Δευτέρα 20 Αυγούστου 2012

ΣΤΗ ΣΟΥΜΕΛΑ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ ΤΟ 15ΑΥΓΟΥΣΤΟ 2012 - Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος

Μέχρι 3 ημέρες πριν δεν πήγαινε ο νους μου ότι θα πήγαινα ποτέ στον Πόντο 15αύγουστο. Το τηλεφώνημα από το Φανάρι με βρήκε στη Σαμοθράκη να ετοιμάζομαι για το προσκύνημα των Θρακών στην Κοσμοσώτηρα στις Φέρες.
Και τότε όλα άλλαξαν γύρω μου. Δεν έχω ποντιακή ρίζα, παρά το σε -ίδης επίθετό μου. Όμως τί σημασία έχει. Η ιστορία μας είναι συλλογικά κοινή, όπως και η Παναγία.
Η ελληνική αποικία των Μιλησίων στον Εύξεινο, η Μονή Σουμελά, οι Μεγαλοκομνηνοί, ο ξεριζωμός, τα κειμήλια από την κρύπτη τους μέχρι το Βέρμιο, όλα στριφογύριζαν στο μυαλό μου καθώς με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, αποβιβαζόμασταν στο αεροδρόμιο της Τραπεζούντας. Πρόξενοι, Ψάλτες του Φαναρίου, γνωστοί συνεργάτες του Κέντρου της Ορθοδοξίας, ήταν όλοι εκεί. Ένας κόσμος που φαίνεται ξένος με τη σημερινή Τουρκία, όμως τόσο οικείος και παλιός, ριζωμένος μέσα στα σπλάχνα της, να αναπνέει μέσα στα γονίδια αυτής της γης και να τον συναντάς πίσω από κάθε ιστορική πτυχή της.
 
Ξεκινήσαμε πρωί. Σκεπτόμουν· σε ποιό άραγε σημείο της Λειτουργίας να βρίσκονται τώρα οι κατάμεστοι Ναοί της Επαρχίας μου; Αφήσαμε αγουροξυπνημένη την ανυποψίαστη σημερινή Trabzon, περάσαμε χωριά, την Ματσούκα, μπήκαμε στο βουνό Μελά με την πανύψηλη βλάστηση, έπειτα σ' ένα πλακόστρωτο δρόμο, σ' ένα χωματόδρομο και με τα πόδια, πάνω από ρίζες δένδρων και από πέτρινες σκάλες, αντικρύσαμε το Μοναστήρι. Ώστε αυτό ήταν! Αυτό είναι!
Το ωράριο που είχαμε στη διάθεσή μας δεν άφηνε περιθώρια για συλλογισμούς και 15αυγουστιάτικους ρεμβασμούς.
Φορέσαμε τα άμφιά μας μέσα στο βραχώδες Καθολικό και κάτω από τις κατεστραμμένες αγιογραφίες αρχίσαμε στη μικρή αυλή τη θεία Λειτουργία. Πόσα να προλάβεις στη διάρκειά της να σκεφτείς και να προσευχηθείς. Ένιωθα σταματημένο το μυαλό μου, μόνο συσσώρευα εικόνες, πρόσθετα πρόσωπα, φανταζόμουν την αεικίνητη ζωή του Μοναστηριού, που τώρα το έβλεπα να χάσκει γυμνό και έρημο και να εκδικείται με τη σιωπή του κάθε ανίδεο τουρίστα του.
Η Ευχαριστία προχωρούσε, μα, -"γιατί βιαζόμαστε;" -"τί θέλεις; να χωρέσει σε μια Λειτουργία όλη η λατρευτική ζωή που στερήθηκε ο τόπος επί δεκαετίες;"
Ένιωθα ότι μόνο οι χαρακωμένες αγιογραφίες του Ναού καταλάβαιναν και, οι πεισματάρες, λες και ζωγραφίστηκαν χθές, επιμένουν να ομολογούν την Ανάσταση σ' ενα κόσμο γύρω τους πεθαμένο. Δεν ωφελούν τα αισθήματα και τα δάκρυα είναι τόσο λίγα! Πόσες γενιές Ποντίων κρατούσαν στη μνήμη τους και στην καρδιά τους το χώρο τούτο, μέχρι που έκλεισαν τα μάτια τους στην Ελλάδα. Μαζύ τους χάθηκε ένας ολόκληρος κόσμος ιδεών και πραγμάτων.
Η Λειτουργία προχωρούσε με το σοβαρό πατριαρχικό ρυθμό της. Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος άρχισε να μνημονεύει. Το πλήθος αύξανε. Πλημμύριζε τις αυλές της Μονής, έμπαινε στα άδεια δωμάτια, καθόταν στα πεζούλια, τις στενές ταράτσες. Το τοπίο "άνοιγε".
Πίσω από ένα παράθυρο ενός μικρού ναϊδίου πρόβαλαν δυό νεανικά πρόσωπα. Μά! πού βρέθηκαν εδώ; Ναί! αυτοί ήταν, οι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος που έφεραν εδώ την εικόνα της Παναγίας Αθηνιώτισσας κι έκτισαν τη Μονή. Απέναντι από την δική μας εξέδρα, όπου λειτουργούσαμε, μια ξεχωριστή τέντα -πότε την έστησαν; το πρωΐ που ήρθαμε δεν την πρόσεξα- με Σινωπέους μονοκεφάλους κεντημένους στις γωνίες της και από κάτω σε επίσημο δίφρο καθόταν σκεπτικός ο Αλέξιος Γ´, (τον γνώρισα από τον θυρεό) νέος κτίτωρ κι αυτός.
Πρίν την Είσοδο, ακούσαμε ψιθύρους και αναταραχή στη σκάλα που κατέβαινε στην πλατεία της Μονής. Οι τουρίστες που την είχαν καταλάβει, παραμέρισαν με σεβασμό, οι αστυνομικοί κύτταζαν απορημένοι. "Κάποιο γκρούπ θα έρχεται", σκέφτηκα. Ήταν επίσημη πολυμελής συνοδεία. Η οικογένεια των Μεγαλοκομνηνών μόλις είχε φτάσει. Οι καμπάνες χτυπούσαν ασταμάτητα. Νάτοι! τους γνώρισα. Προπορεύονταν τα εγγόνια του Ανδρονίκου Α', Αλέξιος και Δαβίδ, οι ιδρυτές της Δυναστείας κι ακολουθούσαν ο Ιωάννης Β´, ο Μανουήλ Γ´, ο Βασίλειος Α´ και οι υπόλοιποι. Στα χέρια τους κρατούσαν δώρα, ακριβά και πολύτιμα που είχαν προσφέρει κατά καιρούς στη Μονή. Στάθηκαν όρθιοι, μπροστά δεξιά, αφού πρώτα με νεύμα σεβαστικό χαιρέτησαν τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο.
Έπειτα οι τζανταρμάδες άνοιξαν δρόμο στις Δέσποινες καθώς αργά προχωρούσαν κι εκείνες με πρώτη την Ειρήνη Παλαιολογίνα και τις έφεραν στο αριστερό μέρος της αυλής, μπροστά στο Ηγουμενείο. Οι αυλικοί που συνόδευαν το Αρχοντοσόϊ, ανακατεύτηκαν με το πλήθος των τουριστών στο κέντρο. Κάποιος φώναξε: -"παρακαλώ, μήν κλείνετε αυτό το διάδρομο!"
Εκεί, σε στασίδι μπροστά στον τοίχο, καθόταν ακουμπισμένος ο μητροπολίτης Χρύσανθος και δίπλα του, σε χαμηλότερο βάθρο, ο τελευταίος Ηγούμενος. Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος συνέχιζε την μνημόνευση, οι ψάλτες έψαλαν μα, ο Θεός να με συγχωρέσει, οι μοναχοί σταματημό δεν είχαν! Μπαινόβγαιναν από τις πόρτες των κελλιών τους στο μαγειρείο, στις αποθήκες και στο αρχονταρίκι. Ετοίμαζαν κεράσματα, καφέδες και το γεύμα. Φτάσαμε στη μεγάλη Είσοδο, δυό διάκονοι πίσω από τα Άγια, κρατούσαν και εισόδευσαν ένα σεντούκι ανοιχτό με την εικόνα, τον τίμιο Σταυρό και το Ευαγγέλιο και πίσω ο π. Αμβρόσιος Σουμελιώτης που τα έφερε στο Βέρμιο το 1931. Ήταν όλοι εδώ. Ήταν όλα εδώ. Πού χώρεσαν τόσοι πολλοί!
