Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

Προσευχή με αλήθεια, προσευχή με αγάπη: Είδη ουσιώδη εν ανεπαρκεία - π. Βασίλειος Θερμός

Προσευχή με αλήθεια,
προσευχή με αγάπη:
Είδη ουσιώδη
 εν ανεπαρκεία



 Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Θερμός
(ομιλία σε σύναξη νέων, 2010)

Προσπάθησα να προετοιμαστώ όσο γινόταν καλύτερα, στα πλαίσια του εφικτού όμως, γιατί το θέμα της προσευχής το βρίσκω αρκετά δύσκολο. Είναι ένα θέμα το οποίο απαιτεί εμπειρία και αν δεν υπάρχει αρκετή εμπειρία προσευχής γνήσιας και ουσιαστικής πρέπει να καταφύγεις στην εμπειρία άλλων.
Έδωσα τον τίτλο «Προσευχή με αλήθεια, προσευχή με αγάπη: Είδη ουσιώδη εν ανεπαρκεία». Αυτή είναι μία φράση που οι παλιοί κάπως τη θυμόμαστε, οι νεώτεροι δεν την ξέρετε. Χαρακτήριζαν διάφορα είδη του εμπορίου αν είναι ουσιώδη εν επαρκεία ή ουσιώδη εν ανεπαρκεία κλπ. Θα έχετε ακούσει ότι η προσευχή έχει χαρακτηριστεί ως ο κεντρικός άξονας, η σπονδυλική στήλη δηλαδή της πνευματικής ζωής, και ότι η ποιότητά της καθορίζει γενικότερα την ποιότητα της σχέσης με το Θεό. Έχω την αίσθηση ότι η προσευχή, όσο σημαντική είναι, άλλο τόσο είναι και παρεξηγημένη, και καμιά φορά εκπλήσσομαι όταν βλέπω ανθρώπους μέσης ηλικίας, που έχουν κάνει μια πορεία στη ζωή, είναι επιτυχημένοι σε διάφορους τομείς, οικογενειακούς και επαγγελματικούς, η προσευχή τους να είναι σχεδόν όπως την έκαναν στα δέκα τους χρόνια. Δηλαδή έχουν εξελιχθεί σε όλα τα ζητήματα και σε όλο τον προβληματισμό τους, αλλά δεν έχουν εξελιχθεί στην προσευχή. Ίσως γιατί την προσευχή τη συνοδεύουν διάφορες παρερμηνείες, δηλαδή ότι είναι μια ανακοίνωση προς τον Θεό κάποιων πραγμάτων, μια υποβολή αιτημάτων προς το Θεό. Από εκει προκύπτουν και οι γνωστές απορίες που θα έχετε ακούσει όλοι π.χ. «εντάξει, γιατί είναι ανάγκη να τα πούμε στον Θεό, δεν τα ξέρει;» ή το άλλο μπέρδεμα που ακολουθεί την προσευχή, ότι έχει νόημα κυρίως όταν περνάμε δύσκολα και μετά την ξεχνάμε.

Για να καταλάβουμε το θέμα μας σήμερα, γιατί η προσευχή χρειάζεται αλήθεια και αγάπη, θα χρειαστεί να συνειδητοποιήσουμε τη φύση της προσευχής. Η προσευχή κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχει για να λέμε στο Θεό κάτι, να τον πληροφορούμε για κάτι ή να του ζητούμε κάτι. Η προσευχή υπάρχει για να συγκροτηθούμε ως πρόσωπα απέναντι στον Θεό. Ο τρόπος που ζούμε, με περισσότερες ή λιγότερες διαφορές, ανάλογά με τον άνθρωπο και τις συνθήκες, εμπεριέχει πάρα πολλά εμπόδια προς την αλήθεια και πάρα πολλά εμπόδια προς την αγάπη, μέσα στην καθημερινότητα. Συχνά χάνουμε τον εαυτό μας και το νόημα της ζωής, από λεπτό σε λεπτό δηλαδή και καμιά φορά μπορεί να περάσουν μέρες που ολόκληρη τη μέρα, από το πρωί μέχρι το βράδυ, κυκλοφορούμε σε ένα χώρο που δεν είναι αληθινός και δεν έχει αγάπη. Γι’ αυτό το λόγο, χρειαζόμαστε μία κατάσταση, η οποία να μας συγκροτήσει ως πρόσωπα, δηλαδή με αλήθεια και αγάπη. Αυτό σημαίνει ότι χρειαζόμαστε μια κατάσταση στην οποία θα σταθούμε ενώπιος ενωπίω ο καθένας με τον Θεό.
Ένας άλλος τρόπος να εξηγήσω το τι είναι προσευχή, θα ήταν να πω ότι η προσευχή μας φέρνει σε μια προσωπική και υπεύθυνη σχέση με τον Θεό και τους ανθρώπους. Επειδή ακριβώς η ζωή μας, όπως έχει διαμορφωθεί και όπως παρασυρόμαστε μέσα από την καθημερινότητα και μέσα από τις άλλες δυσκολίες, εσωτερικές από τον δικό μας ψυχισμό, αλλά και εξωτερικές, μας δίνει διαρκώς ευκαιρίες να δραπετεύουμε από την υπευθυνότητα, απέναντι στο Θεό και απέναντι στους ανθρώπους και να μην το καταλαβαίνουμε πολλές φορές αυτό. Θα έλεγε κανείς ότι, ενώ η εικόνα περί ανθρώπου που είχε ο Δυτικός κόσμος πριν από την ψυχανάλυση, είχε βασιστεί πάρα πολύ στο συνειδητό εγώ και αγνοούσε σε μεγάλο βαθμό τις παγίδες του ασυνείδητου και επειδή τώρα πια έχει ήδη παλιώσει κιόλας η εμπειρία του ασυνειδήτου και η γνώση γι’ αυτό, θα έλεγε κανείς ότι στην εποχή μετά την ανακάλυψη του ασυνειδήτου, έχουμε περισσότερους λόγους να χρειαζόμαστε την προσευχή, από όσο πριν.
Διότι η εικόνα του Διαφωτισμού για το ανθρώπινο πρόσωπο, ήταν μια εικόνα βασισμένη υπερβολικά στο συνειδητό εγώ, δηλαδή δεν ήταν υποψιασμένος ο άνθρωπος για τις παγίδες απέναντι στην αλήθεια του προσώπου, τις παγίδες τις οποίες στήνονται και από εσωτερικούς και από εξωτερικούς μηχανισμούς. Δεν ήταν υποψιασμένος ο νεωτερικός άνθρωπος για το  υπαρξιακό του ψέμα, το οποίο λιγότερο ή περισσότερο μας διακατέχει όλους και μας διαπερνά και αλλοιώνει τις ανθρώπινες σχέσεις και κάνει ώστε πολλά όνειρα να καταλήγουν σε εφιάλτες. Πίστεψε πάρα πολύ στη δύναμη του συνειδητού εγώ και γι’ αυτό ίδρυσε και τις ιδεολογίες και πολλές ιδεολογίες κατέληξαν σε εφιάλτη, διότι βγήκαν στην επιφάνεια οι ασυνείδητες περιοχές του εγώ, οι πολύ αρχαϊκές. Θα ήθελα να πω λοιπόν ότι, αν η προσευχή μια φορά χρειαζόταν τότε, δηλαδή η συγκρότησή μας ως προσώπων υπεύθυνα μπροστά στο Θεό και τους ανθρώπους πολύ περισσότερο τη χρειαζόμαστε τώρα που έχουμε υποψιαστεί τις παγίδες του ασυνείδητου.
Για το λόγο αυτό, επειδή η προσευχή μας συγκροτεί ως πρόσωπα, της είναι απαραίτητες η αλήθεια και η αγάπη. Διότι ξέρουμε από την εμπειρία μας, ότι σε κάθε διαπροσωπική μας σχέση είναι αυτά τα δύο βασικά στοιχεία που χρειαζόμαστε: αλήθεια και αγάπη. Πολλά χρειαζόμαστε, αλλά αυτοί είναι οι δύο οντολογικοί άξονες που χαρακτηρίζουν το ανθρώπινο πρόσωπο και τις σχέσεις του. Όχι τυχαία έρχεται ο ίδιος ο Χριστός να δηλώσει ότι είναι αλήθεια και αγάπη. Δηλαδή έρχεται και φανερώνει, ότι αυτοί οι δύο οντολογικοί άξονες ταυτίζονται με το πρόσωπό Του. Δεν είναι τυχαία η επιλογή τους.
Γιατί μίλησα για την εμπειρία μας από τις διαπροσωπικές μας σχέσεις; Όλοι καταλαβαίνουμε πόσο μας ενοχλεί και μας κουράζει και μας βλάπτει το ψέμα του άλλου, αλλά λιγότερες φορές καταλαβαίνουμε πόσο ενοχλεί τους άλλους και τους κουράζει το ψέμα το δικό μας. Όλοι ενοχλούμαστε αν δεν παίρνουμε αγάπη από τους άλλους και λιγότερες φορές αντιλαμβανόμαστε πόσο κουράζει τους άλλους το ότι δεν δίνουμε εμείς την αγάπη που έχουν ανάγκη.
Αυτό ήδη μας εισάγει στο γεγονός ότι η προσευχή χαρακτηρίζεται από κάποιους νόμους, οι οποίοι χαρακτηρίζουν όλες τις διαπροσωπικές σχέσεις, με κάποιες ιδιομορφίες βέβαια (μήπως όλες οι διαπροσωπικές μας σχέσεις δεν έχουν ιδιομορφίες η καθεμιά;) Αλλά έχουν μερικά κοινά χαρακτηριστικά επειδή είναι διαπροσωπικές σχέσεις. Υπάρχουν και επί μέρους διαφορές ανάλογα με το είδος του προσώπου που βρίσκεται απέναντί μας. Εδώ υπάρχουν κάποιες ιδιομορφίες από το είδος του προσώπου προς το οποίο μιλάμε και απευθυνόμαστε, που είναι ο Θεός, αλλά δεν παύει να υπακούει στους νόμους κάποιων διαπροσωπικών σχέσεων. Παράδειγμα: σε όλες μας τις διαπροσωπικές σχέσεις αντιμετωπίζουμε την πρόκληση να μάθουμε να διαβάζουμε τη σιωπή του άλλου. Η σιωπή του άλλου δεν είναι πάντα απουσία του και δεν είναι απόρριψη πάντα. Όπως αυτό το έχουμε συνειδητοποιήσει για τις σχέσεις με ανθρώπους, έτσι χρειάζεται ερμηνεία και η σιωπή του Θεού στην προσευχή, που και αυτό συχνά το ζούμε. Άσε που μπορεί να μην είναι και σιωπή εν τέλει.
Σε όλες τις διαπροσωπικές μας σχέσεις αντίπαλός μας είναι το υπαρξιακό μας ψέμα, δηλαδή όχι μόνο όταν ψευδόμαστε στον άλλον συνειδητά, αλλά όταν ψευδόμαστε ασυνείδητα, όταν είμαστε ψεύτικοι απέναντί του, προκειμένου να κερδίσουμε κάτι. Ένα είναι αυτό, ο εχθρός της αλήθειας. Και δεύτερον, η φιλαυτία, η οποία είναι ο εχθρός της αγάπης. Αυτοί είναι οι δύο βασικοί εχθροί όλων των διαπροσωπικών μας σχέσεων. Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι και η αλήθεια και  η αγάπη βρίσκονται σε μία αλληλεξάρτηση, που την καλύτερη περιγραφή της έχω βρει σε μια διήγηση του Γέροντα Ζωσιμά από τους αδελφούς Καραμάζοφ του Ντοστογιέφσκι, όταν συμβουλεύει «να μην λέτε ψέματα, και κυρίως πάνω από όλα λέει να μην λέτε ψέματα στον εαυτό σας. Γιατί αν συνηθίσετε να λέτε ψέματα στον εαυτό σας, σιγά – σιγά με τον καιρό θα χάσετε την ικανότητα να αγαπάτε». Μία σύνδεση όχι τόσο εύκολα ορατή, αλλά που νομίζω περιέχει πάρα πολλή σοφία.
Τι προκύπτει όταν η προσευχή μας έχει αλήθεια απέναντι στο Θεό και όταν έχει αγάπη; Να το πω με ένα διαφορετικό τρόπο, να έχει αλήθεια η προσευχή μας εννοώ να το θεωρούμε αρκετά γελοίο να είμαστε ψεύτικοι μπροστά στο Θεό. Μπορεί να μην είμαστε σε θέση να οικοδομήσουμε μία πλήρη αλήθεια απέναντι στο Θεό, αυτό ίσως ανήκει στη σφαίρα της ουτοπίας, ελάχιστοι άνθρωποι μπορεί να το πετύχουν, αλλά τουλάχιστον να διατηρούμε την αίσθηση του γελοίου, όταν εμφανιζόμαστε κάπως ψεύτικοι απέναντι στον Θεό. Στο βαθμό που επιτυγχάνουμε κάποια αλήθεια (γιατί αυτά τα πράγματα δεν είναι άσπρο ή μαύρο), τότε η αλήθεια της προσευχής μάς γνωρίζει περισσότερο τον εαυτό μας και μας γνωρίζει και τον Θεό, αυτά πάνε μαζί. Η γνώση του εαυτού μας φέρνει και γνώση του Θεού. Γιατί; Διότι καθαρίζονται κάπως τα γνωστικά όργανα του ανθρώπου και μπορεί να γνωρίσει τον Θεό περισσότερο. Το έλεγε ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος αυτό, ότι «σε αυτόν που γνώρισε πλήρως τον εαυτό του, του έχει δοθεί η γνώση όλων των μυστηρίων του κόσμου και του Θεού». Αυτό επιτυγχάνουμε με το να είναι αληθινή η προσευχή μας. Σταδιακή η διαδικασία βέβαια.
Όταν η προσευχή μας έχει αγάπη τι επιτυγχάνουμε; Αυτή μας συνδέει με τον Θεό και τους ανθρώπους. Γιατί θα ήταν κάτι μετέωρο και εντελώς θεωρητικό να υπάρχει αλήθεια, δηλαδή γνώση, χωρίς αγάπη. Τι να το κάνουμε; Κάτι ανάλογο θα εύρισκε κανείς στο σύγχρονο στίχο του τραγουδιού που λέει «Ελευθερία χωρίς αγάπη, φώς μου, είναι ποτάμι χωρίς νερό». Στη γλώσσα της Αγίας Γραφής μάλιστα η λέξη γνώση σημαίνει μετοχή. Μετέχω στον άλλον. Εξ ου και στην Παλαιά Διαθήκη υπάρχει η φράση ότι «ο τάδε γνώρισε τη γυναίκα του», δηλαδή είχαν σεξουαλική επαφή, μετείχαν ο ένας στον άλλον. Και αυτή η ίδια λέξη χρησιμοποιήθηκε και στη σχέση ανθρώπου και Θεού.
Επομένως, βλέπουμε ακριβώς ότι η αλήθεια συνδέεται άρρηκτα με την αγάπη, δηλαδή η αλήθεια οδηγεί σε γνώση η οποία ορίζεται ως μετοχή στο Θεό και τους ανθρώπους. Λέει εδώ ο γέροντας Σωφρόνιος: «Η ζωή του όντως Όντος Θεού εισχωρεί εν ημίν δια του αγωγού της προσευχής», δηλαδή γίνεται μετάγγιση ζωής.
