Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

Τί ραθυμεῖς, ἀθλία ψυχή μου;

«Τί ραθυμεῖς, ἀθλία ψυχή μου; τί φαντάζῃ ἀκαίρως μερίμνας ἀφελεῖς; Τί ἀσχολῇ πρὸς τὰ ρέοντα; ἐσχάτη ὥρα ἐστὶν ἀπάρτι καὶ χωρίζεσθαι μέλλομεν τῶν ἐνταῦθα• ἕως καιρὸν κεκτημένη, ἀνάνηψον κράζουσα• Ἡμάρτηκά σοι, Σωτὴρ μου• μὴ ἐκκόψῃς με, ὥσπερ τὴν ἄκαρπον συκῆν, ἀλλ' ὡς εὔσπλαγχνος, Χριστέ, κατοικτείρησον, φόβῳ κραυγάζουσαν• Μὴ μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ».
 
Γιατὶ εἶσαι ὀκνηρὴ καὶ ἀδιάφορη, ἀθλία μου ψυχή; Γιατί φαντάζεσαι ἄκαιρα μέριμνες ἀνόητες καὶ μάταιες; Γιατί ἀσχολεῖσαι μὲ πράγματα ποὺ ρέουν καὶ χάνονται; Σὲ λίγο φθάνει ἡ τελευταία ὥρα τῆς ζωῆς μας καὶ πρόκειται νὰ χωριστοῦμε ἀπὸ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου. Ὅσο ἀκόμη ἔχεις καιρό, σύνελθε ἀπὸ τὴν ἀδιαφορία, κράζουσα• Ἁμάρτησα ἐνώπιόν σου, Σωτῆρα μου• μὴ μὲ κόψεις ὅπως τὴν ἄκαρπη συκή, ἀλλὰ ὡς σπλαχνικὸς Πατέρας, Χριστέ, δεῖξε συμπάθεια σὲ μένα, ποὺ κραυγάζω• νὰ μὴ μείνουμε ἔξω ἀπὸ τὸ νυμφώνα τοῦ Χριστοῦ.

Μετάφραση Ανδρέας Θεοδώρου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου