Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει τὴ γιορτή της. Ἐνῶ ὅμως βάση τῆς ἡμέρας αὐτῆς ἀποτελεῖ κάποιο ἱστορικὸ γεγονός, ἡ ἀναστήλωση τῶν ἁγίων εἰκόνων, σήμερα δὲν γιορτάζουμε τὴν οὕτως ἢ ἄλλως ἔνδοξη ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ τιμοῦμε αὐτὸ ποὺ ἠχεῖ παράξενα στὶς μέρες μας∙ τὴ σημασία τῶν δογμάτων. Τιμοῦμε τὴν Ὀρθόδοξη πίστη, τὴ σχέση της μὲ τὴν ἀλήθεια, τὴν Ὀρθοδοξία ὡς μοναδικὴ ἔκφραση τῆς ἀλήθειας τοῦ Θεοῦ.
Τί εἶναι ὅμως ἀκριβῶς ἡ Ὀρθοδοξία; Εἶναι μία ἀπὸ τὶς πολλὲς θρησκεῖες, ἐνδεχομένως ἡ καλύτερη; Εἶναι μία φιλοσοφικὴ προσέγγιση τῆς μεταφυσικῆς ἀλήθειας, πιθανὸν ἡ πιὸ ὁλοκληρωμένη; Εἶναι μία σημαντικὴ παράδοση ἱστορίας καὶ χριστιανικοῦ πολιτισμοῦ, ἴσως ἡ ἀρχαιότερη; Ἢ μήπως εἶναι κάτι ἄλλο, πέραν ἀπὸ ὅλα αὐτά, πολὺ λεπτὸ καὶ πολὺ βαθύ;
Μόλις πρὸ ὀλίγου, ἀκούσαμε μιὰ εὐαγγελικὴ περικοπή, ἰδιαίτερα ἐνδιαφέρουσα καὶ ἀποκαλυπτική· τὴ συνάντηση καὶ συνομιλία τοῦ Κυρίου μὲ τὸν Ναθαναήλ. Καὶ εἶναι ἀποκαλυπτικὴ μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ὁ Κύριος τοῦ ἀποκαλύπτει καὶ τὸ βάθος τῆς ψυχῆς του καὶ γεγονότα τῆς ζωῆς του μὲ πολὺ ἁπλὸ ἀλλὰ ἐντυπωσιακὸ τρόπο. Τοῦ λέγει ὅτι εἶναι πραγματικὸς Ἰσραηλίτης «ἐν ᾧ δόλος οὔκ ἐστι» (Ἰω. α΄ 47), στοῦ ὁποίου τὴν καρδιὰ δὲν ὑπάρχει πονηρία, δὲν ὑπάρχει κακία, δὲν ὑπάρχει σκληρότητα. Καὶ τὸ λέγει αὐτὸ χωρὶς προηγουμένως νὰ τὸν γνωρίζει, χωρὶς κάποιος νὰ τοῦ τὸ ἔχει πεῖ. Ἐκεῖνος ξαφνιάζεται καὶ τότε ὁ Κύριος προβαίνει σὲ δεύτερη ἀποκάλυψη· ὅτι λίγο πρὶν Τὸν πλησιάσει τὸν εἶδε νοερὰ νὰ κάθεται κάτω ἀπὸ μιὰ συκιά. Τότε, ἔκπληκτος ὁ Ναθαναὴλ ξεσπᾶ σὲ μιὰ ὁμολογία πίστεως, «ὅτι σὺ εἶ ἀληθῶς ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ Βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ» (Ἰω. α΄ 49). Ὁ Κύριος δὲν μένει σὲ αὐτό, ἀλλὰ πολὺ ἁπλᾶ τοῦ ἀπαντᾶ «ὅτι εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψει» (Ἰω. α΄ 50)· σὲ ἐξέπληξε τὸ ὅτι σὲ εἶδα ποὺ καθόσουν κάτω ἀπό τὴ συκιά; Δὲν εἶναι τίποτε τὸ νὰ σοῦ ἀποκαλύψω κάτι ἀπὸ τὴ ζωή σου, τὸ νὰ σὲ ἀποκαλέσω ἐνδεχομένως μὲ τὸ ὄνομά σου, ἐνῶ δὲν γνωριζόμαστε, ἢ τὸ νὰ φανερώσω καὶ κάποια ἀπὸ τὰ βαθύτερα μυστικά τῆς ψυχῆς σου. Ἂν ἔρθεις κοντά μου, «μείζω τούτων ὄψει», πολὺ μεγαλύτερα πράγματα πρόκειται νὰ δεῖς∙ καὶ αὐτὴν τὴν μεγάλη ὁμολογία ποὺ ἔκανες πολὺ διαφορετικὰ θὰ τὴν ἐπαναλάβεις καὶ θὰ τὴν ἀντιληφθεῖς.
Σὲ αὐτὴν ἀκριβῶς τὴ ρήση τοῦ Κυρίου ἀξίζει νὰ ἑστιάσουμε γιὰ λίγο τὴν προσοχή μας. Ποιά ἆραγε εἶναι αὐτὰ τὰ μεγαλύτερα; Τί θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι μεγαλύτερο ἀπὸ μία προορατικὴ καὶ διορατικὴ ἱκανότητα; ἀπὸ ἕνα ἐντυπωσιακὸ σημεῖο; ἀπὸ μία συνάντηση ποὺ ὁδηγεῖ στὴν αὐθόρμητη ὁμολογία ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός; Μέσα σὲ αὐτὰ τὰ ὑπερθετικὰ μείζονα κρύβεται ἡ βαθύτερη ταυτότητα καὶ οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ διαφύλαξη, ἡ φανέρωση, ἡ μαρτυρία καὶ ἡ θέα τῶν μειζόνων καὶ ἀπὸ τὰ μεγάλα καὶ στὴ συνέχεια ἡ ἐξ αὐτῶν ἀπορρέουσα ἀναγνώριση καὶ ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ ὡς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.
Τὸ περιστατικὸ μὲ τὸν Ναθαναὴλ ἀναφέρεται στὸ α΄ κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγελίου. Λίγο παρακάτω παρατίθενται κάποια λίγα μὲν ἀλλὰ χαρακτηριστικὰ θαύματα τοῦ Κυρίου. Τὸ πρῶτο εἶναι τὸ θαῦμα τῆς Κανά, τῆς μετατροπῆς τοῦ νεροῦ σὲ κρασί, ἀκολουθεῖ αὐτὸ τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντακισχιλίων, στὴ συνέχεια ἡ κατασίγαση τῆς τρικυμίας, ἡ ἀνάβλεψη τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ - ὅλα αὐτὰ ἀσφαλῶς πιὸ ἐντυπωσιακὰ ἀπὸ τὸ πρῶτο.
Ἡ ἁλυσσίδα τῶν μεγάλων καὶ συγκλονιστικῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ ἀποκορυφώνεται στὸ ια΄ κεφάλαιο μὲ τὴν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου. Χωρὶς ἀμφιβολία ἐδῶ ἔχουμε φτάσει στὸ μέγιστο τῶν σημείων. Ὁ Λάζαρος «τεταρταῖος» νεκρός, τέσσερις μέρες στὸν τάφο, ποὺ «ὄζει», μυρίζει, καὶ ὁ Κύριος τὸν ἀνασταίνει καὶ μετὰ συνεστιάζεται μαζί του. Ὁ Κύριος ὑπερβαίνει τὸν χρόνο καὶ τὴ λογική, ἐξέρχεται ἀπὸ τὰ ἀνθρώπινα μέτρα, εἶναι κυρίαρχος τῆς φύσης, κυριαρχεῖ καὶ στὴ ζωὴ καὶ στὸν θάνατο.
Εἶναι ὅμως αὐτὰ τὰ «μείζονα» τὰ ὁποῖα ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος στὸν Ναθαναήλ ἢ μήπως καὶ κάτι ἄλλο;
Ὁ Ἰωάννης στὸ Εὐαγγέλιο καὶ στὶς Ἐπιστολές του χρησιμοποιεῖ συχνὰ τὴ λέξη «μεῖζον»∙ μιλάει γιὰ μεγάλα –γι’ αὐτὰ ποὺ ἐπιδιώκονται, ποὺ κατανοοῦνται- καὶ στὴ συνέχεια γιὰ «μείζονα», γιὰ ἀκόμη μεγαλύτερα -γι’ αὐτὰ ποὺ ἀποκαλύπτονται, μέσα στὰ ὁποῖα κρύβεται ἡ ἀλήθεια. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἐνῶ ὁμιλεῖ γιὰ τὰ μοναδικὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ στοὺς πιστοὺς τῆς πρώτης Ἐκκλησίας, προχωρεῖ στὰ «κρείττονα» χαρίσματα καὶ ἀναφέρεται στὴν ἀρετὴ τῆς ἀγάπης ὡς τὸ «μέγα μυστήριον» καὶ ὡς «καθ’ ὑπερβολὴν ὁδόν»: «ζηλοῦτε δὲ τὰ χαρίσματα τὰ κρείττονα. Καὶ ἔτι καθ’ ὑπερβολὴν ὁδὸν ὑμῖν δείκνυμι» (Α΄ Κορ. ιβ΄ 31).
Αὐτὴν τὴν ἀγάπη ὁ Ναθαναὴλ δὲν τὴν ἄκουσε μόνον ὡς διδασκαλία∙ τὴν εἶδε ἔκδηλη στὸ πρόσωπο καὶ στὴ ζωὴ τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου ὡς τὸ μεῖζον καὶ κρεῖττον ὅλων τῶν χαρισμάτων, τῶν ὑπερβατικῶν σημείων καὶ τῶν ἀρετῶν, ὡς μεῖζον καὶ αὐτῶν τῶν θαυμάτων τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Ἰωάννης ὅμως συνεχίζει καὶ μὲ ἄλλα παράδοξα καὶ μείζονα. Λέει κάπου ὁ Κύριος· «ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ τὰ ἔργα ἃ ἐγὼ ποιῶ κακεῖνος ποιήσει καὶ μείζονα τούτων ποιήσει» (Ἰω. ιδ΄ 12). Ὁ λόγος αὐτὸς ἀξίζει ἰδιαίτερης προσοχῆς! Κάθε πιστὸς ποὺ συντηρεῖ τὴν ἐνέργεια τοῦ βαπτίσματός του στὴν κολυμβήθρα τῆς Ἐκκλησίας μας τὰ ἔργα ποὺ ὁ Κύριος ἐποίησε ποιεῖ καὶ μπορεῖ «μείζονα τούτων» νὰ ἐπιτελέσει.
Αὐτὸ συνέβη μὲ τοὺς ἁγίους ἀποστόλους. Αὐτοί, ὅπως ἀναφέρεται στὸ ε΄ κεφάλαιο τῶν Πράξεων, ἔκαναν «σημεῖα καὶ τέρατα» (στ. 12), ὁ δὲ Πέτρος θεράπευε καὶ μὲ μόνη τὴ σκιά του (στ. 15). Κάτι τέτοιο δὲν συνέβη μὲ τὸν Κύριο. Ἀνάλογα καὶ μεγαλύτερα κατορθώματα συναντᾶ κανεὶς καὶ στὰ μαρτύρια τῶν ὑπολοίπων ἀποστόλων καὶ γενικὰ στὴ ζωὴ τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἅγιος Ἀλύπιος ἔζησε πενήντα τρία συναπτὰ χρόνια πάνω σὲ μιὰ κολώνα· γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάσθηκε κιωνίτης! Ἡ ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία ἀποτελεῖ ἕνα ἄλλο παράδειγμα. Ὁ Κύριος ἔζησε σαράντα μέρες στὴν ἔρημο. Αὐτὴ ἔζησε σὲ πλήρη μόνωση σαράντα ἑπτὰ χρόνια στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου. Αὐτὸ εἶναι ὄντως μεγάλο! Εἶναι ὅμως καὶ τὸ μεῖζον;
Ὄχι! Αὐτὸ δὲν εἶναι τὸ μεῖζον. Αὐτὸ δείχνει τὸ μεῖζον. Ὁ Κύριος δὲν κρατάει τὴ δύναμη Του γιὰ τὸν ἑαυτό Του, γιὰ νὰ ἐπιτελεῖ μόνον Αὐτὸς σημεῖα. Δὲν κρατάει γιὰ τὸν ἑαυτό Του τὴν ἁγιότητα ἢ τὸν λόγο Του, γιὰ νὰ τὰ προσφέρει σὲ μᾶς, νὰ κοιτοῦμε ἐντυπωσιασμένοι καὶ νὰ εἴμαστε ἐκτός. Ἀλλὰ τὰ προσφέρει ὅλα, καὶ δύναμη καὶ λόγο καὶ ζωὴ ὡς δυνατότητα στοὺς πιστούς, ἔστω καὶ ἂν εἶναι μικροί, ἀδύναμοι ἢ καὶ ἁμαρτωλοί. Εἶναι κοινωνούμενος, «προσφέρων καὶ προσφερόμενος, κλώμενος καὶ ἐκχυνόμενος καὶ διαδιδόμενος». Αὐτὸ εἶναι τὸ μεῖζον. Τὸ ὅτι ποιοῦν οἱ ἄνθρωποι καὶ μείζονα στὸ ὄνομά Του εἶναι ἀπόδειξη τῆς κοινωνίας Του. Αὐτὸ τὸ δῶρο, ἀποτελεῖ μείζονα ἐμπειρία ἀπὸ τὴν ἀποκάλυψη ποὺ ἔκανε στὸν Ναθαναήλ.
Ἂς προχωρήσουμε ἕνα ἀκόμη βῆμα. Λίγο πρὶν μιλήσει ὁ Κύριος γιὰ τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα Του στοὺς μαθητὲς καὶ στοὺς παρόντες ἐκεῖ Ἰουδαίους, λέγει τὸ ἑξῆς: «ὁ γὰρ πατὴρ φιλεῖ τὸν υἱὸν καὶ δείκνυσιν αὐτοῦ πάντα ἃ αὐτὸς ποιεῖ καὶ μείζονα τούτων δείξει αὐτῷ ἔργα ἵνα ὑμεῖς θαυμάζητε» (Ἰω. ε΄ 20), δηλαδὴ ὁ Θεὸς Πατὴρ ἀγαπᾶ τόσο τὸν Θεὸ Υἱό, τὸν Κύριο, ὥστε κάθε τι τὸ ὁποῖο κάνει Τοῦ τὸ φανερώνει καὶ τὸ ἐνεργεῖ μαζί Του, ἀλλὰ καὶ διὰ Αὐτοῦ θὰ δείξει καὶ μεγαλύτερα ἔργα, ποὺ ἐσεῖς θὰ τὰ θαυμάζετε.
Ποιὰ εἶναι αὐτά τὰ μεγαλύτερα ἔργα τοῦ Θεοῦ; Εἶναι ἡ Θεία Οἰκονομία, δηλαδὴ τὸ γεγονὸς τῆς Ἐνσαρκώσεως τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου, ἡ Μεταμόρφωση, τὸ Πάθος, ἡ Ἀνάσταση, εἶναι προηγουμένως ἡ προσφορά τοῦ μυστηρίου κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, εἶναι ἡ Ἀνάληψη, ἡ Πεντηκοστή. Αὐτὰ ὅλα συναποτελοῦν τὸ μεῖζον ἔργο τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀποκάλυψη αὐτοῦ τοῦ ἔργου εἶναι ὅ,τι μεγαλύτερο μπορεῖ νὰ δοθεῖ σὲ ἕναν πιστό. Αὐτὸ γίνεται μέσα ἀπὸ τὴ βίωση τῆς θεολογίας. Στὴν οὐσία εἶναι διὰ πίστεως μετοχὴ στὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας, μετοχὴ στὰ γεγονότα ποὺ προηγοῦνται ἀπὸ ἐμᾶς καὶ ἕπονται. Ὁ Ναθαναὴλ δὲν εἶδε τὴ Γέννηση τοῦ Κυρίου, δὲν ἦταν παρὼν στὴ Μεταμόρφωση, οὔτε ἀπὸ ὅ,τι φαίνεται στὶς ἀναφορές τῶν εὐαγγελιστῶν, ἦταν παρὼν στὴ Σταύρωση καὶ φυσικὰ κανεὶς δὲν ἦταν παρὼν στὴν Ἀνάσταση. Δέχθηκε ὅμως τὴν ἀποκάλυψη τοῦ μυστηρίου. Συνήντησε τὸν Κύριο Ἀναστάντα «ἐπὶ τῆς θαλάσσης τῆς Τιβεριάδος» (Ἰω. κα΄ 1,2). Αὐτὸ εἶναι τὸ μεῖζον, γιὰ τὸ ὁποῖο τελικὰ ἔδωσε καὶ τὴ ζωή του.
Ἔτσι, ὁ κάθε ἕνας μας δὲν βλέπει μόνο τί κάνει ὁ Θεὸς οὔτε μόνο τί δίνει ὁ Θεός, ἀλλὰ μπορεῖ τελικὰ νὰ ἀναγνωρίσει ποιὸς εἶναι ὁ Θεός. Ὄχι μόνον νὰ δεῖ τὰ ἔργα Του, οὔτε νὰ διακρίνει τὶς ἐνέργειές Του, οὔτε τὰ σημεῖα ποὺ ἔμμεσα Τὸν φανερώνουν, ἀλλὰ νὰ ἀντικρύσει Αὐτὸν «καθὼς ἐστίν», ὅπως λέγει ὁ Ἰωάννης (Α΄ Ἰω. γ΄ 2). Νὰ ζεῖ τὸν Θεὸ ὄχι ὅπως Τὸν φαντάζεται, οὔτε ὅπως Τὸν περιγράφουν τὰ βιβλία, ἀλλὰ ὅπως τοῦ ἀποκαλύπτεται ὁ Ἴδιος, ὅπως Αὐτὸς εἶναι.
Ὀρθόδοξία εἶναι ἡ θέα τῶν μειζόνων. Ἡ ἐμπειρία τοῦ «καθὼς ἐστίν». Ἡ χρήση ὅλων αὐτῶν τῶν ὑπερθετικῶν ἁγιογραφικῶν ὅρων, ὅπως τὸ μεῖζον τῶν σημείων, τὰ κρείττονα τῶν χαρισμάτων, τὸ περισσὸν τῆς ζωῆς, τὸ καινὸν μυστήριον, τὸ ὑπερπερίσσευμα τῆς χάριτος, ἀποτελεῖ τὸ περίγραμμα τοῦ Ὀρθόδοξου φρονήματος. Ἡ Ὀρθοδοξία μεταφέρει τὴν ἀλήθεια τῆς θεότητος στὴν πραγματικότητα τῆς ζωῆς, μπολιάζει τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν ἐμπειρία τοῦ ἀκτίστου, τοῦ ἀκατανοήτου, τοῦ ἀπρόσιτου. Μὲ τὸν τρόπο αὐτόν, ἀνάγει τὴν ψυχὴ τοῦ κάθε πιστοῦ στὸ μέγιστο τοῦ ὕψους της, τῆς προσδίδει τὴ μεγαλύτερή της ἔκταση, τὴν διαστέλλει καὶ τελικῶς μὲ ὁρμὴ τὴν ὠθεῖ στὸ πιὸ ἀπόμακρο σημεῖο ποὺ αὐτὴ μπορεῖ νὰ φθάσει. Τὴν βγάζει ἀπὸ τὰ στενὰ ὅρια τοῦ ἀνθρώπινου καὶ τὴν μεταφέρει στὴν «ἐλευθερία τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. η΄ 21).
Ὅλα αὐτὰ προσφέρονται ἔστω καὶ ἄν ἐμεῖς δὲν θὰ τὰ καταφέρουμε, ἔστω καὶ ἂν μᾶς φαίνονται τόσο μεγάλα ποὺ δὲν μποροῦμε οὔτε νὰ τὰ σκεφτοῦμε. Καὶ ἀσφαλῶς ἔτσι εἶναι. Παρὰ ταῦτα, ἡ Ἐκκλησία μας τὰ διαφυλάσσει ὡς ἄλλη κιβωτός, τὰ ἐπαναλαμβάνει καὶ τὰ προσφέρει διαρκῶς στοὺς πιστοὺς ὡς βίωμά της καὶ ὡς ὅραμα καὶ προοπτική μας. Ἀκόμη κι ἂν δὲν ζήσουμε αὐτὲς τὶς μείζονες καταστάσεις, τουλάχιστον μποροῦμε νὰ ἐμπνεόμαστε ἀπὸ αὐτές, νὰ τὶς ἐπιθυμοῦμε, νὰ τὶς πιστεύουμε ὅτι ὑπάρχουν, νὰ τὶς διακρίνουμε στὸν ὁρίζοντα τῶν προοπτικῶν μας, νὰ διαμορφώνουν τὸ φρόνημα καὶ τὸν προορισμό μας, νὰ ξεπερνοῦμε μὲ τὸ πνεῦμα καὶ τὸ ἦθος τους τὶς ὅποιες κρίσεις μας.
Οἱ ὅροι ποὺ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία χρησιμοποιεῖ στὴ θεολογία της ἐκφράζουν τὴν ἀνωτέρα δυνατὴ κατάσταση καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Αὐτὴν τῆς θεώσεως, δηλαδὴ τῆς μετὰ τοῦ Θεοῦ κοινωνίας, γύρω ἀπὸ τὴν προοπτικὴ τῆς ὁποίας δομεῖται ἡ Ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀπάντηση τῆς Ὀρθοδοξίας στὴν διὰ μέσου τῶν αἰώνων προσπάθεια ἀπομείωσης τοῦ ἀνθρώπου ὡς εἰκόνας τοῦ Θεοῦ καὶ ἰσοπέδωσής του στὸ ἐπίπεδο τῆς ἐφημερότητος καὶ τῆς βιολογικῆς ζωικότητος.
Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι ἕνα θρησκευτικὸ ἰδεολόγημα ποὺ καλεῖται κανεὶς νὰ υἱοθετήσει, οὔτε ἕνα θεολογικὸ φιλοσόφημα ποὺ πρέπει νὰ ἀποδεχθοῦμε, οὔτε ἕνα ἠθικὸ σύστημα μὲ τὸ ὁποῖο ἀρκεῖ ὁ πιστὸς νὰ συμμορφωθεῖ. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἀλήθεια ποὺ προτρέπεται ὁ καθένας μας νὰ πιστεύσει, σύμφωνα μὲ αὐτὴν νὰ ζήσει καὶ μέσα ἀπὸ αὐτὴν νὰ ἐλευθερωθεῖ. Εἶναι ἡ θέα τῶν μειζόνων καὶ ἀπὸ τὰ θαύματα, εἶναι ἡ ἐπιλογὴ τῶν κρειττόνων καὶ ἀπὸ τὰ χαρίσματα, εἶναι ἡ ὁδὸς τῆς ἀνάδειξης τοῦ ἀνθρώπου σὲ θεόμορφο πλάσμα, εἶναι θεία ἀποκάλυψις ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἑτερότητα τῆς λογικῆς, εἶναι ἡ μόνη διέξοδος στὰ ἀδιέξοδα τῶν πάσης φύσεως προσωπικῶν ἢ καὶ κοσμικῶν κρίσεων.
Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ βίωση τῆς μετάνοιας, ὅπως παρουσιάζεται στὴν ἀκρότητά της ὡς μείζων πύλη σωτηρίας στὸν βίο τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας τὴν ὁποία καὶ θὰ τιμήσουμε τὴν Ε΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν∙ εἶναι ἡ ὁδὸς τῶν ἀρετῶν, ὅπως αὐτὴ ἀναδεικνύεται ὡς μείζων ἔργο τοῦ κάθε πιστοῦ στὸ ὑπέροχο βιβλίο τῆς Κλίμακος τοῦ Ἰωάννου ποὺ θὰ θυμηθοῦμε τὴν Δ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν∙ εἶναι ὁ θησαυρὸς τῆς θεολογίας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, τοῦ ὁποίου τὴ μνήμη θὰ γιορτάσουμε τὴν προσεχῆ Β΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν καὶ ἡ ὁποία ἀναδεικνύει τὴ θέωση ὡς μείζονα προοπτικὴ τοῦ ἀνθρώπου∙ εἶναι ἡ ἀναγνώριση τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου, τὸν ὁποῖο θὰ προσκυνήσουμε τὴν Γ΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν ὡς ζωὴ καὶ ἀνάσταση. Τί τούτων μείζων;
Εἶναι μεγάλη εὐλογία νὰ εἶναι κανεὶς Ὀρθόδοξος χριστιανός. Εἶναι ἀναγκαῖο νὰ δοξάζουμε τὸν Θεὸ ποὺ βαπτισθήκαμε Ὀρθόδοξοι καὶ μποροῦμε νὰ ἀναβαπτιζόμαστε στὴν κολυμβήθρα αὐτῶν τῶν ἀληθειῶν. Εἶναι ὄντως τὸ μεῖζον τῶν δώρων. Γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι ἀπόλυτα ἀναγκαῖο νὰ ἐπιστρέψουμε τελικά στὴν αὐθεντικὴ Ὀρθοδοξία μας. Κυρίως ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι! Οἱ γεννημένοι Ὀρθόδοξοι νὰ γίνουμε γνήσιοι Ὀρθόδοξοι. Νὰ δώσει ὁ Θεὸς γιὰ ὅλους μας! Ἀμήν!
Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής Νικόλαος
θεολογικώτατη ἐγκύλιος. Εὐχαριστοῦμε.
ΑπάντησηΔιαγραφή