Κυριακή 7 Ιουνίου 2020

Ἡ φωτιά τοῦ Πνεύματος - π. Γρηγορίου Μουσουρούλη


Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς
Λόγος εἰς τόν Ἀπόστολον
Ἡ φωτιά τοῦ Πνεύματος

Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου
Γρηγορίου Μουσουρούλη

 « Ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεί πυρός,, ἐκάθισέ τε ἐφ᾽ἕνα ἕκαστον, καί ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου»   
(Πράξ. β´3)

Πεντηκοστή ἡμέρα ἀπό τήν λαμπροφόρο ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας. Οἱ Ἀπόστο­λοι, ἡ Παναγία μας καί ἄλλοι πιστοί, συνολικά ἑκατόν εἴκοσι ἄνθρωποι, βρίσκονται συγκεντρω­μένοι στό ὑπερῶο τῶν Ἱεροσολύμων. Ξαφνικά μιά βοή ἀκούστηκε ἀπό τόν οὐρανό. Σάν βίαιος ὁρ­μητικός ἄνεμος γέμισε ὅλο τό σπίτι, ὅπου βρίσκονταν οἱ Ἀπό­στολοι καί οἱ ἄλλοι Μαθητές.  Καί εἶδαν ὅλοι μέ τά μάτια τους γλῶσσες παρόμοιες μέ τίς γλῶσσες τῆς φωτιᾶς νά διαμοιράζονται καί νά κάθονται σέ καθένα ἀπό αὐτούς. Καί γέμισε τό ἐσωτε­ρικό τους μέ Πνεῦμα Ἅγιο. Τί εἶναι ὅμως τό Ἅγιο Πνεῦμα; Ποιό εἶναι τό ἔργο του στήν Ἐκκλησία καί ποιό στή ζωή τῶν πιστῶν;
*****
«Ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεί πυρός,»
          Οἱ εἰκόνες μέ τίς ὁποῖες φανερώθηκε τό Ἅ­γιο Πνεῦμα, τοῦ ἀνέμου, τῆς φωτιᾶς, τοῦ περι­στεριοῦ στήν Βάπτιση τοῦ Κυρίου, ἀλλά καί ἡ ἴδια ἡ ὀνομασία Ἅγιο Πνεῦμα δέν μᾶς βοηθοῦν νά κατανοήσουμε τόν ἀκατά­ληπτο Θεό. Τά λόγια ὅμως τῆς καθημερινῆς μας προ­σευχῆς, «Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν...» μπο­ροῦν νά μᾶς βοηθήσουν κάπως.
          Μᾶς βοηθοῦν νά κατανοήσουμε κατά πρῶ­το καί κύριο λόγο ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν εἶναι μιά ἀπρόσωπη δύναμη, ἐνέργεια, ἰδιότητα ἤ τέ­λος πάντων κάποιο χαρακτηριστικό τοῦ Θεοῦ, ἀλλά εἶναι Πρόσωπο. Εἶναι Θεῖο Πρόσωπο τοῦ Ἑνός Τριαδικοῦ Θεοῦ, ὅπως πρόσωπα εἶναι ὁ Πα­τήρ καί ὁ Υἱός. Εἶναι Θεός ἀληθινός καί προ­αιώνιος, συνάναρχος μέ τόν Πατέρα καί τόν Υἱό καί ὁμότιμός τους. Συμπροσκυνεῖται καί συν­δο­ξάζεται μαζί τους, ὅπως ἀκριβῶς προανήγ­γει­λεν ὁ Κύριος στούς Ἀποστόλους μετά τήν Ἀνά­στασή Του, ὅταν τούς εἶπε νά βαπτίζουν σέ ὅλο τόν κόσμο τούς πιστούς «εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Ματθ. κη´19). Γι᾽ αὐτό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα ὡς Θεός Παν­τοδύναμος καί Ἄπειρος πού εἶναι, ὀνομάζεται Βασιλεύς οὐράνιος, ὁ Ὁποῖος εἶναι πανταχοῦ παρών καί γεμίζει μέ τήν παρουσία του τά πάντα.
          Ὀνομάζεται ἀκόμη καί «Παράκλητος», πού σημαίνει παρηγορητής, ἐνισχυτής. Τό Πανάγιο Πνεῦμα εἶναι ὁ ἄλλος Παράκλητος» (Ἰω. ιδ´16) γιά τόν ὁποῖον ἔλεγε ὁ Κύριος στούς Μαθητές Του, ὅτι θά παρακαλέσει τόν Πατέρα νά τούς τόν στείλει, γιά νά μένει μαζί τους «εἰς τόν αἰῶνα». Ὁ ἕνας Παράκλητος εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Κύριός μας Ἰη­σοῦς Χριστός, ὁ ἄλλος Παράκλητος εἶναι τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού ἦλθε στήν Ἐκκλησία δέκα ἡμέρες μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου στούς οὐ­ρανούς, κατά τήν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς.
*****
Ἡ κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος  ὑπῆρξε ἡ κορυφαία στιγμή τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Γιά νά περιγραφεῖ ἡ στιγμή αὐτή χρησιμοποιήθηκε πολύ πετυχημένα ἡ εἰκόνα τοῦ σώματος τοῦ Ἀδάμ, πρίν δεχτεῖ τή ζωογόνο πνοή τοῦ Θεοῦ Δημιουργοῦ. Ἦταν ἕνα τέλειο σῶμα, ἀλλά δέν εἶ­χε ζωή. Μόλις ὅμως δέχτηκε τήν πνοή τοῦ Θεοῦ, γέμισε ζωντάνια καί δύναμη. Κάτι ἀνάλογο συνέ­βη καί μέ τήν Ἐκκλησία. Βγῆκε μέσα ἀπό τήν Θυ­σία τοῦ Κυρίου καί τήν Ἀνάστασή Του ὁλόλα­μπρη καί θαυμαστή, ἀλλά ἀκίνητη καί κλεισμένη στό ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἡ κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τῆς μετέδωκε αὐτό πού τῆς ἔ­λειπε, τήν θεϊκή πνοή καί ζωντάνια. Καί ἀπό ἐκεί­νη τή στιγμή πλημμύρισε ὁλόκληρο τόν κό­σμο.
Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, λοιπόν, εἶναι ἡ πνοή τῆς Ἐκκλησίας, ἡ μυστική καρδιά της, πού ζωο­γονεῖ ὁλόκληρο τόν ὀργανισμό της. Ἐκεῖνο τελε­σιουρ­γεῖ τά ἱερά Μυστήρια. Ἐκεῖνο μεταδίδει τόν φωτι­σμό, τόν ἁγιασμό, τήν δύναμη καί ὅλα τά χαρί­σματα στά μέλη της. Ἐκεῖνο καθοδηγεῖ τήν Ἐκκλησία «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν» (Ἰω. ιστ´13).
Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο εἶναι ἐκεῖνο πού ὅταν κατοικήσει στόν ἄνθρωπο τοῦ δίνει τήν πίστη καί τόν φωτισμό. Χωρίς Αὐτό κανείς δέν μπορεῖ νά ἔχει ἀληθινή πίστη. Χωρίς τόν φωτισμό του, λέγει ὁ Ἅγιος Ἰννοκέντιος Μόσχας, κι ὁ πιό ἔξυπνος καί σοφός μένει τυφλός ὡς πρός τά ἔργα τοῦ Θεοῦ καί ζεῖ «ὡς ἄθεος ἐν τῷ κόσμῳ».
Τό Ἄγιο Πνεῦμα γεννᾶ στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου τήν ἀληθινή ἀγάπη. Καί ἡ ἀληθινή ἀγάπη εἶναι σάν μιά φωτιά καθαρή, μιά πηγή θερμότητας, πού ζεσταίνει τίς καρδιές καί ἑνώνει τούς πιστούς σέ ἕνα σῶμα καί δημιουργεῖ μεταξύ τους ἄρρηκτους δεσμούς πνευματικούς.
Τό Πνεῦμα τό Ἅγιο δίνει στόν ἄνθρωπο τήν δύναμη νά ἀντιστέκεται στούς πειρασμούς τοῦ κόσμου. Κι ἔτσι νά χρησιμοποιεῖ τά ἐπίγεια ἀγα­θά, σάν περαστικός ταξιδιώτης, χωρίς νά κολ­λᾶ σ᾽ αὐτά.
Ἐκεῖνο χαρίζει τήν ἀληθινή χαρά, τήν καρ­διακή εὐτυχία, τήν ἀσάλευτη εἰρήνη καί διδάσκει τήν ἀληθινή προσευχή. Ἀφοῦ κανείς δέν μπορεῖ νά προσευχηθεῖ σωστά χωρίς τόν φωτισμό καί τήν συναντίληψή του, ὅπως μᾶς βεβαιώνει ὀ θεῖος Παῦλος (Ρωμ.  ).
*****
Αὐτό τόν πλοῦτο τῶν θείων χαρισμάτων τόν ἔχουμε λάβει ὅλοι οἱ πιστοί, ἀμέσως μετά τό Βάπτισμά μας, κατά τό Ἱερό Μυστήριο τοῦ Χρίσματος. Τό Ἅγιο Χρῖσμα ὑπῆρξε ἡ προσωπική μας Πεντηκοστή. Μιά ἀόρατη γλώσσα φωτιᾶς κάθισε τότε πάνω μας, ἤ μᾶλλον εἰσῆλθε στήν καρδιά μας. Μιά ἀκοίμητη φλόγα ἡ ὁποία καίει πάντοτε μέσα μας. Φλόγα ἡ ὁποία καίει τά πάθη, τίς κακίες, τίς ἁμαρτίες μας, θερμαίνει τήν καρδιά μας στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, φωτίζει τή διάνοιά μας στήν κατανόηση τῶν θείων ἀληθειῶν. Μετα­μορ­φώνει τόν ἄνθρωπο, πού λαμβάνει «τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ» (Κολ. γ´10).
Ἡ ἔντασή της ὅμως δέν εἶναι πάντα ἡ ἴδια. Διότι, ὅταν, ἀδελφοί μου, παραδινόμαστε θεληματικά στήν ἁμα­ρτία καί λησμονοῦμε τό ἅγιο θέλημα τοῦ Δημι­ουργοῦ μας, ἡ φλόγα αὐτή μικραίνει, τρεμο­σβή­σει, γίνεται μιά μικρή σπίθα, πού σιγοκαίει κάτω ἀπό τή στάχτη τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας.
Ἀντιλαμβανόμαστε λοιπόν ὅτι γιά νά φουντώνει μέσα μας ἡ φωτιά τῆς θεϊκῆς ἀγάπης καί ὁ Παράκλητος νά καθιστᾶ τήν ψυχή μας κα­τοι­κητήριό Του χρειάζεται ἀγώνας καθαρό­τητος, ταπεινώσεως, ὑπακοῆς στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀγώνας πολλῆς καί θερμῆς προσευχῆς, ἀγώνας κατά τό δυνατόν ἐπάξιας συμμετοχῆς στά Μυ­στήρια τῆς Ἐκκλησίας μας μέ ἀποκορύφωμα τήν Θεία Κοινωνία.
*****
« Ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεί πυρός,, ἐκάθισέ τε ἐφ᾽ἕνα ἕκαστον, καί ἐπλήσθησαν ἅπαντες Πνεύματος Ἁγίου »
Πεντηκοστή σήμερα, ἀδελφοί. Οἱ ψυχές μας σκιρτοῦν ἀπό ἀγαλλίαση καί οἱ καρδιές μας ξεχειλί­ζουν ἀπό εὐγνωμοσύνη πρός τόν Κύριο καί Θεό μας γιατί ἐκπληρώνοντας τήν ὑπόσχεσή Του μᾶς ἔστειλε τό Πανάγιο Πνεῦμα, Βασιλιά, παρηγορητή καί ἐνι­σχυτή, πηγή ζωῆς καί δυνάμεως στόν πνευματικό μας ἀγώνα.
Ταυτόχρονα ὅμως προσευχόμαστε στόν Ἀγαθό Παράκλητο καί ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς μας τόν ἱκετεύουμε: «Παράκλητο Πνεῦμα, θεῖο καί Πανάγιο, Σύ πού κατέβηκες καί μετέβαλες τό ὑπερῶο τῶν Ἱεροσολύμων σέ Ἐκκλησία καί μεταμόρφωσες τούς ἀγράμματους μαθητές σέ ἀποστόλους καί εὐαγγελι­στές. Σύ «κάτεθλε» καί σ᾽ἐμᾶς. Ὡς πνοή βιαία ξερίζωσε τά πάθη τῶν καρδιῶν μας. Ὡς πῦρ θέρμανε τήν καρδιά μας. Ὡς ἔλαιον θεράπευσε τά μυστικά μας τραύματα. Ὡς γλώσσα λάλει μας λόγους παραμυθίας, στηριγμοῦ καί παρηγοριᾶς. Ὡς περιστερά κάνε μας ἀνθρώπους εἰρηνικούς. Αὔξανε στήν ψυχή μας τή φλόγα τῆς ἀγάπης σέ Σένα. Θεράπευσε τίς ἀσθένειές μας. Διῶξε μακρυά τούς ἐχθρούς μας ὁρατούς καί ἀόρατους. Ὤ Πανάγιο Πνεῦμα « ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν... καί σῶσον ἀγαθέ, τάς ψυχάς ἡμῶν».


Καθεδρικός Ἱερός Ναός Ἁγίου Ἰωάννου, Λευκωσία
Κυριακή Πεντηκοστῆς 07.06.2020

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου