Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2021

Τα υποκείμενα νοσήματα της Εκκλησίας – Γράφει ο π. Βασίλειος Χαβάτζας

 Η περιπέτεια της πανδημίας ανέδειξε μεταξύ πολλών προβληματικών καταστάσεων σε διάφορους χώρους, αρρωστημένες καταστάσεις και στο εκκλησιαστικό σώμα οι οποίες το ταλαιπωρούν και αμαυρώνουν την εικόνα του. Ίσως κάποιοι απορήσουν για την ανάδειξη αυτής της πλευράς από έναν κληρικό. «Δεν βλέπεις την προκατάληψη έναντι της εκκλησίας και τον ακραίο αντικληρικαλισμό που κυριαρχεί στον δημόσιο λόγο;». Τα βλέπω αυτά. Ακόμα εντονότερα τα συναντάει κανείς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αλλά πιστεύω ότι εμείς, οι μετέχοντες στα της Εκκλησίας, οφείλουμε αντί της αμυντικής ή και επιθετικής στάσης, να αναζητήσουμε τα δικά μας πραγματικά προβλήματα και με αυτά να αναμετρηθούμε.

Του π. Βασιλείου Χαβάτζα*

Στην αντιμετώπιση των εκτάκτων καταστάσεων που δημιούργησε η πανδημία, το πρόβλημα δεν ήταν σε επίπεδο «ηγεσίας». Ήταν όμως υπαρκτό και μεγάλο. Η «θεσμική» εκκλησία υπήρξε, με ελάχιστες εξαιρέσεις, θετική. Στη «βάση» όμως υπήρξε πρόβλημα. Ένας όχι ευκαταφρόνητος αριθμός χριστιανών, με την συμμετοχή ή και καθοδήγηση ιερέων και μοναχών, έδειξαν μια απίστευτη μιζέρια: άρνηση του προβλήματος, αντίδραση στα μέτρα, συνωμοσιολογία, άρνηση του εμβολίου κλπ. Δεν ήταν σε καμμιά περίπτωση η πλειονότητα των κληρικών πίσω από αυτά.

Ήταν όμως αρκετοί για να δημιουργήσουν προβλήματα, μεγάλα προβλήματα. Που έχουν να κάνουν και με ανθρώπινες ζωές.

Σημασία δεν έχει να σταθούμε στα προφανή. Το ζητούμενο είναι να δούμε τι κρύβεται πίσω από αυτά, ποια είναι τα υποκείμενα νοσήματά μας. Ποιες χρόνιες, λανθάνουσες καταστάσεις, οι οποίες δεν είναι καθόλου σύμφωνες με την εκκλησιαστική διδασκαλία, οδηγούν σε τέτοιες νοοτροπίες. Μερικές από αυτές θέλουμε να επισημάνουμε:

  1. Όταν οι πιστοί διαπαιδαγωγούνται με το κλισέ «ό,τι μας πει ο πνευματικός μας», είναι ενδεχόμενο να αναζητούν μια τέτοια καθοδήγηση και σε ένα ζήτημα το οποίο καμία σχέση δεν έχει με την πνευματική ζωή, όπως για παράδειγμα ο εμβολιασμός. Το λειτούργημα του πνευματικού υπάρχει βέβαια μέσα στην εκκλησία. Ανάλογα με την πορεία ζωής του κάθε ανθρώπου, ο πνευματικός δίνει και εξατομικευμένες συμβουλές για τα πνευματικά ζητήματα. Ασκώντας εκκλησιαστικό λειτούργημα που του έχει ανατεθεί και φυσικά, ασκώντας το όχι αυτόνομα, αλλά στα πλαίσια της εκκλησιαστικής κοινότητας. Το λάθος εν προκειμένω ήταν ότι υπήρξαν πνευματικοί που ανταποκρίθηκαν στο αίτημα μιας τέτοιας καθοδήγησης, για ένα θέμα που δεν είχε κανένα πνευματικό περιεχόμενο. Το τραγικό ήταν ότι έχοντας πλήρη άγνοια, οδήγησαν καλόπιστους ανθρώπους σε επικίνδυνες ή και μοιραίες επιλογές. Το κωμικοτραγικό ήταν ότι θεώρησαν ότι μπορούν να ασκούν το εκκλησιαστικό αυτό λειτούργημα όχι μόνο σε διάσταση, αλλά και σε απόλυτη αντίθεση με την εκκλησία: προέτρεπε η Ιερά Σύνοδος τους πιστούς να εμβολιαστούν (όχι ως ιατρική συμβουλή, αλλά -λαμβανομένων υπόψη των επιστημονικών απόψεων- ως στάση υπευθυνότητας απέναντι στην κοινωνία) και εμφανιζόταν «πνευματικός» να λέει ότι θα αποκόψει από την Θεία Κοινωνία αυτούς που θα εμβολιαστούν. Προφανώς χωρίς επίγνωση για το τι σημαίνει Θεία Κοινωνία.
  2. Όταν οι χριστιανοί έχουν εμποτισθεί με την λανθασμένη εικόνα του Αγίου ως φωτεινού παντογνώστη, ο οποίος γνωρίζει τα πάντα, φανερά και κρυφά, παρόντα και μέλλοντα, είναι επόμενο να μην ικανοποιούνται με τη λογική και αντικειμενική παρουσίαση των γεγονότων. Στη συζήτηση ενός θέματος μαθαίνουν να μην αναζητούν την αλήθεια, αλλά τη γνώμη (πραγματική ή φανταστική) κάποιου αγίου ή απλώς κάποιου φημισμένου γέροντα. Παραβλέποντας ότι ο άγιος τιμάται για την πορεία του αγιασμού του και όχι για τις απόψεις του, οι οποίες μπορεί να ήταν και λανθασμένες. Η Καινή Διαθήκη μιλάει ανοιχτά για την λανθασμένη αντίληψη που κατ’ αρχήν είχε ο Απόστολος Πέτρος για τον τρόπο αποδοχής των εθνικών στην εκκλησία. Και η εκκλησιαστική ιστορία μάς υπενθυμίζει περιπτώσεις αγίων, των οποίων κάποιες θεολογικές αντιλήψεις απορρίφθηκαν από την εκκλησία. Πόσο μάλλον οι γεωπολιτικές τους εκτιμήσεις, οι απόψεις τους για ιατρικά θέματα κλπ. Πώς προέκυψε στα τελευταία χρόνια η αντίληψη ότι η αγιότητα του βίου μεταβάλλει τον άνθρωπο σε υπερφυσικό όν, το οποίο γνωρίζει τα πάντα, είναι θέμα έρευνας και μελέτης.
  3. Σχετική είναι και η αντίληψη ότι οι μοναχοί και μάλιστα οι αγιορείτες μοναχοί κατέχουν την απόλυτη αλήθεια. Ο μοναχισμός έχει βέβαια ξεχωριστή θέση μέσα στην εκκλησία. Και οι μοναχοί, με την απόφαση της ολοκληρωτικής αφιέρωσης στον Θεό και την πείρα που αποκτούν σταδιακά με τον επίμονο πνευματικό αγώνα, γίνονται για εμάς τους υπολοίπους παραδείγματα για την πνευματική ζωή. Αυτό όμως δεν σημαίνει κάτι για τις απόψεις τους, τις προβλέψεις τους, τις τοποθετήσεις τους για θέματα που προφανώς δεν γνωρίζουν. Ούτε άλλωστε οι θεολογικές τους τοποθετήσεις αποκτούν αυτόματα κάποιο κύρος αυθεντίας: από τα μοναστήρια βγήκαν άγιοι και μεγάλοι θεολόγοι της εκκλησίας, από τα μοναστήρια βγήκαν και μεγάλοι αιρετικοί. Μοναχός μπορεί να γίνει όποιος επιλέξει αυτή την πορεία, χωρίς αυτό να εγγυάται τίποτα για την ορθότητα των απόψεών του ή την διαύγεια της κρίσης του. Συναντάει κανείς σε μοναστήρια ανθρώπους βαθιάς καλλιέργειας και νοητικής επάρκειας. Συναντάει όμως και αγαθούς μοναχούς με μια αφελή αντίληψη. Οι δεύτεροι μπορεί με την ταπείνωσή τους να αγιάσουν νωρίτερα από τους πρώτους. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι θα τους συμβουλευθούμε για το εμβόλιο. Και ούτε η ιδιότητα του «αγιορείτη» μοναχού αποτελεί τεκμήριο αληθείας (πόσο μάλλον όταν συνοδεύει απλώς την υπογραφή κάποιου, χωρίς να έχει καν σχέση με τον τόπο διαμονής του).
  4. Όταν οι πιστοί διαπαιδαγωγούνται με μια μαγική αντίληψη για τα εκκλησιαστικά πράγματα, όταν συνέχεια τρέφονται με ιστορίες για υποτιθέμενα υπερφυσικά γεγονότα και δημιουργούν την αντίληψη ότι η πίστη δεν έχει σχέση με υπεύθυνη επιλογή και στάση ζωής, αλλά με αναμονή εντυπωσιακών καταστάσεων, τότε πώς να μην πέσουν στην παγίδα της άποψης ότι μέσα στο ναό δεν μεταδίδεται ο κορονοϊός; Βεβαίως και πιστεύουμε οι χριστιανοί στην δυνατότητα της έκτακτης θαυματουργικής παρέμβασης του Θεού (όποτε Εκείνος βούλεται, όχι όποτε θέλουμε εμείς). Αλλά δεν μπορούμε να ξεχνάμε την βασική αλήθεια ότι ο κόσμος στον οποίο τώρα ζούμε, είναι κόσμος φθοράς, ότι οι φυσικοί νόμοι λειτουργούν και ότι η αφθαρσία ανήκει στα προσδοκώμενα: και τα κτίσματα των ναών σε αυτό τον φθαρτό κόσμο ανήκουν. Η ιερότητά τους (το γεγονός δηλαδή ότι είναι αφιερωμένα στην λατρεία του Θεού), δεν τα εξαιρεί από την λειτουργία των νόμων της φύσης.
  5. Η περιπέτεια της πανδημίας ανέδειξε και το φαινόμενο ενός αριθμού χριστιανών οι οποίοι είναι με τα πάντα καχύποπτοι. Κάθε άνθρωπος μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο καχύποπτος. Εδώ όμως πρόκειται για συλλογικό φαινόμενο: κάποιοι άνθρωποι έχουν συνηθίσει να είναι αρνητικοί με όλους και με όλα. Δεν μπορεί οι πολιτικοί να μην είναι διεφθαρμένοι, αποκλείεται στα μέσα ενημέρωσης να ακουστεί κάποια αλήθεια, όλοι είναι δέσμιοι συμφερόντων, όλοι έχουν δόλιους σκοπούς, πίσω από όλα κρύβονται οι μασόνοι κλπ. Κι αυτή η ακραία κακοπιστία, αυτή η μαζική κατάκριση των πάντων, εκλαμβάνεται ως χριστιανική αρετή. Από ανθρώπους οι οποίοι κατά τα άλλα μπορεί να διαβάζουν ή να γράφουν πολλά περί κατακρίσεως. Δεν ακούσαμε για παράδειγμα να αναδεικνύεται σε αυτή την κρίση και να επαινείται η ηθική διάσταση των επιλογών που έγιναν: οι κυβερνήσεις θυσίασαν τις οικονομίες τους και τα συμφέροντα μεγάλων εταιριών για να σώσουν κυρίως αυτούς που αν οι αποφάσεις λαμβάνονταν με στεγνά οικονομικά κριτήρια  θα κινδύνευαν να θεωρηθούν μη αναγκαίοι, άχρηστοι ή και επιζήμιοι, τους ηλικιωμένους. Γιατί να μην προβληθεί μία φορά και κάτι θετικό;
  6. Συναφής και η «αγωνιστικότητα» με την οποία έχουν εμποτισθεί κάποιοι χριστιανοί. Αγωνιστικότητα εναντίον του κράτους, των αθέων κλπ. Είναι βέβαια αυτό ένα εύκολο υποκατάστατο της αληθινής αγωνιστικότητας, η οποία πρέπει να διακρίνει την ζωή των χριστιανών: του αγώνα ενάντια στον εγωισμό, στα πάθη, τον αγώνα για τον αγιασμό. Προσφέρει την ψευδαίσθηση του χριστιανού μαχητή, αλλά δεν οδηγεί τελικά πουθενά. Ή μάλλον οδηγεί σε μια αχρείαστη μεγαλύτερη περιθωριοποίηση της εκκλησίας. Αλλά αυτό φαίνεται ότι είναι ένα ακόμα χαρακτηριστικό κάποιων ανθρώπων: δεν μας ενδιαφέρει η κοινωνία, δεν μας νοιάζει αν ο άλλος χαροπαλεύει στην εντατική, αν όλοι αυτοπεριορίζονται, αν έχασαν τις δουλειές τους, αν έκλεισαν τις επιχειρήσεις τους, αν έκλεισαν τα σχολεία. Μας ενδιαφέρει μόνο να φαντασιωνόμαστε διωγμούς, επειδή χρειάστηκε να υπάρξουν περιορισμοί και στις εκκλησίες.

Ειπώθηκε ότι η πανδημία ίσως αποτελέσει ευκαιρία για διόρθωση προβληματικών καταστάσεων σε πολλούς τομείς. Θα άξιζε και στο εκκλησιαστικό σώμα να μην σταθούμε μόνο στα συμπτώματα, αλλά να αναζητήσουμε τις βαθύτερες αιτίες και να τις θεραπεύσουμε.

*Ο π. Βασίλειος Χαβάτζας είναι Εφημέριος του Αγίου Ευθυμίου Κυψέλης και Διευθυντής Γενικού Φιλοπτώχου Αρχιεπισκοπής Αθηνών

Πηγή: thepresident

2 σχόλια:

  1. Ενα πολυ σωστό, αληθινο πέρα ως πέρα αρθρο. Συμφωνώ σε όλα που αναφερει ο αρθρογράφος. Πολυ σωστά αναδεικνυει τα τεράστια προβλήματα που προκάλεσε η πανδημία στους κόλπους της Εκκλησίας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. «Η περιπέτεια της πανδημίας ανέδειξε έξι υποκείμενα νοσήματα-πνευματικά βέβαια-της Εκκλησίας», επισημαίνει με παρρησία ο πατήρ Βασίλειος Χαβάτζας, νέος-ούτε τα μισά χρόνια μου δε θα αριθμεί-αλλά όχι τυχαίος κληρικός. Επί το αυστηρότερο, θα τα πω «έξι υποκείμενα αποστήματα»-πνευματικά βέβαια. όχι άσχετα με πρόσφατη ανάρτηση μου, και θα τα εξειδικεύσω ως εξής : «Έξι υποκείμενα αποστήματα», πνευματικά βέβαια, ευάριθμων κληρικών του ασκητικού-μοναστικού-«Να ξέρατε ποιος είναι ο τάδε»- και του ευρύτερου εκκλησιαστικού χώρου, και των εξαρτημένων ολοκληρωτικά απ’ αυτούς «πνευματικών τέκνων». Που, αυτό-ορίζονται συν αμφότεροι ως «οι σωστοί χριστιανοί», εσύ γράφε, «της πιο μεγάλης αμαρτίας που την είπαν η αλαζονεία της αρετής». Κύριος μόνον οίδε πόσο ή τι κακό προξένησαν εις εαυτούς, αλλήλους και ευρύτερα. Το καίριο όμως πρόβλημα σήμερα δεν είναι αυτό. Είναι πώς, τι, ή πόσο ευθύνεται για τα ανωτέρω «υποκείμενα νοσήματα» ή «αποστήματα» η εξηντάχρονη … «μυθωδία» για την περιβόητη «στροφή στην πούρα Ορθοδοξία» ! Που ουσιαστικά δεν ήταν-είναι-παρά μια κοινή, κοινότατη «αντί-Δύση», «μια κατά γράμμα απομίμηση της τεχνοτροπίας και των τύπων εκφράσεως του βυζαντινού παρελθόντος»-Περγάμου Ιωάννης- η αγωγή σ’ αυτήν και η έκταση της «επιδραστικότητα» αυτής; Ή αλλιώς τι τελικά απέδωσε η "έξοδος" από τα «καταφύγια ιδεών», και η "είσοδος" στα «καταφύγια … θείων ερώτων κλπ. ... μακρόσυρτων Ακολουθιών». Αθανάσιος Κοτταδάκης

    ΑπάντησηΔιαγραφή