Επίλογος
Το
‘ξερες, φίλε, πως θα φύγει,
πως
λίγο φως απόμενε ακόμα.
Κορμί
φθαρμένο στου πόνου το κρεβάτι,
λιωμένο
κερί μπροστά στο εικονοστάσι
και
το σκοτάδι, φαίνεται ν’ εξουσιάζει.
Κι
εσύ, που τόσο πίστεψες στο φως,
βλέπεις
το φως τώρα να σβήνει.
Θυμώνεις
κι οδύρεσαι.
Είναι
αμαρτία ο θυμός; αναρωτιέσαι,
μα
πάλι ηρεμείς και πάλι μαλακώνεις.
Θε
μου, Εσύ, σα χάδι πατρικό σε παιδικό κεφάλι,
σαν
ήλιος λαμπερός μετά την καταιγίδα,
το
νου τον σκοτισμένο φώτισέ τον,
κι
οδήγησέ τον σε μιαν άλλη λογική,
σ’
αυτή, που «μωρία» ο κόσμος λέει.
Στάχυς
Ε Ξ Α Ι Ρ Ε Τ Ι Κ Ο !!!!!!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτάχυ κάθε φορά μας διδάσκεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυνέχισε ….
Μοναδικό, υπέροχο!Πολύ ανθρώπινο...πολύ κοντά σε αυτά που νιώθουμε...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑναστάσιε, είσαι τυχερός που έχεις τέτοιους φίλους...
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ζηλεύω Στάχυ, με την καλή έννοια...Πάρα πολύ καλό!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικό. Γράψε και άλλα. Έχεις περιεχόμενο καταπληκτικό.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ευχαριστώ!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠόσο πονετικό για τον αδελφό σου, τον φίλο σου Στάχυ...
ΑπάντησηΔιαγραφήΖητάς ωραία παρηγοριά στον πόνο του: τη λογική του Θεού!
Στους στίχους σου αποτυπώνεις αυτό που θα ήθελε να πει και η δική μου καρδιά..
Σε ευχαριστουμε!
Θαλεια