Προβληματισμός από βάσεις στα ΑΕΙ
Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Η
πρόβλεψη για τη διαμόρφωση των βάσεων στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα
προκαλεί προβληματισμό όχι τόσο σε όσους ασχολούνται μηχανιστικά με την
Εκπαίδευση, όσο σε εκείνους που πονάνε για την πορεία της Παιδείας στον τόπο
μας. Από τη δεκαετία του 1980 το
ωφελιμιστικό ιδεολογικό εποικοδόμημα βάλλει συστηματικά κατά της Ηθικής, της
Αξιοκρατίας, της Εθνικής Παράδοσης και εξιδανικεύει τον άνθρωπο ρομπότ, που δεν
σκέφτεται, δεν συζητάει, δεν διαβάζει.
Ο νέος άνθρωπος δέχεται
πληροφορίες και διαμορφώνει χαρακτήρα με βάση τα όσα βομβαρδίζουν τον εγκέφαλό
του, γιατί προηγουμένως καθόλου δεν έχει καλλιεργήσει την κριτική του
ικανότητα. Δαπανά πολλές ώρες τρεφόμενες από άχρηστες πληροφορίες, και σχεδόν
καμία για ουσιαστική γνώση.
Και μην ξεχνάμε ότι οι μαθητές της δεκαετίας του
1980 – με όλα όσα συνέβησαν στην Εκπαίδευση εκείνη τη δεκαετία - είναι σήμερα
αυτοί που κατέχουν καίριες θέσεις στην Πολιτική, Κοινωνική, Ιδεολογική και
Παιδαγωγική κοινότητα.
Θεωρώντας
ότι τα θέματα είναι περίπου της ίδιας δυσκολίας, όσο περνάει ο καιρός τόσο και
οι βάσεις πέφτουν. Ειδικότερα στα μαθήματα – βάσεις της εθνικής αυτογνωσίας των
νέων οι επιδόσεις στη Νέα Ελληνική γλώσσα και στη Λογοτεχνία σταθερά και κάθε
χρόνο γίνονται χειρότερες. Στα Αρχαία Ελληνικά και στην Ιστορία τα θέματα είναι
συγκεκριμένα και ένας μαθητής μπορεί να
τα μάθει απέξω, χωρίς να αφομοιώσει κάτι από αυτά – η επιτυχία είναι ο στόχος
του και όχι η απόκτηση γνώσης. Παρά ταύτα και σε αυτά οι επιδόσεις ήσαν
χειρότερες στις χαμηλότερες κλίμακες της βαθμολογίας.
Σοβαρό
πρόβλημα είναι η είσοδος στα ΑΕΙ υποψηφίων με βαθμολογία κάτω της βάσης
(10.000). Και όχι μόνο αυτό, υπάρχει και μια εξόφθαλμη αδικία. Λόγου χάριν
Σχολές Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών, που θεωρούνται οι πιο
«εμπορικές», είναι οκτώ: Εις ΕΜΠ, Πολυτεχνείο Κρήτης, και στα Πανεπιστήμια Θεσσαλίας,
Αριστοτέλειο Θεσσαλονίκης, Διεθνές Θεσσαλονίκης, Δυτικής Μακεδονίας,
Πελοποννήσου, και Πατρών. Η βάση για την επιτυχία στο ΕΜΠ θα κυμανθεί περί τις
18.000 μονάδες. Στο Πανεπιστήμιο της Πελοποννήσου είναι περί τις 8.000 μονάδες.
Το ζήτημα της αξιοκρατίας για τον νέο υποψήφιο δεν το ρυθμίζει η αγορά.
Αισθάνεται αδικία όποια δικαιολογία και αν του λεχθεί. Και με αυτή τη γάγγραινα
των πολλών ανά την Ελλάδα ιδίου αντικειμένου σχολών, με απολύτως άνισες
συνθήκες φοίτησης αλλά με ισότιμα πτυχία, δεν γίνεται τίποτε, με τον φόβο της
απώλειας ψήφων.
Το
μόνο ενθαρρυντικό για το μέλλον της Ελλάδος είναι η διατήρηση υψηλών των βάσεων
στις στρατιωτικές σχολές, που σημαίνει πως υπάρχουν πολλά νέα παιδιά, που
θέλουν να υπηρετήσουν την πατρίδα. Αντίθετα απογοητευτική είναι η κατάσταση
στις Θεολογικές Σχολές και στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες, στις οποίες,
με ευθύνη της Εκκλησιαστικής ηγεσίας και του διδακτικού προσωπικού, οι βάσεις
είναι πολύ κάτω των 10.000 μονάδων. Η Εκκλησία βιώνει την υποβάθμιση του
επίπεδου Παιδείας πολλών στελεχών της ηγεσίας της και το ΕΔΠ στερείται, πλην
ολίγων εξαιρέσεων, ανεκτού επιστημονικού επιπέδου θεολόγων.-
Ανάλυση επιπέδου καφενέ. Από την πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα.
ΑπάντησηΔιαγραφήγδμ
Αν τα έγραφες σε έκθεση Λυκείου θα ήσουν κάτω από την βάση του 10
ΑπάντησηΔιαγραφήΜην ζηλεύεις. Το άρθρο δημοσιεύθηκε προχθές, Τρίτη, 25 Αυγούστου στην εφημερίδα "Ελεύθερος Τύπος". Γράψε και εσύ για να σε βαθμολογήσω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαναγιώτης
Οι στρατιωτικές σχολές προσφέρουν μονιμότητα και εξάλειψη του φόβου της ανεργίας. Γι' αυτό το λόγο παραμένουν ψηλά οι βάσεις σε αυτές τις σχολές.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑντίθετα, από το μνημόνιο και μετά, έχει ελαχιστοποιηθεί ο αριθμός προσλήψεων Ιερέων στις μητροπόλεις, οπότε οι αρχιερείς στρέφονται - αναγκαστικά - σε "αμισθους" ιερείς (λόγου χάριν συνταξιούχους από άλλα επαγγέλματα).
Και να θυμίσω, τέλος, ότι μέχρι τώρα (διότι συζητείται αλλαγή του νόμου ως προς αυτό το σημείο) οι προσλαμβανόμενοι Ιερείς δεν απαιτείται να έχουν πτυχίο Θεολογικής ή Εκκλησιαστικής Σχολής...