Τρίτη 20 Ιουνίου 2017

Γνωρίσμτα τῆς θεάρεστης ἐργασίας - π. Γρηγόριος Μουσουρούλης

Κυριακή Β΄Ματθαίου
Λόγος εἰς τό Εὐαγγέλιον
Γνωρίσμτα τῆς θεάρεστης ἐργασίας
« εἶδε δύο ἀδελφούς… βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τήν θάλασσαν»
(Ματθ. δ΄18)

Ὁ Κύριος προκειμένου νά ξεκινήσει τή δημόσια δράση Του προβαίνει στήν ἐκλογή τῶν δώδεκα Μαθητῶν, πού θά εἶναι οἱ μάρτυρες τῆς ἐπί γῆς παναγίας ζωῆς του καί οἱ συνεχιστές τοῦ σωτηρίου ἔργου Του. Σήμερα ἀκούσαμε γιά τήν ἐκλογή τῶν τεσσάρων πρώτων Ἀποστόλων. Ἐκεῖνο πού μᾶς κάνει ἐντύπωση εἶναι ὅτι ὁ Θεῖος Διδάσκαλος ἀναζητεῖ τούς συνεργούς του ἀνάμεσα σέ ἀνθρώπους ἐργατικούς, ὄχι σέ ἀνθρώπους ἀργόσχολους, ἀνθρώπους πού ἄσκοπα ρεμβάζουν, συζητοῦν ἤ ἀστειεύονται ἀνούσια
Καί τοῦτο διότι ἡ ἐργασία εἶναι θεσμός θεόσδοτος καί ἱερός. Θεσμός ἰδι­αίτερα εὐλογημένος ἀπό τόν Θεόν. Γιά νά ἔχει ὅμως ἀξία ἡ ἐργασία, εἶναι ἀνάγκη αὐτοί πού τήν ἀσκοῦν νά τήν ἀσκοῦν μέ τρόπο θεάρεστο. Ἄς δοῦμε λοιπόν κάποια ἀπό τά γνωρίσματα τῆς θεά­ρεστης ἐργασίας.

****
« εἶδε δύο ἀδελφούς… βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τήν θάλασσαν»
Ὅσοι μελετοῦν τήν Ἁγία Γραφή ξέρουν ὅτι ὁ παντοδύναμος καί ἀπειροτέλειος Θεός πῆρε τόν ἄνθρωπο πού δημιούργησε καί τόν ὁδήγησε μέσα στόν παρά­δει­σο τῆς εὐτυχίας καί τῆς μακαριότητας, γιά νά τόν καλλιεργεῖ, νά τόν φροντίζει καί νά τόν φυ­λάσσει ἀπό τά πτηνά, τά ζῶα καί τά θηρία. (Γεν. β΄15)
          Ἡ ἐργασία τοῦ Ἀδάμ στόν Παράδεισο ἦταν βέβαια ἐντελῶς διαφορετική ἀπό τήν ἐργασία με­τά τή πτώση. Τότε ἦταν ἀνώδυνη, χωρίς κόπο, ἦταν κατ’ ἐ­ξο­χήν εὐχάριστη ἀπασχόληση. Ὁ κοπιαστικός χαρακτήρας της ἦρθε σάν συνέ­πεια τῆς ἀποστασίας τοῦ πρωτοπλάστου. Τότε ἄκουσε τόν Θεόν νά τοῦ λέγει: «ἐν τῷ ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τόν ἄρτον σου» (Γεν. γ΄19). Αὐτό εἶναι τό παράγγελμα τοῦ Θεοῦ. Παράγγελμα πού δέν πρέπει νά τό ξεχνᾶμε, ἀλλά νά τό τηροῦμε μέ ἀκρίβεια. Τό ψωμί μας θά τό βγάζουμε μέ τόν κόπο μας καί ὄχι μέ τούς κόπους τῶν ἄλλων. Ὄχι μέ τόν ἱδρώτα τῶν γονέων ἤ τῶν ἀδελφῶν, ἤ τῶν ἐργατῶν μας, ἀλλά μέ τόν ἱδρώτα τόν δικό μας θά τρῶμε τό ψωμί μας καί θά ἐξασφαλίζουμε τήν καλή καί ἄνετη συντήρησή μας.
Αὐτό ξέραμε μέχρι σήμερα καί ἔτσι ἀντιμετωπίζαμε τήν ἐργασία, ὡς εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Δυστυχῶς ὅμως τά πράγματα ἔχουν ἀλλάξει. Σήμερα, εἶναι ὀδυνηρό νά τό λέμε, ἀλλά ἡ ἐργασία συνήθως ἀντιμετωπίζεται, ὄχι μόνο ἀπό νέους στήν ἡλικία, ἀλλά καί ἀπό ὥριμους ἡλικιακά ἀνθρώπους, ὡς ἀνεπιθύμητη ὑποχρέωση.
Μέ «βαρειά καρδιά» ξεκινοῦν πολλοί ἄν­θρωποι τό πρωῒ τή δουλειά τους. Πηγαίνουν στό χῶρο τῆς ἐργασίας μέ διάθεση ἀρνητική. Κυτ­τάζουν συνεχῶς τό ρολόϊ καί περιμένουν πότε θά λήξει τό ὡράριο ἤ κάθονται καί ὑπολογίζουν τίς ἡμέρες τῆς ἀργίας καί τήν ἄδεια. Μέ τέτοια νοοτροπία καί ψυχολογική ἀντιμετώπιση τῆς ἐργασίας εἶναι φυ­σικό νά μή μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά ἀποδώσει αὐτό πού μπορεῖ νά ἀποδώσει. Πλήν ὅμως μειώνεται ἡ ἀπόδοσή του καί ὅταν ἐργάζεται βια­στικά ἤ νωχελικά, ἀδιάφορα καί ἐπιπόλαια, χωρίς ὄρεξη καί χαρά.
Γι’αὐτό ἀκριβῶς τό παράδειγμα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, πρωτίστως δέ τό παράδειγμα τοῦ ἰδίου τοῦ Κυρίου μας, πρέπει νά μᾶς ἀφυπνίσει καί νά μᾶς διδάξει. Μέ τή βοήθηειά Του θά δοῦμε σωστά τό θέμα καί θά δοθοῦμε στή συνέχεια στό ἔργο μας μέ καινούργια, μέ νέα διάθεση. Ὁ φοιτητής ἤ ὁ ἐπιστήμονας θά ἀφοσιωθεῖ τή μελέτη καί θά μάθει ὅσο γίνεται καλύτερα τίς γνώσεις τῆς εἰδικότητας, τῆς ἐπιστήμης του. Ὁ οἰκοδόμος ἤ ὁ τεχνικός θά κάνει τό ἔργο του μέ φροντίδα καί σωστά, ὥστε νά ἐξυπηρετηθοῦν οἱ συνάνθρωποί του. Ἔτσι πρῶτα ὁ ἴδιος θά χαί­ρεται καί θά καυχᾶται βλέποντας τά ἀποτελέσματα τῆς ἐργασίας του. Ὁ ἔμπορος πρέπει νά γνωρίζει καλά τά εἴδη πού ἐμπορεύεται, τά πλεονε­κτή­ματα καί τά μειονεκτήματα κάθε εἴδους καί νά ἐνημερώνει ὑπεύθυνα καί τίμια τούς πελάτες του. Ὁ βιοτέχνης θά βγάλει ἀπό τά χέρια του κάτι πού, ὅπου κι ἄν πουληθεῖ, θά ἀποδειχθεῖ χρήσιμο στούς συνανθρώπους του καί θά ἑλκύσει τήν ἐμ­πιστοσύνη τοῦ ἀγοραστικοῦ κοινοῦ.
Ὅταν ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς ἐργάζεται μέ προθυμία καί ἐπιμέλεια τά ἔργα τῆς ἁρμοδιότητάς του, τότε ὅλοι θά γευόμαστε πόσο «καλόν ἐστι τό ἐργάζεσθαι» (Παροιμ. λα΄18). Πόσο γεμίζει ἡ ψυχή μέ εὐτυχία καί χαρά τήν ὁποία καί ἀκτινοβολεῖ στό περιβάλλον της. Δέν ἀρκεῖ ὅμως μόνο νά εἴμαστε ἐπιμελεῖς καί πρόθυμοι στήν ἐργασία. Χρειάζεται κάτι ἀκόμη ἀντίθετο ἀπό αὐτό πού κάνουν οἱ πολλοί.
****
          Πολλοί ἄνθρωποι σήμερα διακατέχονται ἀπό τήν ἰδέα ὅτι ἡ ἐργασία εἶναι ἄσχετη μέ τή γνήσια θρησκευτική καί πνευματική ζωή. Μεταξύ τοῦ πλήθους τῶν ἀνθρώπων ἐπικρατεῖ σήμερα ἡ ἄποψη ὅτι: ἡ ἄσκηση τοῦ ἐπαγγέλματος εἶναι μιά σκληρή ἀνα­μέτρηση μέ τήν πραγματικότητα. Εἶναι μία δυνα­μική διεκδίκηση τοῦ συμφέροντος.
          Πλήν ὅμως ἡ σωστή τοποθέτηση πάνω στό συγκεκριμένο θέμα εἶναι ἄλλη. Μέ τήν ἐργασία ἐπιδιώκουμε ὄχι μόνο τήν ἐξασφάλιση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἀλλά καί τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μας.
          Πιό συγκεκριμένα ὅταν φερθοῦμε μέ τιμιότητα στόν προμη­θευτή ἤ τήν ὑπηρεσία φόρων προοδεύουμε στήν ἀρετή τῆς εἰλικρίνειας πού τόσο πολύ λείπει ἀπό τόν σύγχρονο ἄνθρωπο. Ὅταν κινούμαστε ἐνεργητικά καί δραστήρια, νικᾶμε τήν τεμπελιά. Ὅταν ἀντιμετωπίζουμε τόν δύσ­τροπο πελάτη χωρίς νά θυμώσουμε, τότε καλλι­εργούμαστε στήν ταπείνωση. Ὅταν προγραμμα­τίζουμε τό μέλλον καί κάνουμε τίς ἀπαραίτητες ἐνέργειες, καί  τίς σχετικές προβλέψεις, καλούμα­στε νά ξεπερἀσουμε τήν ὀλιγοπιστία καί νά ἐμπιστευθοῦμε τόν ἑαυτό μας στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Μέ τό νά γινόμαστε ἐξυπηρετικοί στίς ἀνά­γκες τῶν ἄλλων ἀσκοῦμε ἔμπρακτη τήν χριστιανική μας ἀγάπη. Ὅταν μᾶς ἀδικοῦν ἀσκούμαστε στήν ὑπομονή καί τή συγχωρητι­κότητα. Δέν ὑπάρχει, ἀδελφοί μου, στιγμή καί πτυχή τῆς ἐργασίας μας, πού νά μή κρύβει κάποιο πνευματικό ἀγώνισμα.
          Ὁ θεῖος Ἀπόστολος Παῦλος μᾶς λέγει ὅτι ἡ ἐργασία μας ἀναφέ­ρεται στόν ἴδιο τόν Θεό. «Πᾶν, λέγει, ὅ,τι ἄν ποιῆτε… ἐργάζεσθε, ὡς τῷ Κυρί­ῳ» (Κολ. γ΄23). Ὅποια ἐργασία κι ἄν κάνετε, εἴτε εἶστε γεωργοί καί σκέβετε τή γῆ, εἴτε φυτεύ­ετε, εἴτε ἐμπορεύεσθε, εἴτε διδάσκετε, εἴτε ὅποια ἄλλη ἐργασία κι ἄν κάνετε, ὅλα νά τά ἐργάζεσθε σάν προσφορά στόν ἴδιο τόν Κύριο καί Θεό μας, μέ τή σκέψη πάντα τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ.
          Ὅταν ἀδελφοί μου, ἔτσι ἐκτελοῦμε τά ἔργα μας, τότε ἡ ἐργασία μας παίρνει ἄλλη ὄψη, ἀπο­κτᾶ νόημα, γλυκαίνει τή ψυχή μας. Ὅταν ἔτσι ἐργαζόμαστε τό ἄγχος μένει μακριά, ἡ νευρικό­τητα, ἀκόμη καί ἡ μανία τῆς ἐργασίας πού κατά­λαμβάνει κάποιους συνανθρώπους μας, ὅπως καί τά ψέματα καί οἱ ἀδικίες δέν βρίσκουν ἔδαφος στή ψυχή καί τή ζωή μας καί φυγαδεύονται μακριά. «Μετά ἡσυχίας» λέγει ὁ Ἀπόστολος (Β΄Θεσ. γ΄12), δηλαδή μέ εἰρηνική διάθεση καί ἀφοσίωση καί ἐπίδοση στό καθῆκον νά γίνεται ἡ ἐργασία. Σάν κάποια ἱερή τελετή συνυφασμένη μέ ἅγιες σκέψεις καί μέ προσευχή.
          Ὅταν μέ τέτοιες διαθέσεις ἐργαζόμαστε, τότε ἡ ἐργασία ποτέ δέν θά γίνει ἐμπόδιο γιά τόν ἐκκλησιασμό, τή μελέτη, τήν παρακολούθηση καί ἀκρόαση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ. Ἀντίθετα ἀπό ἐκεῖ θά τροφοδοτεῖται, θά ἀναβαπτίζεται ὁ πιστός καί ἡ ἐργασία του θά ἀποτελεῖ προέκταση τῶν ἱερῶν αὐτῶν στιγμῶν τῆς λατρείας, τῆς μελέτης, τῆς προσευχῆς.
****
« εἶδε δύο ἀδελφούς… βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τήν θάλασσαν»
          Μή ἀπατώμεθα, ἀγαπητοί. Χωρίς τόν φωτισμό τῆς πίστεως ὁ ἄνθρωπος παραμορφώνει μέσα του  τόν θεσμό τῆς ἐργασίας καί αὐτή τήν παραμόρφωση τήν μεταδίδει καί στούς γύρω του. Γι’ αὐτό βλέπομε πολλούς ἀδελφούς μας, πού μένουν μακριά ἀπό τόν Θεό καί τόν Νόμο Του ἤ νά ἀρνοῦνται τήν ἐργασία καί νά μένουν ἀδρανεῖς, ἤ νά θεοποιοῦν τήν ἐργασία καί νά ὑποδουλώνονται σ’αὐτήν μέ μιά ἐξοντωτική δραστηριότητα.
          Ὅμως ἡ τόσο παραστατική εἰκόνα τοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος μᾶς πα­ρου­σιάζει  μέ τρόπο θαυμαστό τήν θεάρεστη ἐργα­σία. Ἐκεῖνο πού ἀπομένει εἶναι νά κάνουμε μιά κριτική τοῦ ἑαυτοῦ μας. Καί μέ ἀπο­φασιστικότητα νά ἐξασφαλίσουμε τά δύο σπου­δαῖα ἐφόδια τῆς θεάρεστης ἐργασίας: τήν ἐπιμέ­λεια καί τήν πνευματικότητα. Τότε ἡ ἐργα­σία μας θά μᾶς γεμίζει καί θά μᾶς ἐξασφαλίζει τήν εὐλο­γία τοῦ Θεοῦ.

Ἀρχιμανδρίτης Γρηγόριος Μουσουρούλης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου