Κυριακή Γ´Λουκᾶ
Λόγος εἰς τό
Εὐαγγέλιον
Ἐχθρός ἤ Φίλος;
« Μή
κλαῖε» (Λουκ. ζ´13)
«Μή
κλαῖε»
Πόνος βαθύς αὐλακώνει τήν ψυχή τῆς χήρας
μάνας τῆς Ναΐν. Στόν πόνο τῆς χηρείας προστίθεται ὁ πόνος τοῦ ἀπροσδόκητου
θανάτου τοῦ μονάκριβου παιδιοῦ της. Ἡ καρδιά της σπαράσσεται, τά στήθη ἀναταράσσονται
ἀπό τά ἀναφιλητά καί τά μάτια γίνονται βρύσες πού ἀσταμάτητα ποτίζουν τό
ἔδαφος μέ τό ἁλμυρό τοῦ πόνου ὑγρό.
Κόσμος
πολύς άκολουθεῖ τήν πένθιμη πομπή, τήν ὁποία σταματᾶ ξαφνικά στή μέση τοῦ
δρόμου ὁ ἀρχηγός μιᾶς ἄλλης συνοδείας πού τώρα εἰσέρχεται στήν πόλη. Ὁ πόνος
τῆς μάνας συγκινεῖ τήν παναγία ψυχή τοῦ Κυρίου μας, ὁ ὁποῖος μέ συμπάθεια,
γεμάτη θεία μεγαλοπρέπεια τῆς ἀπευθύνει δυό λέξεις: «μή κλαῖε». Καί στή συνέχεια
προστάζει τόν νεκρό μέ λόγια, πού ἀνατρέπουν τούς φυσικούς νόμους καί δημιουργοῦν
θαῦμα. Τά δάκρυα τοῦ πόνου μετατρέπονται σέ δάκρυα χαρᾶς. Ὅμως τό ἐρώτημα μένει
καί βασανίζει τίς ἀνθρώπινες καρδιές: Γιατί τόσος πόνος στή ζωή; Γιατί τόσα
βάσανα, τόσες θλίψεις, τόσα δάκρυα; Γιατί ὁ Δημιουργός, πού φύτεψε στά στήθη
μας τόν πόθο τῆς χαρᾶς καί τῆς ζωῆς μᾶς στέλλει τόν πόνο;
*****
«Μή
κλαῖε»
Στά
ἐρωτήματα αὐτά, ἀδελφοί μου, μόνο ἡ Ὀρθόδοξη χριστιανική πίστη μας μπορεῖ νά δώσει ἔγκυρη καί ὑπεύθυνη ἀπάντηση.
Ἐκεῖ πού οἱ χωρίς πίστη ἄνθρωποι βλέπουν αἰνίγματα καί σκοτάδια ἀδιαπέραστα ἡ
χριστιανική μας πίστη σκορπίζει φῶτα παρηγοριᾶς καί ἐλπίδας. Μᾶς λέει ὅτι
ὑπάρχει πόνος, διότι ἀκριβῶς ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη. Ἐπειδή εἶναι φιλάνθρωπος ὁ
Θεός καί θέλει ἐμεῖς τά πλάσματα τῆς ἀγάπης Του νά ζοῦμε αἰώνια εὐτυχισμένοι,
γι᾽ αὐτό καί ἐπιτρέπει νά πονᾶμε. Ὁπωσδήποτε ἡ ἀπάντηση αὐτή ἠχεῖ παράξενα
στά αὐτιά μας, ἴσως καί μᾶς προκαλεῖ κάποια ἀντίδραση. Θά τήν κατανοήσουμε ὅμως
καί θά ἀναπαυθεῖ ὁ λογισμός μας, ὅταν ἀναζητήσουμε τήν πρώτη πηγή, τήν αἰτία
τοῦ πόνου. Πηγή τοῦ πόνου, ἀδελφοί μου,
δέν εἶναι ὁ Θεός. Ὁ Θεός ὅλα τά ἔργα του τά ἔκαμε «καλά λίαν», πάρα πολύ
ὄμορφα, τέλεια. Πηγή, αἰτία καί μητέρα τοῦ πόνου εἶναι ἡ ἁμαρτία μας. Ἡ
ἀποστασία καί ἀνταρσία μας ἐναντίον τοῦ Βασιλέως Θεοῦ. Πιό ἁπλᾶ, πηγή καί
αἰτία τοῦ πόνου εἶναι ὁ ἐγωϊσμός μας. Διότι στήν οὐσία της αὐτό εἶναι ἡ
ἁμαρτία. Εἶναι ἐγωϊσμός νοσηρός, εἶναι μιά διάστροφη στροφή πρός τό ἐγώ μας. Εἶναι
θεοποίηση τοῦ φτωχοῦ καί ἀδύναμου καί ἀνεπαρκοῦς ἑαυτοῦ μας. Ἐκεῖνος πού
ἁμαρτάνει, ζεῖ μέ τήν ψευδαίσθηση, ὅτι μόνος του μέ ὁδηγό τό λογικό του καί μέ μέσον τήν
δύναμή του θά χτίσει τό οἰκοδόμημα τῆς εὐτυχίας του. Ὁ ἁμαρτωλός ἄνθρωπος
πού ἐπιμένει στήν ἁμαρτία του, εἶναι κυριευμένος ἀπό τό φρόνημα ὅτι μόνος του
τά μπορεῖ ὅλα καί ὅτι ὁ Θεός δέν τοῦ χρειάζεται στή ζωή του. Ὁ μεταπτωτικός ἁμαρτωλός
ἄνθρωπος οὐσιαστικά ἀρνεῖται τόν Θεό καί θεοποιεῖ τόν ἑαυτό του καί τίς
δυνάμεις του. Ζεῖ χωρίς Θεό.
Αὐτή
εἶναι ἡ οὐσία τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλά ὁ χωρισμός ἀπό τόν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ὄντως
ζωή, εἶναι θάνατος. Θάνατος ζωντανός, πού γίνεται συνέχεια αἰσθητός στή
συνείδηση καί τήν καρδιά τοῦ ἁμαρτωλοῦ. Καί ὅταν αὐτός ὁ χωρισμός ἀπό τόν Θεό
ὁριστικοποιηθεῖ, τότε ὁ θάνατος γίνεται ἀθάνατος, δηλαδή γίνεται κόλαση αἰώνια.
Ὁ
Θεός μας, ὅμως εἴπαμε, εἶναι ἀγαθός, εἶναι
αὐτή ἡ Ἀγάπη καί δέν θέλει τόν ἄνθρωπο νεκρό καί κολασμένο. Δέν τόν θέλει
χωρισμένο ἀπό τό φῶς καί τήν χάρη Του, τήν χαρά καί τή ζωή τοῦ Δημιουργοῦ του.
Καί μέ τήν θαυμαστή σοφία του τοῦ στέλλει δάσκαλο καί ὁδηγό καί παιδαγωγό τόν πόνο.Ὅπως
ἕνας φρόνιμος καί συνετός πατέρας ὁ ὁποῖος θέλει νά παιδαγωγήσει σωστά τά
παιδιά του, νά τά βοηθήσει νά δημιουργήσουν καλό χαρακτήρα, ἄρτια καί
ὁλοκληρωμένη προσωπικότητα, νά τά προστατεύσει ἀπό κακές συναναστροφές καί νά
τά ἀπαλλάξει ἀπό συνήθειες ἄσχημες καί ταπεινωτικές, συνήθειες καί ἐκδηλώσεις
πού προσβάλλουν τήν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια, δέν διστάζει νά χρησιμοποιήσει ἀκόμη
καί τήν τιμωρία, ὅταν τό κρίνει ἀναγκαῖο, ἔτσι καί ὁ ἐπουράνιος Πατέρας,
προκειμένου νά μᾶς βοηθήσει νά ἐπιτύχουμε τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, ὅταν τό
κρίνει ἀπαραίτητο, χρησιμοποιεῖ ἀνάμεσα στά ἄλλα παιδαγωγικά μέσα καί τόν πόνο.
Ὁ
πόνος δηλαδή ,γιά ὅσους δέν ἔφθασαν σέ κατάσταση σκλήρυνσης καί πώρωσης πνευματικῆς,
δέν εἶναι κατάρα, οὔτε εἶναι ἔκφραση τῆς ὀργῆς ἤ τῆς ἐκδίκησης τοῦ Θεοῦ πρός
τόν ἄνθρωπο. Ὁ πόνος εἶναι οὐσιαστική εὐεργεσία, διότι μᾶς ὁμιλεῖ μέ τρόπο εὔγλωττο
καί παραστατικό γιά τή φτώχεια καί τήν ἀδυναμία μας. Ὁ πόνος μέ τή βροντερή καί
συγκλονιστική φωνή του μᾶς φωνάζει: Μήν ἐμπιστεύεσθε τόν ἑαυτό σας. Μή στηρίζεσθε
στόν ἑαυτό σας. Μήν ἀπομακρύνεσθε ἀπό τόν Θεό σας. Ἐπιστρέψετε κοντά του. Ζητεῖστε
τήν προστασία του, χορτάσετε τήν πείνα σας μέ τό δικό Του ψωμί. Σβήσετε τή δίψα
σας μέ τό δικό του ζωντανό νερό.
Πόσοι
ἄνθρωποι ὁμολογοῦν ὅτι ὁδηγήθηκαν στήν πίστη διότι ὑπέφεραν; Πόσοι ὁμολογοῦν:
«ἡ ἀρρώστια μέ ἔσωσε», «ὁ πόνος μοῦ ἄνοιξε τά μάτια καί ἐγνώρισα τόν Θεό». Καί
γενικά, ὅσοι ἀκούσουμε τή φωνή τοῦ πόνου καί ὁδηγηθοῦμε σέ μετάνοια, λέμε μαζί
μέ τόν προφήτη Ἡσαΐα: «Κύριε, πάνω στή θλίψη σέ θυμήθηκα. Κύριε, μέ τή θλίψη, ἡ
ὁποία τελικά ἀποδεικνύεται μικρή, μᾶς παιδαγώγησες» (Ἡσ. κστ´16). Εἶναι
μαρτυρημένο ἀπό τήν ἱστορία ὅτι οἱ πόνοι, οἱ θλίψεις καί τά βάσανα δέν βοηθοῦν
μόνο μεμονωμένα ἄτομα καί μία μία τίς πονεμένες ψυχές νά μετανοήσουν, νά
ἐπανέλθουν στό δρόμο τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ἔθνη ὁλόκληρα, ὅπως τόν Ἰσραήλ στά
χρόνια τῆς Π.Διαθήκης, ὅπως τό ἔθνος τό ἑλληνικό στά τετρακόσια χρόνια σκλαβιᾶς
καί ἀργότερα μέ τούς πολέμους καί τίς καταστροφές. Μέσα ἀπό τόν πόνο τῆς
σκλαβιᾶς, τῆς φτώχειας καί τῶν βασάνων ὁ λαός στράφηκε στόν ξεχασμένο Θεό, τήν
Παναγία καί τούς Ἁγίους, καί ἡ μετάνοια ἕλκυσε τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί ἐπιτέλεσε
θαύματα.
******
Θά
πεῖτε ἴσως: καλά νά πονέσουν οἱ ἄνθρωποι πού εἶναι μακριά ἀπό τόν Θεό καί νά
βοηθηθοῦν νά μετανοήσουν. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ ὅμως, γιατί νά πονοῦν καί νά
ὑποφέρουν; Ἄνθρωποι πού ὄχι μόνο δέν
ἀδίκησαν καί δέν ἔβλαψαν τόν συνάνθρωπό τους, ἀλλά ἀντίθετα ζοῦν μέ ἀκρίβεια
τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιατί νά πονοῦν;
Πρῶτον,
ἀγαπητοί, ἄν ἐξετάσουμε ἀντικειμενικά τά πράγματα θά δοῦμε ὅτι δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος, ὅσο κι ἄν εἶναι ἐνάρετος καί
εὐσεβής, ὁ ὁποῖος νά εἶναι ἐξ ὁλοκλήρου ἀπαλλαγμένος ἀπό κάθε κηλίδα καί
μολυσμό ἁμαρτίας. Μᾶς τό εἶπεν ἄλλωστε τό Πανάγιο Πνεῦμα μέ τό στόμα τοῦ
Μαθητοῦ τῆς ἀγάπης: «ἐάν εἴπωμεν ὅτι ἁμαρτίαν οὐκ ἔχομεν, ἑαυτούς πλανῶμεν
καί ἡ ἀλήθεια οὐκ ἔστιν ἐν ἡμῖν» (Α´Ἰω. α´8). Ὅλοι ἀνεξεραίτως οἱ ἄνθρωποι
ἔχουμε λάβει τήν ἐντολή ἀπό τόν Κύριό μας Ἰησοῦν Χριστόν νά παρακαλοῦμε τόν
οὐράνιο Πατέρα λέγοντάς του: «ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν». Αὐτό σημαίνει
ὅτι ὅλους τούς ἀνθρώπους μπορεῖ ὁ πόνος νά τούς παιδαγωγεῖ καί νά τούς ὁδηγεῖ
σέ ριζικότερη καί βαθύτερη μετάνοια.
Ἀκόμη
καί στήν περίπτωση τοῦ ἐνάρετου ἀνθρώπου, τοῦ ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος διατηρεῖ τόν
ἑαυτό του καθαρό ἀπό κάθε ρύπον ἁμαρτίας, ἄσπιλο καί ἀμόλυντο, ὁ πόνος ἔχει νά
φέρει πολλά καλά. Στόν ἄνθρωπο αὐτό ὁ πόνος παίζει τό ρόλο τοῦ ἐμβολίου. Τό
ἐμβόλιο δέν θεραπεύει τήν ἀσθένεια. Τό ἐμβόλιο προλαμβάνει τήν ἀσθένεια.
Ἀναγκάζει τόν ὀργανισμό νά δημιουργήσει ἀντισώματα, μέ τά ὁποῖα σέ δεδομένη
στιγμή θά ἀμυνθεῖ κατά τῶν μικροβίων. Τό ἐμβόλιο βοηθεῖ τόν ὀργανισμό νά
ἐξοπλισθεῖ καί νά θωρακισθεῖ. Μέ τόν ἴδιο τρόπο καί ὁ πόνος ἔρχεται νά ἀσφαλίσει
καί νά ἰσχυροποιήσει τήν ψυχή μας, ὥστε νά μή καμφθεῖ τήν ὥρα τοῦ πειρασμοῦ.
Ὁ
πόνος μᾶς συγκρατεῖ καί μᾶς προφυλάσσει ἀπό τήν ἔπαρση καί τήν ὑπερηφάνεια. Ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος μᾶς βεβαιώνει ἀπό προσωπική του πείρα γι’ αὐτό. Μᾶς λέγει ὅτι ὁ Θεός τοῦ
ἔδωσε σκόλοπα, ἀρρώστια, ἡ ὁποία τόν βασάνιζε μέ σκοπό νά τόν συγκρατεῖ καί
νά τόν ἀσφαλίζει στήν ταπείνωση, γιατί ὑπῆρχε κίνδυνος, ὡς ἄνθρωπος νά
ἐπηρεασθεῖ ἀπό τίς ἀποστολικές ἐπιτυχίες καί νά ζημιωθεῖ ὁ ἴδιος καί τό ἔργο
του. (Β´Κορ. ιβ´7-9).
Ἐκτός
αὐτῶν πού ἀναφέραμε ὁ Κύριος στέλλει συχνά τόν πόνο, γιά νά αὐξήσει περισσότερο
τήν ἀρετή τῶν ἐναρέτων. Διότι ποθεῖ νά τούς ἰδεῖ ὄχι ἁπλῶς καλούς ἀλλά
τέλειους. Ὁ πόνος στά χέρια τοῦ Δημιουργοῦ μας
εἶναι τό κλαδευτήρι μέ τό ὁποῖο ὁ οὐράνιος γεωργός κλαδεύει τίς
κληματόβεργες πού ὑπόσχονται καρπό. Τό ἐβεβαίωσεν ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας τό
βράδυ τῆς Μ. Πέμπτης μέ τήν παραβολή τῆς ἀμπέλου. Τήν ἀλήθεια αὐτή τήν
βλέπουμε μέσα στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου οἱ Ἅγιοι καί οἱ Μάρτυρες μέσα
ἀπό τόν πόνο τῆς ἄσκησης,τῆς κακοπάθειας, τῶν διωγμῶν καί τοῦ μαρτυρίου πέτυχαν,
τίς μεγαλύτερες κατακτήσεις.
*****
«Μή
κλαῖε»
Ὁ
πόνος, ἀδελφοί μου, δεν εἶναι ἁπλή καί εὔκολη ὑπόθεση. Ὁ πόνος εἶναι δύσβατο,
ἀνηφορικό μονοπάτι, πού κάθε βῆμα μας πάνω του ἀφήνει πίσω ἴχνη αἵματος.
Εἶναι σταυρός ὁ πόνος. Πλήν ὅμως εἶναι τό καλύτερο ἐργαλεῖο στά χέρια τοῦ Θεοῦ
μέ τό ὁποῖο ἡ πανσοφία του μᾶς ἐξαγνίζει, μᾶς καλλιεργεῖ καί μᾶς γυμνάζει,
ὥστε καθαροί καί ὁλοφώτεινοι νά εἰσέλθουμε στήν ἀτελεύτητη χαρά καί δόξα τῆς
Βασιλείας Του. Ἡ προσευχή μας θά εἶναι: «Κύριε, μή εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν».
Πάντα ὅμως ἡ χριστιανική μας ἀντιμετώπιση ἄς εἶναι: «Κύριε, γενηθήτω τό θέλημά
Σου»! Ὅσο κι ἄν ὑποφέρω, ὅσο καί ἄν πονῶ, ἔστω κι ἄν δέν καταλαβαίνω «γιατί», «γενηθήτω
τό θέλημά σου». Ἔτσι ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή μας θά γλυκαίνει τόν πόνο
μας.
Γρηγόριος Μουσουρούλης
Καθεδρικός Ἱ. Ναός Ἀγίου Ἰωάννου, Ἀρχιεπισκοπῆς Κύπρου 06.10.2013
KALO.
ΑπάντησηΔιαγραφή