Μά, τώρα, γιατί αργεί τόσο τη Λειτουργία ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος; Ας συντομεύει! Όλο έρχεται κόσμος, φορεμένοι με ρούχα περασμένων εποχών, χιλιάδες θα είναι, δεν έχει τόπο πλέον μήτε να σταθούν οι άνθρωποι, άρχισαν αιωρούνται πάνω από τα κτίρια μέχρι τον ψηλό βράχο και μέχρι απέναντι.
Ίσως είναι κι επικίνδυνο στατικά! Τα κτίρια, λεηλατημένα και καμμένα, έχουν παραμεληθεί, τόσες δεκαετίες! Α! να, σ' ένα μισογκρεμισμένο μπαλκόνι βλέπω τους μεγάλους Σουλτάνους· δωρητές κι εκείνοι της Μονής στα χρόνια τους. Ο κοντόχοντρος πρέπει να' ναι ο Βαγιαζίτ Β', δίπλα του ο Σελήμ Α', πίσω τους ο Μουράτ Γ' και τελευταίος ο Αχμέτ Γ'. Σαν θλιμμένοι μου φαίνονται, για την κατάντια της σημερινής Σουμελά που εκείνοι τίμησαν, μα σ' αυτό, εμένα λόγος δεν μου πέφτει!
Στο κήρυγμά του ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος μίλησε για την Παναγία που μας προσκάλεσε στον Πόντο για τρίτη φορά εφέτος. Για την ανοιχτή αγκαλιά της, για την ελεγκτικά αγαπητική της ματιά και για το αστραφτερό της πρόσωπο. Για το διαρκές θαύμα στη ζωή της που συνεχίζεται σαν θαύμα της Εκκλησίας. Που πέθανε, κι όμως ζεί! Που κοιμήθηκε, κι όμως αγρυπνεί. Που διεπέρασε την καρδιά της ρομφαία κι όμως δίνει χαρά κι ελπίδα σε όλους μας. Και κυρίως προοπτική στην αιωνιότητα.
Ευχαρίστησε όλους που ήρθαν από διάφορα μέρη της γης κατά τη σημερινή ημέρα. Και ευχήθηκε σε όλους "και του χρόνου"!
Καθώς κατεβαίναμε γοργά, μέσα στο θρόϊσμα των δένδρων, όλα έτρεχαν μαζύ μας. Η ψιλή βροχή, ασταμάτητα δάκρυα σκιών, ψυχών που έφευγαν διωγμένες το 1923, εγκαταλείποντας τον επί 3 χιλιάδες ελληνικό και ρωμαίϊκο τόπο, για να ρθούν στην Ελλάδα "οι τουρκομερίτες"!
Το απόγευμα, στις εθιμοτυπικές επισκέψεις στο Δήμαρχο της Ματσούκα και στο Νομάρχη της Τραπεζούντας, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, απάντησε σε επίμονες ερωτήσεις των δημοσιογράφων για την πρόταση του Αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως, να μετατραπεί η Αγία Σοφία της Τραπεζούντας από μουσείο σε τζαμί: "Δεν είναι ανάγκη αλλά πολιτική σκοπιμότητα", είπε και συνέχισε "γεμίστε πρώτα τα άδεια τεμένη που βρίσκονται γύρω"!
Φέτος το 15Αύγουστο του 2012, που έγιναν τα παραπάνω που σας περιέγραψα, στη Σουμελά του Πόντου ήμουν κι εγώ εκεί.

Μητροπολίτης Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου