Νικόλας Ντενυσένκο (Nicholas
Denysenko)
Η παγκόσμια κρίση που προκλήθηκε από την πανδημία του κορονοϊού COVID-19 πυροδότησε αρκετές δύσκολες συζητήσεις μεταξύ των χριστιανών. Ένα από τα θέματα που συζητιούνται έντονα είναι κι ο τρόπος μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας. Στις εκκλησίες που παραμένουν ανοιχτές, πολλοί προτεστάντες και καθολικοί ιερείς έχουν αποσύρει το άγιο ποτήριο, και έτσι οι πιστοί μεταλαμβάνουν μόνο τον άρτο, το σώμα δηλαδή του Χριστού. Στις ορθόδοξες κοινότητες, κληρικοί και λαϊκοί συζητούν τη δυνατότητα να βρεθούν νέοι τρόποι μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας, που να εμποδίζουν την εξάπλωση της νόσου μέσω της κοινής λαβίδας. Το ζήτημα αυτό έχει προκαλέσει συναισθηματικά φορτισμένες δηλώσεις, με κεντρική ιδέα ότι σε καμία περίπτωση η Ευχαριστία δεν μπορεί να μεταδώσει αρρώστιες, επειδή ακριβώς πρόκειται για την πραγματική παρουσία του Σαρκωθέντος Χριστού. Οι περισσότερες Ορθόδοξοι σύνοδοι εξέδωσαν κατευθυντήριες οδηγίες για τη μεγιστοποίηση της πρόληψης της μόλυνσης στους ναούς, και οι Εκκλησίες συμφωνούν σχετικά με τη Θεία Κοινωνία· είναι αδύνατο το σώμα και το αίμα του Χριστού να οδηγήσουν κάποιον στην ασθένεια.
Η κορωνίδα αυτής της υπεράσπισης της πίστης είναι ότι δεν επιτρέπονται αλλαγές στον τρόπο μετάδοσης της Κοινωνίας, εκτός από δύο περιπτώσεις. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ρουμανίας επιτρέπει στους πιστούς να φέρουν δικά τους κουτάλια από το σπίτι, ενώ η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας επιτρέπει στον κλήρο να προσφέρει την Κοινωνία χέρι με χέρι, αφού πρώτα ο άρτος έχει εμβαπτιστεί στον οίνο.Στη συνέχεια του κειμένου αυτού,
θα εξετάσω και τις δύο θέσεις εστιάζοντας σε επιλεγμένες ιστορικές πληροφορίες.
Με την έρευνά μου, θα δείξω ότι η Εκκλησία έχει χρησιμοποιήσει πολυάριθμους
τρόπους για τη διανομή της Θείας Κοινωνίας και ότι η σταθερή της πίστη στην
πραγματική παρουσία του Χριστού στα ευχαριστιακά δώρα δεν εγγυάται και
προστασία από ασθένειες.
Τα στοιχεία της κοινωνίας:
Ποικιλομορφία και εξέλιξη
Ένα από τα πιο συχνά
επαναλαμβανόμενα κλισέ σχετικά με την Ανατολική λειτουργία είναι ότι αυτή
υπήρξε ομοιόμορφη, παραμένοντας σχεδόν αμετάβλητη από την αποστολική εποχή. Οι
ιστορικοί της Λατρείας έχουν αποδείξει ότι οι Θείες Λειτουργίες της Ανατολής
και της Δύσης συνυπήρχαν από την αρχή, ως συλλογή διαφορετικών παραδόσεων. Στην
πραγματικότητα, οι αναφορές της Καινής Διαθήκης στο δείπνο του Ιησού με τους
μαθητές του, ήδη αποκαλύπτουν μια ποικιλομορφία. Για παράδειγμα, ο ευαγγελιστής
Λουκάς αναφέρεται στη χρήση ενός ποτηρίου, τόσο πριν, όσο και μετά το δείπνο,
ενώ η τελετουργική διάταξη του δείπνου στον Λουκά διαφέρει από τα λοιπά
ευαγγέλια. Επιπλέον, οι ευαγγελιστές Ματθαίος και Μάρκος διασώζουν τα λόγια του
Ιησού για την πόση από το ποτήριο ως μετοχή στο «αἵμα τῆς διαθήκης», μία άμεση
αναφορά στον Μωυσή που σφράγισε τη διαθήκη του Θεού με τον εβραϊκό λαό ραντίζοντάς
τον με αίμα (Έξοδ. 24). Αντίθετα, ο Λουκάς και ο απόστολος Παύλος
παρουσιάζουν τον Ιησού να αναφέρεται στο ποτήριο ως «ἡ καινὴ διαθήκη ἐν τῷ αἵματί
μου», βασιζόμενοι στον Ιερεμία (Ιερ. 31). Τα πρωταρχικά αυτά
παραδείγματα δείχνουν απλά ότι οι τοπικές αποστολικές κοινότητες, που
γεννήθηκαν από το ευαγγελικό κήρυγμα, περιείχαν μικρές διαφοροποιήσεις στις
λεπτομέρειες του Μυστικού Δείπνου, οι οποίες και διαχύθηκαν στις μετέπειτα
λειτουργικές πρακτικές τους. Από την αρχή, λοιπόν, δεν υπήρξε κάποια λειτουργική
ομοιομορφία στην Εκκλησία.
Η ιεραποστολική ποικιλομορφία
επικράτησε σε όλο το φάσμα του χριστιανισμού από τις απαρχές του μέχρι τη
μεσαιωνική περίοδο. Η Ευχαριστία άρχισε να αλλάζει καθώς εξελίχθηκε από μικρή,
οικιακή σύναξη σε μεγάλο, δημόσιο γεγονός, μετά το Διάταγμα των Μεδιολάνων του
Κωνσταντίνου, το 313 μ.Χ. Στη χριστιανική Ανατολή αποτελούσε συνήθεια να
προσκομίζουν οι ίδιοι οι άνθρωποι τις προσφορές του άρτου και του οίνου,
προκειμένου να χρησιμοποιηθούν στην Ευχαριστία.
Οι Εκκλησίες της Ανατολής και της
Δύσης συνέχισαν την πρακτική της διανομής της Κοινωνίας σε όλους, κληρικούς και
λαϊκούς, και με τις δυο μορφές (άρτο και οίνο). Η Ορθόδοξη Εκκλησία άλλαξε την
συνήθεια αυτή και εισήγαγε τη χρήση της λαβίδας, που κυριάρχησε ως πρακτική από
τον 11ο αιώνα. Ο αείμνηστος διάσημος βυζαντινός
λειτουργιολόγος, Ρόμπερτ Ταφτ, ιχνηλάτησε το παλαιότερο τυπικό της Κοινωνίας
στην Κωνσταντινούπολη· τοποθετούνταν πάνω σε τραπεζάκια μεγάλοι δίσκοι που
περιείχαν τον αγιασμένο άρτο, ο οποίος μοιραζόταν από τους λειτουργούς στους
πιστούς. Όταν η Εκκλησία εισήγαγε τη λαβίδα για τη Θεία Κοινωνία, όπως λέει ο
Τάφτ, η αλλαγή έγινε αντιληπτή ως καινοτομία, η οποία συνάντησε αντίσταση για
κάποιο διάστημα. Τελικά, ο τρόπος αυτός της διανομής επικράτησε, αν και μόνο
για τους λαϊκούς, καθώς οι κληρικοί συνεχίζουν να μεταλαμβάνουν τα δύο δώρα
χωριστά.
Η μαζική έκδοση και διάδοση των
λειτουργικών βιβλίων, με την τυπογραφία, κατέστησε δυσκολότερη την εμφάνιση
τοπικών διαφοροποιήσεων. Η χρήση της λαβίδας για τη μετάδοση της Κοινωνίας
παρέμεινε σταθερή στις Εκκλησίες που ακολουθούν το βυζαντινό τυπικό,
συμβάλλοντας στην αντίληψη ότι τα λειτουργικά τυπικά τους υπήρξαν αμετάβλητα.
Μόνο η Λειτουργία του αγίου Ιακώβου καλεί τους λαϊκούς να μεταλαμβάνουν τα δύο
δώρα της Θείας Κοινωνίας χωριστά, όμως η Λειτουργία αυτή σπάνια τελείται σήμερα
στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Η Αρμενική Εκκλησία διατήρησε την πρακτική της
μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας με εμβαπτισμό του άρτου στο ποτήριο με τον οίνο,
και στη συνέχεια μετάληψη του άρτου από τους πιστούς. Ο Ταφτ σημειώνει ότι ο
τρόπος αυτός διανομής της Θείας Κοινωνίας χρησιμοποιήθηκε περιστασιακά και στην
Ιερουσαλήμ αλλά και στη Δύση, όμως εκτός της Θείας Λειτουργίας, για την κοινωνία
των ασθενών.
Η Δυτική Εκκλησία άρχισε να
αλλάζει τον τρόπο διανομής της Θείας Κοινωνίας κατά τον 9ο αιώνα.
Ανησυχώντας μη τυχόν στάξει ο οίνος, πράγμα που θα αποτελούσε ασέβεια, η
Εκκλησία καθιέρωσε τη συνήθεια να τοποθετεί ο ιερέας τον άρτο, δηλαδή το σώμα
του Χριστού, απευθείας στο στόμα του πιστού που έρχεται να κοινωνήσει και
βρίσκεται γονατιστός μπροστά του, ενώ διάκονοι βρίσκονται σε ετοιμότητα,
κρατώντας ένα πανί, να πιάσουν ψίχουλα που ίσως πέσουν. Η Εκκλησία εισήγαγε
κάποια στιγμή το «συρίγγιο» (fistula) ως μία ενδιάμεση λύση. Το συρίγγιο ήταν
ένα μεταλλικό καλαμάκι μέσω του οποίου ο πιστός μπορούσε να μεταλάβει τον
καθαγιασμένο οίνο. Η μείωση των πιθανοτήτων να στάξει οίνος ήταν το κύριο
κίνητρο για την απομάκρυνση του ποτηρίου από τους λαϊκούς.
Ο ρωμαιοκαθολικός κλήρος συνέχισε
να μεταλαμβάνει και τα δύο δώρα, ενώ οι λαϊκοί μεταλάμβαναν μόνον τον άρτο,
ακολουθώντας την ίδια πρακτική διάκρισης μεταξύ κληρικών και λαϊκών που
επικρατούσε στη Βυζαντινή Εκκλησία. Ο Λούθηρος έκανε λόγο για την απομάκρυνση
του ποτηρίου από τους λαϊκούς ως την πρώτη βαβυλώνια αιχμαλωσίας της Εκκλησίας,
ένα μέσο ενίσχυσης της εξουσίας του κλήρου έναντι των λαϊκών, και αποκατέστησε
τη χρήση του ποτηρίου, ως μέρος του προγράμματός του για λειτουργική
μεταρρύθμιση. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία επέτρεψε και πάλι στους λαϊκούς να
μεταλαμβάνουν από το ποτήριο με τη Β΄ Βατικανή Σύνοδο, όπως σημειώνεται στη
σχετική Διάταξη περί της Ιερής Λειτουργίας (Sacrosanctum Concilium), ενώ κατά
καιρούς απέσυρε το ποτήριο σε περιόδους πανδημιών· με πιο πρόσφατο παράδειγμα
το 2009, με τον ιό H1N1.
Τα προηγούμενα παραδείγματα
συνοψίζουν τους τρόπους που χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση της Θείας
Κοινωνίας στην παγκόσμια Εκκλησία, και δείχνουν ότι η μετάληψη και των δύο
δώρων χωριστά ήταν ο πιο συνηθισμένος τρόπος τόσο για τους κληρικούς όσο και
για τους λαϊκούς, έως ότου η βυζαντινή εκκλησία καθιέρωσε τη λαβίδα κατά τον 11ο αιώνα,
και η Ρωμαϊκή Εκκλησία απέκλεισε τη χρήση του ποτηρίου για τους λαϊκούς κατά
τον 9ο αιώνα. Η ιστορία διασώζει επίσης και παραλλαγές, όπως
την εμβάπτιση του άρτου στο ποτήριο, και την αξιοποίηση της μεθόδου αυτής στην
περίπτωση της μετάληψης των ασθενών.
Τα κεντρικά συμπεράσματα, λοιπόν,
είναι δύο. Πρώτον, δεν υπάρχει κάποιο ομοιόμορφο τυπικό που να επιχειρεί να
αντιγράψει τα συμβάντα που καταγράφονται στο Μυστικό Δείπνο του Ιησού με τους
μαθητές του. Δεύτερον, η Εκκλησία εισάγει αλλαγές είτε για πρακτικούς λόγους
(όπως την κοινωνία των ασθενών) είτε για λόγους θεολογικούς (απομακρύνοντας το
ενδεχόμενο να στάξει ο οίνος, ως εκδήλωση ευλαβείας απέναντι στα Τίμια Δώρα).
Οι θεολόγοι άρχισαν να διαβεβαιώνουν τους χριστιανούς για την πραγματική
παρουσία του Χριστού στην Ευχαριστία τον 4ο αιώνα, και τα
σχετικά κείμενα χρησιμεύουν ως δομικοί λίθοι ενός θεολογικού αφηγήματος, που
διατείνεται πως είναι αδύνατο για έναν άνθρωπο να αρρωστήσει εξαιτίας της Θείας
Κοινωνίας. Τώρα, θα στραφούμε στη σχέση του μυστηριακού ρεαλισμού και της
ασθένειας, ως δεύτερο μέρος αυτής της μελέτης.
Ας σημειωθεί, ότι η δεύτερη αυτή
ενότητα επιχειρεί μία σύγκριση της Θείας Κοινωνίας με τον αγιασμό των
Θεοφανίων, επειδή και στις δύο περιπτώσεις η τελετουργική πράξη απαιτεί από
τους συμμετέχοντες την κατάποση, είτε των Τιμίων Δώρων, είτε του αγιασμού.
Προφανώς, η καθιερωμένη εκκλησιαστική τελετή για τη θεραπεία της ψυχής και του
σώματος είναι το Ευχέλαιο. Δεν θα αναφερθώ όμως εδώ στο μυστήριο αυτό, λόγω της
απουσίας της βρώσης ή της πόσης.
Άρτος, οίνος και ύδωρ
Όταν ο Ιησούς τέλεσε το δείπνο με
τους μαθητές του, οι απόστολοι διέσωσαν τα διάσημα λόγια του καθαγιασμού: «τοῦτο
ἐστι τό σώμα μου», «τοῦτο ἐστι τό αἵμα μου». Οι αρχαίοι χριστιανοί τήρησαν την
εντολή του Ιησού να συνέρχονται «εἰς τήν ἀνάμνησίν» Του και να τελούν την
Ευχαριστία. Ήδη από τον 2ο αιώνα, ο Ιουστίνος ο Φιλόσοφος και
Μάρτυς εξηγεί ότι «η τροφή πάνω από την οποία διαβάζεται η ευχή της Ευχαριστίας
καθίσταται σώμα και αίμα του Σαρκωθέντος Ιησού, που σκοπό έχει να θρέψει και να
μεταμορφώσει το σώμα και το αίμα μας».
Οι χριστιανοί ποιμένες τόνιζαν
την πραγματική παρουσία του Ιησού στα στοιχεία του άρτου και του οίνου. Ο άγιος
Αμβρόσιος Μεδιολάνων, επίσκοπος και μυσταγωγός του 4ου αιώνα,
καθοδηγώντας τους βαπτιζομένους, διαβεβαίωνε το ποίμνιό του ότι ο άρτος γίνεται
το σώμα του Χριστού:
«Ας το ξεδιαλύνουμε αυτό μια και
καλή. Πώς μπορεί κάτι που είναι άρτος να είναι το σώμα του Χριστού; Λοιπόν, με
ποια λόγια επιτυγχάνεται ο καθαγιασμός και ποιανού είναι τα λόγια αυτά; Τα
λόγια του Κυρίου Ιησού […] ο ιερέας […] χρησιμοποιεί τα λόγια του Χριστού. Ως
εκ τούτου, είναι τα λόγια του Χριστού που επιτελούν το μυστήριο αυτό».
Ο άγιος Κύριλλος, επίσκοπος
Ιεροσολύμων στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα, προβάλλει επίσης
τον μυστηριακό ρεαλισμό. Επικαλούμενος τα ίδια λόγια του Ιησού που ειπώθηκαν
στον Μυστικό Δείπνο, ο Κύριλλος διαβεβαιώνει τους νεοφώτιστους (εκείνους που μόλις
είχαν βαπτιστεί) ότι «μεταλαμβάνουμε του σώματος και του αίματος του Χριστού».
Η επόμενη φράση του Κυρίλλου φανερώνει έναν ισχυρό μυστηριακό ρεαλισμό, καθώς
ισχυρίζεται ότι το σώμα και το αίμα του Ιησού έχουν «δοθεί στα σωματικά μας
μέλη», έτσι ώστε εκείνοι που μεταλαμβάνουν «να γίνουν “θείας φύσεως κοινωνοί”»,
μια έμμεση αναφορά στη μυστηριακή θέωση. Οι οδηγίες του Κυρίλλου για τον
σεβασμό που πρέπει να επιδεικνύουν οι νεοφώτιστοι όταν μεταλαμβάνουν,
σκιαγραφούν την προσοχή που απαιτείται επιδεικνύει κανείς όταν έχει να κάνει με
το σώμα και το αίμα του Χριστού. Θα πρέπει να είναι «προσεκτικοί, […] να έχουν
τα μάτια τους δεκατέσσερα, ώστε να μην αφήσουν να πέσει κανένα ψίχουλο από
αυτό, που είναι πολυτιμότερο από τον χρυσό και τους πολύτιμους λίθους». Υποδεικνύει
μάλιστα τους νεοφώτιστους να λαμβάνουν τη Θεία Κοινωνία στο χέρι «σαν να
πρόκειται να υποδεχθούν τον βασιλιά» και τους συστήνει να χρίσουν τον εαυτό
τους με το αίμα του Χριστού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι
μυσταγωγοί, όπως ο Κύριλλος, δεν περιόριζαν τον μυστηριακό ρεαλισμό στα δώρα
της Θείας Κοινωνίας. Ο άγιος Κύριλλος χρησιμοποιεί την ίδια μέθοδο
επιχειρηματολογίας για να ισχυριστεί ότι το μύρο που χρησιμοποιείται για το
Χρίσμα δεν είναι απλά λάδι: «Όπως ακριβώς ο άρτος της Ευχαριστίας, μετά την επίκληση
του Αγίου Πνεύματος δεν είναι πλέον συνηθισμένο ψωμί, αλλά το σώμα του Χριστού,
έτσι και αυτό το ιερό μύρο δεν είναι πια συνηθισμένο [λάδι] […] μετά την
επίκληση, αλλά είναι δώρο του Χριστού και του Αγίου Πνεύματος που πληρούται από
τη θεότητά Του». Αναφερόμενος στο Χρίσμα, ο Κύριλλος δίνει δύο φορές οδηγίες
στους νεοφώτιστους «να το κρατήσουν αγνό», επιδεικνύοντας γι αυτό τον ίδιο
σεβασμό που επιδεικνύουν για το σώμα και το αίμα του Χριστού.
Ο μυστηριακός ρεαλισμός του
Αμβροσίου και του Κυρίλλου διατρέχει όλη τη χριστιανική παράδοση της ύστερης
αρχαιότητας μέχρι και τη μεσαιωνική περίοδο. Εκείνοι που μεταλαμβάνουν,
υιοθετούν νέες τελετουργικές πρακτικές, όπως να γονατίζουν, να λαμβάνουν τη
Θεία Κοινωνία στο στόμα και, στην Ανατολή, να ασπάζονται το ποτήριο που
περιέχει το σώμα και το αίμα του Κυρίου.
Ο βυζαντινός μυσταγωγός του 14ου αιώνα,
ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας εκφράζει έναν μυστηριακό ρεαλισμό παρόμοιο με αυτό
του αγίου Αμβροσίου και του αγίου Κυρίλλου. Ο Καβάσιλας ισχυρίζεται ότι το
Χρίσμα «φέρνει μέσα [μας] τον ίδιο τον Ιησού» και δηλώνει ότι το αίμα του
Κυρίου περνάει μέσα από τις φλέβες μας όταν λαμβάνουμε τη Θεία Κοινωνία. Ο
Καβάσιλας ήταν ευαίσθητος απέναντι στην πραγματική παρουσία του Χριστού στην
Ευχαριστία, σε σημείο που να θεωρεί διαφορετική τη Μεγάλη Είσοδο της Θείας
Λειτουργίας από εκείνη της Λειτουργίας των Προηγιασμένων. Οι κινήσεις σεβασμού
είναι κατάλληλες μόνο όταν εισέρχεται ο βασιλιάς, στην προηγιασμένη Λειτουργία·
δεν χρειάζεται γονυκλισία ενώπιον των μη καθαγιασμένων δώρων στη Θεία
Λειτουργία.
Οι παραδόσεις της Ανατολής και
της Δύσης διαφοροποιήθηκαν, αλλά αναφέρονταν σε μία κοινή πεποίθηση: ο Χριστός
είναι πραγματικά παρών στα δώρα του ευχαριστιακού άρτου και οίνου, στο μυστήριο
του Χρίσματος, καθώς επίσης και στα ύδατα που αγιάζονται κατά την εορτή των
Θεοφανίων. Η μυσταγωγική παράδοση εξηγεί τη μετάληψη της Θείας κοινωνίας ως μία
μύχια μετοχή στη ζωή του Χριστού.
Τι συμβαίνει στη Θεία
Κοινωνία;
Οι ίδιες οι ευχαριστιακές
προσευχές ζητούν από τον Θεό να προσφέρει συγκεκριμένα πράγματα σε εκείνους που
συμμετέχουν. Οι ευλογίες αυτές απαντώνται στα επικλητικά μέρη των προσευχών.
Η βυζαντινή εκδοχή της αναφοράς του
αγίου Βασιλείου ζητάει από τον Θεό τη διατήρηση της ενότητας της αδελφότητας
του Αγίου Πνεύματος, τη μετάληψη χωρίς κρίση ή καταδίκη και την εκζήτηση του
ελέους και της χάριτος μαζί με όλους τους αγίους. Η Λειτουργία του αγίου Ιωάννη
του Χρυσοστόμου είναι παρόμοια, ζητώντας την επαγρύπνηση της ψυχής, την
κοινωνία με το Πνεύμα, την πληρότητα της Βασιλείας, την τόλμη και την
απελευθέρωση από την κρίση και την καταδίκη. Η Λειτουργία του αγίου Ιακώβου
–σπανίως επιτελούμενη στη βυζαντινή παράδοση– ζητά τον αγιασμό ψυχών και
σωμάτων. Οι αναφορές των αγίων Ιακώβου και Βασιλείου
περιλαμβάνουν και τους άρρωστους στις αιτήσεις τους. Ωστόσο, η προτεραιότητα
των προσευχών είναι σαφής: ζητούν από τον Θεό να περιληφθούν στην κοινωνία
(αδελφότητα) του Αγίου Πνεύματος, ώστε να μοιραστούν την ζωή με τον Θεό. Η
λειτουργική θεολογία της Ευχαριστίας είναι εσχατολογική, μία πράξη εισόδου στη
ζωή του Θεού όσο το δυνατό βαθύτερα. Οι προσευχές αυτές ούτε ζητούν, ούτε
υπόσχονται ότι ο Θεός θεραπεύει όλες τις ασθένειες ή προστατεύει τους ανθρώπους
από την ασθένεια.
Ο Αγιασμός των υδάτων κατά τα
Θεοφάνια: Θεραπεία και προστασία από ασθένεια
Σε αντίθεση με τις ευχαριστιακές
προσευχές, η διεξοδική προσευχή για τον αγιασμό των υδάτων στα Θεοφάνια ζητά
ρητά «την προστασία από τις ασθένειες» και «τον καθαρισμό των ψυχών και των
σωμάτων». Οι αιτήσεις για την προστασία από τις ασθένειες υπάρχουν επίσης και
στην ευλογία των υδάτων του Βαπτίσματος, ενώ ο καθαρισμός των ψυχών και των
σωμάτων είναι ιδιαιτερότητα της προσευχής των Θεοφανίων. Η ακολουθία του
αγιασμού των υδάτων κατά την εορτή των Θεοφανίων περιέχει πολλά παραδείγματα
της Εκκλησίας που ζητά από τον Θεό τη θεραπεία των σωμάτων, με ιδιαίτερη δύναμη
στην προσευχή «Ο Κτίστης των υδάτων», η οποία ήταν κάποτε μέρος των βυζαντινών
και των δυτικών συριακών τυπικών. Η προσευχή αυτή ζητάει από τον Θεό να
απαλλάξει από κάθε ασθένεια εκείνους που χρίστηκαν με τα νερά. Η ύπαρξή της στο
βυζαντινό τυπικό χρονολογείται μέχρι τον 8ο αιώνα, καθώς
περιλαμβάνεται στις προσευχές του κώδικα Barberini 336. Η πίστη ότι ο αγιασμός
των Θεοφανίων παρέχει προστασία και θεραπεία από τις ασθένειες δεν είναι
υπόθεση μόνο του παρελθόντος. Μέχρι σήμερα, οι άνθρωποι μετέχουν του αγιασμένου
ύδατος, είτε πίνοντας το, είτε μέσω ραντισμού και επάλειψης, με την προσδοκία
ότι ο Θεός θα θεραπεύσει τις ασθένειές τους. Τα στοιχεία δείχνουν ότι, εκτός
από το Ευχέλαιο υπέρ των ασθενών, ο αγιασμός των Θεοφανίων αποτελεί την κύρια
πηγή θεραπείας των σωμάτων, ακολουθούμενος από τη Θεία Κοινωνία.
Άγια πράγματα που αλλοιώνονται
και η Αληθινή Παρουσία
Τα λειτουργικά στοιχεία
καταδεικνύουν την βέβαιη ομολογία της Εκκλησίας ότι ο Χριστός είναι πραγματικά
παρών, τόσο στον καθαγιασμένο άρτο και το άγιο ποτήριο, όσο και στο αγιασμένο
νερό των Θεοφανίων. Φαίνεται παράλογο και αντιφατικό να υπονοεί κανείς ότι τα
γήινα στοιχεία που είναι πληρωμένα με την αληθινή παρουσία του Χριστού θα
μπορούσαν να αλλοιωθούν και επομένως να καταστούν επιβλαβή.
Η ιστορία και η τρέχουσα πρακτική
βρίσκονται απέναντι σ’ αυτή την πρόκληση. Στην ομιλία για το βάπτισμα που
εκφώνησε το 387 μ.Χ., ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ισχυρίζεται ότι τα ύδατα
που καθαγιάζονται κατά την εορτή των Θεοφανίων δεν υπόκεινται σε αλλοίωση για
τουλάχιστον δύο ή τρία χρόνια. Η παρουσία του Χριστού επιμηκύνει τη διάρκεια
ζωής του ύδατος, αν και στο τέλος χρειάζεται να ανανεωθεί. Ο Δοσίθεος, ένας
μοναχός της Μονής Φιλοκάλου στην Κωνσταντινούπολη που έπασχε από επιληψία,
πέθανε αφού ήπιε αγιασμό των Θεοφανίων, το 1325 μ.Χ. Η Σύνοδος της
Κωνσταντινούπολης υπέδειξε στο μοναστήρι να είναι πιο προσεκτικό στη διατήρηση
του αγιασμού των Θεοφανίων στο μέλλον. Με άλλα λόγια, ακόμη και ο αγιασμός
μπορεί τελικά να αλλοιωθεί.
Το ίδιο ισχύει και για τα
ευχαριστιακά δώρα. Η Εκκλησία αφιερώνει την Μεγάλη Πέμπτη για τον καθαγιασμό
των τιμίων δώρων που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία των ασθενών καθ’ όλη τη
διάρκεια του έτους. Δεν θα υπήρχε ανάγκη να επαναληφθεί το μυστήριο αν τα δώρα
δεν υπόκειντο σε αλλοίωση. Το πρόβλημα της αλλοίωσης ισχύει και για τον αμνό
που έχει φυλαχθεί προοριζόμενος για τη Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων. Ο
αμνός αυτός ενδέχεται να αρχίσει να μουχλιάζει και να αλλοιώνεται, αν δεν έχει
επαφή με αρκετό αέρα. Η Εκκλησία υποδεικνύει στον κλήρο να κάψει ή να θάψει το
νερό ή τα τίμια δώρα που έχουν αλλοιωθεί, ανεξάρτητα από τους λόγους που έχει
συμβεί αυτό. Δεν πρόκειται για απουσία του Χριστού από το μυστήριο. Ο Χριστός
παραμένει πλήρως και πραγματικά παρών, όμως τα υλικά αντικείμενα της θείας
διαμεσολάβησης εξακολουθούν να είναι υλικά, παράλληλα με τη θεϊκή ιδιότητα του
Χριστού, και επομένως υπόκεινται σε φθορά και αλλοίωση. Σε τέτοιες περιπτώσεις,
οι ποιμένες καλούνται να συγκαλέσουν λειτουργικές συνάξεις, οι οποίες θα
ζητήσουν από τον Θεό να καθαγιάσει τα νέα δώρα του ύδατος, του άρτου και του
οίνου που θα προσκομίσουν οι πιστοί.
Το μάθημα που παίρνουμε από τη
σύντομη αυτή περιήγησή μας στην ιστορία είναι ότι εκείνος που προσφέρει
θεραπεία και σωτηρία είναι ο Θεός. Η Εκκλησία ομολογεί ότι ο Θεός είναι
πραγματικά παρών και ζητάει διαρκώς από τον Θεό να μας θεραπεύσει και να μας
αγιάσει, όταν μεταλαμβάνουμε τα τίμια αυτά δώρα. Η Εκκλησία, επίσης, μας
εμπιστεύεται υλικά πράγματα που αλλοιώνονται και μας καλεί να τα
αντικαταστήσουμε όταν πλέον είναι ακατάλληλα για χρήση. Το πιο σημαντικό είναι
ότι και τα δύο μυστήρια τα οποία εξετάστηκαν στο παρόν κείμενο, ζητούν από τον
Θεό πρώτα από όλα την άφεση των αμαρτιών και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος.
Αυτά είναι τα σημάδια της νέας ανθρωπότητας, στην οποία μετατρέπεται η Εκκλησία
κατά το Βάπτισμα και την Ευχαριστία: ο λαός του Θεού καθαρίζεται από τις
αμαρτίες του και ενώνεται με τον Θεό και την κοινωνία των αγίων εν Αγίω
Πνεύματι.
Ο αιδεσιμότατος Nicholas
Denysenko κατέχει την Έδρα Εμίλ και Ελφρίντε Γιόχουμ στο Πανεπιστήμιο του
Βαλπαραΐσο (Η.Π.Α.).
Η Δημόσια Ορθοδοξία αναζητεί
να προωθήσει το διάλογο προσφέροντας φόρουμ για διαφορετικές απόψεις επί
συγχρόνων θεμάτων που σχετίζονται με τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό. Οι θέσεις που
εκφράζονται σε αυτό το δοκίμιο είναι αποκλειστικά του συγγραφέα και δεν απηχούν
απαραίτητα τις απόψεις των εκδοτών του Κέντρου Ορθοδόξων Χριστιανικών Μελετών.
Το διάβασα με προσοχή και θα συνιστούσα το ίδιο να κάνουν και άλλοι κληρικοί. Καλό είναι να γνωρίζει καθένας από εμάς την εκκλησιαστική μας παράδοση και την διαμόρφωση του τελετουργικού για μέσου των αιώνων.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολλοί φωτισμένοι άνθρωποι μας δείχνουν τρόπους τα εσώψυχα των στρεβλών δοξασιών μας δεν μας αφήνουν να βρούμε δρόμους εκτόνωσης της καταστάσεως.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕρώτηση σοβαρή.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπάντηση υπεύθυνη.
Κείμενο χωρίς απεραντολογίες.
Έχει παραδείγματα.
Βγάζει συμπεράσματα.
Ακούω για ιούς που μεταδίδονται μέσα στην εκκλησία από ανθρώπους που νοσούν ή δεν το γνωρίζουν. Δεν μας προφυλάσσουνε τα μυστήρια γιαυτό χρειάζεται προσοχή σε όσους πάνε σε κλειστού τύπου ακολουθίες τις οποίες κάνουν το 70% των ναών με την ανοχή αν όχι και την ευλογία των επισκόπων. Αλλά λέει η Σύνοδος και άλλα κάνει ο Επίσκοπος. Είμαστε ένα σκορποχώρι.
ΑπάντησηΔιαγραφή