Κυριακή 26 Ιουλίου 2020

Τό μεγαλεῖο τῆς ἀφάνειας - π. Γρηγόριος Μουσουρούλης


Κυριακή Ζ´Ματθαίου
Λόγος εἰς τό Εὐαγγέλιον

Τό μεγαλεῖο τῆς ἀφάνειας
«Ὁρᾶτε μηδείς γινωσκέτω» (Ματθ. θ΄30)

           Δύ­ο ἄν­θρω­ποι χω­ρίς φῶς κι ἐλ­πί­δα, τυ­φλοί καί πο­νε­μέ­νοι, ἔ­τρε­ξαν μέ λα­χτά­ρα πρός τόν Κύ­ριο καί ἄρ­χι­ζαν νά φω­νά­ζουν μέ ὅ­λη τους τήν δύ­να­μη: «Υἱ­έ Δα­βίδ ἐ­λέ­η­σον ἡ­μᾶς», λυ­πή­σου μας καί θε­ρά­πευ­σέ μας. Καί ὁ Κύ­ριος τούς δέ­χε­ται κον­τά του ἀγ­γί­ζει μέ τά δά­κτυ­λά του τά νε­κρά τους μά­τια καί τούς λέ­γει. - Ἄς γί­νει σύμ­φω­να μέ τήν πί­στη σας. Καί τό­τε τά κλει­στά ἕ­ως τό­τε μά­τια τῶν τυ­φλῶν ἄ­νοι­ξαν καί ἀν­τί­κρυ­σαν τόν εὐ­ερ­γέ­τη τους. Ἐπειδή ὅμως ὁ Κύ­ριος  δέν ἤ­θε­λε νά γί­νει τό θαῦ­μα γνω­στό τούς λέ­γει: Προ­σέξ­τε κα­λά, μή πεῖτε σέ κανένα τό θαῦμα, πού σᾶς ἔκαμα. Ὁπωσδήποτε οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι θά παραξενεύτηκαν ἀπό αὐτό τό λόγο τοῦ Κυρίου, ἀπό μιά παραγγελία πού τούς ἔδωσε μέ ἰδιαίτερη αὐστηρότητα.

          Ἐπειδή ὅμως οἱ ψυχές τους ἦταν ξεχειλισμένες; ἀπό εὐγνωμοσύνη στόν εὐεργέτη τους δέν ἐσιώπησαν, ἀλλά μίλησαν καί διαφήμισαν τό θαῦμα σέ ὅλη τήν περιοχή. Καί ἔκαμαν αὐτή τήν «ἀνυπακοή» γιατί  κατάλαβαν πώς ἡ ἐντολή τοῦ Κυρίου νά μή μιλήσουν γιά τό θαῦμα ἦταν ἀπαύγασμα τῆς ἄπειρης ταπεινοφροσύνης του. Τῆς διάθεσής Του νά ἀποφεύγει τούς ἐπαίνους καί τή δόξα τῶν ἀνθρώπων. Ἤθελε νά εὐεργετεῖ μένοντας στήν ἀφάνεια. Καί αὐτό εἶναι πού φανερώνει τό ὕψιστο μεγαλεῖο τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς πίστεώς μας.
          Ἄς δοῦμε λοιπόν σήμερα, ἀδελφοί, τί σημαίνει νά ἀγαπᾶ κανείς τήν ἀφάνεια, ποιά εἶναι ἡ σημασία της στή ζωή μας καί πῶς μποροῦμε νά τήν ἐπιδιώκουμε.
****
« Ὁρᾶτε μηδείς γινωσκέτω »
          Ὁ ἄνθρωπος πού θέλει καί προσπαθεῖ στή ζωή του νά κάμνει τό καλό, νά ἐργάζεται τά ἔργα του ταπεινά καί ἀθόρυβα, χωρίς νά προκαλεῖ τούς ἐπαίνους καί τό θαυμασμό τῶν ἄλλων, χωρίς νά θέλει οἱ πάντες νά ἔχουν στραμμένα τά μάτια ἐπάνω του ἀποδεικνύεται πραγματικά μεγάλος ἄνθρωπος. Θά μοῦ πεῖτε γιατί; Διότι ὁ ἄνθρωπος πού ἐπιδιώκει τήν ἀφάνεια στή ζωή του ἀπελευθερώνεται ἀπό τό περιβάλλον του. Παύει νά ἐξαρτᾶται ἀπό τό τί θά πεῖ ὁ ἕνας κι ὁ ἄλλος γι᾽ αὐτόν, ξεπερνᾶ τό ἄγχος τῆς γνώμης τῶν ἄλλων καί ἐξαρτᾶται ἀποκλειστικά καί μόνο ἀπό τόν Θεό.
          Ἕνα τέτοιο τρόπο ζωῆς μᾶς τόν συνιστᾶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριός μας ἔντονα καί ἐπίμονα στή διδασκαλία του περί ἐλεημοσύνης, προσευχῆς καί νηστείας. Ἐκεῖ στό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο ὑπογραμμίζει ἰδιαίτερα πώς τίς ἀρετές αὐτές δέν πρέπει νά τίς κάμνει κανείς μπροστά στά μάτια τῶν ἀνθρώπων, γιά νά τόν δοῦν, ἀλλά νά τίς ἀσκεῖ «ἐν τῷ κρυπτῷ, καί ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ». Νά τίς κάμνεις, λέγει στόν κάθε πιστό, στά κρυφά, καί ὁ Οὐράνιος Πατέρας σου, πού βλέπει στά κρυφά, θά σέ ἀνταμείψει στά φανερά.
          Καταλαβαίνουμε λοιπόν πῶς ἐδῶ ἔχουμε ἕνα καινούργιο τρόπο ζωῆς καί σκέψεως. Ἔχουμε κάτι τό πρωτότυπο. Ἐδῶ ἔχουμε μιά ἀληθινή, μιάν ἀσύληπτα μεγάλη ἐπανάσταση στή ζωή τοῦ κόσμου. Καί τοῦτο διότι μέ τό νά ἐπιδιώκει καί νά ζεῖ κανείς συνειδητά στήν ἀφάνεια, σπάζει πλέον τά δεσμά, πού τόν κρατοῦσαν ὑποδουλωμένο στή δίψα τῶν ἐπαίνων καί τῆς δόξας τῶν ἄλλων καί φροντίζει νά συμπεριφέρεται καί νά ἐνεργεῖ μέ μοναδικό κριτήριο τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Μέ λίγα λόγια οἱ συνέπειες στή ζωή μας αὐτοῦ τοῦ τρόπου σκέψης καί συμπεριφορᾶς εἶναι κυριολε­κτικά σωτήριες.
****
Τό πόσο μεγάλη σημασία ἔχει στή ζωή μας ἡ διάθεση νά ἐνεργοῦμε τά ἔργα μας ἀθόρυβα καί νά ζοῦμε στήν ἀφάνεια, χωρίς νά κάμνουμε θόρυβο γύρω ἀπό τό πρόσωπο, τίς ἱκανότητες καί τίς δραστηριότητές μας, θά τό καταλάβουμε πολύ καλά, ὅταν σκεφθοῦμε πόσα κακά προξενεῖ στόν ἄνθρωπο τό ἀντίθετο τῆς ἀφάνειας, πού εἶναι ἡ κενοδοξία. Δηλαδή ἡ ἐπιθυμία νά μᾶς ἐ­παινοῦν καί νά μᾶς δοξάζουν οἱ ἄλλοι. Οἱ Ἅγιοι πατέρες λένε πώς ἡ κενοδοξία εἶναι ἠ μητ´ρα τῆς ὑπερηφανείας, ἀπό τήν ὁποία πηγάζουν ὅλα τά κακά.
Νά, λοιπόν ἡ δύναμη τῆς ἀφάνειας. Εἶναι τό πιό δραστικό φάρμακο πού θεραπεύει τόν πνευ­ματικό καρκίνο, τήν κενοδοξία καί τήν ὑπερη­φάνεια. Ὅταν κανείς ὅλα του τά ἔργα τά ἐργάζε­ται ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος «ὡς τῷ Κυρίῳ καί οὐκ ἀνθρώποις» (Κολ. γ´2ε3), σάν νά τά κάμνει γιά τόν Κύριο καί ὄχι γιά τούς ἀνθρώπους, τότε δέν βρίσκει χῶρο μέσα του ἡ καταστροφική κενοδοξία. Τότε καί ὁ ἴδιος θεραπεύεται ἀπό τή θανατηφόρο ἀσθένεια, καί τούς ἄλλους βοηθεῖ νά ἀπαλλαγοῦν ἀπ᾽ αὐτήν.
Ἔτσι ἀντιλαμβάνεται κανείς ὅτι γιά τόν ἄνθρωπο, πού ἀγαπᾶ τήν ἀφάνεια, δηλαδή τήν ταπείνωση, λύνονται ὅλα τά προβλήματα. Καί τοῦτο διότι, πρῶτον ὁ ταπεινός ἄνθρωπος δέχε­ται μέ χαρά καί εὐγνωμοσύνη ὅλες τίς ἀδικίες καί τούς κατατρεγμούς, πού μπορεῖ νά τοῦ κάμουν οἱ ἄλλοι. Δεύτερον δέ διότι εὐεργετεῖ ἀθόρυβα ὅλους τούς ἄλλους, ἐχθρούς καί φίλους, πράγμα πού τόν κάμνει ἀγαπητό σέ ὅλους. Καί τρίτον διότι σέ ὅλες τίς ὑποθέσεις καί τίς δυσκολίες τῆς ζωῆς ἔχει στραμμένα τά βλέμματα πρός τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ ἡ εἴσοδος σ᾽ αὐτή τή Βασιλεία εἶναι τό μόνο πράγμα πού ἐπίμονα τόν ἀπασχολεῖ.
******
          Αὐτή λοιπόν ἡ προοπτική τοῦ νά εἰέλθουμε στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι τό πιό ἰσχυρό κίνητρο στό νά ἀποκρτήσουμε τή μεγάλη ἀρετή τῆς ἀφάνειας, δηλαδή τῆς ταπείνωσης.
          Καί αὐτό πάλι σημαίνει πώς μόνο ὁ ἄνθρω­πος πού συνειδητοποιεῖ ὅτι εἶναι περαστικός ἀπό τή γῆ καί ὅτι ἡ ἀληθινή καί μόνιμη πατρίδα του εἶναι πέρα ἀπό τόν κόσμο αὐτό μόνο αὐτός μπορεῖ μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ νά νικήσει τό φοβερό πάθος, τοῦ νά θέλει νά δοξάζεται ἀπό τούς ἀνθρώπους καί νά ἀποτελεῖ τό κέντρο τοῦ ἐνδιαφέροντος τῶν πάντων.
          Μόνο ἐκεῖνος πού συνειδητοποιεῖ  ὅτι οἱ δόξες καί τά ἀξιώματα αὐτοῦ ἐδῶ τοῦ κόσμου εἶναι σάν ἕνα θέατρο, ὅπου μόλις πέσει ἡ αὐλαία, οἱ ἠθοποιοί πού ἦσαν π.χ. βασιλεῖς, στρατηγοί, γίνονται καί πάλιν μικροί καί ἀσήμαντοι, μόνο αὐτός μπορεῖ νά ζητήσει τήν ἀληθινή δόξα, τή δόξα πού χαρίζει ὁ ἕνας καί μοναδικός Θεός. καί ἐπομένως νά ἀγαπήσει τήν ἀφάνεια καί νά ἐφαρμόσει τό «μή γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου». Αὐτή τή ζωή ἔζησεν ἡ παναγία μας καί οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Τήν ζοῦν καί τήν ἐφαρμόζουν πάντοτε οἱ ἀληθινοί ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ. Ἀκριβῶς διότι ἀντιλαμβάνονται ὄτι στήν προοπτική τῆς αἰωνιότητος μεγάλοι καί ἔνδοξοι θά εἶναι, ὅσοι ἐδῶ ὑπῆρξαν πράγματι ταπεινοί καί ἀγάπησαν τήν ἀφάνεια.
******
« Ὁρᾶτε μηδείς γινωσκέτω »
Ὁλόκληρος ὁ κόσμος μας, ἀδελφοί, στήν ἐποχή μας εἶναι κτισμένος πάνω στήν κενοδοξία. Ὅλοι θέλουν νά φαίνονται, ὅλοι ἐπιθυμοῦν νά διακριθοῦν, νά τιμηθοῦν ἀπό τούς ἀνθρώπους. Χωρίς ἀμφιβολία ὁ πόθος γιά δόξα καί τιμή εἶναι ἔμφυτος στόν ἄνθρωπο, μόνο ὅτι ἐπιδιώκει νά τόν ἐκπληρώσει ἐκεῖ, πού δέν ὑπάρχει, σέ δόξες καί τιμές ἐφήμερες, φευγαλέες, ἀσήμαντες.
Μπροστά σ᾽αὐτό τό θέατρο τοῦ παραλόγου, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας, δηλαδή ὁ Χριστός μας, προβάλλει ἐνώπιόν μας τήν  μοναδική, μόνιμη, ἀληθινή ἀσύλληπτη αἰώνια δόξα τῆς Βασιλείας Του. Μόνο πού γιά τήν κατάκτησή της, χρειάζεται νά θεωρήσει κανείς τά πάντα, ὅλες τίς δόξες καί τίς τιμές τοῦ κόσμου «ζημίαν» καί «σκύβαλα» σκουπίδια, ὅπως ἔκαμε καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ἀκόμη κι ἄν ἀκόμη οἱ περιστάσεις τό φέρουν νά ἀνεβεῖ ψηλά στήν κοινωνία καί νά τιμᾶται ἀπό τούς ἄλλους, ἐκεῖνος τά προσπερνᾶ πάντοτε σάν ἀσήμαντα καί μηδαμινά, ἔχοντας τό βλέμμα του στραμμένο ἐκεῖ, στήν αἰωνιότητα, «ἐπί τό βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως» ( Φιλιπ. γ´14). 
Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Μουσουρούλης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου