ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΚΔΟΣΕΩΝ «ΘΑΒΩΡ»
Ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη
Ἱστορία καί Θεολογία
τῶν Μεγάλων μας Ἑορτῶν
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
ΜΕΡΟΣ Δ΄ : ΠΑΣΧΑ
3. «Θανάτῳ, θάνατον πατήσας»
«Ὅποια μέρα φᾶτε θά πεθάνετε», εἶπε ὁ Κύριος στούς πρωτοπλάστους
(Γέν. 2:17). Ἔφαγαν, καί πέθαναν· πρῶτα πέθαναν πνευματικά· ἀποκόπηκαν ἀπό τήν ἀληθινή,
αἰώνια Ζωή· καί μετά πέθαναν σωματικά. Ὁ Χριστός ἔπρεπε τώρα νά «ἀποκαταστήσει»
αὐτή τή ζημιά. Καί τό ἔκανε· μέ τόν Σταυρό Του καί τήν Ἀνάστασή Του. Καί ἔτσι μᾶς
ἀναγέννησε καί σωματικά καί πνευματικά.
Νίκησε λοιπόν τόν θάνατο πρός
χάρη μας. Παρόλο αὐτό, ὁ θάνατος ἐξακολουθεῖ νά ὑπάρχει. Ὅπως πέθαιναν
(σωματικά) πρίν ἀπό τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, πεθαίνουν καί μετά τήν Ἀνάστασή
Του. Κανένας δηλαδή δέν μεταβαίνει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, χωρίς νά περάσει μέσα
ἀπό τόν θάνατο. Ὁ θάνατος «ζεῖ καί βασιλεύει». Γιά τό συμφέρον μας. «Ὁ βάθει σοφίας φιλανθρώπως πάντα οἰκονομῶν,
καί τό συμφέρον πᾶσιν ἀπονέμων, μόνε Δημιουργέ».
«Ὁ ἄνθρωπος (διδάσκει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος) μέ τήν ἁμαρτία τοῦ Ἀδάμ, ἔγινε ἀλαζόνας. Καί
ὁ θάνατος γιά ἕναν τέτοιο ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἐσχάτη ταπείνωσή του· ὁ ἔσχατος
ξευτελισμός του. Ὅμως, αὐτό ἀποτελεῖ ταυτόχρονα καί τό καλύτερο φάρμακό του, τό
καλύτερο ἀντίδοτο κατά τῆς ἀλαζονίας του. Γι’αὐτό καί ὁ Θεός δέν ἔκαμε ἁπλά τό ἀνθρώπινο
σῶμα θνητό, ἀλλά τό ἔκανε, πεθαίνοντας, καί νά σαπίζει, καί νά μυρίζει ἀνυπόφορα,
καί νά βγάζει σκουλήκια, νά ὁδηγεῖται
σέ τελεία ἀποσύνθεση. Ὁδηγώντας ἔτσι σέ ταπείνωση τόν ἀλαζόνα ἄνθρωπο» (Eἰς Γότθους. P. G. 63: 505). Φαντασθεῖτε, λοιπόν, πόσο μεγάλο κακό θά ἦταν γιά
τόν ἄνθρωπο, νά μήν ὑπῆρχε αὐτό τό «φόβητρο» πού λέγεται θάνατος. Δέν θά ὑπῆρχε
τίποτε στόν κόσμο πού νά τόν τρομάζει καί νά τόν συνεφέρει. (....).
Συντριβή τοῦ Ἅδη
Μόλις ἁμάρτησε ὁ Ἀδάμ, «διέταξε (ὁ Θεός) τά ἀγγελικά Χερουβείμ νά φυλᾶνε τήν ὁδό τοῦ Παραδείσου μέ
περιστρεφομένη πύρινη ρομφαία» (Γέν. 3:24). Ἀλληγορική ἔκφραση πού σημαίνει
ὅτι ὁ δρόμος πρός τόν Παράδεισο ἦταν κλειστός. Ἔκλεισε ὁ Παράδεισος, ἀλλά ἄνοιξε
ὁ Ἅδης. Ἡ Γραφή ἀποκαλεῖ τόν Ἅδη «φυλακή» (Α΄Πέτ. 3:19)· μέ χάλκινες πόρτες,
καί μοχλούς σιδερένιους (Ἡσ. 45:2). Δείχνοντας, ἀφ’ ἑνός μέν, μέ πόση μανία καί
βία κρατοῦσε τίς ψυχές, ἀφ’ ἑτέρου δέ, πόσο ἀδύνατη ἦταν ἡ κατακυρίευσή του.
Θεωρεῖτο «τόπος» ἐγκαταλελειμμένος ἀπό τόν Θεό. (Ψλμ. 15:10).
Στόν Ἅδη δέν κατέβαιναν μόνο οἱ ἁμαρτωλοί,
ἀλλά καί οἱ δίκαιοι. Μᾶς τό πιστοποιεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μέ τήν παραβολή τοῦ
πλουσίου καί τοῦ Λαζάρου. «Στόν Ἅδη πού ἦταν
καί βασανιζόταν (ὁ πλούσιος) σήκωσε
τά μάτια του καί εἶδε ἀπό μακριά τόν Ἀβραάμ καί κοντά του τόν Λάζαρο» (Λκ.16:23). Καί ὁ σκληρόκαρδος πλούσιος καί ὁ
δίκαιος Ἀβραάμ «ἐγκαταστάθηκαν» στόν Ἅδη.
Ὅμως, δέν «ἔμεναν» στόν ἴδιο
τόπο. «Ὑπάρχει ἀνάμεσά μας μεγάλο χάσμα» (Λκ.
16:26), εἶπε ὁ Ἀβραάμ στόν πλούσιο. Πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι μπορεῖ νά πήγαιναν ὅλοι
στόν Ἅδη, ἀλλά δέν βασανίζονταν κιόλας ὅλοι. Αὐτοί πού σίγουρα βασανίζονταν ἦταν
οἱ ἁμαρτωλοί· «ὑποφέρω μέσα σ’αὐτή τή
φωτιά», εἶπε ὁ πλούσιος (Λκ. 16:24).
Ἀντίθετα, ὁ φτωχός Λάζαρος δέν
βασανιζόταν, οὔτε ὅμως καί χαιρόταν. Ἁπλά ἔνιωθε μιά παρηγοριά. «Ὦδε παρακαλεῖται» εἶπε ὁ Χριστός (Λκ.
16: 25). Δέν ἀπολάμβανε δηλαδή τήν ἀπέραντη ἡδονή τοῦ Παραδείσου πού «μάτι δέν τά εἶδε, κι οὔτε τ’ ἄκουσε αὐτί, κι
οὔτε τά ‘βαλε ὁ λογισμός τοῦ ἀνθρώπου» (Α΄Κορ. 2:9) γιατί ὁ Παράδεισος ἦταν
κλειστός.
Αὐτό σημαίνει, πώς ὁ θάνατος πρό
Χριστοῦ ἦταν χωρίς ἐλπίδα, ἀκόμα καί γιά τούς δικαίους. Ἡ ἐπικοινωνία τους μέ
τόν Θεό, πού πίστεψαν, λάτρεψαν καί ὑπηρέτησαν, «κοβόταν». Ὁ Δαβίδ ἔλεγε στήν
προσευχή του: «Μετά θάνατον δέν μπορεῖ
κάποιος νά Σέ ἐνθυμεῖται· στόν Ἅδη δέν μπορεῖ κάποιος νά Σέ δοξολογήσει» (Ψλμ.
6:6). Καί πάλι: «Μήπως θά δείξεις τά
θαυμαστά Σου ἔργα στούς νεκρούς; Ὄχι!
Ἤ μήπως οἱ ἰατροί θά ἀναστήσουν τούς νεκρούς γιά νά Σέ δοξολογήσουν; Μήπως θά
γνωσθοῦν τά θαυμαστά Σου ἔργα στό σκοτάδι τοῦ Ἅδη καί ἡ δικαιοσύνη Σου; Ὄχι!»
(Ψλμ. 87:11-13).
Πεθαίνοντας ὁ Χριστός πάνω στό
Σταυρό, τό μέν σῶμα Του ἐτέθη στόν τάφο (ἑνωμένο μέ τή Θεότητά Του), ἡ δέ ψυχή
Του κατέβηκε στόν Ἅδη (ἑνωμένη καί αὐτή μέ τή Θεότητα). Ὅμως, ὁ Κύριος κατέβηκε
στό βασίλειο τοῦ Ἅδη, ὄχι σάν αἰχμάλωτος τοῦ Ἅδη, ἀλλά σάν κατακτητής του.
Συνέτριψε τίς χάλκινες πόρτες του(Ἡσ. 45:2). Κήρυξε στούς αἰχμαλώτους του
(Α΄Πέτ. Γ: 19). Ἀπελευθέρωσε ὅσους πίστεψαν στό ὄνομά Του, βάζοντάς τους στό
δικό Του Βασίλειο· στόν Παράδεισο. Ἀπό τή στιγμή ἐκείνη ὅλοι αὐτοί ἄρχισαν νά ἀπολαμβάνουν
τή χαρά τοῦ Παραδείσου. Ἦταν οἱ πρῶτοι πού τή γεύθηκαν, χάρη στήν Ἀνάσταση τοῦ
Κυρίου. Αὐτό σημαίνει «καί τοῖς ἐν τοῖς
μνήμασιν ζωήν χαρισάμενος».
«Ἄν ὁ Χριστός δέν ἔχει ἀναστηθεῖ, τότε τό κήρυγμά μας εἶναι χωρίς
νόημα, τό ἴδιο καί ἡ πίστη μας» (Α΄Κορ. 15: 14). Δέν θά ὑπῆρχε αἰώνια Ζωή,
παρά μόνο αἰώνιος Ἅδης! Τότε ἡ μόνη ἐλπίδα μας θά ἦταν αὐτή ἡ ἐπίγεια ζωή! Θά ἤμασταν
σάν χριστιανοί τά πιό ἀξιοθρήνητα ὄντα ἐπί τῆς γῆς. «Ἄν ἡ χριστιανική ἐλπίδα μας περιορίζεται μόνο σ’ αὐτή τή ζωή, τότε εἴμαστε
οἱ πιό ἀξιοθρήνητοι ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους» (Α΄Κορ. 15: 19).
Πολυγραφότατος ο π. Βασίλειος η κάθε σελίδα των βιβλίων του είναι θησαυρός πνευματικών γνώσεων.
ΑπάντησηΔιαγραφή