Τώρα αυτά όλα ακούγονται αρκετά θεωρητικά για τον σημερινό άνθρωπο και εδώ θα βρίσκεται ένα στοίχημα για τον καθένα από μας, που είμαστε παιδιά της εποχής μας, πώς θα μπορέσουμε χωρίς να βγούμε από την εποχή μας να μυηθούμε μέσα στη νοοτροπία της Εκκλησίας. Είναι ένα στοίχημα να μπορέσουμε να συλλάβουμε κάπως αυτές τις αλήθειες, διότι ο σημερινός άνθρωπος δεν πολυενδιαφέρεται γι’ αυτά που λέμε μέχρι τώρα. Ο λόγος που τον ενδιαφέρει η προσευχή τον σημερινό άνθρωπο, αν τον ενδιαφέρει, είναι για να ηρεμεί. Γι’ αυτό του χρησιμεύει η προσευχή, είτε βρίσκεται στο σπίτι του, είτε σε μία εκκλησία. Και τη βρίσκει πολύ χρήσιμη την προσευχή γι’ αυτό το σκοπό. Πράγματι τον ηρεμεί, αλλά αυτό, χωρίς να είναι καθόλου αμελητέο μέσα στο άγχος και την ένταση που ζούμε, ενώ το χρειαζόμαστε, αποτελεί κυριολεκτικά πάρεργο, εντελώς δευτερεύον ως προς την ουσία της προσευχής και τα αποτελέσματά της. Αν εκεί επικεντρωθούμε, στο να μας ηρεμεί η προσευχή, τότε ανοίγει ο δρόμος για μια ψυχολογική «πνευματικότητα», με την έννοια με την οποία χρησιμοποιείται σήμερα διεθνώς. Όταν λένε spirituality οι άνθρωποι εννοούνε εμπειρίες ψυχολογικές, οι οποίες περιέχουν ηρεμία, ειρήνη, υπέρβαση, έξοδο από τον εαυτό, ένα άνοιγμα στο σύμπαν και στο ιερό αορίστως.
Ο γέροντας Σωφρόνιος πήρε πολύ στα σοβαρά την προσευχή. Και πραγματικά πιστεύω ότι μπορούν να μας μεταδώσουν το τι είναι προσευχή άνθρωποι που υπήρξαν «επαγγελματίες» της. Λοιπόν γράφει (και μάλιστα με αυτή τη φράση αρχίζει το βιβλίο του περί προσευχής): «Προσευχή είναι ατελεύτητος δημιουργία».
Για κοιτάξτε, ας το συνδέσουμε αυτό με τα ανθρώπινα δεδομένα μας. Όλοι ξέρουμε τη συνεχή δημιουργικότητα. Την έχουμε ζήσει, σε διάφορες καταστάσεις της ζωής μας, στο επάγγελμά μας, σε χόμπι μας, σε ασχολίες μας διάφορες κλπ. Όποιος δημιουργεί δε ζη σε μια διαρκή κατάσταση έκστασης. Έχετε να παραδώσετε μία εργασία για το Πανεπιστήμιο ή για τη δουλειά σας, ή να γράψετε ένα μυθιστόρημα ή να ζωγραφίσετε κτλ. και δουλεύετε ένα χρονικό διάστημα. Άλλοτε το χαίρεστε και το απολαμβάνετε. Άλλοτε όμως σκουπίζετε τον ιδρώτα σας, ξεφυσάτε, σβήνετε, διορθώνετε, απογοητεύεστε, επιμένετε, εκπλήσσεστε, ενθουσιάζεστε, μαθητεύετε. Σε κάθε είδος δημιουργίας υπάρχει μια αλληλουχία, ευχάριστων και δυσάρεστων καταστάσεων, η οποία δημιουργεί γέννα, φέρνει έναν τοκετό αυτού του πράγματος που δημιουργούμε.
Το παράξενο είναι ότι αυτό είμαστε έτοιμοι να το αναγνωρίσουμε σε οποιοδήποτε είδος δημιουργίας του ανθρώπου, εκτός από την προσευχή. Γιατί το λέω αυτό; Γιατί ένα πολύ συχνό επιχείρημα είναι «δεν έχω κίνητρο» ή «δεν έχω πάντα όρεξη» ή «ξεκινάω, αλλά κουράζομαι». Διάφορες ενστάσεις ακούγονται, οι οποίες πραγματικά δεν θα μας απασχολούσαν σοβαρά εάν το είχαμε δει ως μια διαδικασία δημιουργίας. Σαν να υποκρύπτεται πίσω από αυτά μια προσδοκία ότι η προσευχή θα είναι μια διαρκής κατάσταση έκστασης. Που αν ακούγαμε κάποιον μη δεσμευμένο να φαντάζεται ότι αν έχει μία σχέση ή αν παντρευτή ο γάμος του/της θα είναι μια διαρκής ευτυχία, ένας διαρκής «οργασμός», θα του λέγαμε «μα τι λες; δεν θα είναι έτσι». Θα του διδάσκαμε τι είναι μια σχέση, πως παλεύεται, πως μαθητεύεται σιγά – σιγά.
Κατά έναν περίεργο τρόπο δεν είμαστε διατεθειμένοι να καταβάλουμε αυτό το κόστος μιας μαθητείας, μιας συστηματικής δουλειάς, η οποία μερικές φορές μοιάζει πεζή και άχαρη. Γιατί πράγματι όταν έχουμε ένα project να παραδώσουμε, να ολοκληρώσουμε, ακόμη και κάτι που δεν είναι υποχρεωτικό από κάποιον άλλον αλλά προκύπτει από τη δική σας ελεύθερη απόφαση, και αυτό το έργο σε κάποια φάση θα έχει άχαρες στιγμές, δεν είναι πάντα ευτυχισμένη η πορεία. Αν το βλέπαμε έτσι, τότε νομίζω θα παίρναμε πιο σοβαρά την προσευχή και ίσως καταλαβαίναμε γιατί και ο Antony Bloom το πρώτο βιβλίο, από τα πολλά που έγραψε περί προσευχής, το ονόμασε «School For Prayer», Σχολείο Προσευχής. Δηλαδή υπάρχει μέθοδος, υπάρχει διαδικασία.
Επίσης κάτι άλλο που έχει η δημιουργία είναι ότι μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Έτσι λοιπόν, λέει ο Γέροντας Σωφρόνιος κάπου αλλού: «Πολλοί εισέρχονται σε χειροποίητους ναούς για να προσευχηθούν, αλλά ελάχιστοι φθάνουν μέχρι την σκηνή του Θεού». Είτε η προσευχή γίνεται μέσα σε χειροποίητους ναούς, δηλαδή στην λατρεία της Εκκλησίας, είτε γίνεται στο σπίτι μας, πράγματι ελάχιστοι φθάνουν μέχρι τη σκηνή του Θεού. Πραγματικά πιστεύω (δεν είναι φυσικά ο μόνος λόγος αυτός) ότι μερικές φορές είναι και ποσοτικό θέμα, όσο κι αν φαίνεται πολύ πεζή εξήγηση. Δηλαδή αισθάνομαι ότι μερικές φορές τελειώνουμε την προσευχή πριν καν αρχίσει ουσιαστικά, όταν είναι ακόμη στον προθάλαμο και ουσιαστικά δεν έχει ζεσταθή ο άνθρωπος.
Επίσης κάτι άλλο παρήγορο, ακριβώς επειδή οι σπουδαίοι άνθρωποι, σαν τον Γέροντα Σωφρόνιο που έφτασε σε πολύ καθαρή προσευχή, είναι και επιεικείς και ζουν τα πράγματα χριστοποιητικά, δηλαδή αποκτούν νου Χριστού, οπότε γίνονται επιεικείς όπως ο Χριστός. Ας πούμε, δεν μας λέει «εκεί αν φτάσεις, αυτό ονομάζεται προσευχή». Ακούστε τι λέει: «Πολλές φορές προσευχή είναι το να ομολογούμε στο Θεό την αθλία κατάστασή μας». Κι αυτό μπορεί να είναι γνήσια προσευχή. Μετά θα έρθει μια πιο αληθινή προσευχή, αν πατήσουμε πάνω σε αυτό το σκαλοπάτι. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι πολλές φορές προσευχή είναι το να ομολογούμε στο Θεό ότι δεν έχουμε εκείνη την ώρα διάθεση ή δυνατότητα προσευχής, αλλά το να παραμείνουμε σε μια στάση ενώπιος ενωπίω, σε μια στάση που μας συγκροτεί ως πρόσωπα.
Συμπεραίνουμε λοιπόν πως η προσευχή απαιτεί ένα μίνιμουμ αλήθειας και ένα μίνιμουμ αγάπης για να ξεκινήσει. Αν υπάρχουν αυτά τα ελάχιστα, τότε αλληλοαυξάνονται. Αμοιβαία το ένα αυξάνει το άλλο. Ποτέ πλήρης αλήθεια δεν θα υπάρξει στην προσευχή του ανθρώπου, εκτός από ελάχιστους. Θα έλεγα είναι ένα δώρο που δίνεται σε καρδιές που έχουν πάρα πολύ καθαρή προαίρεση και σκληρό αγώνα. Αλλά επίσης και ποτέ μια πλήρης αγάπη δεν θα μπορούσε να υπάρξει σε έναν άνθρωπο, παρά μόνο σε εκείνες τις σπάνιες περιπτώσεις που η προσευχή του μιμείται την προσευχή του Χριστού στη Γεθσημανή.
Πριν τελειώσω να θυμηθούμε κάτι που λέει ο Απόστολος Παύλος και αυτό είναι λίγο δύσκολο να το καταλάβουμε, γιατί αποτελεί ένα είδος συνεργασίας Θεού και ανθρώπου, που είναι οπωσδήποτε μυστήριο. Λέει ότι, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, αυτό που μας διδάσκει το πώς να προσευχόμαστε είναι το Άγιο Πνεύμα. Και προχωρεί ακόμη περισσότερο: ότι κάποιες φορές το Άγιο Πνεύμα προσεύχεται μέσα μας. Γενικά η σχέση μας με το Άγιο Πνεύμα είναι λίγο παραμελημένη, αισθάνομαι, ίσως επειδή δεν έχει κάτι το αισθητό, όπως με το Χριστό. Αλλά στην πραγματικότητα η πορεία του ανθρώπου είναι από το Άγιο Πνεύμα που τον οδηγεί στον Χριστό. Και ο Χριστός τον οδηγεί στον Πατέρα.
Δεν έχουμε αποκτήσει αρκετή οικειότητα με το Άγιο Πνεύμα. Ο Απόστολος Παύλος λέει αυτή τη μυστηριακή αλήθεια, ότι το Άγιο Πνεύμα προσεύχεται μέσα μας. Είναι λίγο δύσκολο να το κατανοήσουμε. Πάντως η φράση του είναι «ελάβατε Πνεύμα υιοθεσίας». Αυτό είναι το Χρίσμα που έχουμε λάβει μετά τη Βάπτιση. Λαμβάνοντας το Χρίσμα γίναμε παιδιά του Θεού, με το οποίο Πνεύμα υιοθεσίας μπορούμε να φωνάζουμε Πατέρα το Θεό.
Θυμηθήτε ότι στη Λειτουργία προς το τέλος, πριν κοινωνήσουμε, είναι η ώρα του «Πάτερ Ημών», όταν όλο το εκκλησίασμα, (κανονικά θα πρέπει όλοι μαζί) να ομολογήσει το Θεό ως Πατέρα, να ομολογήσει τη δωρεά της υιοθεσίας. Πιο πριν, όταν έχουμε φέρει τα δώρα στη Μεγάλη Είσοδο και τα βάλαμε στην Αγία Τράπεζα, η ευχή που κάνει ο ιερέας τότε είναι «στείλε το Άγιο Πνεύμα πάνω στα δώρα αυτά και πάνω σε όλους εμάς», εννοώντας τη στιγμή του καθαγιασμού. Δηλαδή, ζητούμε να μας επισκιάσει το Άγιο Πνεύμα για να μπορούμε να πούμε το Θεό Πατέρα σε λίγο, στο «Πάτερ Ημών», και μετά να γευτούμε το αποτέλεσμα της υιοθεσίας.
Λοιπόν να βάλω άνω τελεία εδώ και να κάνουμε ένα γύρο για ερωτήσεις.

Λέτε ότι η προσευχή μας συγκροτεί ως πρόσωπα απέναντι στο Θεό κι αυτό λειτουργεί όπως και σε οποιαδήποτε άλλη σχέση. Δηλαδή η σχέση μας με έναν άνθρωπο μάς συγκροτεί ως πρόσωπα;

Ναι, αλλά κατ’ εξοχήν συμβαίνει αυτό στη σχέση με το Θεό, γιατί είναι ο Θεός που μας δημιούργησε ως πρόσωπα, δεν είναι οι άλλοι άνθρωποι. Γι’ αυτό κατ’ εξοχήν γινόμαστε πρόσωπα σε σχέση με το Θεό. Συμβαίνει όμως και με τους άλλους ανθρώπους γιατί κατά κάποιον τρόπο, επειδή και οι άλλοι άνθρωποι είναι πρόσωπα, είναι σαν να επιτελούν (κατ’ ανάθεση βέβαια, όχι από τη φύση τους) ένα έργο του Θεού αντίστοιχα.

Με τους άλλους ανθρώπους βλέπουμε άμεσα και την αντίδραση, ενώ με τον Θεό όχι.

Σωστό, δεν την βλέπουμε άμεσα. Έχουμε όμως ως οδηγό αφ’ ενός τα λόγια Του (το Ευαγγέλιο), δεύτερον τη ζωή των ανθρώπων που έμοιασαν με τον Θεό (τους Αγίους), και τρίτον την εσωτερική φωνή της συνείδησης, η οποία όσο πιο καθαρή είναι τόσο περισσότερο μας ενημερώνει που βρισκόμαστε. Γι’ αυτό και η συστηματική προσευχή οδηγεί σε μεγαλύτερη αυτογνωσία. Διότι καθώς καθαρίζει την συνείδηση μάς επιτρέπει να την ακούμε.

Ναι, αλλά ο καθένας δεν είναι μόνος του στην προσευχή; Και ανάλογά με αυτά που λέει δεν μπορεί να δημιουργεί και ψευδαισθήσεις; Είναι μόνος του, λέει ότι θέλει..

Αυτό είναι πιθανό να γίνει και υπάρχουν άνθρωποι που για χρόνια ολόκληρα εγκλωβίζονται σε μια τέτοια φαντασίωση. Νομίζουν ότι προσεύχονται και δεν είναι αληθινή η προσευχή τους, αλλά, όπως είπα πριν, όταν δεν είναι αληθινή δεν έχει και αγάπη. Το ένα βοηθάει το άλλο και όταν πάσχουμε στο θέμα της αλήθειας, αν ζούμε μια ζωή όσο γίνεται με αγάπη, αυτό βοηθάει στο να έχουμε και περισσότερη αλήθεια. Αλλά φυσικά μπορεί να συμβεί. Εδώ συμβαίνει με τις ζωές των ανθρώπων: να ζης με έναν άνθρωπο που είναι εντελώς αισθητός καθημερινά, για χρόνια ολόκληρα, και όμως να έχεις εγκλωβιστεί σε μία φαντασίωση. Να μην τον ξέρεις ή να μην ξέρεις τον εαυτό σου και άρα να μην αγαπάς.

Να ρωτήσω κάτι πολύ πρακτικό και χειροπιαστό; Η προσευχή πρέπει να είναι η ίδια κάθε μέρα;

Όχι, αλλάζει. Βέβαια παίζει ρόλο πόσος κόπος υπάρχει ή όχι, αλλά παίζουν ρόλο και τα ερεθίσματα της ημέρας, τι έχει συμβεί. Είναι άλλες φορές που αισθανόμαστε πιο πολύ ευχαριστία και άλλες φορές κυριαρχεί η δέηση, άλλες φορές η μετάνοια, άλλες φορές η αγωνία για άλλα πρόσωπα. Το κέντρο βάρους μπορεί να αλλάζει.

Προσπαθώ να φτιάξω κι εγώ ένα είδος προσευχής.. Πολλές φορές τα βράδια, όταν είμαι πολύ κουρασμένος, η προσευχή είναι απλώς ένα «ευχαριστώ».

Αν το αισθάνεστε είναι σπουδαίο.

Τώρα για τα πρωινά έχω μια έτοιμη προσευχή. Μου άρεσε όταν τη διάβασα και προσπαθώ να το τηρώ και να την λέω. Πιστεύετε ότι αυτό είναι αρκετό; 

Δεν μπορώ να πω για κανέναν άνθρωπο ότι αυτή η προσευχή είναι αρκετή. Πρώτα από όλα γιατί δεν ξέρω τόσο καλά τον άλλον και το δυναμικό που έχει μέσα του σε σχέση με το Θεό, το οποίο μπορεί να μην είναι ολόκληρο αξιοποιημένο. Αλλά και δεύτερον, διότι ποτέ δεν μπορούμε να πούμε ότι μια προσευχή είναι αρκετή. Επειδή η σχέση με το Θεό είναι μια δυναμική πορεία, δυναμική πορεία πρέπει να έχει και η προσευχή που καθρεφτίζει τη σχέση με το Θεό, που την διαμορφώνει. Πάντα υπάρχει δυνατότητα για κάτι παραπάνω.

Λέει μέσα στο βιβλίο του ο Μπλούμ ότι αυτοσχέδιες προσευχές κάνουμε σε ελάχιστες περιπτώσεις, όταν νιώθουμε έντονα την παρουσία του Θεού ή όταν είμαστε σε πολύ δύσκολη στιγμή. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις δεν έχουν νόημα. Ισχύει αυτό;

Αυτές είναι οι δύο βασικές περιστάσεις για αυτοσχέδια προσευχή, αλλά εγώ δεν θα το περιόριζα τόσο. Θεωρώ ότι πρέπει να δίνουμε περισσότερο χώρο στην αυτοσχέδια προσευχή, όμως πολλές φορές έχω παρατηρήσει και στον εαυτό μου, αλλά κι από άλλους, ότι δεν είναι εύκολο να αρχίσει κανείς με αυτοσχέδια προσευχή. Είναι ακόμα κρύα η ψυχή. Πρέπει να δουλέψει με προσευχές έτοιμες της Εκκλησίας και με την ευχή του Ιησού και μετά που θα έχει ζεσταθεί να εκφραστεί πιο ελεύθερα.

Από την άλλη λέει το βιβλίο ότι αν κάνουμε προσευχές που δεν τις πολυκαταλαβαίνουμε ή δεν τις νιώθουμε, τότε και ο Θεός δεν έχει λόγο να τις ακούσει...

Δεν ξέρουμε τη βούληση του Θεού, κανείς δεν μπορεί να πει πώς σκέφτεται, αλλά έχει μια βάση αυτό. Εάν δεν την ακούς εσύ ο ίδιος την προσευχή σου γιατί ζητάς να την ακούσει ο Θεός; Συνήθως ο λόγος που μπορεί να μην ακούμε την προσευχή μας είναι αν δεν έχει αλήθεια μέσα κι αν δεν έχει αγάπη.

Ο τρόπος για να λέμε την προσευχή είναι να συνειδητοποιούμε εμείς εκείνη την ώρα λέξη-λέξη τι λέμε;

Αυτό έτσι κι αλλιώς χρειάζεται πάντα σε κάθε προσευχή. Όχι βιασύνη, αλλά να στεκόμαστε στα λόγια.

Αλλά όταν κάποιος το κάνει για χιλιοστή φορά, μπορεί να το κάνει πιο τυπικά..

Μπορεί, αλλά τα νοήματα αυτά τα πνευματικά είναι και ανεξάντλητα. Δεν μπορεί να πει κάποιος ο οποίος έχει κάνει εκατό φορές την ίδια προσευχή ότι έχει εξαντλήσει τα νοήματα.  Κατ’ αρχήν, έστω κι αν τα έχει εξαντλήσει διανοητικά και δεν έχει να εξαγάγει άλλα νοήματα, δεν έχει εξαντλήσει καθόλου τη σχέση του μαζί τους, δηλαδή την αγάπη προς τα νοήματα, αυτό που ξυπνάνε μέσα μας τα νοήματα. Αυτό είναι ανεξάντλητο. Βέβαια καταλαβαίνω ότι υπάρχουν περιπτώσεις που πρέπει να σταθούμε πιο πολύ στα νοήματα, για να μας πάνε αυτά στο Θεό και υπάρχουν και περιπτώσεις που νιώθουμε ήδη να λειτουργεί μια ατμόσφαιρα σχέσης με το Θεό οπότε μπορεί να μην κολλάμε τόσο στα νοήματα, αλλά υπηρετούν αυτή τη σχέση που ήδη υπάρχει. Ανάλογα με την περίπτωση, είναι μεγάλο μυστήριο η προσευχή.

Λέτε στην ομιλία ότι για πολλούς ανθρώπους η προσευχή που κάνουν είναι η ίδια που έκαναν ως παιδιά. Εκεί θα βοηθούσε ίσως κάποιο παράδειγμα.

Ναι, λένε π.χ. το «Πάτερ Ημών» πριν κοιμηθούν. Μπορεί να λένε και 2-3 λόγια αυτοσχέδια, να τους έχει ο Θεός καλά από υγεία, το ένα, το άλλο, και κοιμούνται. Δηλαδή ό,τι έλεγαν όταν ήταν παιδιά. Μια κατάσταση δηλαδή φοβερή, δείχνει ότι ο άνθρωπος αυτός δεν έχει αναπτυχθεί ως πρόσωπο. Ή αν έχει σε άλλα θέματα αναπτυχθεί, στην πλευρά αυτή, στο πώς στέκεται ενώπιον του Θεού, στέκεται εντελώς ανεύθυνα και στα «κλεφτά».

Ενώ τι πρέπει; Αυτό είναι το προβληματικό, κάποια πρόταση ως προς το σωστό;

Ο,τι λέμε στην προσευχή, μετά υλοποιεί κάτι πιο υπεύθυνο. Στεκόμαστε μπροστά στο Θεό και φέρνουμε όλο μας τον εαυτό, όλο μας το είναι και τις αδυναμίες μας, τις αποτυχίες, την ευχαριστία μας, την ευγνωμοσύνη μας, τη δέηση μας.

Τα κατονομάζουμε όλα αυτά;

Άλλοτε μπορεί να τα κατονομάζουμε, άλλοτε όχι. Λειτουργούν ως βίωμα, χωρίς να μπουν σε λόγια. Γι’ αυτό με βλέπετε να μην δίνω συγκεκριμένες οδηγίες, σχεδόν «αναρχικό» θα με έλεγε κάποιος στο θέμα της προσευχής, δεν δίνω καλούπια δηλαδή. Είναι άπειρες οι παραλλαγές των συνθηκών του συγκεκριμένου ανθρώπου και της ποικιλίας των ανθρώπων. Ωριμότητα και φιλότιμο ζητάμε.

Πριν την αυτοσχέδια προσευχή το βράδυ, θα ήταν καλό για 2-3 λεπτά να λέμε το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με»;

Πολύ καλό, ναι, βοηθάει πολύ. Ή «Ο Θεός, ιλάσθητι μοι τω αμαρτωλώ και ελέησον με».

Αυτό ως προς το «ζέσταμα» που μου λέγατε.

Ναι βέβαια, αλλά μην το δούμε πάλι ως μέσο μόνο ή ένα ζέσταμα. Είναι προσευχή από μόνο του αυτό.

Και λέτε ότι είναι μάλλον ανώριμο να ζητάμε πράγματα.

Όχι, είναι φυσιολογικό. Είναι ανώριμο το να ζητάμε μόνο.

Και να μην ευχαριστούμε..

Ναι βέβαια, δοξολογία, ευχαριστία.. Και μετά το τι ζητάμε επίσης. Εκεί κρίνονται πολλά. Μόνο τα υλικά, τα τρέχοντα; Κάτι βαθύτερο και ουσιαστικότερο; Μόνο για τον εαυτό μας ή και για άλλους; Και μόνο για γνωστούς μας άλλους ή και για αγνώστους και για τον κόσμο ολόκληρο και για ανθρώπους που δυστυχούν στην ανθρωπότητα; Αυτά δείχνουν το επίπεδο πνευματικής ωριμότητας και ευθύνης του καθενός μας.

Λέτε ότι όποιος προσεύχεται είναι δημιουργός, αυτό είναι μία φράση που ακούγεται πολύ ωραία, αλλά..

Δημιουργεί σχέση, η μεγαλύτερη δημιουργικότητα είναι οι σχέσεις του ανθρώπου. Δημιουργεί το πρόσωπό του επίσης.

Από αυτή την άποψη δημιουργός; Όχι με την έννοια όπως είναι δημιουργός κάποιος που δουλεύει.

Το ίδιο είναι, δημιουργικότητα είναι, αλλά τούτο είναι υψηλότερης ποιότητας. Το να δημιουργεί κάποιος πρόσωπο, να διαμορφώνει δηλαδή το πρόσωπό του και να δημιουργεί σχέση με το Θεό εκεί που δεν υπάρχει, αυτό το θεωρώ δημιουργικότητα ανώτερης ποιότητας από τη δημιουργικότητα του πολιτισμού. Όχι εγώ, ο γέροντας Σωφρόνιος το γράφει, πως η προσευχή είναι «επιστήμη ανωτέρα πάσης επιστήμης και τέχνη ανωτέρα πάσης τέχνης».

Αλλά αυτό που δημιουργεί είναι ο εαυτός του. Τον εαυτό του πλάθει κανείς, δημιουργός ως προς τον εαυτό του.

Τον εαυτό του και τη σχέση. Όταν ο Θεός απευθύνεται σε εμάς και μας καλεί, έχει ρίξει ήδη τη μισή γέφυρα, αλλά πρέπει να ρίξουμε εμείς την άλλη μισή για να ενωθούν, να ανταποκριθούμε, αυτό είναι δημιουργία.

Το ότι απευθύνεται σε εμάς υπάρχει κάποια ένδειξη για να το καταλάβουμε;

Αυτό κατ’ αρχήν συμπεραίνεται από την εμπιστοσύνη που μάς έχει δείξει παρέχοντάς μας τα μυστήρια και τον λόγο Του. Επίσης προκύπτει από τη συνείδηση, μελετώντας την ύπαρξή μας βαθύτερα, όσο την καθαρίζουμε περισσότερο. Είναι κυρίως θέμα πίστης βέβαια αυτό. Είναι η πίστη ότι ο Θεός μάς απευθύνεται, διότι δεν είναι μόνο ότι τώρα μας απευθύνεται, είναι η πίστη ότι εξαρχής  είμαστε στην ύπαρξη επειδή απευθύνθηκε σε εμάς. Μας θέλησε και είμαστε στην ύπαρξη. Και δεν «ησυχάζει» μέχρι να μάς βάλει στη Βασιλεία Του.

11 σχόλια:

  1. Αποπνέει πνευματικότητα η ομιλία αυτή. Μεγάλη σε μέγεθος άλλα και σε αξία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σε βοηθά να συνειδητοποιήσεις την πραγματική αξία της προσευχής. Με γοήτευσε ο τρόπος με τον οποίο μεταφέρει τις εμπειρίες της εκκλησίας ο π. Βασίλειος. Μακάρι να βρουν χρόνο να την διαβάσουν νέοι τώρα από εδώ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Την διάβασα με άνεση γιαυτό ο λόγος είναι απλός και κατανοητός. Έμαθα πολλά για την προσευχή και ευχαριστώ τον π. Βασίλειο για τον χρόνο που δαπάνησε να καταγράψει αυτή την υπέροχη εργασία του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Καλοφτιαγμένη ομιλία όχι μόνο για νέους αλλά και για μεσόκοπους σαν εμένα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Να είναι καλή η νέα χρονιά με περισσότερη προσέγγιση στην προσευχή. Στον π. Βασίλειο για το πνευματικό κέρασμα ευχές για χρόνια πολλά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. π. Βασίλειε, έτη σας πολλά στα σωτήρια χνάρια του Αγίου Βασιλείου του Μεγάλου κι όλων των Αγίων Πατέρων της Ορθοδόξου εκκλησίας μας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Τα χρόνια σας πολλά και δημιουργικά π. Βασίλειε. Το σημερινό σας πνευματικό κέρασμα ήταν εξαίσιο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Όσο διαβάζεις τόσο μαθαίνεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Καλή η εισαγωγή στο περί προσευχής θέμα αλλά πολύ πρακτικές οι απαντήσεις στον διάλογο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Η ανεπάρκειά μου στο θέμα της προσευχής είναι δεδομένη. Η ομιλία με βοήθησε να προσεγγίσω το όλο θέμα έστω και μαθησιακά. Μακάρι να γίνει και εμπειρικά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Ας είναι η προσευχή ένα είδος ουσιώδες για την ζωή του καθενός. Όλο το 2012 ας σπουδάσει ο καθένας μας στην προσευχή. Ο π. Βασίλειος μας έθεσε κάποιο από τους θεμέλιους λίθους. Ας συνεχίσει ο καθένας μας πλέον την αναζήτηση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή