Κυριακή 26 Ιουνίου 2022

Παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας - Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου

  Παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας

«Περιπατῶν ὁ Ἰησοῦς παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδε δύο ἀδελφούς…» (Ματθ. 4,18)

Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου


Στὸ γιαλὸ τῆς μαγευτικῆς λίμνης τῆς Γαλιλαίας βρίσκεται, ἀγαπητοί μου, ὁ Κύριος.
Σὲ ἀκτὲς θαλασσῶν καὶ λιμνῶν στάθηκαν καὶ ἄλλοι. Στάθηκαν ζωγράφοι, γιὰ νὰ ζωγραφίσουν πίνακες ποὺ παριστάνουν τὴ θάλασσα σὲ διάφορες καταστάσεις. Στάθηκαν ποιηταὶ καὶ ἐμπνεύσθηκαν ἀπὸ τὸ μεγαλοπρε­πὲς θέαμα τῆς θαλάσσης, ποὺ προσφέρει ὅ­ταν ὁ ἥλιος ἀνατέλλει καὶ ῥίχνει τὶς ἀκτῖνες του ἐ­πάνω στὴν ἐπιφάνειά της καὶ τὴν μεταβάλλει σὲ ἕνα τεράστιο καθρέπτη καὶ μέσα της καθρεπτίζον­ται τὰ πλοῖα, οἱ κοντινοὶ βράχοι καὶ οἱ κορυφὲς τῶν βουνῶν. Στάθηκαν φιλόσοφοι, γιὰ νὰ θαυμάσουν τὴν ἀπεραντοσύ­νη της κι ἀπὸ τὴ θέα της νὰ συλλάβουν μία ἀμυδρὴ εἰκόνα τῆς αἰωνιότητος…
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θεολόγος π.χ., ἕνας ἀ­πὸ τοὺς μεγάλους πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, συνήθιζε νὰ κάνῃ περιπάτους δίπλα στὸ για­λὸ τῆς θαλάσσης, νὰ βλέπῃ τὸ μεγαλοπρε­πὲς θέαμα, νὰ ἐμπνέεται ἀπ᾽ αὐτὸ σὰν ποιητής, καὶ νὰ ἀντλῇ διδάγματα σχετικὰ μὲ τὴν ἀστάθεια καὶ ματαιότητα τῶν ἀνθρωπίνων πραγμάτων. Ἀκοῦστε πῶς μεταφέρει τὰ λόγια τοῦ ἁγίου πατρὸς (βλ. Λόγος Κς΄ [26], Εἰς ἑαυτόν, ἐξ ἀγροῦ ἐπανήκοντα μετὰ τὰ κατὰ Μάξιμον, Η΄· P.G. 35,1237b – 1240a) ἕνας νεώτερος δόκιμος ἐκκλησιαστικὸς συγγραφεύς·

«Βάδιζα», λέει, «μόνος, ἐνῷ ἡ ἡμέρα ἔγερνε πρὸς τὸ βράδυ, περπατώντας δίπλα στὸ γιαλό. Γιατὶ συνηθίζω πάντα ν᾽ ἀνακουφίζω τοὺς κόπους τῆς ἡμέρας μὲ τέτοιες ἀνέσεις, ἀφοῦ καὶ ἡ χορδὴ τοῦ τόξου ἐξασθενεῖ ὅταν μένῃ διαρκῶς τεντωμένη, καὶ χρειάζεται κάπως νὰ ἐλευθερώνεται ἀπὸ τὶς σχισμὲς τοῦ τό­ξου, ἂν πρόκηται ὅταν τὴν ξανατεντώσουμε νὰ μὴ καταντήσῃ γιὰ τὸν τοξότη ἄχρηστη. Βάδιζα λοιπόν, καὶ τὰ μὲν πόδια μου προχωροῦσαν ἐμπρός, ἐνῷ τὰ μάτια μου ἀτένι­ζαν πρὸς τὴ θάλασσα. Ἐν τούτοις τὸ θέαμα ποὺ αὐτὴ παρεῖχε ἐκείνη τὴν ὥρα δὲν ἦταν ὡ­ραῖο, παρ᾽ ὅλο ποὺ –διαφορετικά– εἶνε πολὺ ὄ­μορφη, ὅταν κοκκινίζῃ καὶ παίζῃ γλυκὰ καὶ ἥμερα ἐπάνω στὶς ἀκτές. Ἀλλὰ τὴν ἡμέρα ἐ­κείνη, ἐπειδὴ φυσοῦσε δυνατὸς ἄνεμος, ξεσηκωνόταν καὶ μούγκριζε… Τὸ θέαμα αὐτὸ μοῦ ἔγινε παράδειγμα· δὲν ἀδιαφόρησα καθόλου ἀπέναντί του, ἀντιθέτως φιλοσόφησα ἐπάνω σ᾽ αὐτό, κατὰ τὴ συνήθεια ποὺ ἔχω πάντα νὰ καρπώνωμαι ἠθικὲς ὠφέλειες ἀπὸ παντοῦ γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Καὶ εἶπα λοιπὸν μέσα μου· Μήπως δὲν εἶνε θάλασσα καὶ ἡ ζωή μας, ἀφοῦ ἔχει μέσα της τόση ἁλμύρα καὶ ἀ­στάθεια; Μήπως δὲν ἔχει κι αὐτὴ τοὺς ἀνέμους της, μὲ τοὺς ὁποίους κάλλιστα μποροῦν νὰ παραβληθοῦν οἱ πειρασμοὶ ποὺ πέφτουν πάνω μας καὶ τὰ ἀπροσδόκητα δυστυχήματα; Αὐτὸ εἶχε καταλάβει καὶ ὁ ὑπερθαύμαστος Δαυΐδ, γι᾽ αὐτὸ φώναξε· «Σῶσε με, Κύ­­ριε, γιατὶ εἰσώρμησαν νερὰ ὣς τὴν ψυχή μου. …ἦρθα στὰ βάθη τῆς θαλάσσης καὶ μὲ καταπόντισε καταιγίδα” (Ψαλμ. 68,2-3)» (βλ. Κων. Καλλινίκου, Ὁ Θεὸς ἐν τοῖς ἔργοις αὐτοῦ, ἔκδ. Γ΄, Ἀθῆναι 1957, σσ. 80-81).

* * *

Ἀλλὰ ὁ Κύριος στέκει τώρα δίπλα στὴ θάλασσα τῆς Γαλιλαίας ὄχι γιὰ νὰ ζωγραφίσῃ σὰν ζωγράφος, οὔτε γιὰ νὰ ῥεμβάσῃ σὰν ποιητής, οὔτε γιὰ νὰ συλλάβῃ εἰκόνες καὶ ἰδέες σὰν φιλόσοφος. Ὄχι. Ὁ σκοπός, γιὰ τὸν ὁ­ποῖ­ον ἐ­πισκέπτεται τὴ λίμνη ὁ Κύριος καὶ περπατάει στὸ γιαλό, εἶνε ἀπείρως ὑψηλότερος. Ἔρ­χεται δηλαδὴ γιὰ νὰ κηρύξῃ στοὺς ἁπλοϊκοὺς ἐ­κείνους ἀνθρώπους τῆς λίμνης τὸ κήρυγμα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἔρχεται γιὰ νὰ ἐκ­λέξῃ ἀπὸ αὐτούς, ναὶ ἀπὸ αὐτούς, τοὺς μελλοντικοὺς συνεργάτες του σὲ ἕνα ἔργο, ποὺ ὅμοιό του οὔτε εἶ­δε οὔτε θὰ ξαναδῇ ποτὲ ἡ ἀνθρωπότητα.
–Ψαρᾶδες λοιπὸν θὰ εἶνε οἱ πρῶτοι του συνεργάτες; Τὰ πιὸ ἀκατάλληλα πρόσωπα! θὰ ἔλεγε κάποιος σκεπτόμενος ἀνθρώπινα. Ψα­ρᾶδες! Τί θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ περιμέ­νῃ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους αὐτούς; Γιὰ τὸ ἔργο αὐ­τὸ τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἐγκαθίδρυσι τῆς βασιλεί­ας του ἐπὶ τῆς γῆς, ἄλλα πρόσωπα θά ᾽πρεπε νὰ καλέ­σῃ ὁ Ἰησοῦς, ποὺ θὰ δι­έθεταν νοῦ, δύναμι καὶ πλοῦτο. Τὴν ὥρα ποὺ ὁ Κύριος ἀ­πὸ τὸ πλῆ­θος τῶν ψαράδων ἐπρόκειτο νὰ δια­λέξῃ τοὺς πρώτους συνεργάτες του γιὰ μία παγ­κόσμια ἀποστολή, ὑπῆρχαν στὸν πολιτισμένο κόσμο τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἄνδρες ξακουστοί. Ὑ­πῆρ­χαν ἔνδοξοι στρατηγοὶ καὶ βασιλιᾶδες, ποὺ διέθεταν λεγεῶνες ἀήττητες. Ὑ­πῆρχαν πλούσιοι, ποὺ μὲ τὰ ἀμύθητα πλούτη τους θὰ μποροῦσαν νὰ διευκολύνουν πάρα πολὺ τὴν ἀποστολή του. Ὑπῆρχαν σοφοί, ποὺ ἡ σοφία τους μποροῦσε νὰ καταπλή­ξῃ. Ὑπῆρχαν διάσημοι ῥήτορες, ποὺ εἶχαν τὴ δύναμι τῆς πειθοῦς. Ὑπῆρχαν… Ἀπὸ αὐτοὺς θὰ ἔπρεπε νὰ διαλέξῃ τὰ πρῶτα στελέχη του ὁ Ἰησοῦς. Ἐκ­λέγοντας ψαρᾶδες ἀντὶ γι᾽ αὐ­τοὺς ποὺ ἀναφέραμε, θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ θεωρήσῃ ὡς βέβαιο ὅτι θὰ ὡδηγοῦσε τὸ ἔργο του σὲ οἰ­κτρὴ ἀποτυχία.
Ἀλλὰ ἀκριβῶς αὐτό, ἡ ἐκλογὴ ὡς πρώτων συν­εργατῶν τοῦ Ἰησοῦ ἀνθρώπων τελείως ἀ­καταλλήλων –κατὰ τὴν κρίσι τοῦ κόσμου– καὶ ἡ κατόπιν ἀνέλπιστη καὶ θαυμαστὴ ἐπιτυχία τους στὸ ἔργο τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἀποδεικνύει, ὅτι αὐτὸς ποὺ ἔκανε τὴν ἐκλογὴ δὲν σκεπτόταν καὶ δὲν ἐνεργοῦσε ὡς ἄνθρωπος.
Ἐὰν ὡς πρώτους συνεργάτες του διάλεγε στρατηγοὺς καὶ βασιλιᾶδες, ὁ κόσμος θὰ ἔ­λεγε ὅτι Ἡ ἐπιτυχία τῆς ἀποστολῆς ὀφείλεται στὴ δύναμι τοῦ ξίφους. Ἐὰν διάλεγε πλουσίους, ὁ κόσμος θὰ ἔλεγε· Τὸ χρῆμα νικάει καὶ ἐκμηδενίζει κάθε ἐμπόδιο. Καὶ ἐὰν ἀναζητοῦ­σε τοὺς στενοὺς συνεργάτες του μεταξὺ τῶν φιλοσόφων τῶν διαφόρων σχολῶν τῶν Ἀθη­νῶν καὶ τῆς Ἀλεξανδρείας, Νά, θά ᾽λεγε ὁ κόσμος, νίκησαν μὲ τὴ φιλοσοφία. Ὁ κόσμος θὰ ἀπέδιδε τὴν πρόοδο τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύ­γματος σὲ ἀνθρώπινα μέσα. Ἐνῷ τώρα τί νὰ ποῦν; Τὰ πρόσωπα, ποὺ κάλεσε ὁ Κύριος στὸ ἔργο τῆς ἐγκαθιδρύσεως ἐπὶ τῆς γῆς τῆς βασιλείας του, στεροῦνταν ὅλων τῶν κατὰ κόσμον πολυτίμων προσόντων. Στέμμα στὸ κεφάλι δὲν φοροῦσαν, σπαθιὰ δὲν κρατοῦσαν, χρήματα δὲν διέθεταν, μαθηταὶ φιλοσοφικῶν καὶ ῥητορικῶν σχολῶν δὲν ὑπῆρξαν. Καὶ ὅ­μως, οἱ ψαρᾶδες αὐτοὶ τῆς Γαλιλαίας ἀναδείχθηκαν δυνατώτεροι κι ἀπὸ βασιλιᾶδες καὶ στρατηγοὺς καὶ μεγιστᾶνες καὶ πλουσίους καὶ σοφοὺς καὶ ῥήτορες.

* * *

Ψαρᾶδες! Κανένας δὲν τοὺς ὑπολόγιζε. Τὰ ὀνόματά τους ἦταν ἄγνωστα. Οἱ ἰσχυροὶ τῆς ἡ­μέρας τοὺς ἀγνοοῦσαν, τοὺς θεωροῦσαν ἕ­να μηδέν. Καὶ ὅμως ἀπὸ αὐτὸ τὸ μηδὲν προ­ῆλθε ὁ νέος κόσμος τῆς χάριτος, ἡ νέα δημιουργία, ἡ «καινὴ κτίσις» (Β΄ Κορ. 5,17. Γαλ. 6,15). Καὶ ὅ­πως παρατηρεῖ ἕνας ἀπὸ τοὺς νεώτερους ἀ­πολογητὰς τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἡ δημιουργία ἀπὸ αὐτὸ τὸ μηδὲν ἑνὸς νέου κόσμου εἶνε ἔρ­γο ἀπείρως ἀνώτερο ἀπὸ τὴν ἐκ τοῦ μηδε­νὸς δημιουργία τοῦ ὑλικοῦ κόσμου. Γιατὶ ἐνῷ στὴν πρώτη δημιουργία ἡ ὕλη, δημιούργημα κι αὐτὴ τοῦ Θεοῦ, δὲν προέβαλε στὸν Δημιουργὸ καμμιά ἀντίστασι γιὰ τὴ διάπλασί της, στὴ δεύτερη ὅμως δημιουργία καὶ τί ἀντίστασι δὲν προέβαλε ὁ ἄνθρωπος ἕως ὅτου ἀπὸ τὸ μη­δὲν νὰ μεταπλασθῇ σὲ νέα δημιουργία, σὲ «και­νὴ κτίσι»! Ἀπὸ τὸ μηδὲν προῆλθε ἡ νέα βασιλεία, ἡ παγκόσμιος βασιλεία τοῦ Χριστοῦ.
Πόσο ζωηρὰ καὶ συγκινητικὰ περιγράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὸ θαῦμα αὐτὸ τῆς διαδό­σεως τοῦ εὐαγγελίου διὰ τῶν ψαράδων τῆς Γαλιλαίας λέγοντας, ὅτι «τὰ μωρὰ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα τοὺς σοφοὺς καταισχύνῃ, καὶ τὰ ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά, καὶ τὰ ἀγενῆ τοῦ κόσμου καὶ τὰ ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ Θεός, καὶ τὰ μὴ ὄντα, ἵνα τὰ ὄντα καταργήσῃ, ὅπως μὴ καυχήσηται πᾶσα σὰρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ» (Α΄ Κορ. 1,27-29)!
Γι᾽ αὐτὸ στὰ Ἰεροσόλυμα τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ὁ ἰουδαϊκὸς λαός, ὅταν εἶδε καὶ ἄκουσε τὰ ὅσα συν­έβησαν, καὶ μάλιστα τὴν ἔκτακτη πνευματικὴ δύναμι μὲ τὴν ὁποία εἶ­χαν ντυθῆ οἱ χθεσινοὶ ψαρᾶδες τῆς Γαλιλαίας, ἔμεινε κατάπληκτος, ἀποροῦσε καὶ ἔλεγε· «Οὐκ ἰδοὺ πάντες οὗτοί εἰσιν οἱ λαλοῦντες Γαλιλαῖοι;» (Πράξ. 2,7).
Καὶ πάντοτε, ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, τὰ ῥήματα τῶν ἁλιέων τῆς Γαλιλαίας περιφέρομεν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου