ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΠΑΠΑΣΑΡΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ ΑΝΔΡΕΑΣ ΤΗΛΛΥΡΙΔΗΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ
Στην ωραία ανάρτηση για τον
Κύπριο Μητροπολίτη Κένυας Μακάριο Τηλλυρίδη μπορούν να προστεθούν και τα
ακόλουθα από το βιβλίο μου «Ιεραποστολικό Συναξάρι του 20ου
Αιώνα»-εκδόσεις «Τήνος»,1992.
Τον Ιούνιο του 1960 ο Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος ενιαυτών πενήντα επτά κάνει την έκπληξη, είναι στην Καμπάλα την πρωτεύουσα της Ουγκάντα, και αρχίζει με ζέση και θείο ζήλο το ιεραποστολικό έργο του. Ουσιαστικά έχει κάνει ένα άλμα στο κενό ! Έξι μήνες μετά-Ιανουάριος 1961-αρχίζει να γράφει επιστολές και να αναζητεί συνεργάτες και βοηθούς. Μεταξύ των άλλων απευθύνεται και στον τότε μαθητή Γυμνασίου ακόμα Ανδρέα Τηλλυρίδη ως φαίνεται από το απόσπασμα που ακολουθεί με τα εξής. «Τα Αγγλικά σου πώς πάνε … μάθε τα καλά, διότι πολύ μας χρειάζονται … Τι ωραία θα ήταν να μπορούσες να έλθεις. Τη συντήρησή σου την αναλαμβάνουμε. Θα εξακολουθούσες το Γυμνάσιο εδώ, μαζί με τα αραπάκια μου, στο ιεραποστολικόν μας κέντρο. Θα σε δεχτούν με πολλή χαρά και θα το έχουν καύχημα. Θα γνωρίσεις πολύ καλά την ψυχολογία τους και θα μάθεις τελείως τη γλώσσα τους. Έτσι τελειώνοντας το Γυμνάσιο, θα είσαι ένας τέλειος και φυσικός ιεραπόστολος. Ποιο όμως ελληνόπουλο θα έχει αυτήν την χάρη; Δυσκολότατον πράγμα …»-28.2.1962. Διαβάστε το ως γραπτό του τύπου «μεθύστε με το Θείο κρασί του πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη Ορθοδοξία», και αφήστε όλα τα άλλα στο χέρι του Θεού !
Δυο χρόνια στην Ουγκάντα και
δεν έχει βρει ανταπόκριση. Η αγωνία του κορυφώνεται και η ανάγκη βοήθειας τον
υποχρεώνει να συνεχίσει να γράφει και να απευθύνεται παντού για να κρατάει μέσα
του άμεσα παρούσα και ζωντανή τη σχτική προσδοκία. Η αλληλογραφία του με τον
Ανδρέα Τηλλυρίδη θα κρατήσει δέκα χρόνια, δυστυχώς χωρίς έμπρακτη ανταπόκριση,
γι αυτό σε άλλο γράμμα του θα του παρατηρήσει με παράπονο. «Γιατί διστάζεις;
Πήγαινε και ρίξτα στη θάλασσα. Όχι, δόσ’ τα στους φτωχούς, όπως είπε ο Χριστός
μας, και ακολούθησέ τον…»-24.11.72. Να σημειώσω εδώ ότι πέρα από το δράμα του
ιεραπόστολου που κάνει αυτή την έκκληση, και το δράμα του διστάζοντος και
διαρκώς αναβάλλοντος, υπάρχει και το δράμα πολλών χριστιανών σήμερα, που
είμαστε μόνο για υποκατάστατα σταυρών, για σταυρούς βολικούς μοναχά, δηλαδή, για τίποτα !
Είναι βλέπετε ο πρώτος που άνοιξε το δρόμο,
επαναλαμβάνω, ουσιαστικά με άλμα στο κενό. Τα ακόλουθα δώδεκα χρόνια θα έχει
κινηθεί πέρα από το Κογκό, Κένυα Τανζανία … Και συνεχίζει τις διεγερτικές εκκλήσεις
προς κάθε κατεύθυνση. «Μεταξύ των Ελλήνων-θα έλεγα μεταξύ των Ορθοδόξων-δεν
υπάρχουν σχολάζοντες αρχιερείς και αρχιμανδρίται, ιερομόναχοι και μοναχοί,
ομοίως και λαϊκοί, μερικοί άνδρες και γυναίκες, συνταξιούχοι ή ανεξάρτητοι
οικονομικώς με χριστιανικήν φλόγα στα στήθη των … Γιατί να μην αφιερώσουν
μερικά έτη του υπολοίπου της ζωής των, μάλιστα τα λίαν ώριμα και σεβαστά πολύ
εις τους Αφρικανούς …». Να προσθέσω εξ υστέρου εδώ ότι αυτά γράφονται όταν στην
Ελλάδα είχαν φτάσει σε κορύφωση οι επιδώσεις στα κομποσκοίνια, τους θείους
έρωτες και τα … «καταφύγια Ακολουθιών».
Να κλείσω όμως με τα ανάλογα
γραφόμενα και προς το θεολόγο πια Ανδρέα Τηλλυρίδη. «Ε΄δω στη μεγάλη πόλη της
Κανάγκα γίνεται πολύ μεγάλο έργο … εβδομήντα, εκατό χιλιάδες, ίσως και
περισσότεροι, σε μια μεγάλη έκταση της χώρας, με πολιορκούν καθημερινά και
ζητούν να εισέλθουν εις τους κόλπους της Ορθοδοξίας. Σύντομα πρέπει να αρχίσω
βαπτίσεις. Την εβδομάδα αυτή τροποποιούμε ένα μικρό κτήριο σε ορθόδοξο Ναό.
Τέσσερις Κυριακές συνέχεια έκανα Θεία Λειτουργία σ’ ένα σπίτι καλό». Μπροστά σ’
όλο αυτό το έργο, και σ’ όλη αυτή την προθυμία αισθάνεται αδύναμος και λίγος,
για τούτο και του γράφει χαρακτηριστικά στο γνωστό στυλ των εκκλησεων. «Μα
τέλος πάντων δεν αποφασίζει ένας να κάνει ταξίδι αναψυχής στη Μαύρη Ήπειρο; Να
ζεσταθεί το κορμί του στον Ισημερινό; Να δει και τα έξω της Ελλάδος μεγαλεία
του Θεού; Έχω μεγάλη ανάγκη της βοήθειας κληρικών, και δεν βλέπω ακτίνα
βοήθειας πουθενά. Τα έχω χάσει κυριολεκτικά. Εν τούτοις πρέπει να επιμείνω
μέχρι θανάτου»-24.11.72.
Θα επαναλάβω μόνο τη φράση,
«πρέπει να επιμείνω μέχρι θανάτου». Αλλιώς. «Γίνου πιστός άχρι θανάτου, και
δώσω σοι τον στέφανον της ζωής»-Αποκ.2,10. Και θα προσθέσω, προφανώς δεν
γνωρίζει πως αυτό θα του συμβεί περίπου ένα μήνα αργότερα. Ο Θεός θα τον καλέσει
επάνω, θεωρώντας επαρκείς τους ιεραποστολικούς κόπους του. Είχε κάνει μια καλή
αρχή ! Ο Θεός κρατάει μυστικές τις δικές του εφεδρείες. Αυτές που ακολούθησαν
και πέρασαν την Ιεραποστολή στο θείο καλοκαίρι. Το ποιος είναι για την αρχή και
ποιος για τη συνέχεια είναι του Θεού. Έτσι έχει το πράγμα.
Όσο κι αν την ώρα που
γράφονταν οι εκκλήσεις του Γέροντα, το θείο μεθύσι της «στροφής στην Ορθοδοξία»,
που βέβαια δεν ήταν τίποτε πιο πολύ «από μια κατά γράμμα απομίμηση της
τεχνοτροπίας και των τύπων εκφράσεως του βυζαντινού παρελθόντος»-Περγάμου,
Ιωάννης- και τα κατ’ αυτό διθυραμβικά
στη χώρα είχε φτάσει σε κορύφωση, η άλλη ωραία ώρα του λόγου του Χριστού, δεν
άργησε. «Άλλοι-προ υμών-κεκοπιάκασιν και υμείς εις τον κόπον αυτών
εισεληλύθατε»-Ιωαν.4,38. Το τελευταίο όμως είναι ρούχο που φοριέται με
προϋπόθεση την ταπείνωση.
Με «την αγάπην την πρώτην, ην ουκ αφήκα …»
Αθανάσιος Κοτταδάκης
Υ.Γ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ.«ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΑ»,
Α΄ Αφρική-«Χρυσόστομος Παπασαραντόπουλος-Κοσμάς Ασλανίδης-Γρηγοριάτης»-εκδόσεις
«Τήνος», 1992, σελ.46κε.
Ο π. Χρυσόστομος αγάπησε τον Χριστό. Πήγε σε ώριμη ηλικία όπως και ο φίλος του π. Χαρίτων να μεταφέρουν το μήνυμα του Ευαγγελίου ως Απόστολοι. Σήμερα που η Εκκλησία της Ελλάδας γέμισε αρχιμανδρίτες προτιμούν τα καφέ στο Κολονάκι από την πορεία στα Έθνη.
ΑπάντησηΔιαγραφή