έγινε Σινά και Θαβώρ; Κανείς δεν θα το μάθει ποτέ…
Ο «ΑΖΙΖ Γερμανός» ήταν ο μεγάλος σιωπηλός δάσκαλος του «εν τω κρυπτώ» (Ματθ. 6,6 ) αγώνος που ζητά ο Κύριος. Αυτός ο κρυφός αγωνιστής, επειδή ήταν τόσο ταπεινός, δεν μίλησε ποτέ περί θείων «παρακλήσεων» και «σημείων».
Πάει πολύς καιρός που ως αληθινή μητέρα, η Μήτηρ Εκκλησία φρόντισε τον εκλεκτό της να γηροκομηθεί στοργικά στο ίδρυμα του Μπαλουκλή, όταν είδε πως δυκολευόταν να αυτοεξυπηρετηθεί. Άλλωστε και στο παρελθόν, όταν κάποτε είχε επικίνδυνα αποδυναμωθεί, τον μετέφερε στο Φανάρι όπου και τον φρόντισε μέχρι να συνέλθει.
Μαζί με τα πολλά μαθήματα που δίνει η Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως σε άλλα εκκλησιαστικά κλίματα, δίνει εμπράκτως και στο ζήτημα της μητρικής προνοίας, της υποδειγματικής φιλοστοργίας. Δεν εγκαταλείπει τους ανθρώπους της οι οποίοι την υπηρέτησαν ευόρκως μιά ολόκληρη ζωή. Τρανό παράδειγμα ακόμη και ο επί πολλά χρόνια άριστα φροντιζόμενος γι αυτό και ακόμη ζων, ο από Γέρων Χαλκηδόνος, Νικομηδείας Ιωακείμ, ο οποίος νέος έμεινε κατάκοιτος από βαρύτατο εγκεφαλικό.

Ο γλυκύτατος Παππούς Γερμανός, ήταν πλέον σε «κατάσταση» όπως συνήθιζε να λέει για σχετικές περιπτώσεις ο Όσιος Παϊσιος ο Αγιορείτης, δηλαδή για εκείνους πού είχαν φθάσει σε υψηλή αλλά και σταθερή πνευματικότητα. Ο χώρος που η αγάπη της Εκκλησίας φρόντιζε το αδύναμο σώμα του, του έδινε και τη δύναμη και τον χρόνο να χορταίνει προσευχή και να συνεχίζει να την ευεργετεί δι αυτής, μέχρι που πρόβλημα υγείας τον βύθισε στη σιωπή. Αλλά η καρδιά του που είχε μάθει να προσεύχεται αδιαλείπτως, δεν έπαυσε ποτέ τη νοερά εργασία της.
Ένας ήταν. Αλλά αυτός ο ένας είχε τέτοια Χάρη και τέτοια παρρησία στον Θεό, που προστάτευε τον πανίερο πρώτο Θεσμό και τον Σεπτό του Πρώτο, ακόμη και από τις συνέπειες των εξ εμπαθείας μεγάλων ή μικρών λαθών ή των εκ «συναρπαγής ολισθημάτων», άλλων.. Τηρουμένων των αναλογιών, μας θυμίζει τον Μέγα Αντώνιο στου οποίου το Απολυτίκιο η Εκκλησία ψάλλει, «την οικουμένην εστήριξας ευχαίς σου».
Αιωνία η μνήμη του Καππαδόκου Γέροντός του Μητροπολίτου Δέρκων Ιακώβου (Παπαπαισίου, 1885-1980), του οποίου την δεκτική Χάριτος καρδιά, πληροφόρησε ο «ετάζων καρδίας» (Ιερεμ.17,10) Θεός, και τότε που τον προσέλαβε ως στενό συνεργάτη του, δηλαδή Πρωτοσύγκελλό του βέβαιος για την αρετή του, και τότε που δεν τον εξέθετε για προαγωγή χωρίς τη βεβαιότητα εκλογής, λέγοντας το «ουκ επέστη καιρός», και τότε που βέβαιος ων είπε το «νυν επέστη καιρός», στα τέλη της πατριαρχίας του Αθηναγόρου.
Αιωνία η μνήμη του σοφού Ιεράρχου και αποδειχθέντος γνησίου Πατρός, διότι χάρισε στη Μητέρα Εκκλησία και γενικά στην από περάτων έως περάτων της οικουμένης του Χριστού Εκκλησία, ένα Άγιο με ωμοφόριο! Μόνο αυτό να υπολόγισε ο Κριτής Κύριος ως πράξη άκρως ευεργετική για τη Μεγάλη και Μαρτυρική Εκκλησία, δηλαδή πράξη ιδιαιτέρας βαρύτητος, θα τον κατέταξε μετά των δικαίων.
Μα και η ευγνωμονούσα καρδιά του ηγιασμένου ευεργετηθέντος πνευματικού υιού, που επί τόσα χρόνια τον μνημόνευε, προσευχόταν και ελεούσε για την ψυχή του, θα τον μετέθετε ως παρρησίαν έχων, «από δόξης εις δόξαν» (Κορινθ. Β΄3,18).
Λέγει η Γραφή: «Μη άπτεσθε των χριστών μου και εν τοις προφήταις μου μη πονηρεύεσθε» (Ψαλμοί 104,15). Αυτόν τον εκλεκτό δούλο του, λοιπόν, ο Κύριος τον προστάτευε, όπως διά μέσου των αιώνων προστατεύει τον πρώτο της Ορθοδοξίας θεσμό.
Όσοι απετόλμησαν να περιφρονήσουν στο πρόσωπό του αυτή την εντολή του Θεού, είτε με ασεβείς ενέργειες, είτε με λόγια υποτίμησης, ειρωνείας, αυθάδειας, το πλήρωσαν ακριβά.
Η θεόπνευση γραφή πάντα επιβεβαιώνεται: «Εγένετο ημίν εις έλεγχον εννοιών ημών, βαρύς εστιν ημίν και βλεπόμενος, ότι ανόμοιος τοις άλλοις ο βίος αυτού, και εξηλλαγμέναι αι τρίβοι αυτού». 14-15. Δηλαδή, «αποτελεί έλεγχο για τον τρόπο που σκεφτόμαστε. Ακόμα και η παρουσία του μας ενοχλεί. Διότι η ζωή του είναι διαφορετική από τη ζωή των άλλων ανθρώπων, διαφορετικοί οι τρόποι της ζωής του».
Καλό είναι επίσης να γνωρίζουμε γενικώς, ότι οι χαλαροί στα πνευματικά, κι ακόμη περισσότερο οι άμοιροι και άγευστοι αγιοτρόπου ζωής, με τα κοσμικά κριτήρια βάσει των οποίων πορεύονται, αδυνατούν να κατανοήσουν τον τρόπο ζωής ενός Αγίου.
Ο άγιος άνθρωπος έχει λεπτότητα συνειδήσεως. Έχει προ των οφθαλμών του διαρκώς το θείο θέλημα. Ό,τι κάνει, το κάνει με την προοπτική της Βασιλείας του Θεού. Αυτά που ο ίδιος με συνέπεια τηρεί, δεν προσπαθεί να τα επιβάλλει σε κανένα. Αλλά μένει και διακριτικά ασυμβίβαστος με πράγματα που οι έχοντες ελαστική συνείδηση τα θεωρούν φυσικά ή παραμικρά.
Αυτή τη στάση θα την πούνε ιδιοτροπία, παραξενιά, πείσμα, αφέλεια! Η δική τους στάση όμως είναι στην ουσία η εφάμαρτη ως επικριτική και ασεβής, όταν μάλιστα ο άνθρωπος του Θεού δεν τους έλέγχει λεκτικά, ούτε καν με σιωπηλή έκφραση γι αυτά που κάνουν και πρεσβεύουν, ούτε γίνεται εμπόδιο στην όποια φιλοδοξία τους.
Τώρα πλέον ο Θεοδωρουπόλεως Γερμανός ανήκει στη χορεία του πλήθους των απ αιώνος Αγίων οι οποίοι συνθέτουν το Αγιολόγιο της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, προεξαρχούσης της Υπερμάχου Στρατηγού.
Στην πύλη του Παραδείσου, θα τον υποδέχθηκαν όλοι οι ανά τους αιώνας ασκήσει τελειωθέντες στη Βασιλεύουσα Κληρικοί, Μοναχοί και λαικοί. Από εκεί πλέον ως δεδοξασμένο μέλος της θριαμβευούσης Εκκλησίας, πρεσβεύει. Και η πρεσβεία του για τη Μητέρα Εκκλησία την οποία αγάπησε και αγιοπρεπώς διακόνησε, έχει πλέον άλλη δυναμική.
Ας θεωρηθεί τούτο το ταπεινό άρθρο ένα κερί στην ιερά του μνήμη, ένα λουλούδι και προσκύνημα στο σεπτό τάφο του. Και είθε να βρεθεί χαρισματικός κάλαμος, ο οποίος έχοντας γνώση αληθή περί του αγίου Επισκόπου, θα γράψει το αληθινό συναξάρι του, το οποίο δεν θα χρειάζεται διανθίσματα και υπερβολές, διότι η αγιότητα του Γερμανού είναι επταφάνερη, κρυστάλλινη, λαμπερή περισσότερο κι απ τον ήλιο. Βροντώδης ως αλήθεια, αλλά και «φωνή αύρας λεπτής» (Γ΄ Βασιλ.19,11-12) ως παρουσία, ως μνήμη εκκλησιαστική, ως ανάμνηση προσωπική. Αγιότητα ανενδεής εγκύρων πληροφοριών και επιχειρημάτων υποστηρίξεως. Από μόνη της είναι αβιάστως πειστική.
Με χαρά παραπέμπω στο διαδίκτυο, όπου πληκτρολογώντας το σεβάσμιο όνομα και τον τίτλο του, θα βρει ο ενδιαφερόμενος :
α) Ένα υπέροχο κείμενο του Τάσου Μιχαλά στο σάιτ «ΑΓΙΑ ΖΩΝΗ» και αλλού.
β) Το υπέροχο επίσης εκτενές αφιερωματικό άρθρο – ύμνο του χαρισματούχου θεολόγου, νομικού και ιστορικού, του και γνωστού αγωνιστού των δικαίων του Οικουμενικού Θρόνου, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης των 45 χρόνων αρχιερατείας του αγίου ανδρός, με τίτλο «Ο ΑΓΙΟΣ ΤΗΣ ΔΙΠΛΑΝΗΣ ΠΟΡΤΑΣ».
γ) Απόσπασμα από το βιβλίο «ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΙΩ ΟΛΟ ΤΟ ΒΟΣΠΟΡΟ» του πολυσέβαστού μου Ηγουμένου της Ι.Μ. Τατάρνης Αρχιμ. Δοσιθέου Κανέλλου, με τον οποίο αμέτρητες φορές αναφερθήκαμε στον ηγιασμένο.
δ) Συγκινητικό αφιέρωμα–βίντεο, του τηλεοπτικού σταθμού 4Ε στην εκπομπή «ΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΛΩΡΗΣ», επίσης για τα 45 χρόνια αρχιερωσύνης του.
ε) Βίντεο που διαβάζει εμμελώς το Δ΄ Ευαγγέλιο της Μεγάλης Πέμπτης στον Πατριαρχικό Ναό. Μοναδικό σε ιερότητα άκουσμα του Ευαγγελίου από ένα ΑΓΙΟ Επίσκοπο.
στ) Αρκετό φωτογραφικό υλικό, αποδεικτικό και αυτό της χάριτος που εξέπεμπε ο όσιος.
Μετά από αυτά τα γενικά εισαγωγικά τα οποία μου υπαγόρευσε η καρδιά μου να γράψω, δεν θα ασχοληθώ με βιογραφικά περί των οποίων τον ασφαλή, καθότι υπεύθυνο λόγο, έχει το Σεπτό Κέντρο. Θα επιστρατεύσω μόνο τη μνήμη μου, αντλώντας και μέσα από τις σημειώσεις που ευτυχώς κράτησα, για να καταγράψω εδώ κάποια προσωπικά μου βιώματα:
Φοιτητής, λοιπόν, στη Θεσσαλονίκη και Διάκονος (1977-1981), άκουα για κάποιον Επίσκοπο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Αριανζού Γερμανό. Τα σχόλια ήταν σχόλια ευλαβή για την ασκητικότητα και ταπείνωσή του. Παρόμοια ακούονταν μόνο για τον Μητροπολίτη Σιατίστης Αντώνιο, όντως όσιο και εκείνο Επίσκοπο των Νέων Χωρών της Εκκλησίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, τον οποίο αξιώθηκα να γνωρίσω, να συλλειτουργήσω μαζί του ως Διάκονος στον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης, και πολλά χρόνια αργότερα ως Ιερομόναχος συνοδεύοντας εκδρομείς από Κρήτη να τον συναντήσω στη Μονή Μικροκάστρου και να αιφνιδιαστώ από το διορατικό του χάρισμα όταν βρεθήκαμε για λίγο μόνοι στην αυλή.
Και οι δύο ασκητές Επίσκοποι. Σε εντελώς διαφορετικές παλαίστρες αγωνίστηκαν, με διαφορετικές ευθύνες, σε διαφορετικά εκκλησιαστικά κλίματα, αλλά κοινή ήταν η αρετή τους, κοινή η Χάρις του Αγίου Πνεύματος που ενοικούσε μέσα τους, κοινός ο στεφοδότης Κύριος, κοινή η δόξα τους στη Βασιλεία του Θεού, κοινό το επουράνιο θυσιαστήριο στο οποίο μετά των λοιπών Αγίων Ιερωμένων λειτουργούν.


Η υποδοχή του στη Ι. Μ. Μονή του Βατοπαιδίου για την κοινοβιοποίηση. Μπροστά ο πρώτος Ηγούμενος π.Εφραίμ με τον Μητροπολίτη Κιτίου Χρυσόστομο και αριστερά του Μητρ. Θεοδωρουπόλεως ο Θεοφιλ. Επίσκοπος Ροδοστόλου Χρυσόστομος.
Αλάνθαστο το πνευματικό αισθητήριο της εκκλησιαστικής συνειδήσεως και για τους δύο…!
Πάνε πιά σαράντα χρόνια από τότε που ένας Ιερομόναχος της Θεσσαλονίκης, φιλοαγιορείτης, μου έλεγε μετά από επίσκεψή του στο Όρος, ότι είχε συναντήσει τον Αριανζού στο καραβάκι. Δεν ήξεραν οι επιβάτες ποιός ήταν. Αποστρεφόταν τις τιμές και προσπαθούσε να μπει στα Μοναστήρια ως άγνωστος κληρικός προσκυνητής. Και να τον καταλάβαιναν μετά, θα είχε «γλυτώσει» την υποδοχή που επιβάλλει το τυπικό για τον κάθε Επίσκοπο που πάει πρώτη φορά σε ένα Μοναστήρι.
Συνειρμικά πολύ αργότερα θα τον συνέκρινα με κάποιον άλλο νεαρό βοηθό Επίσκοπο που έτυχε να πάει σε Μονή, αλλά σε μια ώρα εκτάκτως δύσκολη για το πρόγραμμα της αδελφότητος και ο εκπρόσωπος του Ηγουμένου του ζήτησε συγγνώμην που δεν θα μπορούσαν να του κάνουν υποδοχή. «Θα περιμένω» είπε με ύφος που φανέρωνε ενόχληση. Τί να έκαναν οι πατέρες; Του έδωσαν την ικανοποίηση της ματαιότητος και ησύχασαν, προλαμβάνοντας τις συνέπειες ενός πειρασμού που θα είχε συνέχεια.
Ο Γερμανός είχε βέβαια περάσει σύμφωνα με την τάξη από την Ιερά Κοινότητα, στην οποία είχαν γίνει τα Ιεροκοινοτικώς προβλεπόμενα.
Γνώστες της αρετής του πατέρες της Ι. Κοινότητος, αλλά και της τακτικής του από άλλες φορές, είχαν φροντίσει να ειδοποιηθούν τα Μοναστήρια και έτσι «του την είχαν στημένη». Διότι ο αγιορείτης τιμά μεν το αρχιερατικό αξίωμα και στο πρόσωπο εκείνου που δεν το τιμά ο ίδιος, αλλά όταν με το αισθητήριό του εισπράξει αρετή και ακόμη περισσότερο αγιότητα, τότε και τα μάτια του μαρτυρούν πνευματική χαρά και ευλάβεια, κι η ψαλμωδία του έχει άλλη διάθεση, και το χειροφίλημα δείχνει άλλο πόθο, και για μια μικρή έστω συνομιλία με τον άνθρωπο του Θεού, δεν κρύβεται η επιθυμία.
Είναι πολύ φυσικό μέσα στο Περιβόλι της Παναγίας να γίνεται αυτό, αφού ο Μοναχός ψάχνει να βρίσκει πρότυπα αγιότητος για να στηρίζεται στον προσωπικό του αγώνα. Και επειδή εκεί επιδιώκεται η πνευματική ακρίβεια, όταν βλέπουν Χαριτωμένο Κληρικό ή Μοναχό ή και λαϊκό από τον κόσμο, το εκτιμούν πολύ, γιατί αντιλαμβάνονται πως η αρετή του έχει αποκτηθεί με μεγάλο κόπο, αφού ζει μέσα στα αίτια των πειρασμών.
Δεν ήταν δύσκολο ο παραπάνω Ιερομόναχος να αντιληφθεί την αμηχανία του ταπεινού Επισκόπου, όταν στην πύλη της Μονής τον περίμεναν για την υποδοχή.
Από τότε επιθυμούσα να τον γνωρίσω από κοντά, αφού στο μεταξύ τον είχα αναζητήσει να τον δω σε φωτογραφίες.


Επί του Δεσποτικού Θρόνου κατά την υποδοχή. Δεξιά του ο αοίδιμος Μητρ. Βεροίας Παύλος, του οποίου χειροτονία ήταν ο Ηγούμενος π. Εφραίμ.
Από παιδί με συγκινούσε η αγιότητα, γι αυτό και την έψαχνα. Αυτό με ωφέλησε πολύ, γιατί φρόντισα να γνωρίσω τους περισσότερους γνωστούς αγίους Γέροντες της εποχής μας, άλλους επίσης λιγότερο γνωστούς , αλλά και πολλούς ευλογημένους αφανείς αγωνιστές της λαϊκής ευσέβειας.
Η Παναγία την οποία παρακαλούσα, δεν μου στέρησε την απάντηση στην επιθυμία μου να τον γνωρίσω. Μου προγραμμάτισε το δώρο της για την πιο κατάλληλη περίσταση ως εξής:
Την Κυριακή των Μυροφόρων του 1990 θα γινόταν η ενθρόνιση του παραδελφού μου Εφραίμ ως πρώτου κοινοβιάτη Ηγουμένου της Ι.Μ. Μονής του Βατοπαιδίου, μετά από ιδιορρυθμία αιώνων. Μαζί με μια συντροφιά από πνευματικά μου παιδιά ταξιδέψαμε αεροπορικώς για Θεσσαλονίκη. Εκεί, λοιπόν, στο αεροδρόμιο είδα τον άγιο Θεοδωρουπόλεως με το ταπεινό του κοστουμάκι (ερχόταν από την Πόλη), να ρωτά την υπάλληλο που βρισκόταν πίσω από το τζάμι μιας από τις υπηρεσίες του αεροδρομίου. Ήδη βρισκόμουν δίπλα του και τον άκουσα. Ρωτούσε για τις πτήσεις προς Κωνσταντινούπολη κατά τις επόμενες ημέρες.
Δεν πίστευα στα μάτια μου ότι τον έβλεπα και ότι ήμουν δίπλα του. Η χαρά μου ήταν ανείπωτη. Περίμενα να στραφεί πίσω για να του μιλήσω:
-Ο άγιος Θεοδωρουπόλεως είστε;
-Μάλιστα πάτερ. Εσείς;
-Από την Κρήτη.
Είπα το όνομα και τον τόπο διακονίας μου και χάρηκε που ήμουν κληρικός και χειροτονία γνωστού του Χαλκίτη Ιεράρχη.
-Προσκυνώ. Την ευχή σας.
Του ασπάστηκα το χέρι με τη συναίσθηση που έχω όταν προσκυνώ Εικόνα ή άγια λείψανα, αν και προσπάθησε να μη με αφήσει.
-Σεβασμιώτατε πώς κι είστε εδώ;
-Να….πηγαίνω στο Βατοπαίδι για την κοινοβιοποίηση της Μονής και την ενθρόνιση του πρώτου Ηγουμένου πατρός Εφραίμ.
Εγώ παραξενεύτηκα για την επιλογή του από πλευράς Πατριαρχείου, αφού άλλοι Αρχιερείς γνωστοί ως ισχυρά στελέχη του θα χαίρονταν να εκπροσωπούσαν τον πανσέβαστο Πατριάρχη Δημήτριο σε ένα τέτοιο σπάνιο για το Άγιον Όρος γεγονός.
Θα ήταν αδιακρισία να του φανέρωνα την απορία μου. Όμως εκείνος αμέσως μου είπε τούτο που με άφησε άναυδο.
-Ξέρετε, πάτερ, όλοι οι άγιοι αρχιερείς είχαν πολλές υποχρεώσεις. Κανείς δεν ήταν διαθέσιμος και γι αυτό στείλανε εμένα.
Ήταν η πρώτη θέα του πνευματικού του μεγαλείου ως προς τη βάση της εν Χριστώ ζωής, δηλαδή την ταπεινοφροσύνη. Και δεν ήταν μόνο τα λόγια που είπε. Ήταν και ο τρόπος. Η έκφραση του προσώπου που ήθελε να βεβαιώσει σε μένα ως πειστικό τον λόγο του. Πίστευε ότι για να τον στείλει η Εκκλησία δεν υπήρχε άλλος διαθέσιμος. Μόνο ως έσχατη εφεδρική λύση για αποστολές μπορούσε να δει τον εαυτό του.
Γνώρισμα ασφαλές της αγιότητος είναι το να θεωρείς πραγματικά τον εαυτό σου έσχατο πάντων και ουτιδανό.
Ποτέ μέχρι σήμερα, ούτε για μια στιγμή δεν πίστεψα σ αυτό που η μεγάλη του ταπείνωση μου είπε τότε ως απάντηση στον λογισμό μου. Νωρίς κατέληξα στο συμπέρασμα, ότι ήταν δάκτυλος της Παναγίας μας, διά της προς Αυτήν πρεσβείας του γενάρχου εκατοντάδων Μοναχών και Μοναζουσών εντός και εκτός του Αγίου Όρους, Ιωσήφ του Ησυχαστού.
Εκείνος ως γνωστόν, αγαπούσε με πάθος την Παναγία και του είχε μάλιστα αρκετές φορές αποκαλυφθεί. Ο Γέροντας της συνοδείας που επάνδρωσε τη Θεοτοκοφρούρητη Μονή που φυλάσσει τη Ζώνη και τόσες θαυματουργές Εκόνες της, ήταν δικό του καλογέρι. Ο Ιωσήφ. Το δικό του όνομα έφερε. Και τα καλογέρια του Ιωσήφ, ήταν δικά του εγγόνια. Τους πρώτους μάλιστα πολύ σκληρούς καιρούς μέχρι να γίνει επίσημα κοινόβιο, αδελφός μας είδε τον όσιο γενάρχη στο γεροντικό στασίδι και τον διαβεβαίωσε ότι ήταν θέλημα Θεού να μείνουν εκεί.
Όταν ήταν στον ζηλωτισμό και μετά από έμπονη προσευχή είδε όραμα με το οποίο τον διαβεβαίωνε ο Ουρανός ότι η Εκκλησία είναι στην Κωνσταντινούπολη, έγινε ο διαπρύσιος κήρυκας της ορθοδόξου εκκλησιολογίας, κάνοντας όλο τον τότε ζηλωτικό εσμό του Άθωνος εχθρό και πολέμιό του. Κι όταν κατά τα τελευταία χρόνια του για λόγους υγείας μετακόμισε με τη συνοδεία του από τις σπηλιές της Μικράς Αγίας Άννης στη Νέα Σκήτη, επανέφερε εκεί το μνημόσυνο του Πατριάρχου που είχαν διακόψει και στις καλύβες και στο Κυριακό. Την διά λόγου πειθώ για το σοβαρό αυτό θέμα, είχε αναλάβει ο Ιωσήφ του, ο μετέπειτα επικληθείς Βατοπαιδινός.


Στο αρχονταρίκι. Δεξιά του ο Ηγούμενος της Ι.Μ. Φιλοθέου Εφραίμ, νυν Αριζονίτης, αριστερά του ο Κιτίου Χρυσόστομος, ο Ηγούμενος Εφραίμ, ο Ηγούμενος της Ι.Μ. Σταυροβουνίου Αθανάσιος, ο Γέρων Ιωσήφ και τελευταίος καθήμενος ο Αρχιμ. Χρυσόστομος Παπαδάκης.
Η αποστολή του ταπεινού και Θεοτοκόφιλου (παρακάτω εξηγώ το χαρακτηρισμό) Μητροπολίτου Θεοδωρουπόλεως Γερμανού, ήταν κατόπιν ουρανίου προστάγματος στη σκέψη του επίσης ταπεινού και εναρέτου Πατριάρχου Δημητρίου.
Εστάλη από τη Μητέρα Εκκλησία ο ασκητής Επίσκοπος, για να βάλει ως εντολοδόχος Της, επίσημα τον «θεμέλιο λίθο» του μεγάλου κοινοβίου, στον κατ εξοχήν τόπο της ασκήσεως, το Περιβόλι της Παναγίας-Άγιον Όρος.
Να αποδοθεί στα πνευματικά εγγόνια του γενάρχου Ησυχαστού, η ευαρέσκεια της Μητρός Εκκλησίας για τον υπέρ Αυτής εκκλησιολογικό αγώνα μέσα στο Όρος σε καιρούς θυελλώδους σκανδαλισμού και αντιπατριαρχικού μένους, αγώνα εκείνου και του υιού του, του και Γέροντος της Βατοπαιδινής αδελφότητος, Ιωσήφ του Βατοπαιδινού, αλλά και μαζί η Θεομητορική ευαρέσκεια ως σημείον διαρκούς προστασίας.
-Πού πάτε, Σεβασμιώτατε, ρώτησα δειλά, μέσα μου δε προσευχόμουν να δεχτεί τη διακονία μου.
-Στο ξενοδοχείο.
-Παρακαλώ να μου επιτρέψετε να σας συνοδεύσω. Αφού έτσι κι αλλιώς θα πάω με ταξί κι εγώ σε ξενοδοχείο. Κάνετέ μου την τιμή.
Η συντροφιά μου, που δεν ήταν και λίγα άτομα, περίμενε. Με συντομία τους εξήγησα και τους είπα να πάνε μόνοι τους στο ξενοδοχείο που είχαμε κλείσει, κι εγώ πήρα τον Δεσπότη στο ταξί μου. Ο ταξιτζής ρώτησε για τον προορισμό και ο Γέροντας του είπε το όνομα του ξενοδοχείου. Άλλη έκπληξη…Το ξενοδοχείο του ήταν ένα από τα πλέον φθηνά. Τα πλέον ταπεινά. Ακόμη και τώρα όταν βρεθώ στη Θεσσαλονίκη και τύχει και περάσω από εκεί, θυμούμαι και συγκινούμαι. Πού να ήξερε ο ξενοδόχος τι θησαυρό είχε πελάτη και τι ευλογία του άφηνε…


Στη βραδυνή τράπεζα μετά τον Εσπερινό. Αριστερά του ο τότε Μητρ. Δημητριάδος και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών αοίδιμος Χριστόδουλος.
Τον παρακάλεσα να πήγαινα αργότερα να τον έπαιρνα για φαγητό. Αρνήθηκε ευγενικά. Ήθελε να ξεκουραστεί, μου είπε, αλλά δέχθηκε να πάω το πρωί να τον πάρω. Είχαμε τον ίδιο προορισμό. Την Ιερά Μονή Αγίας Θεοδώρας στην οδό Ερμού. Εκεί θα γινόταν η συγκέντρωση των προσκεκλημένων και με αυτοκίνητα θα αναχωρούσαμε για την Ιερισσό. Εκεί είχα φιλοξενηθεί και εγώ κατά τα χρόνια των σπουδών μου γι αυτό ήμουν οικείος.
Ηγουμένευε τότε ο Βασίλειος (Κολόκας), συνταξιώτης συμφοιτητής και συγκάτοικος στα φοιτητικά δωμάτια, μετέπειτα δε Μητροπολίτης Ελασσώνος που δυστυχώς εκοιμήθη νέος. Είχε κάμει μεγάλη ετοιμασία τόσο για το πρωινό, όσο και για τις μετακινήσεις, επειδή συνδεόταν από παλαιά με το Βατοπαίδι, αλλά συνδεόταν και με τη νέα αδελφότητα λόγω του επίσης συμφοιτητού και συγκατοίκου μας Αθανασίου, του μετέπειτα Μητροπολίτου Λεμεσού.
Το πρωί πήγα και τον πήρα. Του είχα πει από βραδύς ότι στην Αγία Θεοδώρα θα παίρναμε πλούσιο πρωινό, γι αυτό να μην έπαιρνε στο ξενοδοχείο, αν και τώρα που το σκέφτομαι αμφιβάλλω αν διέθετε τέτοια δυνατότητα το ξενοδοχείο του.
Στο ταξί μέσα, μου είπε ψιθυριστά και με τη δυσκολία του ανθρώπου που ντρέπεται να το πει, το εξής, που με άφησε άφωνο και με έκανε να τον ευλαβούμαι ακόμη πιο πολύ:
-Πάτερ μου, θέλω κάτι να σας εξομολογηθώ. Συγχωρείστε με που αρνήθηκα χθες να πάμε για φαγητό. Και τώρα εκεί που πάμε, θα πω ότι πήρα πρωινό στο ξενοδοχείο, αλλά δεν είναι αλήθεια. Βοηθείστε με να μη με πιέσουν. Να είστε δίπλα μου.
– Όπως θέλετε, Σεβασμιώτατε, αλλά γιατί;
-Θα σας το εμπιστευθώ. Δεν το έχω πει σε άλλον και μην το πείτε πουθενά. Έχω κάνει ένα τάμα στην Παναγία μας. Όποτε με αξιώνει να πηγαίνω στο Άγιον Όρος, φεύγοντας από την Πόλη δεν βάζω τίποτε στο στόμα μου, ούτε νερό, μέχρι να μπω στο Όρος και να προσκυνήσω την πρώτη της Εικόνα.
Αυτό εσήμαινε πολλών ωρών πείνα και κυρίως δίψα, το καλοκαίρι ιδιαίτερα. Ποιός άλλος και μάλιστα Δεσπότης θα έκανε κάτι τέτοιο; Τόση ήταν η αγάπη του προς την Παναγία, που άντεχε με χαρά αυτή την εγκράτεια. Και δεν το ήξερε αυτό κανείς……
Πραγματικά, μετά από ώρες φθάσαμε στο Βατοπαίδι, του έγινε λαμπρή υποδοχή ως εκπροσώπου του Πατριάρχου με το προβλεπόμενο πανηγυρικό τυπικό, εκφωνήθηκαν λόγοι και φυσικά προσκύνησε τη Βηματάρισσα και τις άλλες θαυματουργές Εικόνες που βρίσκονται στο Καθολικό.
Στο αρχονταρίκι κατόπιν πήρε με τη συστολή της σεμνότητός του πρώτα το νερό που είχε ο οργανισμός του τόσο ανάγκη και μετά το κέρασμα. Γνωρίζοντας τι εγκράτεια είχε προηγηθεί, ανυπομονούσα να τελειώσουν τα της υποδοχής. Ησύχασα σαν τον είδα να βάζει στο στόμα του κάτι και πιο πολύ πού ήπιε νερό. Αυτά με τρόπο πού κανείς δεν θα μπορούσε να υποπτευθεί την προηγηθείσα μεγάλη στέρηση και μάλιστα παράλληλη προς τους κόπους ενός τέτοιου ταξιδιού.


Από τη Θεία Λειτουργία
Τόσο κατά την υποδοχή, όσο και κατά την πανηγυρική Θεία Λειτουργία της ενθρονίσεως, διαρκώς τον παρατηρούσα. Το πρόσωπό του έλαμπε όπως πάντα και ήταν σταθερά χαρούμενο, με εκείνη τη μόνιμη παιδική αθωότητα, την αναφαίρετη χαρά που είναι δώρο του Χριστού στις απαστράπτουσες από καθαρότητα ψυχές. Στις ανένοχες συνειδήσεις.
Το ιερό πρόσωπο του Γερμανού δεν είχε ποτέ να κάμει με προσωπείο. Ήταν πάντα προς πάντας εν Χριστώ αληθινό, γι αυτό και ήταν πάντα ιερό. Σε αυτή την ατόφια ιερότητα, δεν θα μπορούσαν να ταιριάζουν π.χ. οι γκριμάτσες των τεχνητών συγκινήσεων (υπάρχουν και ειλικρινείς συγκινήσεις), που όχι σπάνια βλέπουμε τα τελευταία χρόνια κατά τις εκφωνήσεις εκκλησιαστικών λόγων, οι οποίοι στοχεύουν στην εικόνα μέσω του διαδικτύου, αλλά που δεν πείθουν. Και επειδή δεν πείθουν διότι «κάνει μπάμ» το ψεύτικο, προκαλούν ένα αρνητισμό αποδοχής και των υπολοίπων του λόγου τα οποία ενδεχομένως να είχαν αξία.


Προεξάρχων
Το ιερό πρόσωπο του Γερμανού, δεν είχε ποτέ να κάμει με ύφος επηρμένο λόγω αξιώματος για να σε κρατά σε απόσταση, ή εξ εμπαθείας βλοσυρό και παγωμένο για να σου προξενεί φυσική αποστροφή, διότι σ αυτό το θείο πρόσωπο καθρεπτιζόταν το άτυφο της αγίας του ψυχής.
Ούτε και οι κινήσεις του στη θεία Λατρεία ήταν θεατρικές, δηλαδή γελοιωδώς μεγαλοπρεπείς ή εκνευριστικώς υπερευλαβείς. Τίποτε το ελλιπές, τίποτε το περιττό, τίποτε το ξένο προς την λειτουργική τάξη της Κωνσταντινουπόλεως.
Πάνω στον Βατοπαιδινό αρχιερατικό θρόνο, ήταν συμβολικώς ο χαρούμενος Άγγελος της μαρτυρικής Μητρός Εκκλησίας, η οποία εχαίρετο καθώς έβλεπε τον πόθο και κόπο της να δει το Βατοπαίδι κοινόβιο, να γίνεται πραγματικότητα. Συμβολικώς, λοιπόν, ήταν ο εκ Φαναρίου Άγγελος, αλλά παράλληλα ήταν και τη αληθεία ο Ισάγγελος, ως αγγελικώς πολιτευόμενος.
Του φόρεσαν μια λαμπρότατη και εντυπωσιακή παλαιά στολή και μια υπέροχη επίσης παλαιά μίτρα. Υπέροχα, αλλά γι αυτούς που τα έβλεπαν. Αμφιβάλλω αν κατάλαβε πόσο πολύτιμα τον έντυσαν. Η πολύχρονη λειτουργική του παρουσία άλλωστε στην Πόλη, είχε αποδείξει πως του ήταν παντελώς αδιάφορη η λαμπρή αμφίεση, χωρίς ποτέ να επικρίνει ούτε με βλέμμα τους μέχρι υπερβολής ρέκτες.


Τον οποιονδήποτε που θα τα φορούσε αυτά, θα τον ελάμπρυναν και θα το χαιρόταν. Στην περίπτωση του όμως, δεν ελάμπρυναν αυτά το Γερμανό, αλλά ο Γερμανός αυτά! Εκείνα στόλισαν τον ασκητή όσιο αρχιερέα, εξωτερικώς. Αυτός τους έδωσε αξία με τη χάρη της αγιότητός του.
Όποια ονομασία κι αν είχαν στο σκευοφυλάκιο της Μονής, εκείνη την ώρα καταργήθηκε. Ιεροσφραγίστηκαν και θα μείνουν ως, «η στολή και η μίτρα του Θεοδωρουπόλεως Γερμανού». Κάποτε θα μπούνε σε προθήκη και θα συγκαταλέγονται μεταξύ των ιερών της κειμηλίων, κι ας τα φόρεσαν στα κατοπινά χρόνια κι άλλοι πολλοί. Πήραν χάρη από αυτά χωρίς να το ξέρουν.
Ήλθε η ώρα της τράπεζας. Εκεί εκφωνούνται οι κύριοι λόγοι. Εκφωνούνται βέβαια στο Καθολικό κατά τις υποδοχές, στο αρχονταρίκι κατά το κέρασμα ή σε έκτακτες συνάξεις, αν το κρίνει καλό ο Ηγούμενος. Οι επίσημοι όμως λόγοι των πανηγύρεων και περιστάσεων αυτών, εκφωνούνται στην τράπεζα. Και μίλησε το μυροβόλο από την προσευχή και αμόλυντο από αμαρτία στόμα.


Στην τράπεζα μετά την ενθρόνιση, εκ δεξιών του Ηγουμένου Εφραίμ, και δεξιά εκείνου ο Βεροίας Παύλος και ο Ροδοστόλου Χρυσόστομος. Αριστερά του ενθρονισθέντος Ηγουμένου ο Κιτίου Χρυσόστομος, ο Δημητριάδος Χριστόδουλος, και ο αοίδιμος, τότε Πρωτεπιστάτης, Μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης, μεγάλος εμπειρικός θεολόγος ο και πολλά κατά καιρούς κοπιάσας για να γίνει το Βατοπαίδι Κοινόβιο.
Η ασθενική φωνή εξεφώνησε ένα λόγο θαυμάσιο, πλήρη χάριτος, μεστό θείων νοημάτων και αποδεικτικό λιπαράς ιστορικής γνώσεως. Λόγιος κρυφός δίπλα στα κατορθώματα της κρυφής του αρετής. Δεν ήταν ομιλία επιφανειακή και πομπώδης. Και πάντως, δεν θα μπορούσε να ήταν καλύτερη για την περίσταση. Την ανεζήτησα, αλλά δυστυχώς δεν μαγνητοφωνήθηκε, ούτε βιντεοσκοπήθηκε! Μόνο στο προσωπικό του αρχείο είθε να υπάρχει.
Δεν μιλήσαμε έκτοτε μέχρι και που έφυγε. Τον χόρτασε όμως η ψυχή μου ως ιεροπρεπή λειτουργό, ως σοβαρό ομιλητή, ως αγία παρουσία.
Περίμενα ότι θα γινόταν αντικείμενο πνευματικού σχολιασμού από συντροφιές. Ίσως να έγινε και να μην έπεσε αυτό στην αντίληψή μου. Ίσως πάλι το σπάνιο γεγονός της κοινοβιοποιήσεως και της ενθρονίσεως και της παρουσίας προσωπικοτήτων, να μην άφησε καιρό.
Μετά από τόσα χρόνια μπορώ άνετα να τον χαρακτηρίσω μεγάλο τεχνίτη της κρυφής αρετής και της διά Χριστόν θεληματικής και επιμελούς αφάνειας.
Το 1996 ως Πρωτοσύγκελλος της Ι. Μητροπόλεως Γορτύνης και Αρκαδίας, θα πήγαινα πρώτη φορά στην Πόλη στα ονομαστήρια του Πατριάρχου, με τον αοίδιμο Δεσπότη μου Κύριλλο, τον και συνταξιώτη του Πατριάρχου στη Χάλκη. Πολύ χαιρόμουν που θα προσκυνούσα στο Σεπτό Κέντρο, θα πήγαινα στην Αγιά Σοφιά, στη Χάλκη και σε άλλα προσκυνήματα, μα και που θα συναντούσα τον Θεοδωρουπόλεως.
Ο Δεσπότης μου ήταν πάρα, μα πάρα πολύ δύσκολος στο να χαρακτηρίσει κάποιον άγιο εν ζωή! Πολλά χρόνια κάναμε μαζί και ποτέ δεν τον άκουσα να χαρακτηρίσει κάποιον άγιο. Αντιθέτως ακούοντας τον χαρακτηρισμό και για τους όντως αγίους της εποχής μας τους οποίους δεν ήξερε βέβαια προσωπικά και που σήμερα έχει ανακηρύξει επίσημα η Εκκλησία, δυστροπούσε!
Πηγαίνοντας στην Πόλη τον ρώτησα κάποια στιγμή μέσα στο αεροπλάνο δειλά και εναγωνίως, περιμένοντας την απάντηση:
-Σεβασμιώτατε, τι γνώμη έχετε για τον Θεοδωρουπόλεως Γερμανό;
-Άγιος. Αυτός, μάλιστα!
Μια κουβέντα είπε ο βαρύς και ολιγόλογος Δεσπότης μου. Και την είπε με απόλυτο και σοβαρό ύφος. Ορθά – κοφτά, πού προξένησε σεισμό χαράς στην ψυχή μου.
Μετά τη Θεία Λειτουργία στον Πατριαρχικό Ναό, τον είδα με πόσο σεβασμό και αγάπη τον χαιρέτησε. Η Θεία Πρόνοια τα έφερε έτσι, ώστε να φωτογραφηθούμε και οι τρεις μαζί από πρόσωπο γνωστό μου, φωτογραφία την οποία και παραθέτω εδώ.


Μετά τη Θεία Λειτουργία στον Πατριαρχικό Ναό, με τον αοίδιμο Μητροπολίτη Γορτύνης και Αρκαδίας Κύριλλο αριστερά και στο κέντρο τον π. Χρυσόστομο Παπαδάκη.
Σε άλλη μου επίσκεψη τον πέτυχα στο άγιο Βήμα του Πατριαρχικού Ναού στο δεξιό κλίτος, συγκεντρωμένο και προσευχόμενο. Δεν τον ενόχλησα. Περίμενα ως το τέλος για να φύγουν όλοι και τότε τον χαιρέτησα με πολλή συγκίνηση. Είχε αδειάσει το Ιερό και του ζήτησα να γονατίσω, να βάλλει το χέρι του στο κεφάλι μου και να πει μια ευχή. Το δέχτηκε ευχαρίστως. Με ευλάβεια γονάτισα και είπε μια αυτοσχέδια ευχή βάζοντας κα τα δύο άγια χέρια του στο κεφάλι μου.
Σε επόμενες επισκέψεις μου δεν τον έβλεπα πάντα και το είχα καημό. Γύριζα πίσω με κενό στην ψυχή. Στην τελευταία μου επίσκεψη όμως το είχα κάνει θέμα προσευχής να με αξιώσει ο Θεός να τον δω. Αφού είδα τον Πατριάρχη μας, ξαναμπήκα στον Πατριαρχικό Ναό, είπα το αίτημά μου στον προστάτη μου Άγιο Γεώργιο και έφυγα για το Ταξίμ.
Ευρισκόμενος σε πολύ κεντρικό σημείο, πολυσύχναστο, γεμάτο από κόσμο, τον είδα να έρχεται κυρτός, με βήμα βιαστικό, σχεδόν νεανικό προς το μέρος μου, κρατώντας μια μπλε σακούλα. Δεν πίστευα στα μάτια μου. Ο καλός Θεός μου τον είχε φέρει περαστικό εκεί που ήμουν!
Δεν ντράπηκα να γονατίσω στη μέση του δρόμου για να του φιλήσω το χέρι και να με ευλογήσει. Δεν με ένοιαζαν τα βλέμματα των περαστικών, αλλά κι όταν σηκώθηκα δεν είδα κανένα να κοιτάζει περιπεκτικά ή με απορία. Το αντίθετο! Έδειχναν χαρούμενα έκπληκτοι για τον αποδιδόμενο σεβασμό σε γεροντάκι με τέτοιο τρόπο. Ίσως και να κατάλαβαν την ιδιότητά μας.
Την επομένη, σε μια εκδήλωση στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, ήταν κι εκείνος εκεί. Ήμουν κοντά του και περίμενα το τέλος για να ζητήσω και πάλι ευχή. Χάρηκε πολύ πού με είδε και μου είπε:
-Από εδώ πέρασα κι εγώ. Ελάτε να σας ξεναγήσω.
Με πήγε στις αίθουσες, εκεί που καθόταν και μου ξεδίπλωσε τις αναμνήσεις του με πατρική στοργή που δεν θα λησμονήσω.
-Τον είδα και στο Πατριαρχικό συλλείτουργο στο Ναό των Εισοδίων της Παναγίας Σταυροδρομίου. Με την ίδια πάντα ευτελή στολή και αυτή τη φορά τον φωτογράφισα ο ίδιος, φωτογραφία την οποία επίσης παραθέτω εδώ.


Σε Πατριαρχική Θεία Λειτουργία στην Παναγία Σταυροδρομίου με την ίδια πάντα στολή ….. ( φωτό από κινητό του Αρχιμ.Χρυσ.Παπαδάκη).
Δεν τον ξαναείδα, παρά μόνο στην τηλεόραση, κατά τη χειροτονία του Μητροπολίτου Καλλιουπόλεως Στεφάνου με τον οποίο πολύ συνδεόταν πνευματικά, καθώς και σε κάποια εκπομπή που είχε θέμα το Μπαλουκλή και είχε μιλήσει πολύ ωραία.
Με την κοίμησή του εξέλιπε η ορατή αγιότης στην Κωνσταντινούπολη, αλλά όχι όμως και η ευχή του, η οποία είθε να έχει και τον ευτελή γράφοντα υπό την σκέπη της.
Η Μήτηρ Εκκλησία στην περίπτωσή του, δεν θα χρειαστεί πολλές και χρονοβόρες διαδικασίες για να διακηρύξει επίσημα την αγιότητά του. Δεν χρειάζεται καμμιά και από πουθενά υποβολή στοιχείων. Δεν χρειάζεται καμμιάς επιτροπής εισήγηση παρά μόνο «διά τη τάξιν». Εκείνη έχει την άμεση πολυχρόνια γνώση και βιωματική εμπειρία. Εκείνη κατέχει την πλέον έγκυρη μαρτυρία, η οποία από μόνη της αρκεί.
Αλλά σ αυτήν ασφαλώς προστίθεται και η πλατειά εκκλησιαστική συνείδηση που αναφωνεί με επίγνωση και ευλάβεια το ΑΓΙΟΣ. Με την εμπειρία και σοφία πάντως που διαθέτει, θα κρίνει το πότε θα έχει έλθει ο κατάλληλος καιρός.
Δέξαι, λοιπόν, αγιώτατε του Χριστού Ιεράρχα, και το από ψυχής τούτο υμνογραφικό μου ψέλλισμα. Και είθε να γίνει προμήνυμα της συντάξεως Ιεράς Ακολουθίας από καταξιωμένο υμνογράφο.
Απολυτίκιον

Ήχος α΄. Της ερήμου πολίτης

Ως ομότροπος ώφθης των Οσίων ισότιμος

και τη εναρέτω ζωή σου των Αγγέλων ομόσκηνος ·
διόκοσμος εδείχθης ιερός
Μεγάλης Εκκλησίας, Γερμανέ,
και ποιμνίου Βασιλίδος
στήριγμα μέγα προσευχαίς σου γέγονας.
Δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν,
δόξα τω σε χαριτώσαντι,
δόξα τω δωρησαμένω σε ημίν
πρέσβυν ακοίμητον.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις πολυθαύμαστε Γερμανέ

πανάρετε πάτερ
φύλαξ άγγελε αληθές,
της Χριστού Αγίας
Μεγάλης Εκκλησίας,
και εν εσχάτοις χρόνοις
Γένους το καύχημα.

Πηγή.Πεμπτουσία

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Στην κυριολεξία της λέξεως και της σημασίας ο Μητροπολίτης Γερμανός ήταν άγιος. Είθε και υπάρξουν μορφές που θα εμπνευσθούνε από τον χαρακτήρα και την πνευματικότητά του διότι τους έχει ανάγκη η Εκκλησία.