«Φορολογήστε τους πλούσιους, ταΐστε τους φτωχούς», λέει ένας στίχος του τραγουδιού «I ’d love to change the world» των Ten Years After. Αυτό που εννοεί εμμέσως ο τίτλος είναι ότι υπό Κ. Σ. (κανονικές συνθήκες) συμβαίνει το αντίθετο. Τώρα, λοιπόν, που οι συνθήκες κάθε άλλο παρά κανονικές είναι και η παγκόσμια κρίση βαθαίνει, όλο και περισσότεροι πλούσιοι, από τις ΗΠΑ και τη Γαλλία, μέχρι τη Γερμανία, θέτουν εαυτούς στη διάθεση του κοινωνικού συνόλου και εκλιπαρούν: «Φορολογήστε μας!».
Εν αρχή ην ο Ουόρεν Μπάφετ, ο οποίος σε άρθρο του στους New York Times διαπίστωσε ότι ενώ οι θυσίες υποτίθεται πως θα έπρεπε να είναι κοινές, τον ίδιο τον παρέκαμψαν. Το ίδιο συνέβη και στους εξίσου ζάπλουτους φίλους του. Στο ίδιο άρθρο ανέφερε πως αυτός, ως επενδυτής, πλήρωσε για φόρους το 17% των εισοδημάτων του, τη στιγμή που οι υπάλληλοι του γραφείου του, ως εργαζόμενοι, πλήρωσαν κατά μέσον όρο 36%. Το μανιφέστο του Μπάφετ επηρέασε τους μεγιστάνες και στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Στην Ιταλία, ο ιδιοκτήτης της Ferrari, Λούκα ντι Μοντεζεμέλο, στη Γαλλία η κληρονόμος της L’Oreal, Λιλιάν Μπετενκούρ και στη Γερμανία 50 συνολικά επιχειρηματίες ζητούν να φορολογηθούν σκληρότερα, σε μια επίδειξη κοινωνικής αλληλεγγύης. Χθες, επίσης, με επιστολή τους προς τη γερμανική εφημερίδα Zeit, τέσσερις Γερμανοί πολυεκατομμυριούχοι διεκδικούν αύξηση του φορολογικού συντελεστή στα υψηλότερα εισοδήματα, υπό τον όρο ότι τα πρόσθετα φορολογικά έσοδα του κράτους θα διατεθούν για τη μαύρη τρύπα του χρέους. Ανάμεσά τους συγκαταλέγεται ο ιδιοκτήτης ασφαλιστικής εταιρείας, Γιούργκεν Χούνκε, ο οποίος θεωρεί πως ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος για την αντιμετώπιση της τρέχουσας κρίσης χρέους είναι ο φόρος κληρονομιάς. «Δεν μιλάω για το σπίτι που χτίστηκε με στερήσεις, αλλά για ανθρώπους με περιουσία ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ», εξήγησε στη Zeit.
Στη Βρετανία, η σιωπή της επιχειρηματικής ελίτ έχει αρχίσει να εκνευρίζει τους σχολιαστές. Η Πόλι Τόινμπι στον Γκάρντιαν έγραψε: «Πού είναι οι Ουόρεν Μπάφετ και Λίλιαν Μπετενκούρ της Βρετανίας;». Την ίδια απορία θα μπορούσε εύλογα να διατυπώσει κανείς και για την Ελλάδα: «Πού είναι οι ντι Μοντεζεμέλο και Χούνκε της Ελλάδας;». Ενα μανιφέστο στα πρότυπα του Μπάφετ θα είχε κυρίως συμβολικό χαρακτήρα και θα παρηγορούσε κάπως τα χαμηλά και μεσαία στρώματα, πως υπάρχουν κι άλλοι που επωμίζονται το κόστος.
Εδώ όμως ισχύουν ακόμη οι Κ. Σ, όπου «Κ. Σ.» σημαίνει «κάνε σαν... να μην τρέχει τίποτα». Η φορολογική ασυνειδησία έχει εμπεδωθεί στο ελληνικό DNA και διαχέεται από τον πολυεκατομμυριούχο μέχρι τον πένητα. Με τις καταθέσεις να βρίσκονται στην Ελβετία ή κάτω από μαξιλάρια και τις επιχειρήσεις να αναζητούν «βαλκανιζατέρ» αφορολόγητες ευκολίες, η ανάπτυξη θα παραμείνει όνειρο θερινής νυκτός για πολλά ακόμη χρόνια.
Ξένια Kουναλάκη
Πηγή: ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Πολύ αξιόλογη ανάρτηση. Ευχαριστούμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικό άρθρο.
ΑπάντησηΔιαγραφή