Πολλές φορές αναρωτήθηκα πώς θα
’θελα να ’ναι ο θάνατός μου. Ποια θα ’ναι η πιο κατάλληλη στιγμή για να ’ναι τα
τέλη μου «ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικά» και να ’χω «καλὴν ἀπολογίαν» μπροστά
στο φοβερό το βήμα του Χριστού μου.
Κατέληγα ομόφωνα (εγώ κι ο εαυτός
μου) πως θα 'θελα να γίνει κάποιο πρωί το φευγιό μου μετά τη Θεία
Λειτουργία. Με το Χριστό μου μέσα μου. Έτσι, ήρεμα και ειρηνικά.
Μετάλαβα σήμερα. Της Υπαπαντής
ανήμερα, παραμονή τ' Αη Συμιού. Και πήρα το Χριστό μου, όχι στην αγκαλιά
μου, μα ολόκληρο μέσα μου. Και τώρα που απόμεινα μόνος και διαβάζω την
ευχαριστία της Θείας Μετάληψης, σκοντάφτω εκεί που λέει «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλον
σου Δέσποτα ...».
Είναι βλέπεις, που δεν υπολόγισα
τα σκοινάκια που με κρατούν αιχμάλωτο στη γη και δε μ’ αφήνουν όχι να πετάξω,
μα ούτε να τολμήσω μια σπιθαμή ν’ ανεβώ και να πω μ’ όλη μου την καρδιά «Σὺ γὰρ
εἶ τὸ ὄντως ἐφετόν, καὶ ἡ ἀνέκφραστος εὐφροσύνη τῶν ἀγαπώντων Σε, Χριστέ
...»
Υπ.
Ποια σχοινακια;
ΑπάντησηΔιαγραφή