Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

Ἕνας κόσμος βυθισμένος στό σκοτάδι - π. Γρηγόριος Μουσουρούλης

Κυριακή Γ΄Ματθαίου
Λόγος εἰς τό Εὐαγγέλιον
Ἕνας κόσμος βυθισμένος στό σκοτάδι
 «Εἰ οὖν τό φῶς τό ἐν σοί σκότος ἐστί, τό σκότος πόσον» 
(Ματθ. στ΄23)
˜˜˜˜˜˜˜˜

«Εἰ οὖν τό φῶς τό ἐν σοί σκότος ἐστίν, τό σκότος πόσον;»
          Ὁ νοῦς, μᾶς εἶπεν ὁ Κύριος σήμερα, εἶναι τό μάτι τῆς ψυχῆς. Εἶναι αὐτός πού βλέπει, πού διακρίνει τό σωστό ἀπό τό λανθασμένο. Τό καλό ἀπό τό κακό. Τό ἠθικό καί ὠφέλιμο ἀπό τό σάπιο καί βλαβερό. Μέ τήν ἰδιότητά του αὐτή δίνει κατέυθυνση καί γραμμή πλεύσεως στήν ὄλη μας ζωή. Αὐτός κανονίζει τήν πνευματική μας πορεία, αὐτός ρυθμίζει τούς στόχους, τίς σκέψεις καί τίς ἐνέργειές μας. Ὁ νοῦς εἶναι τό εὐγενέστερο στοιχεῖο τῆς ψυχῆς μας, καί τό ἔργο του εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο.
          Ὅταν λοιπόν αὐτός εἶναι τυφλός καί σκοτεινός, τότε ἡ ψυχή βυθίζεται σέ σκοτάδι ὄχι ἁπλῶς πυκνό, ἀλλά περισσότερο ἀπό πυκνό, ὑπέρπυκνο, ἀδιαπέραστο.
          Ἀντιλαμβανόμαστε λοιπόν τό μέγεθος τῆς δυστυχίας τοῦ ἀνθρώπου τοῦ ὁποίου ὁ νοῦς, τό μάτι τῆς ψυχῆς εἶναι τυφλό. Εἶναι κάτι τό τρομακτικό. Ἀξιοθρήνητη ἡ κατάσταση. Ἀφορμή λύπης καί δακρύων.
          Σήμερα λοιπόν θά μᾶς ἀπασχολήσουν τά ἑξῆς τρία καίρια ἐρωτήματα: Πῶς τυφλώνεται ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου; Τί συνέπειες ἔχει ἡ τύφλωσή του καί τρίτον πῶς μπορεῖ νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τήν φοβερή αὐτή κατάσταση;

****
«Εἰ οὖν τό φῶς τό ἐν σοί σκότος ἐστίν, τό σκότος πόσον;»
          Ἡ ἀπάντηση στό πρῶτο ἐρώτημα στό πῶς δηλαδή σκοτίζεται καί τυφλώνεται ὀ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, θά τολμοῦσα νά πῶ πῶς λίγο πολύ εἶναι γνωστή σέ ὅλους μας, διότι εἶναι μιά ἀπό τίς πιό βασικές ἀλήθειες τῆς πίστης μας. Ὅλοι μας γνωρίζουμε ὅτι ὁ νοῦς καί κατά συνέπεια ὁ ὄλος ἄνθρωπος σκοτίζεται, ὅταν βρίσκεται μακριά ἀπό τόν Θεόν.
          Αὐτή ὅμως ἡ ἀπάντηση προκαλεῖ ἕνα ἄλλο ἐρώτημα. Καί τό ἐρώτημα λέει: πῶς εἶναι δυνατόν ὁ ἄνθρωπος νά βρεθεῖ μακριά ἀπό τόν Θεό; Δυό περιπτώσεις ὑπάρχουν πού μποροῦν νά ὁδηγήσουν τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, τό πλάσμα τῆς ἀγάπης Του σ’ αὐτή τήν φοβερή κατάσταση. Πρῶτον εἴτε διότι τό θέλει καί τό ἐπιλέγει μόνος του καί δεύτερον διότι παρασύρεται. Στήν πρώτη  περίπτωση ὁ ἄνθρωπος συνειδητά καί ἐν ψυχρῷ ἀρνεῖται νά δεχθεῖ τόν φωτισμό καί τήν καθοδήγηση στή ζωή του ἀπό τόν Θεό καί τόνο Νόμο Του. Πεισματικά καί ἐν ψυχρῷ, ὅπως εἶπα, λέει στόν Θεό «ἀπόστα ἀπ’ ἐμοῦ· «ὁδούς σου εἰδέναι οὐ βούλομαι». Μέ θράσος λέει στόν Θεό: Θεέ φύγε μασκριά μου, δέν θέλω νά γνωρίζω τούς δρόμους Σου, τό θέλημά Σου, τίς ἐντολές Σου. Καί ἀναζητεῖ ἄλλα «φῶτα» καί ἄλλους ὁδηγούς στή ζωή του.
          Στή δεύτερη περίπτωση τώρα, πού ὁ ἄνθρωπος παρασύρεται καί φεύγει μακριά ἀπό τόν Θεόν, φταίει τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἀφήνει τόν ἑαυτό του νά παρασύρεται ἀπό τά διάφορα πάθη καί τίς ἀμέτρητες ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες τῆς ψυχῆς ἤ τοῦ σώματος καί νά ὁδηγεῖται στό τέλος μακριά ἀπό τόν Θεό. Καί στίς δυό περιπτώσεις τό ἀποτέλεσμα σέ τελευταία ἀνάλυση εἶναι τό ἴδιο:ὁ νοῦς καθώς ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό, βυθίζεται στό σκοτάδι, καί ἐπιμένοντας μέχρι τέλους σ’ αὐτή τήν κατάσταση, ὁδηγεῖται σέ τελική τύφλωση.
****
          Τίς συνέπειες τώρα αὐτοῦ τοῦ σκοτισμοῦ καί τῆς τύφλωσης τοῦ νοῦ, νομίζω πώς κανείς λογικός ἄνθρωπος δέν τίς ἀγνοεῖ. Ὁ Κύριος ἑπεγράμμισε πώς ἐδῶ συμβαίνει κάτι παρόμοιο μέ τήν σωματική τύφλωση. Ὅταν τό μάτι εἶναι βλαμμένο, ὅλο τό σῶμα εἶναι σκοτεινό. Τό ἴδιο γίνεται καί μέ τήν πνευματική τύφλωση. Ὅταν ὁ νοῦς φεύγοντας μακριά ἀπό τόν Θεό σκοτίζεται, ὁ ἄνθρωπος ζεῖ στό σκοτάδι βυθίζεται ὀλόκληρος στό χάος Δέν γνωρίζει οὔτε γιά ποιό σκοπό ἦρθε στή ζωή, οὔτε πῶς πρέπει νά ζήσει γιά νά πραγματοποιήσει τό σκοπό αὐτό. Εἶναι ἐντελῶς τυφλός.
          Καί καθώς βρίσκεται σ’ αὐτήν ἀκριβῶς τήν κατάσταση τῆς τυφλώσεως, γίνεται δοῦλος τῶν ἐνστίκτων του. Ζεῖ σάν ζῶο, ὅπως τόσο χαρακτηριστικά τόν περιγράφει ὁ ἱερός ψαλμωδός τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. «Ἄνθρωπος, λέει, ἐν τιμῇ ὤν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. 48, 13). Ὁ ἄνθρωπος ἐνῶ τιμήθηκε τόσο πολύ ἀπό τόν Θεό δέν τό κατανόησε. Ἔγινε ἕνα μέ τά ἀνόητα κτήνη, ὅμοιος μέ αὐτά.
          Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ὅτι, καθώς ὅλο καί περισσότεροι ἄνθρωποι ἀπομακρύνονται ἀπό τόν Θεό, ὁλόκληρες κοινωνίες καί μάλιστα στίς μέρες μας ἕνας παγκόσμιος  πολιτισμός, βυθίζονται στό σκοτάδι καί ὀδηγοῦνται στήν καταστροφή. Ἴσως νά φαίνεται ὐπερβολικός ὁ λόγος, ὅμως δέν εἶναι καθόλου ὑπερβολικός. Τό βλέπουμε ἰδιαίτερα σήμερα, ὅπου ὁλόκληρη ἡ ἀνθρωπότητα-τυφλή πνευματικά- βρίσκεται κλεισμένη μέσα σέ μιά κατασκότεινη σήραγγα καί ψάχνει ἀπελπισμένα νά βρεῖ διέξοδο. Τί θλιβερό ὅμως! Ἀντί νά προχωρεῖ πρός τήν ἔξοδο τῆς κατασκότεινγης σήραγγας, προχωρεῖ ὅλο καί περισσότερο πρός τά ἔγκατα τῆς γῆς, πρός τό σκοτεινό ἀδιέξοδο, ὅπου τήν σπρώχνουν ὁδηγοί τυφλοί.
****
          Ὑπάρχει ἆραγε ἐλπίδα, ὑπάρχει τρόπος νά βρεῖ κάποτε ὁ σκοτεισμένος ἀπό τήν ἀθεῒα, τήν σαρκολατρία, τήν ὑλομανία κόσμος μας, διέξοδο; Ἀναμφίβολα ὑπάρχει. Καί εἶναι πολύ εὔκολο νά βγοῦμε ἀπό τό σκοτάδι τῆς σήραγγας στήν ὁποία θεληματικά καί ἐσκεμμένα ἤ παρασυρμένοι ἀπό τυφλούς ὁδηγούς εἰσήλθαμε. Ἁπλῶς μιά στροφή χρειάζεται, ἀλλαγή πορείας πρός τήν ἀντίθετη ἀκριβῶς κατεύθυνση. Ἐπιστροφή δηλ. πρός τόν Πατέρα. Πρός τόν Θεό, πρός τόν Σωτήρα Χριστό, τοῦ Ὁποίου τούς νόμους καί τίς ἐντολές ἀγνοοῦμε ἤ πεισματικά παραβαίνουμε. Ἐπιστροφή στόν Χριστό ὁ Ὁποῖος δέν παύει νά ἁπλώνει τά χέρια Του πρός τά ταλαιπωρημένα πλάσματά Του καί νά φωνάζει: «Ἐγώ είμι τό φῶς τοῦ κόσμου» ( Ἰω. η΄12). Ἐγώ, λέι εἶμαι τό φῶς τοῦ κόσμου· ὅποιος μέ ἀκολουθεῖ, δέν θά βρεθεῖ ποτέ στό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας, ἀλλά θά ἔχει μέσα του τό φῶς, πού προέρχεται ἀπό τήν ἀληθινή ζωή, τόν Θεό.
          Ἄς ἐπιστρέψουμε λοιπόν κοντά Του! Κι ἄς κάνουμε τήν ἀρχή ὅσοι θέλουμε νά λεγόμαστε χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι συχνά νομίζουμε ὅτι μποροῦμνε νά δουλεύουμε σέ δύο κυρίους, νά λατρεύουμε τόν Θεό καί τόν μαμωνᾶ. Ἐμεῖς, πού συχνά ξεγελιόμαστε ἀπό τίς ἀπολαύσεις καί τίς ἀπάτες τοῦ κόσμου καί λησμονοῦμε τόν Θεό. Ἐμεῖς πού ὑποτίθεται ὅτι εἴμαστε τό «φῶς τοῦ κόσμου»καί τό «ἅλας τῆς γῆς».
          Νά ἐπιστρέψουμε. Κι αὐτό πολύ πρακτικά πλέον σημαίνει:Νά παύσουμε νά εἴμαστε τόσο πολύ ὑποδουλωμένοι στά λεγόμενα μέσα μαζικῆς ἐνημέρωσης, ἐφημερίδες, περιοδικά, τηλεοράσεις, πού δημιουργοῦν σύγχυση καί σκοτίζουν τό νοῦ, καί νά σκύψουμε μέ πόθο καί λαχτάρα στόν αἰώνιο λόγο τοῦ θεοῦ, νά μελετήσουμε τήν Ἁγία Γραφή, τούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Νά ἐντρυφήσουμε ἐπίσης στήν προσευχή, τήν γλυκειά συνομιλία τῆς ψυχῆς μέ τόν Θεόν, πού φωτίζει τόν νο[θυ καθαρίζοντάς τον ἀπό τά διάφορα πάθη.
          Δέν εἶναι δύσκολα αὐτά, ἀδελφοί. Ἀπόφαση μᾶς χρειάζεται.
****
«Εἰ οὖν τό φῶς τό ἐν σοί σκότος ἐστίν, τό σκότος πόσον;»
          Ἀδελφοί, καί ἄν ἀκόμη δέν εἴμαστε, ἄς γίνουμε. Ἄς γίνουμε ἅλας τῆς γῆς καί φῶς τοῦ κόσμου. Νά κρατᾶμε τόν νοῦ μας κοντά στόν Θεό. Νά φωτιζόμαστε ἀπό Ἐκεῖνον, νά ζοῦμε σύμφωνα μέ τό θέλημά Του, νά πορευόμαστε μέ τό φῶς τοῦ Εὐαγγελίου Του.

          Αὐτός εἶναι ὁ μοναδικός δρόμος καί ἡ τελευταία ἐλπίδα τοῦ καθενός καί τοῦ κόσμου ὁλόκληρου.
Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Μουσουρούλης 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου