Κυριακή 29 Ιουλίου 2018

ΑΝΕΦΟΔΙΑΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ


ΑΝΕΦΟΔΙΑΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΜΟΝΩΣΗ
«Ὀψίας γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ».

Εὐλαβικὰ ὁ Εὐαγγελιστὴς μᾶς ἀνεβάζει στὸ ὕψωμα, στὸ ὁποῖο κυριαρχεῖ τὸ σκοτάδι, ἡ γαλήνη καὶ ἡ σιωπή.
Ἐκεῖ, μέσα στὴ νύχτα ποὺ συνεχῶς καὶ περισσότερο ἁπλώνει τὴν κυριαρχία της, ἀγρυπνεῖ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ. Ἀγρυπνεῖ καὶ προσεύχεται. Μὲ ἕναν τρόπο μοναδικὸ προσεύχεται στὸν Πατέρα. Ἡ ὑπέροχη εἰκόνα τοῦ ἀποτραβηγμένου καὶ ἀπομονωμένου Ἰησοῦ ἐμπνέει. Μᾶς ἀποκαλύπτει μιὰ πηγὴ δύναμης, τὴν ὁποῖα ἀποζητᾶ ἡ διψασμένη ψυχή μας.
Συντροφιὰ μὲ τὸν Θεό.
Ἡ ἀπομόνωση, τὸ ἀποτράβηγμα ἀπὸ τὸν θόρυβο τῆς ζωῆς καὶ τὴ ζάλη τῶν καθημερινῶν βιοτικῶν προβλημάτων δροσίζουν, ξεκουράζουν, φρεσκάρουν τὸ πνεῦμα μας.
Ἡ ἀδιάκοπη δραστηριότητα καὶ ἡ σκληρὴ πάλη δὲν κουράζουν μόνο τὸ σῶμα. Ταλαιπωροῦν καὶ τὴν ψυχή. Ἰδιαίτερα σήμερα, ποὺ ὁ ρυθμὸς τῆς ζωῆς ἔχει γίνει ταχὺς καὶ τραχὺς καὶ ἡ ζωή μας μπῆκε στὰ καλούπια τῆς μηχανῆς, ἡ ψυχικὴ ταλαιπωρία ξεπερνᾶ τὰ ὅρια τῆς κόπωσης καὶ φθάνει στὰ ὅρια τῆς ψυχικῆς ἀνωμαλίας.

Δὲν συνιστᾶται μιὰ φυγὴ ἀπὸ τὴ ζωή. Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἰσηγεῖται κάτι παρόμοιο. Προβάλλοντας τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου δὲν ἐπιδιώκει νὰ μᾶς κάνει ἐρημίτες, ἀλλὰ μᾶς ὑποδεικνύει ἕνα ἄριστο μέσον, γιὰ νὰ ξαναβρίσκουμε τὴ χαμένη γαλήνη, τὸ ἀποτράβηγμα, τὴν ἀπομόνωση. Καὶ τὴν ἀπομόνωση πάλι ὄχι σὰν ἁπλὴ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τὸ θόρυβο, ὄχι σὰν ἄδειασμα τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀλλὰ σὰν γέμισμα καὶ ἀναζωογόνηση. Καὶ τὸ γέμισμα συντελεῖται μὲ τὴν ἁπλὴ καὶ ἀνεπιτήδευτη καὶ εἰλικρινῆ συνομιλία μὲ τὸν Θεό. Τὸν Κύριο τὸν εἴδαμε νὰ βρίσκεται μόνος στὸ ὄρος καὶ νὰ διανυκτερεύει «προσευχόμενος». Δὲν καθόταν ἁπλῶς. Μιλοῦσε μὲ τὸν Πατέρα μὲ οἰκειότητα καὶ ἁπλότητα.
Πρέπει νὰ μάθουμε, ὅταν ἀποτραβιόμαστε ἀπὸ τὸν θόρυβο, νὰ μὴν παραδινόμαστε στὴ νωχέλεια. Ἀλλὰ νὰ γεμίζουμε τὸ χρόνο μὲ τὴν ἀνάταση καὶ τὴν ἐνατένιση καὶ τὴ συνομιλία μὲ τὸν Θεό. Νὰ ἐπιδιώκουμε τὴ συντροφιά του. Νὰ χαιρόμαστε στὴν παρουσία του. Νὰ εἰσπνέουμε τὴ γαλήνη του.
Μιὰ τέτοια μόνωση μὲ τὴ συντροφιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ διάλογο μαζί του μᾶς ξεκουράζει, μᾶς τονώνει, μᾶς ἐνθαρρύνει. Μᾶς κάνει νὰ βλέπουμε μὲ διαφορετικὸ μάτι τὰ προβλήματα καὶ τὶς δυσκολίες.
Πότε καὶ ποῦ;
Γεννῶνται δύο ἐρωτήματα.
Πότε πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε αὐτὸ τὸ ἀποτράβηγμα; Καὶ σὲ ποιὸ χῶρο μποροῦμε νὰ ἀποζητᾶμε τὴ συντροφιὰ τοῦ Θεοῦ;
Στὸ πρῶτο ἐρώτημα δὲν ὑπάρχει ἀπάντηση, ἡ ὁποία νὰ καθορίζει αὐστηρὰ τὶς χρονικὲς στιγμές. Τὸν καθορισμὸ θὰ τὸν κάνει ἡ ἴδια ἡ καρδιά μας. Ὅποτε γεμίζει μὲ δίψα γιὰ τὸν Κύριο, ὅποτε νιώθει κόπο στὸ θόρυβο καὶ τὴν ταραχὴ μέσα στὴ δίνη τῶν προβλημάτων, μποροῦμε νὰ ἐπιδιώκουμε τὴν ἀπομάκρυνση καὶ τὴν ἐπικοινωνία μας μὲ τὸν οὐρανό.
Ἰδιαίτερα ὅμως πρέπει νὰ ἐπιδιώκουμε αὐτὴ τὴν ἀνάταση πρὶν καὶ μετὰ ἀπὸ τοὺς μεγάλους σταθμοὺς τῆς ζωῆς μας.
Μὲ τὸ δεύτερο ἐρώτημα ζητᾶμε νὰ καθορίσουμε τὸν τόπο, στὸν ὁποῖο ταιριάζει νὰ ζοῦμε τὶς στιγμὲς τῆς μόνωσης.
Τόποι προσφέρονται πολλοί. Ἴσως περισσότεροι ἀπὸ ὅσους νομίζουμε:
Ἡ ἐξοχὴ μὲ τὴν ἠρεμία καὶ τὴν ὀμορφιά.
Ἡ ἐκκλησία τῆς πόλης ἢ τὸ ταπεινό, λευκὸ ἐρημοκκλήσι.
Τὸ ἥσυχο δωμάτιο τοῦ σπιτιοῦ μας. Τὸ «ταμιεῖον» τῆς ἴδιας μας τῆς καρδιᾶς.
Σ᾽ ὅλους αὐτοὺς τοὺς τόπους, ἅμα ἀποσύρουμε τὴ σκέψη ἀπὸ τὶς φροντίδες τοῦ κόσμου καὶ τὶς μέριμνες, μποροῦμε νὰ τὴν προσηλώσουμε στὸν Θεὸ καὶ νὰ ζήσουμε «μόνοι μόνῳ Θεῷ», συντροφευμένοι ἀπὸ τὴν ἀγάπη του καὶ μιλώντας μαζί του.
Σήμερα ὁ Εὐαγγελιστὴς μᾶς ἔπιασε ἀπὸ τὸ χέρι καὶ μᾶς ἀνέβασε ψηλά, γιὰ νὰ ἀντικρίσουμε τὸν Κύριο στὴν μοναξιὰ τοῦ «ὄρους». Ἂς μὴ σταθοῦμε ἁπλοὶ παρατηρητές. Ἂς γονατίσουμε πλάι του, γιὰ νὰ ζήσουμε τὴ γλυκύτητα τῶν στιγμῶν τῆς ἀποκλειστικῆς συντροφιᾶς του.
Μετὰ ἀπὸ τὴν πρώτη φορὰ ἡ ψυχή μας θὰ διψάει τέτοιες εὐκαιρίες.  

Περιοδικό «ΖΩΗ»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου