Είναι η κοινή πίστις και παράδοσις της Ορθόδοξης Εκκλησίας, της οποίας, η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως υπήρξε πάντοτε η κιβωτός, αλλά και η ουσιώδης εστία κάθε Ορθόδοξης τοπικής Εκκλησίας. Η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία «στύλος και εδραίωμα της αληθείας» διεφύλαξε δια μέσου των αιώνων αλώβητον την «άπαξ παραδοθείσαν πίστιν» και απέβη φύλαξ αυτής, και πρόμαχος άχρι του νυν, διότι η μοναδική δύναμις του Φαναρίου είναι ο καθοδηγητικός και ποιμαντικός λόγος του, ο πάντοτε όμως εμβαπτισμένος εις την Αγία Γραφή και την Ιεροκανονική Παράδοσιν και ο οποίος πάντοτε εκφράζεται με νέες μεθόδους και εφαρμόζεται με σύγχρονες πρακτικές. Εκεί στην πόλη του Κωνσταντίνου και δη στο ταπεινό και περίκλειστο Φανάρι, όπου τ’ αγιάζι του Κερατίου αποτυπώνει και διαζωγραφεί πάνω στα τείχη την υπερχιλιετή παρουσία του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης συνοψίζει και εκφράζει πάντοτε με νηφαλιότητα την αμερόληπτη ορθόδοξη στάση για τα του κόσμου πράγματα, ισορροπώντας μεταξύ της εμπειρίας του παρελθόντος και των προσδοκιών του μέλλοντος. Έτσι ο λόγος του Φαναρίου – προφητικώ τω τρόπω - μπορεί να είναι κατά βάσιν θεολογικός αλλά εν ταυτώ αποδεικνύεται ζωντανός και δυναμικός εκπέμποντας μηνύματα προς την Οικουμένην όλην, χριστιανούς και μη, όπου δε απαιτείται γίνεται καταγγελτικός, παρηγορητικός και συγχρόνως ελπιδοφόρος, ως αρμόζει μεταξύ Μητρός Εκκλησίας και θυγατέρων Εκκλησιών, ως πρέπει μεταξύ Πατρός και τέκνων, ενός εύσπλαγχνου Πατέρα ο οποίος ξέρει να συγχωρεί αλλά και να εκφράζει αυτήν την συγχωρητικότητά του, ακόμη και στον άσωτο υιό, αρκεί ο υιός, να επιθυμεί την επιστροφήν του.
Η πιστότης αυτή εις την παράδοσιν και συγχρόνως την δυναμικήν παρουσίαν και πορείαν της Εκκλησίας της Κων/πόλεως εις τα των Εκκλησιών γεγονότα απετέλεσε ακλινή οδηγόν δι’ Αυτήν αλλά και πάντων των εξ αυτής, τον πνευματικόν βίον εξαρτώντων μέχρι σήμερον. Η ανάγκη πανορθοδόξου συνεργασίας προς επίλυσιν εκκλησιολογικών προβλημάτων, υπό την κανονικήν αρχήν, ότι τα «εν τη ορθοδόξω πίστει και ταις αποστολικαίς και συνοδικαίς διατάξεσι και κανόσι ουδενί τα πρωτεία παραχωρούμεν» αποτελεί την βάσιν δι’ οποιαδήποτε συνεργασία, ενώ επιβεβαιώνει, ότι μόνον το πρωτείον, ως πρωτείον ευθύνης, διακονίας, συντονισμού και αληθείας αποτελεί τον κατ’ εξοχήν τρόπον εκφράσεως της οικουμενικότητος, μιας οικουμενικότητος, η οποία δεν προσδιορίζεται απλά από την αριθμητικήν υπεροχήν η την ιστορικότητα και μόνον, αλλά από την ποιοτικήν παρουσίαν και συμβολήν του «Πρώτου», ευρισκομένου εν κοινωνία αγάπης και διακονίας μετά των λοιπών, προς επίτευξιν και ολοκλήρωσιν της εκκλησιαστικής ενότητος, και φανέρωσιν της Καθολικότητος της Εκκλησίας, «υπέρ ειρήνης και καταστάσεως του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των αγίων του Θεού Εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως», γι’ αυτό δικαίως ο «Πρώτος» εν τη Ανατολή, είναι ο αυθεντικός φύλακας της αποστολικής παραδόσεως και πίστεως, και η Β Οικουμενική Σύνοδος ανεγνώρισε εις τον θρόνον της Νέας Ρώμης τον τίτλον αυτόν. Δυστυχώς, σήμερα ορισμένοι το στηλιτεύουν και άλλοι το αμφισβητούν, η εκ Φαναρίου όμως ρομφαία του ευθαρσούς λόγου και των σοφών ενεργειών δηλώνει, ότι πάντοτε ξαγρυπνά «επί σκοπόν», επισημαίνοντας όπου δει τους inter portas της Ορθοδοξίας κινδύνους.
Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος
Όταν κάποιος Μητροπολίτης έχει γνώσεις πάντα διδάσκει. Ο Μεσσηνίας ως Καθηγητής Πανεπιστημίου προσφώνησε όπως έπρεπε τον Πατριάρχη. Ο λόγος του αυτός έχει αξία.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤασούλη μου, ένας blogger πού σέβεται αφ΄ ενός τόν εαυτό του, καί αφ΄ ετέρου υπηρετεί δεοντολογικά τήν αλήθεια, δεν αποκρύπτει σχόλια, όταν μάλιστα δεν είναι καί υβριστικά...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕσύ, γιατί το κάνεις αυτό;
Ή μήπως θέλεις να δημοσιεύονται μόνο τα "χειροκροτήματα; "
Makis
Είναι υπέροχα τα όσα λέει. Είναι από τους καλύτερους επισκόπους ο Μεσσηνίας.
ΑπάντησηΔιαγραφή