Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2016

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως - Παναγιώτης Μαρτίνης


Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΑΥΤΟΥ

Του Παναγιώτου Σ. Μαρτίνη, Δρ. Θ.

Σύμφωνα με τον Συναξαριστή, “τω αυτώ μηνί ΚΖ΄ (Ιανουαρίου 27), η ανακομιδή του λειψάνου του εν αγίοις πατρός ημών Ιωάννου, αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου”.
Η Εκκλησία δύο φορές το χρόνο τιμά τον μεγάλο πατέρα και διδάσκαλό Της, τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Στις 13 Νοεμβρίου τιμά τη μνήμη του και στις 27 Ιανουαρίου την ανακομιδή των ι. λειψάνων από τα Κόμενα της Αρμενίας, που πέθανε ως εξόριστος, στη Βασιλεύουσα. Το τελευταίο αυτό γεγονός, που φανερώνει την τιμή που αποδίδει η Εκκλησία στα ιερά λείψανα των αγίων, μας δίνει την ευκαιρία να σκιαγραφήσουμε δι’ ολίγων τη μεγάλη αυτή πατερική μορφή.
Γεννήθηκε περί το 345 στην Αντιόχεια της Συρίας, την οποία λόγω της ακμής της στα γράμματα και στις τέχνες αποκαλούσαν “Συριάδες Αθήναι”.
Ο πατέρας του Σεκούνδος, ανώτερος αξιωματικός, πέθανε σχεδόν αμέσως μετά τη γέννηση του Ιωάννη, του οποίου την ανατροφή ανέλαβε η μόλις εικοσαετής μητέρα του Ανθούσα.
Έλαβε λιπαρά μόρφωση τόσο στη θύραθεν παιδεία, νομική, φιλοσοφική και ρητορική, όσο και στα θεολογικά γράμματα. Στην πρώτη υπήρξε μαθητής του περίφημου τότε εθνικού φιλοσόφου και ρήτορα Λιβανίου, στη δεύτερη στην περίφημη Κατηχητική Σχολή της Αντιοχείας. Οι αξιόλογοι διδάσκαλοι της σχολής αυτής και η επ΄ αυτού επίδραση του Επισκόπου Αντιοχείας Μελετίου εισέδυσαν τόσο μέσα του, ώστε εγκατέλειψε το επάγγελμα του συνήγορου που ασκούσε και σε ηλικία 25 ετών δέχτηκε το βάπτισμα. Αφού εγκατέλειψε και κάθε τι κοσμικό, κατέφυγε στην αυστηρή άσκηση και μελέτη, έγκλειστος για τρία χρόνια στο σπίτι του και τα επόμενα έξι στην έρημο.

Όταν επέστρεψε στην Αντιόχεια, χειροτονήθηκε διάκονος (380) και μετά από πέντε έτη πρεσβύτερος. Από το 386-397, ως πρεσβύτερος, αρχίζει τη μεγάλη του πνευματική και κοινωνική δράση. Με το παράδειγμά του, καθώς και με το ζωντανό κήρυγμά του, φρόντιζε να εμπνέει στην κοινωνία το αίσθημα της φιλαλληλίας, αφού την περίοδο αυτή τα 8/10 των κατοίκων της πόλης πεινούσαν κυριολεκτικά και ως επαίτες περιέτρεχαν στους δρόμους της. Ήταν καυστικός κατά των πλουσίων, όταν αυτοί έδειχναν αδιαφορία στην περίθαλψη των πτωχών, λέγοντας: “Η φιλαργυρία είναι η πτωχοποιός, η ψυχοφθόρος, η φίλη της γεένης, η μήτηρ πάντων ομού των κακών, δια τούτο “ουδείς φιλόχρυσος έγινε φιλόχριστος”. Κατόρθωσε να αυξήσει το φιλανθρωπικό έργο της τοπικής Εκκλησίας και επί των ημερών του ετρέφοντο 3.000 χήρες και άλλοι ενδεείς, εκτός από τους ασθενείς, τους ξένους, τους φυλακισμένους.
Στους πλούσιους συνιστούσε όχι την καταναγκαστική διανομή του πλούτου, αλλά την εκούσια εισφορά κατά το πρότυπο της πρώτης χριστιανικής κοινότητας των Ιεροσολύμων. Το 387, ως πρεσβύτερος στην Αντιόχεια, εξεφώνησε τους περί ανδριάντων λόγους, που κατέστησαν περίφημοι και αποδοτικοί, αφού εξευμένισαν τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο, που ήθελε να τιμωρήσει τους κατοίκους της πόλης, οι οποίοι κατέστρεψαν τους βασιλικούς ανδριάντες, από αγανάκτηση για τους βαρύτατους φόρους που τους είχαν επιβάλει.
Περίφημη, επίσης, και η ομιλία του περί νηστείας. Γράφει: Νηστείαν δεν εννοώ αυτήν που τηρούν οι πολλοί, αλλά την ακριβή νηστείαν, δηλ. όχι μόνον την αποχήν από ωρισμένας τροφάς, αλλά και τα αμαρτήματα... Διότι τι το όφελος εάν απέχωμεν από όρνιθας και από ψάρια, δαγκώνομεν δε και κατατρώγομεν τον πλησίον;”.
Όταν το 397 πέθανε ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νεκτάριος, όλοι στράφηκαν για διάδοχό τουστον Ιωάννη, αφού η φήμη του, ως ρήτορα και εμπνευσμένου κήρυκα, καθώς και η πλούσια φιλανθρωπική του δράση, ξεπέρασαν τα όρια της Αντιόχειας.
Παρά τις αντιδράσεις πολλών υποψηφίων για τον πατριαρχικό θρόνο, τελικά ο Χρυσόστομος επεκράτησε και χειροτονήθηκε αρχιεπίσκοπος το 398.
Ο Χρυσόστομος, ως αρχιεπίσκοπος Κων/λεως, ενδιαφέρθηκε για την εξυγίανση των εκκλησιαστικών, αλλά και των πολιτικών πραγμάτων. Στο “περί Ιερωσύνης” έργο του αναπτύσσει τα προσόντα του κληρικού, όπως ενάρετο βίο, μόρφωση και ρητορική ικανότητα. Κατακρίνει δριμύτατα τους επισκόπους, που χειροτονούσαν αναξίους κληρικούς.
Ιδιαίτερη ευαισθησία έδειξε στον κοινωνικό τομέα. Ωραία εικόνα της δράσεώς του στον τομέα αυτό μας δίνει ο Θεοδώρητος, επίσκοπος Κύρου (+460). Γράφει: “Ο εις τον ικετεύει δια να τον βοηθήση. Άλλος, δοκιμαζόμενος, τον προσκαλεί ως μάρτυρα, άλλος, πεινών του ζητεί τροφήν και γυμνός ένδυμα, άλλος και αυτά τα ενδύματά του, άλλος πενθών, του ζητεί παρηγορίαν, έτερος τον παρακαλεί, να απολυθή από την φυλακήν, άλλος τον εσύρει να επισκεφθή ασθενή, ξένος ζητεί καταφύγιον... λιμός ενοχλεί; και αμέσως γίνεται τροφεύς, μεταβάλλεται εις ιατρόν και εις τον πενθούντα καθίσταται παρηγορία, υπάρχει ανάγκη φροντίδος δια ξένους; ο επίσκοπος φροντίζει δι΄ αυτούς”.
Δεν λείπει από τον ι. πατέρα το ενδιαφέρον για την ιεραποστολή. Φροντίζει για τη διάδοση της Ορθοδοξίας στους Γότθους, στους Σκύθες, Πέρσες και Φοίνικες.
Βασικό του καθήκον θεωρεί και την εσωτερική ιεραποστολή. Κηρύττει διαρκώς και πολλά από τα κηρύγματά του γίνονται με βάση χωρίων της αγ. Γραφής και θεωρούνται υπέροχα, ιδιαίτερα “αι ηθικαί ομιλίαι” του. Περί το 399 εκφωνεί το γνωστό λόγο του “Εις Ευτρόπιον”. Με το λόγο του αυτό θέλει ν΄ αποδείξει τη ματαιότητα της εξουσίας, αφού ο ισχυρός ύπατος Ευτρόπιος κατέφυγε στο ναό, για ν΄ αποφύγει τη σύλληψη και το θάνατο. Ο Χρυσόστομος, που αρνήθηκε να τον παραδώσει, θα ξεκινήσει την ομιλία του:”Πάντοτε μάλιστα δε τώρα είναι επίκαιρον να είπη κανείς: ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης...”.
Γενικώς τα ανορθωτικά έργα του Χρυσοστόμου έτυχαν μεγάλης επιδοκιμασίας από το λαό. Κρέμονταν από τα χείλη του όχι μόνο στις ομιλίες του, αλλά σε ό,τι τους συμβούλευε και τους ζητούσε συμπαράσταση. Συνάντησε όμως και σοβαρές αντιδράσεις από μερικούς επισκόπους, “των μισθωτών ποιμένων”, όπως τους ονομάζει, και από μέλη της αυτοκρατορικής αυλής, που καυτηριάζει για τον “τριφυλόν” βίο τους. Κυριώτεροι αντίπαλοί του υπήρξαν: α) Θεόφιλος, αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, ο “αμφαλλάξ”, όπως τον αποκαλούσαν για τη σκληρότητα και αλλοπρόσαλλο του χαρακτήρα. Αυτός δεν μπορούσε να ανεχτεί τον υποβιβασμό του στην τρίτη θέση της “Πενταρχίας”, αφού, μετά την απόφαση της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου (381) τα δευτερεία καταλαμβάνει μετά τον Ρώμης, ο Κων/λεως, “δια το είναι αυτήν (Κων/λιν) Νέαν Ρώμην”.
Έτσι βρίσκει διάφορες ανυπόστατες κατηγορίες κατά του ι.Χρυσοστόμου. β) Τον Θεόφιλο ακολουθούν οι επίσκοποι Βεροίας της Συρίας Ακάκιος, ο Γαβάλων Σευηριανός και ο Πτολεμαϊδος Αντίοχος, γ) Αλλά και η αυτοκράτειρα Ευδοξία τάχθηκε εναντίον του, επειδή θεώρησε ότι οι καυστικοί λόγοι του Ιωάννη κατά των αυλικών, έθιγαν την ίδια.
Όλοι αυτοί κατόρθωσαν να συγκροτήσουν την λεγομένη “επί δρυν” σύνοδο (403), πλησίον της Χαλκηδόνας, με πρόεδρο τον Θεόφιλο. Ο Χρυσόστομος αρνήθηκε να προσέλθει στη σύνοδο αυτή, αν δεν αποχωρούσαν οι κηρυγμένοι εναντίον του επίσκοποι, Θεόφιλος, Ακάκιος, Σευηριανός και Αντίοχος. Η σύνοδος αποφάσισε την καθαίρεση και την εξορία του Χρυσοστόμου.
Προ της εξορίας του εκφωνεί τον περίφημο λόγο του: “Πολλά τα κύματα και μεγάλη η τρικυμία, αλλά δεν φοβούμεθα μήπως καταποντισθώμεν, διότι ιστάμεθα επί βράχου ασφαλούς...”. Τον οδήγησαν στην εξορία κρυφά επειδή φοβήθηκαν την αντίδραση του λαού. Στο δρόμο όμως προς την εξορία “σεισμός επισυμβάς εθεωρήθη υπό της δεισιδαίμονος αυτοκρατείρας ως θείον σημείον κατ΄ αυτής” και ανεκλήθη η κατά της εξορίας διαταγή. Όμως όχι για πολύ! Το 404 άλλη σύνοδος καθαιρεί και εξορίζει τον Ιωάννη με τη δικαιολογία ότι επανήλθε από την πρώτη εξορία του χωρίς την απόφαση συνόδου. Στην πραγματικότητα ήταν η αντίδραση της Ευδοξίας όταν ο Χρυσόστομος διαμαρτυρήθηκε έντονα για την ανέγερση του ανδριάντα της μπροστά από το ναό της Αγίας Σοφίας.
Τόπος της εξορίας του η Κουκουσός, “χωρίον ερημότατον” της Αρμενίας. Υπέφερε τα πανδεινα στον τόπο της εξορίας του, λόγω και της κλονισμένης υγείας του, χωρίς όμως να χάσει το θάρρος του. Αλληλογραφεί, ενδιαφέρεται για τα ζωτικά προβλήματα της Εκκλησίας και για την ιεραποστολή στους εκτός του βυζαντίου λαούς. Περίφημες παρέμειναν οι 17 επιστολές του προς τη διακόνισσα Ολυμπιάδα, η οποία, μετά τη χηρεία της, είχε αφιερωθεί στην υπηρεσία της Εκκλησίας. Στενή συνεργάτιδα του ι. Χρυσοστόμου.
Όμως οι εχθροί του δεν ησυχάζουν! Επειδή έβλεπαν με ανησυχία τη δράση του, ακόμη και από τον τόπο της εξορίας του (αλληλογραφία, επισκέψεις φίλων), κατόρθωσαν να διαταχτεί η μεταφορά του πιο μακρυά, στην Πιτυούντα του Πόντου. Αλλά το “αραχνώδες σωμάτιον” του Ιωάννη δεν άντεξε στις νέες ταλαιπωρείες και “μετά τρίμηνον επίπονον οδοιπορίαν, απέθανε, πριν φτάσει εις τον τόπον της εξορίας του, εις τα Κόμαν του Πόντου, την 14ην Σεπτεμβρίου 407. Τελευταίοι λόγοι του υπήρξαν: “Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν αμήν”.
Τριάντα χρόνια μετά το θάνατό του ο αρχιεπίσκοπος Κων/λεως Πρόκλος (434-446), πρ. διάκονος του ι. Χρυσοστόμου, μετέφερε το ιερό λείψανό του από τα Κόμανα στη Βασιλεύουσα και το κατέθεσε στο ναό των αγίων Αποστόλων. Η ανακομιδή του ι. λειψάνου έγινε δεκτή με πολλή ευλάβεια και με την πάνδημο συμμετοχή κλήρου και λαού, καθώς και του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β΄, του γιού του Αρκαδίου και της Ευδοξίας. Επειδή η 14η Σεπτεμβρίου, η ημερομηνία της κοιμήσεώς του, συμπίπτει με την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, η μνήμη του ως αγίου μετετέθη στις 13 Νοεμβρίου. Την ημέρα αυτή στον Πατριαρχικό ναό τοποθετείται η εικόνα του αγίου στον Πατριαρχικό θρόνο, ενώ ο εκάστοτε Πατριάρχης στο παραθρόνιο.
Ήδη από τον τον 6ο αιώνα, λόγω της ευγλωττίας του, αποκλήθηκε “Χρυσόστομος”.
Ο άγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος δεν αρκέστηκε μόνο στο πλούσιο ποιμαντικό και κοινωνικό του έργο. Έγραψε πολυάριθμα έργα, δογματικά, ερμηνευτικά, λόγους και πλήθος επιστολών και ομιλιών. Στο Χρυσόστομο αποδίδεται και η συγγραφή της θείας λειτουργίας, που αποτελεί σύντμηση της θ. λειτουργίας του Μ. Βασιλείου. Θεωρείται ο μεγαλύτερος εκκλησιαστικός συγγραφέας του λεγόμενου “χρυσού αιώνος” της Εκκλησίας. Κατά τον καθηγητή της πατρολογίας αείμνηστο Δημ. Μπαλάνο: “...Ο Χρυσόστομος είναι, καθ΄ ημάς, ο σπουδαιότερος πατήρ της ανατολικής Εκκλησίας, εφόσον έσχε την μεγίστην και επωφελεστάτην επίδρασιν επί του χριστιανικού κόσμου ακόμη μέχρι σήμερον”.


Τέλος, δράττομαι της ευκαιρίας να εκφράσω θερμές ευχές στον εορτάζοντα Μητροπολίτη Πατρών κ. Χρυσόστομο, για έτη πολλά, υγεία και εύκαρπο διακονία στο ποιμαντικό και κοινωνικό του έργο, δια πρεσβειών του εφόρου του, “του εν αγίοις πατρός ημών Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου