ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ
Ακούστηκε κι αυτό, «ο Χριστιανισμός
είναι θρησκεία του παράδοξου», καθώς αναδείχνει το καλό κι αγαθό, εκεί που
κανείς δεν περιμένει. Στην Παραβολή του «Καλού Σαμαρείτη» το φυσικό, το λογικό,
το αναμενόμενο ήταν να βοηθήσουν τον άνθρωπο που ληστεύθηκε κι αφέθηκε
μισοπεθαμένος στην τύχη του ο ιερέας κι ο λευίτης-ο παπάς κι ο διάκος, όπως θα
λέγαμε. Αυτοί όμως απλώς είδαν κι έφυγαν. Τον βοήθησε ο αλλογενής και άπιστος
κατ’ αυτούς Σαμαρείτης. Και, στο τραπέζι του τελώνη Ζακχαίου που τίμησε με την
παρουσία του ο Χριστός, παρότι γνώριζε ότι κι αυτός, όπως οι τότε εφοριακοί των
Τελωνείων, θεωρούνταν και ήταν εν πολλοίς κλέφτες κι εκμεταλλευτές, αναδύθηκε
μετάνοια-«σωτηρία εν τω οίκω τούτω»-και υπόσχεση αποζημίωσης από τον ίδιο στο
τετραπλάσιο για όποιους είχε αδικήσει !
Με την Ευαγγελική περικοπή της περασμένης Κυριακής, γνωστής ως «του Τελώνη και Φαρισαίου», η Εκκλησία μας εισάγει στο «Κατανυκτικό Τριώδιο», δηλαδή, μας καλεί σε γραμμή ανασύνταξης ζωής από την οδό της ταπείνωσης, μετάνοιας, και της κορυφαίας όλων αγάπης. Πράγμα εντελώς αντίθετο από το Πανελλήνια τελευταία υπέρ προβαλλόμενο τάχα μου πατρογονικό μασκαραλίκι ! Σ’ αυτή την Παραβολή ο Χριστός βεβαιώνει ότι το καλό είναι στη μεριά του Τελώνη, που δεν περίμενε κανείς, και όχι στου Φαρισαίου, που ανήκε στη θρησκευτική ελίτ της εποχής.
*****
*** *****
«Δυο άνθρωποι, Φαρισαίος ο ένας, Τελώνης ο
άλλος ανέβηκαν στο Ναό της Ιερουσαλήμ, κι άρχισαν να προσεύχονται. Ο Φαρισαίος
στάθηκε σε περίβλεπτη θέση, κι άρχισε να διαλαλεί σαν άλλος πραματευτής τις
αρετές του. «Σ’ ευχαριστώ Θεέ΄μου, που ξεχωρίζω, που δεν είμαι σαν τους
υπόλοιπους ανθρώπους, που είναι άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή σαν αυτόν εκεί τον
τελώνη. Νηστεύω δυο φορές τη βδομάδα, και δίνω το ένα δέκατο των εσόδων μου στο
Ναό, για τους φτωχούς Σου !
Από την πλευρά του ο Τελώνης στάθηκε σε
μια άκρη, και καθώς του βάραιναν την ψυχή οι αδικίες, δεν τολμούσε να σηκώσει
το βλέμμα ψηλά. Μόνο χτυπούσε με πόνο τα στήθη του μετανιωμένος για της λάθος
ζωή του, κι αναφωνούσε ικετευτικά : «Θεέ μου, σπλαχνίσου κι εμένα τον αμαρτωλό»
!
«Σας
βεβαιώνω, δηλώνει ρητά ο Χριστός,
πως αυτός έφυγε για το σπίτι του αθώος και συμφιλιωμένος με το Θεό, ενώ ο άλλος
όχι ! Γιατί όποιος υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί, κι όποιος τον ταπεινώνει
θα εξυψωθεί» !-Λκ.18,10-14.
*****
*** *****
Ο ένας ανήκει στη θρησκευτική αριστοκρατία
της εποχής. Ο άλλος είναι δεδομένος αμαρτωλός. Αμφότεροι στέκουν μπροστά στο
Θεό. Όλοι περιμένουμε ο Θεός να δικαιώσει τον πρώτο. Τι παράξενο, ο Χριστός
βεβαιώνει ότι δικαιώνει το δεύτερο ! Στα μέτρα και δεδομένα της εποχής του,
τους ορισμούς του Μωσαϊκού Νόμου ο Φαρισαίος εθεωρείτο και ήταν …
«πιστοποιημένα» ευσεβής. Νήστευε δυο φορές τη βδομάδα, κι έδινε τη δεκάτη στο
Ναό για τους φτωχούς. Ήξερε απ’ έξω κι ανακατωτά, όπως όλοι τους την Αγία
Γραφή-Π. Διαθήκη-και μπορούσε να δίνει απάντηση σε κάθε σχετικό πρόβλημα. Τον
προσφωνούσαν τιμητικά, «ραβί», που θα πει «δάσκαλε», και τον είχαν πάντα σε
διακεκριμένη θέση.
Ο Τελώνης -εφοριακός των Τελωνείων- έβαζε
φόρο πολύ πιο πάνω από το νόμιμο, κι έκανε τις εξής δυο ολοφάνερες
λαθροχειρίες, αδικίες. Αδικούσε τον πολίτη βάζοντας του παραπανίσιο φόρο, κι
εξέθετε έτσι την εντολοδόχο του Ρωμαϊκή Αρχή ως άδικη και τυραννική. Το
χειρότερο, έκλεβε και τους δύο, τον πολίτη κρατώντας για τον εαυτό του τον πολύ
παραπάνω από το νόμιμο φόρο, και την εντολοδόχο του Ρωμαϊκό Αρχή, επίσης
κρατώντας για τον εαυτό, και μη αποδίδοντάς σ’ αυτήν τον τάχα μου κατ’ εντολή
της επιβαλλόμενο παραπανίσιο φόρο. Από την υπόσχεση του Ζακχαίου να αποδώσει
στο τετραπλάσιο όσους έτσι αδίκησε, καταλαβαίνει καθένας πόσο πλούσιος είχε
γίνει !
***** ***
*****
Καταλαβαίνει επίσης ως ελπίζω καθείς,
γιατί ο Χριστός λέει ρητά ότι ο Θεός απέρριψε το Φαρισαίο, και δικαίωσε τον
Τελώνη, παρότι κι οι δυο τυπικά ήταν σωστοί στην ιδιότητά τους, αλλά έκαναν
έξοδο από διαφορετική πύλη. Ο Φαρισαίος στα μέτρα του Μωσαϊκού νόμου, είπαμε,
ήταν … «πιστοποιημένα» ευσεβής. Πλην βγήκε σε λάθος έξοδο, το πήρε πάνω του,
αφέθηκε να χτυπηθεί από «κάτι χειρότερο
από την αμαρτία πολύ, Και αυτό είναι η αλαζονεία της αρετής». Κάτι ήξερε ο
Ιερός Αυγουστίνος που αυτό μας επισημαίνει, είχε κινηθεί κι από τις δυο όχθες,
πρώτα της αισθησιακής κόλασης, κι ύστερα της σωτηρίας ! Από την πλευρά του ο
Τελώνης, δεν ήταν σε λάθος τόσο γιατί
έβαζε παραπάνω από το νόμιμο φόρο, όσο γιατί
ότι δεν τον απέδιδε σ’ αυτόν που με εντολή του υποτίθεται τον επέβαλε, τη Ρωμαϊκή
Αρχή, αλλά τον κρατούσε για τον εαυτό του. Μπαίνοντας, λοιπόν, στο Ναό να
προσευχηθεί, κατάλαβε ότι με το Θεό. δεν μπορεί να παίξει. Έτσι έφτασε να του
πει καθαρά, να του μολογήσει αυτό που πραγματικά ήταν, ένας κοινός, κοινότατος
αμαρτωλός, ένας άνθρωπος πολύ-πολύ χάλια, ότι είχε αστοχήσει ολότελα στη ζωή
του, αλλά ζητούσε το έλεός Του. Και ως βεβαιώνει ο Χριστός, δεν του το αρνήθηκε
ο Θεός Πατέρας !
Δυο εντελώς ίδιες στιγμές ζωής, αλλά δυο
εντελώς διαφορετικές στάσεις και πύλες εξόδου. Η πρώτη από την «κάτι πολύ χειρότερο από την αμαρτία, Και
αυτό είναι η αλαζονεία της αρετής». Η δεύτερη από την ειλικρινή παραδοχή κι
ομολογία, «Τα έκανα στη ζωή μου θάλασσα. Αλλά
! Κρατώντας κάποια σπίθα του «κατ’ εικόνα Σου», έχω το θάρρος, ή αν θέλετε θράσος
ν’ απευθυνθώ «στον Πατέρα των Οικτιρμών,
το Θεό πάσης παρακλήσεως-παρηγοριάς-που «Αγάπη εστί» ! Κι εδώ το μεγάλο
παράδοξο, όντας βέβαιος, ότι θα
ακούσω και στο δικό μου «μνήσθητι μου, Κύριε» αυτό που και ο ληστής του σταυρού
στο δικό του. «Σε βεβαιώνω ότι από σήμερα κιόλας θα είσαι μαζί που στον
παράδεισο»-Λκ.23,43. Ότι βγήκες στο φως
μαζί Μου ! Ή ότι, όπως στη για μοιχεία γυναίκα που ήταν να λιθοβοληθεί. «Πού
είναι οι κατήγοροί σου»; Είχαν εξαφανιστεί δια μιας στο άκουσμα της
απροκάλυπτης πρότασής του Κυρίου. «Ο αναμάρτητος από σας να ρίξει πρώτος πέτρα».
Και ν’ ακούσω να μου πει. «Τέλος όλα, το κακό έγινε, έφυγε και πήγε. «Πήγαινε
όμως κι εσύ και μην κάνεις ποτέ πια το ίδιο λάθος.
Είναι όπως κι ο Πέτρος, που υποσχόταν να δώσει
για το Χριστό τη ζωή του. Και ούτε άκουγε που του έλεγε. «Απόψε κιόλας πριν
λαλήσει ο πετεινός, τρεις φορές θα έχεις πει πως δε με ξέρεις». Ευτυχώς όμως,
που πέφτοντας δυστυχώς τόσο βαθιά, άκουσε αυτό που δεν άκουγε ο Πέτρος, και βγήκε
έξω κι έκλαψε πικρά. Και τρεις μέρες μετά, με την Ανάστασή του ο Χριστός του
παράγγελνε με νόημα και νεύμα από «τις από θέας γυναίκες ευαγγελίστριες», ότι
τον είχε κιόλας συγχωρήσει. «Πείτε στους
μαθητές, και στον Πέτρο, ότι το
ραντεβού μας είναι στη Γαλιλαία, εκεί τους περιμένω στη να με δούνε» !
«Θρησκεία του παράδοξου ο Χριστιανισμός»,
της μεγάλης έκπληξης, προσθέτω, της συντριβής του ανθρώπινου νου. Τελευταίο εδώ,
η εκπληκτική ουράνια έκλαμψη και φωνή της έσχατης ώρας έξω από της Δαμασκού τα
τείχη ! Σ’ αυτόν που «συνέχιζε να έχει απειλητικές και φονικές διαθέσεις για
τους μαθητές του Κυρίου» και εκεί είχε φτάσει. Είχε στα χέρια γραπτή
εξουσιοδότηση «να συλλάβει και να φέρει δεμένους στην Ιερουσαλήμ όποιους θα
’βρισκε ν’ ακολουθούν εκεί την οδό του Κυρίου, άντρες και γυναίκες»-Πραξ.
9,1κε. «Σαούλ, Σαούλ γιατί με καταδιώκεις»; Και οι τρεις μοναχά δικές του λέξεις
: «Ποιος είσαι, Κύριε»; Που έφτασαν «να
γυρίσει εντός του προς το αληθινό φως ο ρυθμός του κόσμου». Αυτό που κρατούσε ο
Θεός μέσα του ανεχόμενος υπομονετικά όλα τα δεινά του, καθώς τον είχε ξεχωρίσει
από της μάνας του την κοιλιά για δικό του»-Γαλ.1,15. Και δεν άργησε ο ίδιος
αυτός με τον ίδιο παλμό, το ίδιο πάθος, τον ίδιο ενθουσιασμό, Παύλος πια, να
φτάσει στο υπέροχο εκείνο. «Τώρα πια δε
ζω εγώ, αλλά ζει στο πρόσωπό μου ο Χριστός»-Γαλ.2,20.
******
*** ******
Το έλεγε και το φώναζε Αρχιεπίσκοπος
Χριστόδουλος απευθυνόμενος στους νέους ιδιαίτερα, αλλά και από αυτούς πέρα. «Ελάτε όπως είσαστε». Υπονοούσε
προφανώς, «αυτοί που πραγματικά είσαστε στο Χριστό». Κι Αυτός που «Αγάπη εστί», απέναντι σε όποιον
βηματίζει σ’ αυτή τη ζωή, ξέρει καλά πώς
ή τι θα κάνει για την περίπτωσή του, χωρίς στο παραμικρό να τον αναγκάσει ! Κοιτάξτε
αυτά τα «παράδοξα» που προαναφέρθηκαν,
και νικήστε τους δισταγμούς σας, «Είμαι πράος και στην καρδιά ταπεινός,
βεβαιώνει. και θα βρουν ανάπαψη οι ψυχές σας»-Ματθ.11,29.
ΥΓ. Η δοκιμή αυτή γράφτηκε ως αντικατοπτρισμός
της σχετικής π. Θεοδοσίου Μαρτζούχου, και,
ως προέκταση κηρύγματος με τον τίτλο : «Αυτοί
που είμαστε», που έγινε στο Πανλεσβιακό Προσκύνημα της «Παναγίας της Αγιάσου»,
«Κυριακή του Τελώνη και Φαρισαίου», 3
Φεβρουαρίου 1963.
Με «την
αγάπην την πρώτην, ην ουκ αφήκα …»
Αθανάσιος
Κοτταδάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου