Πέμπτη 21 Απριλίου 2022

"Σταυρέ πανσεβάσμιε..." - Μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος Νικοδήμου

 

"Σταυρέ πανσεβάσμιε..."
 
Μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος Νικοδήμου

"Σταυρέ πανσεβάσμιε...".
Στέκομαι με δέος κι έκσταση και καθηλώνω τον λογισμό και το βλέμμα μου πάνω σου.
Κρύβεις και ταυτόχρονα φανερώνεις το μυστήριο της οικουμένης. Το μυστήριο της θείας αγάπης. Το μυστήριο της φθοράς και της λύτρωσης του κόσμου. Το μυστήριο της δικής μου εγγραφής στο βιβλίο της αιωνιότητας.
Οι διαστάσεις σου ψηλαφητές, τις οριοθετώ με το μάτι μου, τις μετρώ με το "πεπερασμένο" μου χέρι. Οι προεκτάσεις σου απροσμέτρητές. Δεν τις αγγίζουν οι αισθήσεις μου. Δεν τις συλλαμβάνει ο νούς μου. "Εύρος και μήκος σταυρού ουρανού ίσοστάσιον..". Το ύψος σου υπερβαίνει την υλική κτίση και χάνεται στα ύψη του ουρανού. Το εύρος σου αγκαλιάζει και λυτρώνει την ανθρωπότητα.
Αν καθηλώσω τη ματιά μου και τον λογισμό μου στο ψηλαφητό σχήμα σου, αισθάνομαι να με μεταφέρεις στον Γολγοθά και να μου ζωντανεύεις τη μεγάλη θυσία.
Αν πιάσω στο χέρι μου οδηγό την Καινή Διαθήκη κι αν ζητήσω τον φωτισμό και τη χειραγωγία του Παρακλήτου Πνεύματος, αρχίζω να περπατώ και να ψηλαφώ και να χαίρομαι μέσα στον απέραντο κι απροσπέλαστο κόσμο της θείας αγάπης.
* * *
"Σταυρέ πανσεβάσμιε..."
Καθώς με ανεβάζεις στον Γολγοθά, δεν βλέπω γυμνή τη θωριά σου.
Πάνω σου κρέμεται ο Υιός του Θεού, "ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου" (Ιωάν. α' 29). Ο αναμάρτητος, που σηκώνει την αμαρτία όλης της ανθρωπότητας. Αυτός που "ανομίαν ουκ έποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού" (Ησαΐου νγ' 9). Ο άσπιλος, που δέχτηκε να γίνει "υπέρ ημών κατάρα" (Γαλάτ. γ' 13).
Μόλις ο λογισμός μου ψαύει αυτό το μυστήριο, οι αισθήσεις μου παραλύουν. Γεμάτες θάμβος, ακινητοποιούνται. Δεν βρίσκουν τη δύναμη να προσπελάσουν βαθύτερα. Στα υπέρ αίσθηση. Και στα υπέρ έννοια. Ωστόσο, η άλλη όραση, το μάτι της ψυχής μένει ελεύθερο. Καθαίρεται και φωτίζεται και καταυγάζεται απ' τη Θεία Χάρη. Διακρίνει το σκότος, που απλώθηκε από έκτης ώρας "επί πάσαν την γην έως ώρας ένάτης" (Ματθ. κζ' 45). Και χαίρεται το φώς, που διαχύθηκε απ' τον Γολγοθά και φώτισε την οικουμένη. Και το νοητό δάχτυλο της πίστης μου αποκτάει την ικανότητα να ψαύσει τον άψαυστο. Να αποκαθηλώσει το πανάχραντο Σώμα. Να το τυλίξει, στά μύρα της προσευχής και της αγάπης.
"Έπαθε σαρκί ο απαθής τη θεότητι".
Δεν καρφώθηκε πάνω στο ξύλο σου ο έσχατος εγκληματίας. Δεν καρφώθηκε ο αρνητής της θείας αγάπης. Ο σαρκωμένος Λόγος οδηγήθηκε πάνω στον Γολγοθά. Ο Κύριος της γης και του ουρανού καταδικάστηκε στην έσχατη ποινή του θανάτου.
Δειλά νοιώθω να βγαίνουν από μέσα μου οι λέξεις: "ο σταυρός Σου, Κύριε, ζωή και ανάστασις υπάρχει τω λαώ Σου...".
"Του σταυρού σου το ξύλον προσκυνούμεν φιλάνθρωπε, ότι εν αυτώ προσηλώθης η ζωή των απάντων...".
Κι αμέσως μετά, η ικεσία του θείου ελέους έρχεται στα χείλη μου: "ο υψωθείς εν τω σταυρώ εκουσίως τη επωνύμω Σου καινή πολιτεία τους οικτιρμούς Σου δώρησαι, Χριστέ ο Θεός...". Χάρισέ μου, Κύριε, συ, που δέχτηκες να καθηλωθείς πάνω στο ξύλο του Σταυρού, τους οικτιρμούς σου, τη λυτρωτική Σου αγάπη. "Άφες πάσας τας ανομίας μου...". Δέξαι με σαν μέλος της Εκκλησίας Σου και πολίτη της Βασιλείας Σου.
* * *
"Σταυρέ πανσεβάσμιε..."
Στο πρόσωπο το Πανάγιο του σαρκωμένου Λόγου, που καθηλώθηκε πάνω σου, συγκεντρώθηκε όλη η ανθρώπινη χλεύη. Οι εμπτυσμοί. Οι κολαφισμοί. Οι μάστιγες. Τα ραπίσματα. Οι σαρκασμοί. Οι βλαστήμιες.
Εμείς οι άνθρωποι, οι αποδέκτες της θείας αγάπης, δεν αποθέσαμε στη βάση σου την οδύνη μας, μήτε τη μετάνοιά μας. Δεν χύσαμε δάκρυα για τις δικές μας αμαρτίες. Δεν συγκλονιστήκαμε με το γεγονός, ότι "τας αμαρτίας ημών φέρει και περί ήμών οδυνάται " (Ησαΐου νγ' 4).
Περιφρονήσαμε και αγνοήσαμε. Χλευάσαμε και βλασφημήσαμε.
"Και οι παραπορευόμενοι εβλασφήμουν αυτόν κινούντες τας κεφαλάς αυτών και λέγοντες ουά, ο καταλύων τον ναόν και εν τρισίν ημέραις οικοδομών" (Μάρκ. ιε' 29).
Ο Θεός αγάπησε τον κόσμο. Κι έστειλε τον Υιό Του τον μονογενή, για να τον σώσει. Κι εμείς, σκοτισμένοι μέσα στην αμαρτία μας και στην αλλοτρίωση μας, δεν ανοίξαμε και δεν ανοίγουμε, τις καρδιές, για να δεχτούμε την υπέρτατη χάρη. Του αντιπροσφέραμε την υλοφροσύνη μας. Τη στενόκαρδη και μικρόπρεπη άρνησή μας.
Ο Κύριος στέκεται καρφωμένος, ματωμένος και πονεμένος. Κι εμείς είμαστε απορροφημένοι στο σχήμα ζωής, που μας έχτισε ο διάβολος. Απολαμβάνουμε την ευημερία. Περιφρονούμε τη θυσία. Πληγώνουμε τον Σταυρωμένο. Ενώνουμε τη χλεύη μας με τη χλεύη των σταυρωτών Του.
Ο λόγος του αποστόλου Παύλου μάς συνταράσσει και μας αφυπνίζει: "πολλοί γαρ περιπατούσιν, ους πολλάκις έλεγον υμίν, νυν δε και κλαίων λέγω, τους εχθρούς του σταυρού του Χριστού, ων το τέλος απώλεια, ων ο θεός η κοιλία και η δόξα εν τη αίσχύνη αυτών, οι τα επίγεια φρονούντες" (Φιλιππησ. γ' 18, 19).
Όσο η σάρκα έχει το προβάδισμα και το πρόσταγμα στην ύπαρξή μας, όσο θεοποιείται η απόλαυση κι η καταισχύνη γίνεται καύχημα και δόξα, το φρόνημα μας μένει καθηλωμένο στη γη. Κι αυτόματα, βρισκόμαστε ταγμένοι στο στρατόπεδο των εχθρών του Σταυρού.
* * *
"Σταυρέ πανσεβάσμιε...".
Θέλω να κάνω το αποφασιστικό βήμα. Ν' αποδεσμευτώ απ' την ομάδα της χλεύης του σταυρωμένου Κυρίου μου. Και να πλησιάσω, να ενταχτώ στο δίδυμο της Παναγίας Μητέρας και του αγαπημένου μαθητή Ιωάννη.
Όμως, για να γίνει αυτό, πρέπει να σηκώσω με θάρρος τον δικό μου σταυρό. Να περάσω εγώ απ' την νέκρωση στην ανάσταση.
Ο Κύριος το διακήρυξε με σαφήνεια:
"Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι" (Μάρκ. η' 34).
Το δάκρυ μου δεν πρέπει να 'ναι μόνο δάκρυ συμπάθειας προς το πρόσωπο του Σταυρωμένου. Η σκυθρωπότητα της όψης μου, δεν πρέπει να ερμηνεύει την πρόσκαιρη θλίψη μου.
Πρέπει κάποτε να μπορέσω, με ειλικρίνεια, να πω:
"Ο παλαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθη ίνα καταργηθή το σώμα της αμαρτίας, του μηκέτι δουλεύειν ημάς τη αμαρτία" (Ρωμ. στ' 6).
Σφίγγοντας τον δικό μου σταυρό με αγάπη και πίστη, θα μπορέσω να προσεγγίσω τον Σταυρωμένο Σωτήρα μου με θάρρος ψυχής και να προσευχηθώ:
"Του σταυρού σου τον τύπον προσκυνούμεν φιλάνθρωπε, ότι εν αυτώ προσηλώθης η ζωή των απάντων. Παράδεισον ηνέωξας Σωτήρ, τω πίστει προσελθόντι σοι Ληστή".
Σκύβω και ασπάζομαι τον τίμιο Σταυρό Σου. Και διακρίνω τον ληστή καθώς λούζεται στη χάρη και λυτρώνεται. Γι' αυτόν ανοίγουν διάπλατα οι πύλες του Παραδείσου. Και γίνεται δεκτός στην ουράνια Βασιλεία σαν πρώτος ένοικος, μετά τη μεγάλη θυσία Σου, Χριστέ μου.
Και ικετεύω:
"Δέξαι ώσπερ εκείνον και ημάς, κραυγάζοντας, ημάρτομεν, πάντες τη εύσπλαγχνία σου, μη υπερίδης ημάς".
Δέξαι με, Κύριε. Στα πόδια σου, Χριστέ μου, πέφτω. Ομολογώ την αδυναμία μου και την αμαρτωλότητά μου. Ζητώ το έλεός σου και την ευσπλαγχνία σου. Σώσε με.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου