Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Τά ὅπλα τῆς νίκης - Γρηγόριος Μουσουρούλης

Κυριακή Τυρινῆς
Λόγος εἰς τόν Ἀπόστολον
Τά ὅπλα τῆς νίκης
«Ἐνδυσώμεθα τά ὅπλα τοῦ φωτός» (Ρωμ. ιγ´12)
˜˜˜˜˜˜˜˜
«Ἐνδυσώμεθα τά ὅπλα τοῦ φωτός»
Ἡ ζωή τοῦ χριστιανοῦ πάνω στή γῆ εἶναι ἕνας συνεχής καί ἀδιάκοπος ἀγώνας. Ἀγώνας ὄχι μόνο ἐπιβίωσης ἀλλά  καί κατάκτησης τῆς ἔνδο­ξης καί μοναδικῆς σέ κάλλος καί ὡραιότητα Βασι­λείας τοῦ Θεοῦ. Τόν ἀγώνα αὐτόν τόν ἀναλαμβά­νουν οἱ πιστοί ὡς καλοί στρατιῶτες Ἰησοῦ Χρι­στοῦ. Γνωρίζουν πολύ καλά ὅτι θά πολεμοῦν ἰσό­βια ἀνάμεσα σέ ἀμέτρητους ἐχθρούς. Θά παλεύ­ουν μέ τούς δαίμονες  πού εἶναι ὄντα πνευματικά γεμάτα πονηρία, μᾶς λέγει ὁ θεῖος Παῦλος (Ἐφεσ. στ´12).    
Στόν ἀγώνα αὐτόν λοιπόν οἱ στρατιῶτες τοῦ Χριστοῦ δέν πρέπει νά  παραμένουν γυμνοί καί ἀνυπεράσπιστοι. Ὀφείλουν νά φέρουν πάνω τους καλά προσαρμοσμένα μέρα καί νύχτα τά ὅπλα ἐκεῖνα, πού εἶναι δυνατά γιά νά γκρεμίζουν τά ὀχυρά τοῦ ἐχθροῦ (Β´Κορ. ι´4). Αὐτά «τά ὅπλα τοῦ φωτός»  μᾶς παροτρύνει ὁ Ἀπόστολος τῆς ἡμέρας νά ἐνδυθοῦμε. Ἄς ἐπισημάνουμε κάποια ἀπ᾽αὐτά.
****
«Ἐνδυσώμεθα τά ὅπλα τοῦ φωτός»
          Εἴπαμε πώς ὁ χριστιανός εἶναι στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ καί μάλιστα ἰσόβιος. Στρατιώτης πού μάχεται μέχρι τήν τελευταία στιγμή τῆς ζωῆς του στήν πρώτη γραμμή. Παλεύει, μοχθεῖ, ἱδρώνει, κουράζεται. Πέφτει, σηκώνεται. Μάχεται ἀκατά­παυστα. Ταξιδεύει κόντρα στό ρεῦμα καί τά ἀφρισμένα κύματα τοῦ κακοῦ. Στήν πάλη αὐτή τό πιό ἀπαραίτητο ὅπλο εἶναι ὁ ἐνθουσιασμός. Ὁ ἐνθουσιασμός εἶναι τό λιπαντικό τῆς ψυχῆς. Εἶναι τό κλειδί τοῦ μεγαλείου. Εἶναι τό βάθρο τῆς ἐπιτυχίας. Δέν ἀφήνει τήν ψυχή νά διπλώσει τά φτερά καί νά ἀποσυρθεῖ ἀπό τό στίβο τῆς μάχης. Τῆς δίνει τό κουράγιο, ἄν χρειασθεῖ, νά ἀρχίσει ἀπό τήν ἀρχή. Χωρίς ἐνθουσιασμό δέν μπορεῖ νά κάμει κανείς  τίποτε. Οὔτε στά βιοτικά οὔτε στά πνευματικά ἔργα. Ὁ ἐνθουσιασμός δέν ἀφήνει τήν ραθυμία, τήν ἀπελπισία, τήν ἡττοπάθεια, τήν ἀπόγνωση νά τυλίξει στό μαῦρο πέπλο της τήν ἀγωνιζόμενη ψυχή.

        Αὐτός ὄχι μόνο κρατεῖ τή φλόγα τῆς πίστης καί τῆς ἀφοσίωσης στόν Χριστό ἀναμμένη, ἀλλά τήν φουντώνει ἀκόμη περισσότερο. Ἀναδεικνύει τούς πιστούς «τῷ πνεύματι ζέοντας, τῷ Κυρίῳ δουλεύοντας» (Ρωμ. ιβ´11). Κάμνει τίς ἐσωτε­ρι­κές πνευματικές δυνάμεις τῆς ψυχῆς νά εἶναι γεμάτες ἀπό θερμή ἀφοσίωση καί πάντοτε ζεστές ἀπό τήν πνευματική φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύμα­τος. Καί ἔτσι οἱ πιστοί ἀγωνίζονται τόν καλόν ἀγώνα τῆς πίστεως ὡς ἀφοσιωμένοι δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ. Ἀγωνίζονται γιά τήν κάθαρση τῆς ψυχῆς τους. Τήν ἐκρίζωση τῶν παθῶν καί τήν ἄσκηση τοῦ ἀγαθοῦ, δείχνοντας τήν ἴδια προθυμία πάν­τοτε, μένοντας σταθεροί μέχρι τέλους. Ὁ Ἀπό­στολος Παῦλος εὔχεται ὁ καθένας πιστός νά δείχνει σέ ὅλη τή ζωή του τήν ἴδια προθυμία καί τόν ἴδιο ζῆλο. Κι ἔτσι νά παραμένουμε ὅλοι μέχρι τέλους τῆς ζωῆς μας ἀκλόνητοι στή σίγουρη ἐλπίδα γιά τά μελλοντικά ἀγαθά, ὥστε νά μή γίνουμε ἀμελεῖς καί «νωθροί», ἀπρόθυμοι στήν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς (Ἑβρ. στ´11).
Ὁ πιστός δέν μπορεῖ νά μένει ψυχρός, δισκίνητος καί ὀκνηρός στόν ἀγώνα τοῦ καταρτι­σμοῦ του καί τήν ἄσκηση τοῦ ἀγαθοῦ. Ὁ στρατι­ώτης πού μάχεται στήν πρώτη γραμμή δέν δικαι­οῦται νά νυστάξει ἤ νά κοιμηθεῖ. Καί ὁ στρατιώ­της τοῦ Χριστοῦ δέν ἀφήνει ποτέ τόν ἐνθουσια­σμό του νά μαραθεῖ. Τόν ζῆλο του γιά τήν κάθαρση τῆς ψυχῆς του, τήν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς, τήν ἐργασία γιά τήν πραγμάτωση τοῦ αἰτήματος τῆς Κυριακῆς προσευχῆς «ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου», δέν τόν ἀφήνει νά ὑποβαθμισθεῖ.
****
        Μέ ὅπλο τόν ἐνθουσιασμό ἀποδύεται στήν ἄσκηση τῆς προσευχῆς, πού εἶναι πάλη ἀδυσώ­πητη μέ τόν ἄπειρο Θεό. Αὐτό εἶναι τό ἄλλο πανίσχυρο καί ἀκαταμάχητο ὅπλο  τοῦ χριστια­νοῦ. Ἡ προσευχή φωτίζει τήν ψυχή. Διαλύει τά σκότη. Καταλάμπει τήν διάνοια. Καθαρίζει τόν λογισμό. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος χρησιμοποιεῖ τήν ἑξῆς εἰκόνα εἰκόνα προκειμένου νά μᾶς βοηθήσει νά καταλάβουμε τί εἶναι ἡ προσευχή. Ὅπως, λέγει, ὅταν προβάλουν οἱ ἀκτίνες τοῦ ἥλιου στόν ὁρίζοντα, ὅλα τά θηρία γίνονται ἄφαντα, διότι καταφεύγουν στίς φωλιές τους, ἔτσι καί ἡ προ­σευχή. Ὅταν προβάλει ἀπό τά χείλη μας, ὅλα τά ἄλογα καί θηριώδη πάθη τῆς ψυχῆς τρέπονται σέ φυγή καί κλείνονται στίς φωλιές τους, ἐάν βεβαί­ως προσευχόμαστε μέ θέρμη, προσοχή καί νηφα­λιότητα. Καί ὄχι μόνο τά πάθη, ἀλλά καί αὐτός ὁ διάβολος, ἄν εἶναι παρών, ἀπομακρύνεται καί γί­νεται ἄφαντος. Ἐκεῖνος πού προσεύχεται ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς του καί μέ θερμότητα, λέγει ὁ ἴδιος Πατήρ, ἀπολαμβάνει μεγάλες ὠφέλειες ἀπό τήν προσευχή. Καταστέλλει ὅλα τά πάθη τῆς ψυχῆς, καταπραΰνει τήν ἐξέγερση τοῦ θυμοῦ, ἀποβάλλει τόν φθόνο, διαλύει τήν κακή ἐπιθυμία, μαραίνει τήν ἀγάπη στά ἐγκόσμια, ἀποκτᾶ μεγά­λη ἠρεμία ψυχῆς καί εἶναι σάν νά ζεῖ στόν οὐρα­νό. Ὅπως ἡ βροχή ποτίζει τό ἔδαφος, πού τό ἔκαμε σκληρό ἡ ἀνομβρία, καί τό καθιστᾶ μαλα­κό, ὅπως ἡ φωτιά μαλακώνει τό σίδερο, ἔτσι καί ἡ θερμή προσευχή, τή σκληρή ἀπό τά πάθη ψυχή, μέ τήν θερμότητά της, τήν κάμνει μαλακή, πολύ περισσότερο ἀπό ὅτι ἡ βροχή τή γῆ καί ἡ φωτιά τό σίδερο.
        Εἶναι λοιπόν ὅπλο φωτός ἡ προσευχή, ἀδελφοί μου. Καθιστᾶ τόν ἄνθρωπο, πού τήν χρησιμοποιεῖ, ὁλοφώτεινο. Ἄνθρωπο ἀρετῆς καί ἁγιότητας. Ἄνθρωπο πού σκορπᾶ γύρω του φῶς. Τό φῶς τοῦ Χριστοῦ τό ὁποῖο «φαίνει πᾶσι».
        Καλούμαστε λοιπόν αὐτή τήν περίοδο ἰδιαί­τερα νά καλλιεργήσουμε τήν προσχευχή. Νά τήν αὐξήσουμε σέ ποσότητα καί ποιότητα. Νά προ­σευχηθοῦμε τήν ἐφετεινή Μ.Τεσσαρακοστή μέ μεγαλύτερη θερμότητα. Ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς μας. Μέ τή συμμετοχή ὁλόκληρης τῆς ὕπαρξής μας. Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή μᾶς ὁδηγεῖ πρός τά Πάθη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί μᾶς ὑπενθυμίζει πῶς προσευχήθηκε τότε ὁ Κύριος. Ἡ πρός Ἑβραίους ἐπιστολή λέγει ὅτι ὁ Χριστός μας στόν Κῆπο τῆς Γεθσημανῆ προσευχήθηκε  «μετά κραυγῆς ἰσχυρᾶς καί δακρύων» (Ἑβρ. ε´7). Ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς Του. Μέ ὅλη Του τήν δύνα­μη. Καί «γενόμενος ἐν ἀγωνίᾳ ἐκτενέστερον προ­σηύχετο» (Λουκ. κβ´44). Παρέτεινε δηλαδή τήν προσευχή του. Προσευχόταν γιά περισσότερο χρόνο. Καί ἔτσι μᾶς ἔδωσε παράδειγμα πῶς πρέπει νά προσευχόμαστε. Τό ὅτι καλούμαστε σέ ἐκτενέστερη καί θερμότερη προσευχή τό καθιστᾶ φανερό τό γεγονός ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας τήν περί­οδο αὐτή μᾶς προσφέρει περισσότερες λατρευ­τικές εὐκαιρίες. Ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Μ.Βασι­λείου πού τελεῖται τίς πέντε πρῶτες Κυριακές τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἡ Θεία Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων, τά Ἀπόδειπνα, οἱ Χαιρετισμοί, ἡ ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Κανόνος, φανερώνουν ὅτι οἱ πιστοί τήν Μ.Τεσσαρακοστή ὀφείλουμε νά ἀγωνιζόμαστε στήν προσευχή ἐν­τονότερα καί περισσότερο.
****
        Μετά τήν προσευχή ἔχουμε τό ὅπλο τῆς νηστείας. Καί ἡ νηστεία εἶναι ὅπλον φωτός. Ἡ δύναμή της, λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, εἶναι με­γάλη. «Τῆς ψυχῆς ἐστι τροφή». Εἶναι τροφή τῆς ψυχῆς. «Κουφότερον ἐργαζομένη τόν λογισμόν, παρασκευάζει μετ᾽ εὐκολίας τό πέλαγος τοῦ παρ­όντος βίου διαπερᾶν». Μέ τό νά κάμνει τό λογι­σμό μας πιό ἤπιο μᾶς δίνει τή δυνατότητα νά περνᾶμε τό πέλαγος τῆς παρούσας ζωῆς μέ εὐκο­λία.  Μέ τή νηστεία ἐπιτυγχάνεται καλύτερα καί εὐκολότερα ἡ διάθεση     γιά προσευχή. Ἡ νηστεία κάμνει ἐλαφρότερο τό σῶμα, ὥστε νά μή δυσκο­λεύει τήν ψυχή σέ ἀνάταση καί ἐπικοινωνία μέ τούς πνευματικούς κόσμους. Τήν νηστεία ὁ ὑμνογράφος τήν παραλληλίζει μέ τό μαχαίρι. Ὅπως τό μαχαίρι στά χέρια τοῦ στρατιώτη κρατεῖ μακριά τόν ἐχθρό, ἔτσι καί ἡ προσευχή «ἐκτέμνει ἀπό καρδίας πᾶσαν κακίαν». Κόβει καί πετᾶ μα­κριά κάθε κακία, κάθε πάθος τῆς ψυχῆς. Ἡ νηστεία κοιμίζει καί σιγά-σιγά νεκρώνει τά πάθη τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς, ὅταν ὁ χριστιανός ἀγωνίζεται ἐναντίον τους. Βοηθεῖ στήν προσπά­θειά μας ἐναντίον τοῦ κακοῦ. Τονώνει τήν θέλη­σή μας καί μᾶς δίνει τήν δύναμη νά ἀποδιώκουμε τήν ἁμαρτία μέ μεγαλύτερη εὐκολία. Καί μέ τόν τρόπο αὐτό «ἡ σάρξ δέν ἐπιθυμεῖ κατά τοῦ πνεύματος» καί ὁ πιστός μπορεῖ «νά περιπατῇ πνεύματι». Νά συμπεριφέρεται σύμφωνα μέ τίς ἐμπνεύσεις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.  Ὁπότε δέν θά «τελῇ ἐπιθυμίαν σαρκός». Δέν θά ἐκπληρώνει τήν ἐπιθυμία τῆς σάρκας κατά τόν Ἅγιο Ἀπόστο­λο (Γαλ. ε´16-17).
        Δυστυχῶς πολλοί χριστιανοί δέν προσέχουν ἤ καί περιφρονοῦν τόν θεόσδοτο θεσμό τῆς νη­στείας. Θεσμό τόν ὁποῖο ἐφήρμοσεν ὡς ἄνθρω­πος ἐπί γῆς ὁ ἴδιος ὁ Ἐνανθρωπήσας Θεός. Βέβαι­α γιά τούς ἀνθρώπους πού ἔχουν λόγους ἀσθε­νείας σωματικῆς, αὐτοί οἱ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας δικαιολογοῦν τήν κατάλυση τῆς νηστείας. Γιά τούς ὑγιεῖς ὅμως ὁ ἀγώνας τῆς περιόδου αὐτῆς ἀπαιτεῖ τήν νηστεία καί τήν ἐγκράτεια. Ἡ μή τή­ρησή της λοιπόν χωρίς ἀποχρῶντα λόγο ἀποτελεῖ παράβαση θεσμοῦ τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἄλλωστε  ὅπως λέγει ὁ Μ.Βασίλειος ἡ νηστεία  εἶναι «συνηλικιῶτις τῆς ἀνθρωπότητος». Συνομίληκη μέ τό ἀνθρώπινο γένος. 
*****
«Ἐνδυσώμεθα τά ὅπλα τοῦ φωτός»

          Ἀδελφοί, «τό στάδιον τῶν ἀρετῶν ἠνέῳ­κται». Ἄς προχωρήσουμε στόν ἀγώνα μας τόν χριστιανικό μέ θάρρος, θέτωντας σέ χρήση κάθε ὅπλο πού μᾶς βοηθεῖ νά φύγουμε μακριά ἀπό τά σκοτεινά ἔργα τῆς ἁμαρτίας καί νά ἀναδειχθοῦμε «υἱοί φωτός καί υἱοί ἡμέρας» (Α´Θεσ. ε´5).  
Γρηγόριος Μουσουρούλης 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου