Πέμπτη 2 Απριλίου 2020

«Πιστεύω ... εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν» - Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου Β΄


 «Πιστεύω ... εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικήν 
καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν»1

Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου Β΄

Στό ἔνατο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως ὁμολογοῦμε πίστη «εἰς Μίαν, Ἁγίαν, Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν». Τί εἶναι ὅμως ἡ Ἐκκλησία; Ἡ ἀπάντηση στό ἐρώτημα δέν εἶναι τόσο ἁπλῆ, διότι, κατά τόν ἀείμνηστο πρωτοπρεσβύτερο Γεώργιο Φλωρόφσκυ, δέν ἔχουμε «ἀκριβῆ ὁρισμόν (τῆς Ἐκκλησίας), διότι πράγματι δέν ὑπάρχει κανείς ὁρισμός, πού θά ἠδύνατο νά διεκδικήσῃ δογματικήν αὐθεντίαν»1. Οἱ θεοφόροι Πατέρες πού συνεκρότησαν τίς Οἰκουμενικές Συνόδους δέν διετύπωσαν κάποιον ὁρισμό, καί τοῦτο διότι ζώντας τή ζωή τοῦ Χριστοῦ θεωροῦσαν αὐτονόητη τή λαμπρή πραγματικότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ μόνη ἀναφορά περί Ἐκκλησίας εἶναι αὐτή πού γίνεται στό Σύμβολο τῆς Πίστεως.
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μυστήριο. Μυστήριο τό ὁποῖο εἶναι συνυφασμένο μέ τό ἄλλο ἀκατανόητο καί ἀνερμήνευτο ἀπό τή λογική μυστήριο, τό μυστήριο τῆς σαρκώσεως τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «ἕνωσις μυστηριώδης... τοῦ θείου μετά τοῦ ἀνθρωπίνου, τοῦ σαρκωθέντος Θεοῦ Λόγου μετά τῶν σεσωσμένων μελῶν τοῦ σώματός του, τοῦ οὐρανίου καί ἀοράτου τμήματος τῆς Ἐκκλησίας μετά τοῦ ἐπιγείου καί ὁρατοῦ»2, μᾶς λέγει ὁ καθηγητής Καρμίρης. Ἑπομένως ἡ Ἐκκλησία περικλείει ὅλο τό μυστήριο τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας3.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό μυστικό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Κεφαλή της εἶναι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, «ὁ Χριστός (ἐστι) κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, καί αὐτός ἐστι σωτήρ τοῦ σώματος»4. Ἐμεῖς οἱ πιστοί, λέγει ὁ Ἀπόστολος, εἴμαστε τά μέλη τοῦ σώματος. «Ἀδελφοὶ, λέγει, ὑμεῖς ἐστε σῶμα Χριστοῦ καί μέλη ἐκ μέρους»5, καί «οἱ πολλοί ἕν σῶμά ἐσμεν ἐν Χριστῷ, ὁ δέ καθ᾽ εἷς ἀλλήλων μέλη»6. Ἀπό τά λόγια αὐτά καταλαβαίνουμε πόσο τιμητικό καί σωτήριο εἶναι γιά μᾶς καί ποῦ μᾶς ἀνεβάζει ὁ Κύριος μέ τό ὅτι μᾶς καθιστᾶ μέλη τοῦ Σώματός του.
* * *
 Αὐτό τό μυστικό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἐκκλησία ἔχει τέσσερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα στά ὁποῖα θά ἀναφερθοῦμε στή συνέχεια μέ πολλή συντομία.
Πρῶτον ἡ Ἐκκλησία ὁμολογοῦμε ὅτι εἶναι «Μία». Καί εἶναι μία διότι μία Ἐκκλησία θέλησε καί ἵδρυσε ὁ Χριστός7. Κυρίως ὅμως διότι ἡ ὑπόσταση τοῦ Θεανθρώπου Λυτρωτοῦ μας, τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι μία καί μοναδική. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «τό πλήρωμα τοῦ τά πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου»8. Εἶναι τό συμπλήρωμα τοῦ Χριστοῦ ὡς ἀνθρώπου, συμπλήρωμα ἐκείνου ὁ Ὁποῖος ὡς Θεός γεμίζει τά πάντα σέ ὅλες τίς ἀνάγκες τους καί προσφέρει σέ κάθε δημιούργημά του ὅ,τι ἔχει ἀνάγκη. Οἱ πιστοί λοιπόν ἀποτελοῦμε μαζί μέ τόν Χριστό μία μοναδική, ἑνιαία ὀργανική ἑνότητα. Ἔτσι ὅμως τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας διά τῆς ἑνώσεώς του μέ τόν Χριστό καί μέ τή βοήθεια καί ἐνίσχυση πού παίρνει ἀπό τόν Χριστό, ἐπιτυγχάνει τήν αὔξησή του γιά τήν οἰκοδομή ὅλων τῶν μελῶν διά μέσου τῆς ἀγάπης. Κέντρο λοιπόν τῆς ἑνότητος τῶν πιστῶν δέν εἶναι οὔτε ἄνθρωπος οὔτε ἄγγελος. Εἶναι ὁ ἕνας Κύριος Ἰησοῦς Χριστός.
* * *
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι καί «Ἁγία». Ἔχει γραφεῖ πώς ἐάν ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ πιό οὐσιώδης ἰδιότητά της, ἡ ἁγιότητα ἀποτελεῖ τήν πολυτιμότερη ἰδιότητά της. Καί αὐτό διότι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀνεξάντλητη πηγή ἁγιασμοῦ, ἡ ὁποία καθαρίζει καί ἀναγεννᾶ τόν κόσμο τόν μολυσμένο ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «Ἁγία», διότι εἶναι «ἅγιον σῶμα, ἁγίας κεφαλῆς». Εἶναι μυστικό σῶμα μέ θεία ἀρχή καί προέλευση, ἡ δέ ἀόρατος κεφαλή της εἶναι ὁ «ἅγιος παῖς Ἰησοῦς, τόν ὁποῖον ὁ Πατήρ ἡγίασε καί ἔχρισε «Πνεύματι Ἁγίῳ». Ἐκεῖνος ὁ Ὁποῖος ἔχυσε τό Αἷμα του γιά νά ἁγιάσει τήν Ἐκκλησία καί νά τήν στήσει στό πλευρό του ὡς νύμφη ἔνδοξη, ἡ ὁποία νά μήν ἔχει καμμία ἀκαθαρσία ἤ ρυτίδα ἤ τίποτε ἄλλο ἀπό ἐκεῖνα πού τήν ἀσχημίζουν, ἀλλά νά εἶναι ἁγία καί ἄμεμπτος»9. 
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος παραβάλλοντας τήν Ἐκκλησία πρός τήν Κιβωτό τοῦ Νῶε λέγει τά ἑξῆς: Ἡ Κιβωτός ἐκείνη παρέλαβε λύκο καί λύκο ἔδωσε. Πῆρε μέσα της κόρακα καί κόρακα ἔβγαλε, φίδι δέχθηκε καί φίδι ἀπέλυσε. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως παραλαμβάνει ἀνθρώπους, πού μοιάζουν ὡς πρός τά πάθη τῆς ψυχῆς μέ τά ἄγρια ἔνστικτα τῶν θηρίων, καί τούς μεταβάλλει, τούς ἀναγεννᾶ, τούς ἐξαγιάζει. Ἔτσι παίρνει λύκο θηριώδη καί ἀποδίδει πρόβατο εἰρηνικό. Παίρνει φίδι δόλιο καί ἀποδίδει ἄνθρωπο ἀγαθό...». Γι᾽ αὐτό τόν λόγο εἶναι καί λέγεται «ἁγία» ἡ Ἐκκλησία.
* * *
Ἡ Ἐκκλησία εἶναι «Καθολική» . Ὅταν ὁ Κύριος μετά τήν Ἀνάστασή του ἀπέστειλε τούς Μαθητές στό κήρυγμα, τούς εἶπε: «πορευθέντες εἰς τόν κόσμον ἅπαντα κηρύξατε τό εὐαγγέλιον πάσῃ τῇ κτίσει»10. Ἀπό τόν λόγο αὐτό καί τήν παραγγελία τοῦ Κυρίου πρός τούς Ἀποστόλους παίρνουμε μιά ἰδέα τί θά πεῖ καθολικότης καί καθολική. Καθολική λοιπόν Ἐκκλησία θά πεῖ διδασκαλία καί Ἐκκλησία πού ἔχει μέλη της σέ ὅλο τόν κόσμο. Ἡ ἐξήγηση αὐτή βέβαια ἔχει ἐξωτερική καί ἐδαφική σημασία καί εἶναι ταυτόσημη μέ τό παγκόσμια. Ἐκκλησία ἐξαπλωμένη σέ ὅλο τόν κόσμο. Καί τότε μέν περιοριζόταν στούς δώδεκα μαθητές καί τούς χριστιανούς τῶν Ἱεροσολύμων, σιγά-σιγά ὅμως ἐξαπλώθηκε σέ ὅλη τή γῆ. Ὁ χαρακτηρισμός «Καθολική» ὅμως ἔχει κυρίως ἐσωτερική ἔννοια, πού σημαίνει ἑνότητα καί συμφωνία στήν πίστη, ταυτότητα στή διδαχή καί τή λατρεία, στή διοίκηση καί τήν ἐπικοινωνία.
Ἡ καθολικότητα τῆς Ἐκκλησίας συνίσταται ἀκόμη στό ὅτι ὑπάρχει σ᾽ αὐτήν ὁ ἀγαθός Παράκλητος, τό Πανάγιο Πνεῦμα. Αὐτό ὑπάρχει στήν Ἐκκλησία καί τήν ζωοποιεῖ μέ ὅλα τά τέλεια δῶρα καί τά θεῖα χαρίσματά του. Ἡ Ἐκκλησία λοιπόν ὀνομάζεται Καθολική καί «διά τό καθολικῶς κεκτῆσθαι ἐν αὐτῇ πᾶσαν ἰδέαν ὀνομαζομένης ἀρετῆς ἐν ἔργοις τε καί λόγοις καί πνευματικοῖς παντοίοις χαρίσμασιν»11.
Συμπερασματικά: ἡ Ἐκκλησία μας ὀνομάζεται «καθολική», διότι κατέχει καί διακρατεῖ καί διασώζει ὅλη καί πλήρη τήν ἀλήθεια, ἡ ὁποία μᾶς ἀποκαλύφθηκε ἀπό τόν Ἅγιο Θεό. Τήν ἀλήθεια αὐτή τήν διδάσκει μέ τρόπο αὐθεντικό καί ὀρθόδοξο, χωρίς νά τήν παραχαράσσει καί νά τήν ἀλλοιώνει.
* * *
Τέλος ὁμολογοῦμε ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι καί «Ἀποστολική». Καί τοῦτο διότι ἱδρύθηκε μέν ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ἀλλά κηρύχθηκε ἀπό τούς Ἀποστόλους σέ ὅλο τόν κόσμο. Θεμελιώθηκε «ἐπί τῷ θεμελίῳ τῶν ἀποστόλων καί προφητῶν, ὄντος ἀκρογωνιαίου αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ»12. Λέγεται «ἀποστολική» καί γιά τόν λόγο ὅτι τήν ἀποστολική πίστη καί ὁμολογία κρατεῖ καί κη
ρύττει πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό στόμα τοῦ Χριστοῦ καί τῶν Ἀποστόλων καί κηρύττει πάντοτε ὅ,τι ἐξῆλθεν ἀπό τό στόμα τοῦ Κυρίου καί τῶν Ἀποστόλων του.
* * *
Εἴμαστε μέλη τῆς «Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς» τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Τό ἐρώτημα πού χρειάζεται νά ὑποβάλουμε στόν ἑαυτό μας εἶναι: Εἴμαστε μέλη ζωντανά τῆς Ἐκκλησίας; Μήπως εἴμαστε χριστιανοί τῶν τύπων καί ὄχι τῆς οὐσίας; Μήπως ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ μένει μακριά μας; Ἄς ἀνοίξουμε, λοιπόν, τήν καρδιά μας ὥστε νά εἰσέλθει σ᾽ αὐτήν τό φῶς τῆς Χάριτος, νά φωτίσει τόν νοῦ μας, νά θεραπεύσει τήν παγωμένη καρδιά μας, νά ἀναγεννήσει τόν χαρακτήρα μας. Τότε πράγματι θά ἀξιωθοῦμε ἀπό τή «στρατευομένη» νά περάσουμε στή «θριαμβεύουσα» Ἐκκλησία, στήν ὁποία εἴθε ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ νά εἰσαγάγει ὅλους μας.

1 Γ. Φλωρόφσκυ, Ἁγία Γραφή, Ἐκκλησία, Παράδοσις, σ. 79.
2 Ἰ. Καρμίρη, Ὀρθόδοξος Ἐκκλησιολογία, σ. 8.
3 Γρηγορίου Νύσσης, Θεωρία εἰς τόν Μωϋσέως βίον, Migne P.G. 44, 385A.
4 Ἐφεσ. ε΄, 23.
5 Α´ Κορ. ιβ΄, 27.
6 Ρωμ. ιβ΄, 5.
7 Ματθ. ιστ´,
8. 8 Ἐφεσ. α´, 23.
9 Π.Ν. Τρεμπέλα, Δογματική, τόμος Β΄, σ. 354.
10 Μάρκ. ιστ´, 15.
11 Κυρίλλου Ἱεροσολύμων, Κατήχηση ΙΗ´, 23.
12 Ἐφεσ. β´, 20.


Δεν υπάρχουν σχόλια: