Τρίτη 5 Οκτωβρίου 2021

Μνημόσυνο του Ιωάννη Καποδίστρια στην Μεγάλη Χώρα Αγρινίου

Κείμενο και φωτογραφίες Απόστολος Κων. Καρακώστας

Οι κάτοικοι της Μεγάλης Χώρας Αγρινίου πάντα τιμούν τις Θρησκευτικές και Εθνικές γιορτές. Ειδικά φέτος με ιδιαίτερη λαμπρότητα γιορτάστηκε η επέτειος των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821.  Η εκδήλωση έγινε στις 26 Ιουλίου, της Αγίας Παρασκευής, ημέρα απελευθέρωσης του Ζαπαντιού μετά από πολιορκία 40 ημερών.

Αυτό ήταν το ευχάριστο γεγονός, γιορτάζεται γιατί σηματοδότησε την έναρξη μιας νέας Ελεύθερης εποχής που μας έφερε με πολλούς αγώνες και θυσίες των προγόνων μας στην σύγχρονη Ελλάδα.

Οι ευλαβείς κάτοικοι της Μεγάλης Χώρας δεν ξεχνούν την ιστορία, ακόμα και την θλιβερή πλευρά της. Και μία τέτοια είναι το αποτέλεσμα της καταστροφικής διχόνοιας που 190 χρόνια πριν από σήμερα προκάλεσε την δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια 27 Σεπτεμβρίου 1831.

Έτσι συναποφάσισαν με τον Αιδεσιμότατο πατέρα Κοσμά Τσιτσιβό, εφημέριο του Ιερού  Ναού Αποστόλου Παύλου, να τελέσουν Μνημόσυνο στην μνήμη του Πρώτου Κυβερνήτη της Ελεύθερης Ελλάδας.

Ο εφημέριος επικοινώνησε με την Ιερά Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρνανίας και ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης κκ. Κοσμάς, ο οποίος έχει ιδιαίτερους δεσμούς με την Μεγάλη Χώρα, έδωσε την ευχή του για την τέλεση του Μνημόσυνου.

Και φθάσαμε στην Κυριακή 3 Οκτωβρίου. Μετά την Θεία Λειτουργία εψάλη το Μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως της ψυχής  του Ιωάννη Καποδίστρια που περίπου αυτές τις μέρες πριν 190 χρόνια έχασε την ζωή του. Η δολοφονία του έγινε την ώρα που πήγαινε στην Κυριακάτικη Λειτουργία στον Ιερό Ναό του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο που τότε ήταν η πρωτεύουσα του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους. (η ώρα ήταν 05:35 το πρωί, πάντα έδινε το παράδειγμα του σωστού Χριστιανού πηγαίνοντας στην Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία από την αρχή της, χωρίς να μετράει ποια καμπάνα θα κτυπήσει για να πάει…)

Παραστάτες δεξιά και αριστερά του δίσκου του μνημόσυνου, κρατώντας την Ελληνική Σημαία ήταν δυο νεαρά παλληκάρια ο Αλέξανδρος Κατσιούλης και ο Νεκτάριος Σταθόπουλος,  ντυμένοι με την πατροπαράδοτη Ελληνική φορεσιά.  Ιεροψάλτης ο κύριος Λεωνίδας Γαρουφαλής βοηθούμενος από τους κυρίους   Ιωάννη Τασολάμπρου και Θεόδωρο Αυγέρη.

Ο δάσκαλος του Δημοτικού Σχολείου Μεγάλης Χώρας κύριος Δημήτριος Μπορμπότσιαλος εκφώνησε τον πανηγυρικό της ημέρας. Αναφέρθηκε στην ζωή και το έργο του δολοφονημένου Κυβερνήτη. (ολόκληρη η ομιλία και το βιογραφικό του κυρίου Μπορμπότσιαλου ακολουθεί στο τέλος).

Στην Θεία Λειτουργία και στο μνημόσυνο παραβρέθηκαν ο πρόεδρος του Συλλόγου Γονέων & Κηδεμόνων 3ου Δημ. Σχολείου Νεαπόλεως κύριος Δημήτρης Νταβαρίνος, (Αστυνομικός Διοικητής Α.Τ. Αγίου Βλασίου). Ο Διευθυντής του 3ου Δημοτικού Σχολείου Νεαπόλεως (Μεγάλης Χώρας) κ. Γεώργιος Πιτταροκοίλης, ο Αντιπρόεδρος του  Πολιτιστικού Συλλόγου «Το Παλιόκαστρο» κ. Μιχάλης Κατσιούλης. Πολλοί ενορίτες της Μεγάλης χώρας και πιστοί από την ευρύτερη περιοχή του Αγρινίου.

Με το πέρας του μνημόσυνου το εκκλησιαστικό συμβούλιο πρόσφερε στους ενορίτες και επισκέπτες αναψυκτικά νερά και καφέδες  στην αίθουσα εκδηλώσεων.

Απόστολος Κων. Καρακώστας

Ακολουθεί σύντομο βιογραφικό σημείωμα του ομιλητή Δασκάλου καθώς και το διδακτικό κείμενό του, κομμάτι της Ελληνικής Ιστορίας.

BIOΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Ο Μπορμπότσιαλος Δημήτριος του Γεωργίου γεννήθηκε το 1969 στην Νεάπολη Αγρινίου. Αποφοίτησε από το Πολυκλαδικό Λύκειο Αγρινίου το 1987. Σπούδασε κλασσική Φιλολογία στη Φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Σπούδασε, επίσης, Παιδαγωγική στο πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας και  Φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο Πατρών. Από το 1994 έως το 2007 εργάστηκε ως αναπληρωτής καθηγητής Φιλολογίας στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, καθώς και σε ιδιωτικά σχολεία. Από το 2008 έως σήμερα εργάζεται ως μόνιμος δάσκαλος στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Είναι παντρεμένος με την ιατρό Μήλα Άννα και έχει μια κόρη.

Η ζωή και το έργο του Κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια.

To έτος που διανύουμε συμπληρώνονται 200 χρόνια από την κήρυξη της ελληνικής επανάστασης του 1821. Πρόκειται, αναμφίβολα, για μια σημαντική επέτειο, καθώς αφορά το σημαντικότερο γεγονός της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Η επανάσταση του 1821 ήταν η φυσική κατάληξη μιας μακραίωνης και οδυνηρής δουλείας υπό τον οθωμανικό ζυγό. Ο ελληνισμός διώχθηκε, υπέφερε, στερήθηκε, έμεινε μακριά από οτιδήποτε συνέβαινε στον υπόλοιπο κόσμο και προήγε τη ζωή των ανθρώπων. Άντεξε, όμως, διότι στηρίχθηκε στις ρίζες του, στον πλούτο της ελληνικής παράδοσης και στον άσβηστο πόθο της ελευθερίας του. Το τέλος της σηματοδότησε της έναρξη του ελεύθερου βίου για το ελληνικό έθνος, παρόλο που τα γεωγραφικά όριά του ήταν αρχικά πολύ περιορισμένα. Μακρά η χορεία των ηρώων, επιφανών και αφανών. Αμέτρητες οι στιγμές ηρωισμού και ασύλληπτου μεγαλείου. Από πού να αρχίσει και να τελειώσει κανείς. Αλαμάνα, Νάουσα, Μεσολόγγι, είναι μερικές απ’  αυτές. Αμέτρητες, επίσης,  οι στιγμές πόνου και ανείπωτου θρήνου: Χίος, Κάσος, Ψαρά, Πέτα, Κωνσταντινούπολη , Κυδωνίες.

Το ελληνικό έθνος απέκτησε την ελευθερία του και άνοιξε μια νέα σελίδα, ελπιδοφόρα, στην μακραίωνη ιστορία του. Όμως, η κατάσταση στην οποία βρισκόταν το νεοσύστατο ελληνικό κράτος μετά την επανάσταση ήταν πραγματικά τραγική. Ο ελληνικός λαός ήταν πραγματικά καθημαγμένος. Ένας πολύ μεγάλος αριθμός Ελλήνων είχε χαθεί κατά την επανάσταση, με αποτέλεσμα ο πληθυσμός να έχει μειωθεί δραματικά. Ένας πολύ μεγάλος αριθμός Ελλήνων ζούσε σε κατάσταση απόλυτης ανέχειας και ένδειας. Μεγάλος και ο αριθμός των προσφύγων από περιοχές της Μικράς Ασίας. Η οικονομία, η δημόσια διοίκηση, οι υποδομές, η εκπαίδευση ήταν ανύπαρκτες. Απαιτούνταν επιτακτικά και άμεσα να σταθεί το νεοσύστατο κράτος στα πόδια του, να υψώσει περήφανα το κεφάλι, να ενωθεί και να ατενίσει το μέλλον με αισιοδοξία. Καθίσταται, λοιπόν, φανερό πως ήταν απαραίτητη μια προσωπικότητα ικανή, στιβαρή, για να αναλάβει το τιτάνιο έργο της ανασυγκρότησης. Η Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας το 1827 την βρήκε στο πρόσωπο του Ιωάννη Καποδίστρια, μία από τις πλέον επιφανείς μορφές στην πολιτική σκηνή της Ευρώπης.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας γεννήθηκε στην Κέρκυρα το 1776 και ήταν το έκτο – σε σύνολο εννέα – παιδί της Διαμαντίνας Γονέμη και του Αντωνίου Καποδίστρια, ενός εκ των πιο αξιόλογων δικηγόρων και πολιτικών προσωπικοτήτων της Κέρκυρας. Η οικογένειά του ήταν από τις πιο αριστοκρατικές του νησιού και , μάλιστα, από τον δούκα της Σαβοΐας Κάρολο Εμμανουήλ έλαβε τον τίτλο του κόμη.

Ο πιστός φίλος των νεανικών του χρόνων Δημήτριος Αρλιώτης, στη βιογραφία του για τον Καποδίστρια, τον περιγράφει σαν φύση εξαιρετικά ευγενική και λεπτή, προικισμένο με σπάνια σωματικά και ψυχικά χαρίσματα, με χαρακτήρα στιβαρό παρά τη νεαρή ηλικία του, ευαίσθητο και θερμό συμπαραστάτη στον κάθε ανθρώπινο πόνο.

Έχοντας συμπληρώσει την εγκύκλιο παιδεία του στην Κέρκυρα, έφυγε το 1794 για την Ιταλία, για να σπουδάσει στο περίφημο πανεπιστήμιο της Πάδοβας. Σπούδασε Ιατρική, αλλά παρακολούθησε μαθήματα Νομικής και Φιλοσοφίας. Το 1797, σε ηλικία μόλις 21 ετών, επέστρεψε στην Κέρκυρα και άρχισε να ασκεί το ιατρικό έργο. Ο λαός της Κέρκυρας, και κυρίως ο φτωχοί και οι δυστυχείς, ένιωσαν αμέσως την ευεργετική και ανιδιοτελή παρουσία του. Ο βιογράφος του Δημήτριος Γατόπουλος σημειώνει: « Από της εποχής εκείνης ο νεαρός ιατρός διεκρίθη δια την προθυμίαν του, όπως παρέχει φιλανθρωπικάς υπηρεσίας αφιλοκερδώς εις τους άλλους, και εις τον χαρακτήρα του ευγενούς κόμητος διεγνώσθη ότι το ιδανικόν της εκπληρώσεως ενός υψηλότερου καθήκοντος είχε παραγκωνίσει τελείως κάθε ίχνος ατομικού συμφέροντος».

Το 1801 ο Ιωάννης Καποδίστριας εισήλθε στον πολιτικό στίβο. Έγινε σημαίνον μέλος της « Επτανήσου Πολιτείας», αναλαμβάνοντας μεγάλες ευθύνες, μεταξύ των οποίων και με την αναδιοργάνωση της εκπαίδευσης στα Επτάνησα. Το 1807 ανέλαβε το δύσκολο έργο οργάνωσης της άμυνας της Λευκάδας, την οποία εποφθαλμιούσε ο Αλή πασάς. Πέτυχε απόλυτα στην αποστολή του καταφέρνοντας να συνενώσει μεταξύ τους τις διάφορες τάξεις των Ελλήνων. Το 1808 δέχθηκε πρόσκληση να αναλάβει υπηρεσία στο διπλωματικό σώμα της Ρωσίας, αποτέλεσμα της φήμης που είχε αποκτήσει και της εκτίμησης που έχαιρε, πρόσκληση την οποία αποδέχθηκε. Η ανέλιξή του ήταν ραγδαία. Το 1811 τοποθετήθηκε στην ρωσική πρεσβεία της Βιέννης. Το 1814 του ανετέθη η αποστολή να πετύχει την ουδετερότητα και την ανεξαρτησία της Ελβετίας, και να αποτρέψει την προσάρτησή της στη σφαίρα επιρροής της Γαλλίας του Ναπολέοντα. Πέτυχε πλήρως στην αποστολή του και οι Ελβετοί τον τίμησαν ιδιαίτερα με αναγνώριση της προσφοράς του στο έθνος τους, ανακηρύσσοντας τον επίτιμο συμπολίτη τους στις πόλεις της Λωζάνης, της Γενεύης και του Vaud.

Eκτιμώντας τις αναμφισβήτητες ικανότητές του ο τσάρος Αλέξανδρος ο Α΄ τον τοποθέτησε στη θέση του υπουργού Εξωτερικών. Ανέλαβε τα καθήκοντά του το 1816 και γρήγορα εξελίχθηκε σε πολιτική προσωπικότητα μεγάλου βεληνεκούς και κύρους. Καθ’  όλη τη διάρκεια της θητείας του δεν έπαψε να εργάζεται για τα συμφέροντα και τα δίκαια της Ελλάδας, αλλά και της ιδιαίτερής του πατρίδας, των Επτανήσων.

Μετά την εξέγερση στη Μολδοβλαχία και την έναρξη της επανάστασης στην Ελλάδα, ο Καποδίστριας είδε ότι ο τσάρος δεν ήταν διατεθειμένος να στηρίξει έμπρακτα τους Έλληνες, οδηγήθηκε σε ρήξη με τον τσάρο και παραιτήθηκε από τη θέση του. Στον Ρώσο πρεσβευτή Lieven έγραψε κατηγορηματικά, χωρίς κανένα δισταγμό: « Είμαι σταθερά αποφασισμένος να μην εγκαταλείψω ποτέ και σε καμιά περίπτωση τα συμφέροντα της πατρίδας μου. Καμιά απολύτως τροπή των πραγμάτων, οποιαδήποτε κι αν θα ήταν αυτή, δε θα μπορούσε να με απομακρύνει από τα καθήκοντα που μου επιβάλλει η τιμή μου».

Αναλαμβάνοντας τη θέση του Κυβερνήτη, ο Ιωάννης Καποδίστριας είχε να επιτελέσει ένα έργο τιτάνιο. Το έργο που παρουσίασε ήταν πολύπλευρο και σπουδαίο , παρόλο που το χρονικό διάστημα διακυβέρνησής του ήταν βραχύτατο. Αρχικά, επειδή μετά την ναυμαχία του Ναβαρίνου η κατάσταση ήταν ρευστή, επεδίωξε την κατοχύρωση της ανεξαρτησίας του νέου κράτους, κάτι που επετεύχθη με το πρωτόκολλο του Λονδίνου το 1830. Εργάστηκε για την επέκταση των συνόρων θεωρώντας ότι αυτά θα έπρεπε στα βόρεια να εκτείνονται από τον Αμβρακικό μέχρι τον Θερμαϊκό κόλπο και να περιλαμβάνουν τα νησιά του κεντρικού και ανατολικού Αιγαίου.

Αναφορικά με την ασφάλεια, σε σύντομο χρονικό διάστημα κατέστειλε την πειρατεία στο Αιγαίο, εξάλειψε την ληστεία στην ύπαιθρο και προχώρησε στην οργάνωση ισχυρού στρατού, οργανωμένου από Ευρωπαίους αξιωματικούς. Ίδρυσε ορφανοτροφείο στην Αίγινα για τα ορφανά παιδιά του πολέμου και πήρε μέτρα για την στήριξη και την περίθαλψη των Ελλήνων, που βρίσκονταν  σε δυσχερή θέση μετά την επανάσταση. Το κοινωνικό του όραμα άγγιζε, μάλιστα και τους πρόσφυγες: σχέδιό του ήταν το 1829 να αναγείρει στο Ναύπλιο μια « νέα Σμύρνη», μια συνοικία, δηλαδή, που θα στέγαζε τους Σμυρνιούς πρόσφυγες. Στον χώρο της Δημόσιας Διοίκησης, επίσης, περιόρισε τον αριθμό των δημοσίων υπαλλήλων, τοποθέτησε σε κρατικές θέσεις ικανούς και έντιμους ανθρώπους, πολέμησε τις πελατειακές σχέσεις και τη διαφθορά, προχώρησε στην αναδιοργάνωση των δικαστηρίων

Η οικονομία ήταν ένα πεδίο στο οποίο απαιτούνταν άμεσες και δραστικές παρεμβάσεις. Εξασφάλισε με το κύρος του δάνεια για την κάλυψη των επειγόντων αναγκών. Πήρε μέτρα για την ανάπτυξη της ναυτιλίας και του εμπορίου. Ίδρυσε την Εθνική Χρηματοπιστωτική Τράπεζα, το Εθνικό Νομισματοκοπείο και έκοψε νέο νόμισμα, τον φοίνικα, αντικαθιστώντας το τουρκικό γρόσι. Θεωρούσε ότι η γεωργία θα έπρεπε να αποτελέσει τον μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας   και βοήθησε προς αυτή την κατεύθυνση. Ίδρυσε Γεωργική Σχολή στην Τίρυνθα για την εκπαίδευση των νέων αγροτών, εισήγαγε την καλλιέργεια της πατάτας, νέες τεχνικές στην καλλιέργεια των σιτηρών , του αραβοσίτου και για τη βελτίωση της κτηνοτροφίας. Επεδίωξε και πέτυχε – σ’ έναν βαθμό – την διανομή των εθνικών γαιών, καθώς θεωρούσε σημαντική την ατομική ιδιοκτησία

Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στην οργάνωση της εκπαίδευσης. Θεωρούσε ότι έμφαση έπρεπε να δοθεί στην στοιχειώδη και επαγγελματική εκπαίδευση και όχι στην ανώτατη, διότι αυτό επέτασσαν οι περιστάσεις. Λόγω της έλλειψης δασκάλων ιδρύθηκαν πολλά αλληλοδιδακτικά σχολεία, στα οποία οι μεγαλύτεροι και καλύτεροι μαθητές βοηθούσαν τον δάσκαλο στο έργο του. Ίδρυσε στην Αίγινα το « Κεντρικό Σχολείο», στο οποίο θα φοιτούσαν οι μελλοντικοί δάσκαλοι και τα στελέχη της διοίκησης και προχώρησε στη σύνταξη σχολικών εγχειριδίων.

Το σημαντικό έργο που επιτέλεσε ως Κυβερνήτης της Ελλάδας αλλά και η σπουδαία σταδιοδρομία του στην πολιτική σκηνή της Ευρώπης,  οφείλονταν στις αναμφισβήτητες ικανότητές του και τις αρετές που διέθετε: ευρυμάθεια, εργατικότητα, ευρύτητα σκέψης, ικανότητα αντίληψης των πραγμάτων  και εμβάθυνσης σ’ αυτά, αξιοθαύμαστη ικανότητα στο χειρισμό του λόγου. Ο σπουδαίος Ρώσος ποιητής Βασίλι  Ζουκόφσκι γράφει: « Η μόρφωσή του είναι ευρύτατη και πολυσχιδής. Έχει μεγάλη πείρα των ανθρώπων, τους οποίους μελέτησε σ’  όλες τους τις πλευρές. Ξέρει καλά την εποχή του και τις απαιτήσεις του καιρού του. Εμπνέει εμπιστοσύνη και συμπάθεια. Μπορεί να συνδέει την ψυχική ικμάδα που τον διακρίνει μ’  ένα ψυχρό μυαλό, εξαιρετικά λογικό. Έχει το δώρο να εκφράζει τις απόψεις του καθαρά και σωστά, κάτι που του προσδίδει ιδιαίτερη χάρη. Έχει τον σεβασμό της Ρωσίας και ολόκληρης της Ευρώπης».

Πέρα από τις αρετές αυτές, Ο Καποδίστριας αισθάνεται και είναι βαθιά Έλληνας. Η εθνική του συνείδηση είναι παγιωμένη και ακλόνητη. Ο ίδιος δεν αφήνει καμία αμφιβολία για την εθνική του ταυτότητα: σε ιδιόχειρη ιδιωτική επιστολή το 1811 αυτοπροσδιορίζεται ως Γραικός, που αποβλέπει προς την του γένους βελτίωσιν. Το ίδιο έτος, γράφοντας τον Δημήτριο Μόστρα, αυτοπροσδιορίζεται ως Γραικός και φιλόπατρις. Για τον λόγο αυτό, καθ’  όλη τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του αγωνίστηκε σθεναρά για τα ελληνικά δίκαια και συμφέροντα. Η θέση αυτή ήταν ανυποχώρητη. Το 1821 γράφει στον μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο: «Μένω εις τον τόπο μου ( το υπουργείο Εξωτερικώς της Ρωσίας) και θέλω μείνει εν όσω θέλω ελπίζει είμαι ωφέλιμος στους Έλληνας. Οποία ημέραν ίδω ότι τα χρέη του υπουργήματός μου είναι ασυμβίβαστα με τα χρέη τα οποία με απαιτεί η πατρίς, πιστεύσατε με Κύριε, ότι δεν θέλω αναβάλει ουδεποσώς ν’ ακολουθήσω τον δρόμον, τον οποίο πρέπει ν’  ακολουθήσει πας τίμιος άνθρωπος».

Ο Καποδίστριας, επίσης, χαρακτηριζόταν από μια βαθιά χριστιανική πίστη. Από τα νεανικά του χρόνια αισθάνθηκε έντονη την κλίση προς τη μελέτη της ορθόδοξης πίστης. Αυτή την κλίση καλλιέργησαν ο πατέρας του και ο μοναχός Συμεών της μονής Πλατυτέρας στην Κέρκυρα, όπου σύχναζε. Το ορθόδοξο χριστιανικό ήθος διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του και των αρχών με τις οποίες πορεύτηκε στον πολιτικό βίο. Πίστευε ότι η Θεία Πρόνοια επιτελεί σημαντικό ιστορικό ρόλο: « Πάσα του μέλλοντος μεταβολή κείται εν χειρί Θεού», σημειώνει. Η Θεία Πρόνοια, κατά τον ίδιο « ενήργησε θαύματα προκειμένου να σώσει την Ελλάδα και το ελληνικό έθνος από τον τάφο και να το κατατάξει στα ελεύθερα και ανεξάρτητα έθνη». Η πεποίθησή του για τον ενεργό ρόλο της Θείας Πρόνοιας και την εύνοιά της προς το ελληνικό έθνος είναι εδραία. Σε γράμμα του Οικουμενικού Πατριάρχη Αγαθαγγέλου αποκρίθηκε: « Έργον άρα της Θείας Προνοίας είναι η της Ελλάδος μοίρα, και οι άνθρωποι οφείλουσι να σέβονται τα ουρανόθεν ερχόμενα».

Εκείνο που, επίσης, εντυπωσιάζει και τον ξεχωρίζει, είναι η εντιμότητά του, η σεμνότητά του, η ταπεινότητά του. Καμία έπαρση, καμία επιδίωξη για προβολή και ικανοποίηση προσωπικών φιλοδοξιών και συμφερόντων. Ζούσε σε ταπεινές κατοικίες, πρόσφερε την περιουσία του για τις ανάγκες του κράτους και αρνήθηκε να εισπράττει τον μισθό του Κυβερνήτη, ισχυριζόμενος: « Εφ’  όσον τα εισοδήματά μου  αρκούν δια να ζήσω, αρνούμαι να εγγίσω μέχρι και του οβολού τα δημόσια χρήματα, ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων και ανθρώπων βυθισμένων εις εσχάτην πενίαν».

Ο σπουδαίος Γερμανός συγγραφέας Γκαίτε σημειώνει για τον Καποδίστρια: « Ο Καποδίστριας πίστευε ότι θα μπορούσε να κάνει όλους τους ανθρώπους τόσο τίμιους, όσο τίμιος ήταν και ο ίδιος. Στην προσπάθειά του αυτή θα δοκίμαζε τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις και θα συναντούσε τις πιο βαθιές αντιδράσεις.

Ο Ιωάννης Καποδίστριας με το ήθος του, τις αρετές του και το πολυσχιδές έργο του, κέρδισε επάξια μία θέση στο πάνθεον  των μεγάλων μορφών της Ελληνικής Ιστορίας, κι όχι μόνο, και αποτελεί υπόδειγμα πολιτικού ανδρός, ειδικά για τους σύγχρονους καιρούς, στους οποίους η ιδιοτέλεια, ο καιροσκοπισμός, οι ικανοποίηση προσωπικών φιλοδοξιών, αποτελούν κύριες επιδιώξεις. Άφησε σημαντική παρακαταθήκη και διαδραμάτισε καίριο ρόλο στη διαμόρφωση του νέου ελληνικού κράτους. Βέβαια, πολλές είναι και οι επικρίσεις τις οποίες δέχθηκε. Κατηγορήθηκε για αυταρχικότητα, συγκεντρωτισμό στην άσκηση της εξουσίας, παραγκωνισμό  προσώπων και ομάδων. Οι συγκρούσεις και οι διαφορές, οι παραταξιακές φιλοδοξίες οδήγησαν στην αποτρόπαια δολοφονία του. Πολλές από τις κατηγορίες αυτές ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Αλλά, υπάρχει κανείς που δεν υποπίπτει σε λάθη; Το λάθος είναι ίδιον της ανθρώπινης φύσης. Πέρα απ’ αυτό, όμως, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι ο συγκεντρωτικός τρόπος άσκησης της εξουσίας ήταν ενδεδειγμένος την περίοδο εκείνη, λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν. Ο ελληνικός λαός είχε βγει καθημαγμένος από την μακραίωνη δουλεία και τον πόλεμο και ήταν πολιτικά ανώριμος. Ταυτόχρονα, οι μεγάλες ανάγκες απαιτούσαν άμεσες ενέργειες και άμεση λήψη των αποφάσεων. Το σίγουρο είναι ότι όλ’  αυτά δεν μειώνουν καθόλου την λάμψη, το κύρος και το μέγεθος της προσωπικότητας του Ιωάννη Καποδίστρια. Ο φίλος του και σπουδαίος Ελβετός φιλέλληνας, τραπεζίτης Εϋνάρδος το αφήνει να φανεί ξεκάθαρα: « Οι Έλληνες θέλουν ιδεί εντός ολίγου ότι δεν υπάρχει άνθρωπος ικανός να αναπληρώσει την έλλειψιν του κόμητος Καποδίστρια, και όταν εξετάσουν όλα όσα έπραξε δια την πατρίδα του, θέλουν τον αναγνωρίσει ως τον αγαθότερον άνθρωπον. Ο θάνατος του Κυβερνήτου είναι συνφορά διά την Ελλάδα. Ο κακούργος όστις εδολοφόνησε τον Καποδίστριαν , εδολοφόνησε την πατρίδα του».

Αυτά είναι λόγια ενός φίλου. Ίσως τα λόγια ενός άσπονδου, μισητού εχθρού, να αποτελούν τη μεγαλύτερη επιβεβαίωση και καταξίωση. Ο Αυστριακός υπουργός Εξωτερικών Μέττερνιχ, σφοδρός πολέμιος του Καποδίστρια, σημείωσε: « Ο μόνος αντίπαλος που δύσκολα ηττάται είναι ο απόλυτα έντιμος άνθρωπος, και τέτοιος είναι ο Ιωάννης Καποδίστριας.





1 σχόλιο: