Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

ΙΕΡΟΘΕΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΔΑΜΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ - Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος

 ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΠΑΤΡΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΙΑΣ
 ΙΕΡΟΘΕΟΣ ΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ (1892-1903)
Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΔΑΜΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Τοῦ Σεβασμιωτάτου
Μητροπολίτου Πατρῶν
κ.κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
 
 (Γ’)
 
«Διετέλεσα ὡς ἱεροκήρυξ τοῦ Νομοῦ Ἀττικοβοιωτίας 7 ἔτη, διδάσκων τόν θεῖον λόγον εἰς Ἀθήνας καί καθ’ ὅλον τόν Νομόν.
Τήν 20ήν Νοεμβρίου 1892 ἐπρότεινέ με ἡ Ἱερά Σύνοδος ὡς ὑποψήφιον τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Πατρῶν καί Ἠλείας, καί τήν 25ην τοῦ ἰδίου μηνός ἐνεκρίθην ὑπό τοῦ Βασιλέως ὡς Ἀρχιεπίσκοπος αὐτῆς. Τήν δέ 6ην Δεκεμβρίου τοῦ αὐτοῦ ἔτους, ἡμέραν τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἐχειροτονήθην Ἀρχιερεύς ἐν τῇ Μητροπόλει Ἀθηνῶν ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Γερμανοῦ Καλλιγᾶ καί τῶν Συνοδικῶν Νεοφύτου Λαρίσσης, Γρηγορίου Δημητριάδος καί Μισαήλ Θαυμακοῦ.
Παρέμεινον εἰς Ἀθήνας μετά τήν χειροτονίαν μου μέχρι τέλος τοῦ μηνός Δεκεμβρίου, καί τήν 3ην Ἰανουαρίου 1893 ἦλθον εἰς Πάτρας, ἔνθα ἐγένετό μοι μεγάλη καί ἐπιβάλλουσα ὑποδοχή ὑπό τῶν ἀρχῶν τῆς πόλεως καί τῶν πολιτῶν αὐτῆς.
Κατά τήν πρότασιν καί χειροτονίαν μου Πρωθυπουργός ἦτο ὁ Χαρ. Τρικούπης καί Ὑπουργός τῶν Ἐκκλησιαστικῶν ὁ Κ. Κοσονάκος.
 
Ἐν Πάτραις τῇ 10ῃ  Ἰανουαρίου 1893.
† Ὁ Πατρῶν καί Ἠλείας Ἱερόθεος»
 
            Αὐτά σημειώνει σχετικά μέ τήν ἐκλογή, τήν χειροτονία του εἰς Ἐπίσκοπον, καί τήν ἐγκατάστασή του στήν Πάτρα, ὁ ἀοίδιμος Ἱερόθεος. Στήν πόλη τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου τόν περιμένει πολλή πνευματική ἐργασία. Ὁ Ἱερός Κλῆρος χρειάζεται κατάρτιση καί πνευματική οἰκοδομή. Ἀναζητεῖ τούς καταλλήλους καί χειροτονεῖ τούς ἀξίους μετά ἀπό προσεκτική πνευματική ἐξέταση καί ἐξαντλητική ἔρευνα γιά τό ἦθος καί τήν εὐσέβειά τους. Οἱ Ἱερεῖς κάθε Σάββατο παρακολουθοῦσαν τήν διδαχή τοῦ ἰδίου τοῦ Ἐπισκόπου, ἐνῷ συνέστησε καί Ἱερατική Σχολή στήν Ἀρχιεπισκοπή. Ὁ βαθύς του πόθος ἦτο νά ἱερατεύουν στό Ἱερό Θυσιαστήριο ἅγιοι Κληρικοί.
            Παράλληλα τόν ἀπασχολοῦσε ἡ πνευματική κατάρτιση τοῦ Λαοῦ. Τά κηρύγματά του παιδαγωγικά, παρακλητικά, ἀλλά καί ἐλεγκτικά. Ἐξέδιδε περιοδικά, ἵδρυσε ἱεραποστολικούς συλλόγους («Ἀπόστολος Ἀνδρέας» καί «Ὀρθοδοξία»), ἐνδιεφέρθη γιά τήν Ἱερά Ἐξομολόγηση, ἵδρυσε βιβλιοθήκη, Σχολή ἀπόρων παίδων, Σχολή τοῦ Λαοῦ. Ἀγωνίστηκε γιά τήν ἀργία τῆς Κυριακῆς, καί περιώδευε συνεχῶς στά χωριά, ὥστε νά στηρίζῃ καί νά διδάσκῃ τό ποίμνιό του.
            «Οἱ βασικοί τομεῖς ὅλης αὐτῆς τῆς δραστηριότητος εἶναι ἀπό τό ἕνα μέρος ἡ μόρφωση κλήρου καί λαοῦ, ἀπό τό ἄλλο ἡ σθεναρά στάση ἔναντι ἀρχῶν καί ἐξουσιῶν. Οἱ δύο αὐτές πλευρές τοῦ ἔργου δείχνουν καί τίς δύο πλευρές τῆς προσωπικότητός του: οἰκοδομητικός καί ἀγωνιστικός, στοργικός, ἀλλά καί γενναῖος...» (Ἀρχιμ. Ἠλία Μαστρογιαννοπούλου, Ἱερόθεος Μητρόπουλος, ὁ φωτισμένος ἱεράρχης, Ἐκδ. Ἑπτάλοφος, Ἀθῆναι 1993, σελ. 11).
            Τό κλειδί ὅμως γιά τήν ἐπιτυχία τοῦ ἔργου του ἦταν τό ὅτι εἶχε τήν δυνατότητα, τό χάρισμα, ἀφ’ ἑνός μέν νά ἐπιλέγῃ τούς ἀρίστους ὡς συνεργάτας, ἀφ’ ἑτέρου δέ νά τούς ἐμπνέῃ σέ ἔργα θαυμαστά καί μεγάλα.
            Χωρίς συνεργάτας καί ὀργάνωση, κανένα ἔργο δέν εἶναι δυνατόν νά ἐπιτευχθῇ. Κυρηναῖοι στό ἔργο τοῦ Ἱεροθέου ἦλθαν οἱ Ἀρχιμανδρίτες Ἠλίας Βλαχόπουλος, Εὐσέβιος Ματθόπουλος (γυιός τῆς ἀδελφῆς τοῦ Ἱεροθέου), Πολύκαρπος Συνοδινός, Εὐγένιος Οἰκονόμου, Σπυρίδων Γιαννουλέας, Γαβριήλ Παπανικολάου, καί Γαβριήλ Φραγκούλης. 
            Μνημειώδεις εἶναι οἱ ἐγκύκλιοι τίς ὁποῖες ἐξαπέλυσε μετά τήν ἐνθρόνισή του στόν Ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τῶν Πατρῶν, οἱ ὁποῖες ἀφοροῦν στήν κατάρτιση τῶν Ἱερέων, στίς ἁρμοδιότητες καί ὑποχρεώσεις τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Συμβουλίων, στά κηρύγματα, καί στά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας.
            Στό περιοδικό «Ἀγάπη» στίς 16.9.1894, ἀναφέρονται τά ἑξῆς: «Ὁ δέ κλῆρος τῶν Πατρινῶν; Ὅπως δυστυχῶς ὁ κλῆρος τῆς Ἑλλάδος. Ἀλλ’ εἶχον τήν εὐτυχίαν αἱ Πάτραι ν’ ἀποκτήσουν πρωθιεράρχην ὄχι εὐλογοῦντα ὑποκριτικῶς τό ποίμνιόν του καί θωπεύοντα μακαρίως τήν πατριαρχικήν γενειάδα του, ἀλλά κληρικόν φίλον τῆς ἐκκλησίας, τῆς προόδου, τῶν μεταρρυθμίσεων. Ὁ Σεβ. Πατρῶν καί Ἠλείας κ. Μητρόπουλος ὑπεχρέωσεν ἅπαντας τούς ὑπ’ αὐτόν κληρικούς νά προσέρχωνται καθ’ Ἑβδομάδα —κατά δέ τήν Μ. Τεσσαρακοστήν καθ’ ἑκάστην— εἰς τόν μητροπολιτικόν ναόν, ὅπου γίνεται διδασκαλία ὄχι μακαρονική, ἀκαδημαϊκή, ἀλλά διδασκαλία πειραματική, οὕτως εἰπεῖν. Ὄχι ματαιολογίαι περί τῆς θεωρίας, ἤ τῶν τύπων, ἀλλά ζωνταναί πραγματεῖαι ἐπί τῆς οὐσίας, τούς δέ ὑποψηφίους διά τό ἱερατικόν σχῆμα μή νομίζετε ὅτι μετά πρώτην σύστασιν τούς μεταμορφώνει εἰς ρασοφόρους. Ὄχι. Τούς προπαιδεύει, τούς προδοκιμάζει καταλλήλως, κάποτε δέ —τούς ὀλιγογραμμάτους— τούς στολίζει μέ γράμματα, καί ὅταν πεισθῇ ὅτι μποροῦν νά ἐκπληρώσουν τά καθήκοντά των, εἴτε ὡς διάκονοι, εἴτε ὡς ἱερεῖς, προβαίνει εἰς τήν κουράν των».
Στό ἴδιο περιοδικό στίς 4.6.1895 διαβάζομε ὅτι ὁ Ἱερόθεος, περιοδεύοντας ἐπί 16 ἡμέρες στήν περιοχή Ἠλείας «δέν ἀφῆκε χωρίον, οὐδέ τό ἐλάχιστον, τό ὁποῖον νά μή ἐπισκεφθῆ, καί εἰς τό ὁποῖον νά μή κάμῃ δύο ἤ τρεῖς θρησκευτικάς ὁμιλίας. Ἄνδρες καί γυναῖκες, μικροί καί μεγάλοι, χωρικοί καί ἀγρόται, ποιμένες καί ποιμενίδες, πᾶσα ψυχή τοῦ δήμου (Ὠλένης) ἐνωτίσθησαν τά ρήματα τῆς σωτηρίας ἐκ τοῦ πνευματικοῦ ποιμενάρχου των. Οὗτος ἐν τῇ εὐαγγελικῇ περιοδείᾳ του παρακολουθεῖτο ὑπό δύο γερόντων πνευματικῶν, τοῦ ἀρχιμ. κ. Εὐγενίου Οἰκονόμου καί τοῦ χαίροντος φήμην ἀσκητοῦ κ. Κυρίλλου. Ὅ,τι ἐμαρτύρει τήν ἀποτελεσματικότητα τοῦ κηρύγματος εἶναι τοῦτο, ὅτι οἱ ἄνθρωποι εὐθύς μετά τήν διδασκαλίαν ἐπεζήτουν τήν ἐξομολόγησιν, εἰς τρόπον ὥστε, καί 10 πνευματικοί πατέρες ἄν ὑπῆρχον, θά εἶχον ἐργασίαν δι’ ὅλης τῆς ἡμέρας. Ἀλλ’ ὁ μέν θερισμός πολύς, οἱ δέ ἐργάται ὀλίγοι. Ὁμοίως πολλήν καί καλήν ἐξομολογήσεως ἐργασίαν ἔκαμεν ἐν Πύργῳ καί ὁ Πρωτοσύγκελλος τοῦ Ἀρχιερέως κ. Γαβριήλ Παπανικολάου. Ἡ μυχία εὐχή παντός χριστιανοῦ εἶναι νά ἐνισχύσῃ ὁ Κύριος καί νά πληθύνῃ τούς ἐργάτας τοῦ ἀμπελῶνος αὐτοῦ ἐν πάσῃ τῇ Ὀρθοδόξῳ Ἐκκλησίᾳ, διότι πολλοί καί ἰσχυροί οἱ πολέμιοι καί μεγάλη ἡ ἔκπτωσις».  
Σημειώνομε ὅτι ἡ ἀπόφαση γιά τήν ἀνέγερση τοῦ περικαλλοῦς Νέου Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου Πατρῶν ἐλήφθη ἐπί ἀοιδίμου Ἱεροθέου τό 1894. Ὅμως δέν εὐτύχησε νά θεμελιώσῃ τόν Ναό.
Ὁ Ἱερόθεος ἔδωσε ὅλο τό βάρος τοῦ ἐνδιαφέροντός του στόν ὑπ’ αὐτόν Ἱερό Κλῆρο καί τόν περιούσιο Λαό τοῦ Θεοῦ καί ἐλησμόνησε παντελῶς τόν ἑαυτό του, ἐφαρμόζων στήν ζωή του, τούς λόγους τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζεῖ δέ ἐν ἐμοί Χριστός».
Ὁ ὑπέρμετρος ζῆλος καί ἡ νυχθημερόν ἐργασία του τόν ὡδήγησαν εἰς σωματικήν ἀσθένειαν, τήν ὁποία ὁ ἴδιος περιγράφει στίς σημειώσεις του ὡς ἑξῆς:
«Τόν Ὀκτώβριον τοῦ 1895 ἠσθένησα ἐκ κρυολογήματος καί πυρετοῦ ἰσχυροῦ. Τότε ἀνεκαλύφθη ὑπό τοῦ Ἰατροῦ Ἰω. Βερροίου ὅτι κατέχομαι ὑπό ζαχαρώδους διαβήτου. Μετέβην εἰς Ἀθήνας πρός θεραπείαν. Ὑποβληθείς εἰς αὐστηράν δίαιταν ὑπό τῶν ἰατρῶν Ὀρφανίδου, Κ. Δηλιγιάννη καί Ἀσημῆ, ἀπηλλάγην σχεδόν, περιορισθέντος κατά πολύ τοῦ νοσήματος. Ἀλλά κατά τάς ἀρχάς Σεπτεμβρίου 1896 ἠσθένησα πάλιν εὑρισκόμενος εἰς περιοδείαν καί ἀνεφάνη τό νόσημα τοῦ διαβήτου.
Ἐπίσης τήν 30ην Ἰανουαρίου 1898 ἠσθένησα ἐπικινδύνως, ὁ δέ Κύριος ἐχαρίσατό μοι τήν ζωήν, οὗ τό θεῖον ὄνομα εἴη εὐλογημένον».
Ἡ δευτέρα περίπτωσις τῆς ἀσθενείας του, συνέβη στό χωριό Μοῖρα, ἐνῷ  λειτουργοῦσε ὁ μακαριστός Ἱερόθεος στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου. Ἐκεῖ αἰσθάνθηκε ζάλη καί ἔπεσε εἰς λιποθυμίαν. Μετεφέρθη μέ τά μέσα τῆς ἐποχῆς  ἐκείνης στήν Πάτρα, ταλαιπωρημένος πολύ, ἀλλ’ εὐτυχῶς οἱ γιατροί κατάφεραν νά τόν σώσουν.
Ὅμως ὁ λαμπρός Ἱεράρχης τῶν Πατρῶν ἐνδιεφέρθη καί γιά τήν ἀνέγερση τοῦ Ἀρχιεπισκοπικοῦ Μεγάρου Πατρῶν καί τοῦ Ἱεροῦ Παρεκκλησίου τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, τό ὁποῖο πρό ὀλίγων μηνῶν, ἀνεκαινίσαμε ἐκ βάθρων καί παρεδώσαμε ἐπισήμως καί πάλι, μετά ἀπό τήν λαμπρή τελετή τῶν Θυρανοιξίων, στήν Θεία Λατρεία (25-9-2012).
Ἐπίσης σημειώνομε ὅτι τό Ἀρχιεπισκοπικό Μέγαρο ἀνεκαινίσθη τό πρῶτον ἐν ἔτει 1980 ὑπό τοῦ ἀειμνήστου Προκατόχου ἡμῶν Νικοδήμου, εἶτα δέ ἀνεκαινίσθη ἅπασα ἡ οἰκοδομή ἔσωθεν καί ἔξωθεν, ὑφ’ ἡμῶν ἐν ἔτει 2011.
Ἄς παρακολουθήσωμε τί γράφει γιά αὐτά τά δύο ἱερά κτήρια ὁ Ἱερόθεος.
«Τό ἔτος 1898-1899, ἀπό τῆς 14ης Ἀπριλίου, δηλονότι τοῦ 1898, μέχρι τῆς 10ης Ἀπριλίου τοῦ 1899 ᾠκοδόμησα τήν Ἀρχιεπισκοπή. Κατῴκησα δέ ἐν αὐτῇ τήν 12ην Μαΐου ἰδίου ἔτους 1899.
Ἐδαπανήθησαν διά τήν οἰκοδομήν,
εἰς ἀγοράν μέν τοῦ οἰκοπέδου        δραχ. 31.714,33,
εἰς τήν οἰκοδομήν δέ                                     47.282,50
ἤτοι τό ὅλον                                                   78.996,50
 
Εἰσέπραξα ἐκ διαφόρων συνδρομῶν        δραχ. 26.165
Ἡμέτερα ἔξοδα ἤ καταβολή                                   52.831,50
(Σύνολον)                                                                   78.996,50
Ἐν Πάτραις τῇ 3ῃ  Ἰουλίου 1899
† Ὁ Πατρῶν καί Ἠλείας Ἱερόθεος».
 
Τό δέ Παρεκκλήσιον «ἤρξατο ἀρχάς Μαΐου καί ἦλθεν εἰς πέρας τήν 24ην Δεκεμβρίου 1899. Ἐγένοντο δέ τά Ἐγκαίνια αὐτοῦ τήν 27ην ἰδίου μηνός καί ἔτους, ἡμέραν τοῦ πρωτομάρτυρος ἁγίου Στεφάνου. Ὥστε διήρκεσεν ἡ οἰκοδομή τοῦ Ἱ. Ναοῦ ἑπτά μῆνας.
Τό ὅλον τῆς δαπάνης, μετά τῆς τοιχοποιΐας τοῦ περιβόλου αὐτοῦ, ἀπ’ ἀρχῆς μέχρι τῆς ἡμέρας τῶν Ἐγκαινίων
ἔφθασεν εἰς                               δραχ. 17.284,75
εἰς ἕτερα διάφορα ἔξοδα
                 τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ                     4.552___
(Σύνολον)                                             21.836,75
Ἐν Πάτραις τῇ 8ῃ  Φεβρουαρίου 1900
† Ὁ Πατρῶν καί Ἠλείας Ἱερόθεος».
 
Ἀλλ’ ἀνεφέρθη ἀνωτέρω ὅτι ὁ μακαριστός προκάτοχος ἡμῶν καί ἐπιφανής Ἱεράρχης εἶχε στάση θαρραλέα ἔναντι τῶν ἀρχῶν καί ἐξουσιῶν. Τά κείμενά του μνημειώδη ἐναντίον τῶν κακοδόξων, τῶν Δυτικῶν προπαγανδιστῶν, ἀλλά καί τῶν μασσόνων, ἀφοῦ ὡς σημειώνει ὁ ἴδιος, «τόν Νοέμβριον τοῦ 1898 ἀνεφύει ἐν Πάτραις τό Μασσονικόν ζήτημα».
Αὐτά θά τά δοῦμε στό Δ’ μέρος τῆς ἀναφορᾶς μας στόν Μακαριστό Ἱερόθεο. 

Μέρος Α,  Β.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου