ΑΓΑΠΗΣΤΕ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΑΣ
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀγαπητοί μου, ζητοῦσε ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς νὰ προσεύχωνται
γι᾿ αὐτόν. Γι᾿ αὐτὸ κ᾿ ἐσεῖς νὰ προσεύχεστε γιὰ ἐμᾶς ζητώντας δύο πράγματα· ὁ
λόγος μας νὰ εἶνε ζωντανὸς καὶ ὁ σπόρος νὰ πέφτῃ ὄχι σὲ πέτρες καὶ ἀγκάθια ἀλλὰ
σὲ ἐκλεκτὲς ψυχές.
Τὸ θέμα μας εἶνε ἡ σημερινὴ ἑορτή, οἱ ἅγιοι
πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.
* * *
Πατὴρ ἐν ἀπολύτῳ ἐννοίᾳ εἶνε ἕνας, ὁ Θεός, ὁ οὐράνιος Πατήρ, ὅπως τὸν ἀπεκάλυψε ὁ Χριστός. Ὁ Θεὸς τῶν Χριστιανῶν δὲν εἶνε ὅπως ὁ θεὸς τῶν ἀρχαίων, ἀπομονωμένος στὴν κορυφὴ τοῦ Ὀλύμπου, ἢ ὅπως ὁ θεὸς τῶν ὀρθολογιστῶν, θεὸς ἀδιάφορος γιὰ τὸν κόσμο καὶ ἀπαθής. Ὁ Θεὸς τῶν Χριστιανῶν εἶνε ζωντανός, Θεὸς ἀγάπης, πατήρ – μοναδικὴ ὀνομασία. ῾Ως πατὴρ ὁ Θεὸς ἐνδιαφέρεται γιὰ ὅλα, μικρὰ-μεγάλα. Δὲν εἶνε μόνο ὁ δημιουργός, εἶνε καὶ ὁ προνοητὴς τοῦ σύμπαντος. Τὸ πιστεύεις αὐτό; Ἂν τὸ πιστεύαμε, θὰ ἔπρεπε νὰ λέμε τὸ «Πάτερ ἡμῶν…» καὶ νὰ τὸ αἰσθανώμαστε.
Ἂν τὸ πιστεύῃς, πρέπει νὰ εἶσαι ἥσυχος. (Ἀνέκδοτο. Ἕνας κήρυκας ἦταν ἔγγαμος.
Ἀπογοητεύθηκε ὅμως κάποτε καὶ σταμάτησε νὰ κηρύττῃ. Τότε ἡ γυναίκα του, γιὰ νὰ
τὸν βοηθήσῃ νὰ ξαναβρῇ τὴν ἐλπίδα του, φόρεσε μαῦρα. Κατεπλάγη ἐκεῖνος καὶ τὴ
ρώτησε· –Ποιός πέθανε καὶ ντύθηκες μαῦρα; –Πέθανε ὁ Θεός. –Τί βλασφημία εἶνε αὐτὴ
ποὺ εἶπες; ποιός σοῦ εἶπε ὅτι πέθανε ὁ Θεός; –Ἐσὺ μοῦ τὸ δείχνεις μὲ τὴ στάσι
σου… Τότε ἐκεῖνος διδάχθηκε, πῆρε θάρρος καὶ ἐπανῆλθε στὸ κήρυγμα). Ζῇ λοιπὸν ὁ
Θεός, καὶ εἶνε πατέρας. Πόση γαλήνη μᾶς δίνει αὐτό! (Ἄλλο ἀνέκδοτο. Κάποιος πῆγε
στὴν ἔρημο ἀπελπισμένος, καὶ ἑτοιμαζόταν ν᾿ αὐτοκτονήσῃ· ἐκεῖ εἶδε ἕνα μικρὸ ἄνθος.
Ποιός τὸ φροντίζει ἐδῶ αὐτό, σκέφτηκε, ὥστε νὰ ὑπάρχῃ! Ἀπὸ αὐτὸ πῆρε θάρρος καὶ
ἐπέστρεψε πίσω). Γι᾽ αὐτό, κι ὅταν ἀκόμη, ἀδελφοί μου, συμβῇ νὰ γίνεται σεισμὸς
καὶ ἡ γῆ τραντάζεται, κρατῆστε τὴν καρδία σας ἄσειστη. Ὤ, πῶς νὰ μιλήσω γιὰ
νὰ φυτεύσω στὴν ψυχή σας τὴν πεποίθησι ὅτι ὁ Θεὸς εἶνε πατέρας καὶ μᾶς ἀγαπᾷ;
Σήμερα ἀκούσαμε στὸ εὐαγγέλιο τὸ Χριστὸ
νὰ λέῃ «Πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα…» (᾿Ιω. 17,1). Ποιά «ὥρα»; Ἔρχονται στιγμὲς μεγάλες
στὴν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος· ποιά εἶνε ἡ σπουδαιότερη στιγμή; Ἦταν ἡ ὥρα τῆς
σταυρώσεως τοῦ Χριστοῦ. «Οὕτω γὰρ ἠγάπησεν ὁ Θεὸς τὸν κόσμον, ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοῦ
τὸν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτὸν μὴ ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωὴν
αἰώνιον» (᾿Ιω. 3,16).
Πατὴρ λοιπὸν ἐν ἀπολύτῳ ἐννοίᾳ εἶνε ὁ
Θεός, Ἔπειτα, ἐν σχετικῇ ἐννοίᾳ, πατέρες εἶνε οἱ γονεῖς, οἱ φυσικοὶ πατέρες. Ἔτσι
ὥρισε ὁ Θεός· ἀπὸ τὴν ἕνωσι ἀνδρὸς καὶ γυναικὸς γεννιέται ἄλλος ἄνθρωπος. Ἡ γέννησι
παιδιοῦ εἶνε ἕνα θαῦμα, μία δημιουργία. Ὁ Ντοστογιέφσκυ λέει, ὅτι κάποιος ποὺ ἦταν
ἄπιστος πίστεψε ὅταν γέννησε παιδὶ καὶ ἄκουσε τὸ κλάμα του. «Ποιός πατέρας»,
λέει ὁ Χριστός, «τὸ παιδί του θὰ ζητήσῃ ψάρι κι αὐτὸς θὰ τοῦ δώσῃ φίδι;» (βλ.
Ματθ. 7,9-10. Λουκ. 11,11). Γλυκὺ τὸ ὄνομα τῆς μητέρας, ἀλλὰ καὶ ὁ πατέρας πρέπει
νὰ τιμᾶται. Ἕνας γλύπτης ἀπεικόνισε τὴ μητέρα ὡς λέαινα ποὺ μέσα στὴ φωλιὰ βυζαίνει
τὸ λιονταράκι, καὶ τὸν πατέρα τὸν παρέστησε ὡς λέοντα ποὺ κάθεται ἔξω ἀπὸ τὴ
φωλιὰ καὶ φρουρεῖ. «Τίμα τὸν πατέρα σου…», λέει ἡ ἐντολή (Ἔξ. 20,12. Δευτ.
5,16). Σήμερα ἡ κοινωνία ἐξοβελίζει τὸν σεβασμό. (Πρὶν λίγο καιρὸ ἦρθε στὴ
μητρόπολι ἕνας χωρικὸς ἀπὸ τὴν Πρέσπα, ἀπὸ τὰ σύνορα. Ἔκλαιγε. Δὲν μποροῦσα, ἔλεγε,
νὰ ζήσω τὴν οἰκογένειά μου στὰ χωριὰ τῶν Πρεσπῶν καὶ ξενιτεύτηκα· πῆγα στὸ Βέλγιο,
στὰ ἀνθρακωρυχεῖα, στὰ βάθη τῆς γῆς, καὶ δούλεψα σκληρὰ δέκα χρόνια, γιὰ νὰ στέλνω
κάποιο ἔμβασμα στὸ σπίτι νὰ ζήσουν τὰ παιδιά μου. Ἐπέστρεψα μετὰ 15 χρόνια. Καὶ
τὸ εὐχαριστῶ ποιό ἦταν; Χθὲς τὸ βράδυ ὁ γυιός μου μ᾿ ἔσπασε στὸ ξύλο· παρὰ λίγο
θὰ τὸν σκότωνα, ἂν δὲν ἐπενέβαινε ὁ ἀστυνόμος). Μαρμαρωμένα νὰ εἶνε τὰ χέρια τέτοιων
παιδιῶν!
Ὅπως γνωρίζετε, εἶμαι ὑπὲρ τῶν πολυτέκνων
καὶ δὲν ἔπαυσα νὰ τοὺς συμπαρίσταμαι, ἀλλὰ τώρα θὰ πῶ κάτι καὶ μὴ παρεξηγηθῶ·
ὄχι ἁπλῶς νὰ ἀραδιάσῃς παιδιά, ἀλλὰ νὰ ἔχῃς καὶ «εὐτεκνία», καλὴ ἀνατροφή. Δὲν
θὰ σὲ ὀνομάσω πατέρα, λέει, ὁ Χρυσόστομος, ἂν γεννᾷς ἁπλῶς παιδιά, διότι καὶ τὰ
ζῷα γεννοῦν, ἀλλὰ ἂν τοὺς δώσῃς καὶ τὴν καλὴ ἀνατροφή. Τ᾽ ἀναθρέψατε σωστὰ τὰ
παιδιά σας, ρωτάει ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, τὰ ὡδηγήσατε στὴν ἐκκλησία; ἂν τὰ ταΐζετε
μόνο, ἀλλ᾿ ἀμελήσατε τὴν ἀγωγή τους, τότε τὰ παιδιά σας εἶνε σὰν τὰ «γουρουνόπουλα».
Καὶ σήμερα πράγματι πολλοὶ φροντίζουν μόνο πῶς νὰ φάῃ καὶ νὰ παχύνῃ τὸ παιδί,
τίποτε ἄλλο. Στὰ φτωχὰ χωριά μας τὸ κρίθινο ψωμὶ ἦταν λιγοστό, κι αὐτὸ ἡ μάνα τὸ
μοίραζε μὲ φειδὼ σὲ ὅλα τὰ παιδιά· τώρα, τὸ ψωμὶ ποὺ ἔτρωγαν ἄλλοτε πέντε παιδιά,
τὸ τρώει ἕνα «γουρουνόπουλο». Μὴ γεννᾷς «γουρουνόπουλα». Ἐγὼ θὰ ἔλεγα σήμερα· μὴ
γεννᾷς «τιγρόπουλα», ἀφοῦ τὰ παιδιὰ εἶνε σὰν μικρὰ θηρία στὴν κοινωνία, ἔχουν
μῖσος, καῖνε καταστήματα, σκορποῦν θάνατο.
Προχωροῦμε. Ἐκτὸς τῶν φυσικῶν γονέων,
πατέρες χαρακτηρίζονται καὶ οἱ διδάσκαλοι καὶ καθηγηταί. Ὁ μέγας Ἀλέξανδρος
πατέρα εἶχε τὸν Φίλιππο καὶ διδάσκαλο τὸν Ἀριστοτέλη. Ἔλεγε λοιπόν· «Στὸν πατέρα
μου ὀφείλω τὸ ζῆν, στὸν διδάσκαλό μου ὀφείλω τὸ εὖ ζῆν», δηλαδὴ κάτι παραπάνω ἀπὸ
τὴ φυσικὴ ζωή. Ὑπῆρξαν διδάσκαλοι ἐξαίρετοι. Λένε γιὰ ἕναν Ἑλβετὸ παιδαγωγό,
τὸν Πεσταλότζι, ἱδρυτὴ ἰδιαιτέρας παιδαγωγικῆς σχολῆς, ὅτι ὅταν πέθανε στὴν Ἑλβετία,
οἱ μαθηταί του ἔγραψαν στὸν τάφο του ἕνα ἐπίγραμμα· «Ὅλα γιὰ τὸ παιδί, τίποτε
γιὰ τὸν ἑαυτό του». Σήμερα δυστυχῶς δὲν βλέπουμε τοὺς δασκάλους νὰ νοιάζωνται
γιὰ τὴ διαφθορὰ τῆς νεολαίας· μόνο γιὰ τὸ χρῆμα – τὸ μισθό τους ἀπεργοῦν. Στὸν
Πύργο – Ἠλείας οἱ δάσκαλοι εἶπαν· «Δὲν θέλουμε νὰ πηγαίνουν τὰ παιδιὰ στὴν ἐκκλησία».
Ἐκεῖ κατήντησε ἡ ἑλληνικὴ παιδεία. Γι᾿ αὐτὸ μόνη ἐλπίδα εἶνε τὰ κατηχητικὰ
σχολεῖα. Ὅπως ἔγραψε σὲ φυλλάδιό της ἡ ἀδελφότης τοῦ «Σωτῆρος», τὸ κατηχητικὸ
θὰ γίνῃ τὸ νέο κρυφὸ σχολειό, ὅπου οἱ γονεῖς θὰ στέλνουν τὸ παιδί τους γιὰ νὰ
φωτιστῇ.
Καὶ τώρα φτάσαμε στὸ τέλος· οἱ
πνευματικοὶ πατέρες. Στὸ θεατρικὸ ἔργο «Τὸ κράτος τοῦ Θεοῦ» ὁ Δημήτρης Μυρὰτ
παρουσίασε πῶς μερικοὶ καπουτσῖνοι καλόγεροι ἔφυγαν ἀπὸ τὴν Εὐρώπη, πῆγαν στὴ
Οὐραγουάη, κ᾿ ἐκεῖ ἵδρυσαν ἕνα κράτος ὑποδειγματικό, μὲ γράμματα, ἐπιστῆμες,
πολιτισμό. Αὐτὸ προώδευσε τόσο, ὥστε προκάλεσε τὸ φθόνο τῶν Εὐρωπαίων, οἱ ὁποῖοι
ἦρθαν καὶ κατέλυσαν τὸ «κράτος τοῦ Θεοῦ». Καὶ τότε, ὅταν οἱ καλόγεροι ἔφευγαν,
οἱ ἰθαγενεῖς τοὺς φώναζαν· Πατέρες! ποῦ φεύγετε καὶ μᾶς ἀφήνετε;
* * *
Τὸ ἀκατάλυτο ὅμως κράτος τοῦ Θεοῦ εἶνε ἡ Ἐκκλησία, καὶ τὸ ἀνώτερο εἶδος
πατέρων εἶνε αὐτὸ ποὺ ἑορτάζουμε σήμερα· οἱ ἅγιοι πατέρες τῆς Ὀρθοδοξίας. Τρεῖς
κύκλοι ὑπάρχουν στὴ ζωή· α´) ἡ ζωὴ τῶν κτηνῶν – τῶν πέντε αἰσθήσεων, β´) ἡ ζωὴ
τοῦ πνεύματος – ἡ γνῶσις καὶ ἐπιστήμη, γ´) ἡ ζωὴ τοῦ Θεοῦ, τῆς ἁγιότητος, ἡ ζωὴ
τῶν ἁγίων, τῶν πατέρων. Τὸ ἀκούσαμε σήμερα· «Αὕτη ἐστὶν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί
σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας ᾿Ιησοῦν Χριστόν» (᾿Ιω. 17,3). Ποιοί
εἶνε οἱ πατέρες αὐτοί; Εἶνε οἱ 318 στὴ Νίκαια, οἱ 150 στὴν Β´ Οἰκουμενικὴ
Σύνοδο, ὅλοι οἱ συγκροτήσαντες τὶς ἑπτὰ οἰκουμενικὲς καὶ τὶς τοπικὲς ἅγιες Συνόδους.
Ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε γενεὰ ὑπάρχουν ἅγιοι πατέρες. Ἔχει λάθος ὁ Δημήτριος Μπαλάνος ὁ
διδάσκαλός μου ποὺ περιώριζε τὴν ἔννοια τῶν πατέρων μόνο στὴν ἀρχαιότητα. Οἱ
πατέρες, κατὰ τὸ δοξαστικὸ τῶν αἴνων, εἶνε «θεηγόροι ὁπλῖται παρατάξεως Κυρίου»,
«ἀκαθαίρετοι πύργοι», «ἀστέρες πολύφωτοι», «μυρίπνοα ἄνθη τοῦ παραδείσου», «πάγχρυσα
στόματα». Πατέρες δὲν εἶνε μόνο οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι· πατὴρ εἶνε καὶ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς
ὁ Αἰτωλός, ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ποὺ ἔγραψε ἔργα ὅπως ὁ «Ἀόρατος πόλεμος»
καὶ τὰ «Πνευματικὰ γυμνάσματα», ὁ ἅγιος Νεκτάριος τῶν ἡμερῶν μας, ἀλλὰ γιατί ὄχι
καὶ ὁ Εὐσέβιος Ματθόπουλος ποὺ κ᾽ ἐγὼ ἐγνώρισα, ὁ Φιλόθεος Ζερβάκος, οἱ 450 ἐκεῖνοι
ἱερεῖς ποὺ ἐσφάγησαν καὶ σταυρώθηκαν ἀπὸ ᾿Ιταλοὺς ἢ Γερμανοὺς ἢ καὶ κακοὺς Ἕλληνες,
ἕνας μάλιστα ἐξ αὐτῶν τὴ Μεγάλη Παρασκευή. Μποροῦσαν νὰ φύγουν, νὰ γλυτώσουν,
ὅπως ἔφυγαν δεσποτάδες, ἀλλ᾿ αὐτοὶ ἔμειναν καὶ θυσιάστηκαν. Γιατί δὲν εἶνε ἅγιοι
πατέρες αὐτοί; «Τίμα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν μητέρα σου», λέει ἡ ἐντολή. Ἂν εἶνε
ἁμαρτία νὰ μὴ τιμᾷς τοὺς φυσικοὺς γονεῖς σου, πολὺ περισσότερο ἁμαρτία εἶνε νὰ
μὴ τιμᾷς τοὺς πνευματικούς σου.
Ὅταν ἤμουν στὴν Κοζάνη συνάντησα ἕνα δάσκαλο
ποὺ διάβαζε Τολστόι, Ρενάν, Σοπενχάουερ. Μιὰ μέρα τοῦ εἶπα ἐνώπιον καὶ ἄλλων·
Αὐτὰ ποὺ διαβάζεις εἶνε χαλίκια· ἄντε στὴ βιβλιοθήκη τῆς Κοζάνης καὶ ζήτησε ἀπὸ
τὸ βιβλιοθηκάριο νὰ σοῦ δώσῃ νὰ διαβάσῃς μία μόνο ὁμιλία τοῦ Χρυσοστόμου, τὴν
Εἰς Εὐτρόπιον· τοῦ σημείωσα τὸν τίτλο (βλ. P.G. 52,391-6). Πάει λοιπόν, τὴ
διαβάζει, κι ὅταν ἐπέστρεψε ἦταν ἐνθουσιασμένος· τόσο τοῦ ἄρεσε, ὥστε κάθησε ἀντέγραψε
ὅλο τὸ κείμενο καὶ τὸ ἀποστήθισε.
Σήμερα δυστυχῶς τὰ κείμενα αὐτὰ δὲν
διδάσκονται. Ὦ πατρίδα, ποῦ κατήντησες! δὲν διδάσκεται πλέον στὰ σχολεῖα Βασίλειος,
Γρηγόριος, Χρυσόστομος. Τί λένε· Ἔξω τὰ κείμενα τῶν πατέρων!… Καὶ θὰ δῆτε, ὅτι
ἀντὶ τοῦ θρησκευτικοῦ μαθήματος θὰ εἰσαχθῇ τὸ μάθημα τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς. Ἔτσι
ὡς μόνη παρηγορία θὰ μείνῃ τὸ κατηχητικὸ σχολεῖο.
* * *
Θησαυροί μας δὲν εἶνε τὰ κοιτάσματα τοῦ πετρελαίου ἢ τοῦ βωξίτου κ.λπ.·
θησαυροί μας εἶνε οἱ πατέρες. Μία σύστασι σᾶς κάνω· Ἀγαπῆστε τοὺς πατέρας· καί,
παραλλάσσων τὸν στίχο τοῦ ποιητοῦ, λέγω· Μεθύστε ἀπὸ τὸ κρασὶ τῶν πατέρων τῆς
Ἐκκλησίας, ὧν ἡ μνήμη εἶνε αἰωνία.
«Ὦ πατρίδα, ποῦ κατήντησες! δὲν δι¬δάσκεται πλέον στὰ σχολεῖα Βασίλειος, Γρηγό¬ριος, Χρυσόστομος. Τί λένε• Ἔξω τὰ κείμενα τῶν πατέρων!… Καὶ θὰ δῆτε, ὅτι ἀντὶ τοῦ θρησκευτικοῦ μαθήματος θὰ εἰσαχθῇ τὸ μάθημα τῆς σεξουαλικῆς ἀγωγῆς.»
ΑπάντησηΔιαγραφήΠροφητικός ο λόγος του.
Πάντα επίκαιρος.
Πάντα αληθινός.
Αγνός πατριώτης.
Αληθινός μαχητής υπέρ της Πίστεως.
Άξιος Πατέρας της Ορθοδοξίας.
Την ευχή του νάχουμε.
Αιωνία η μνήμη του.
Οράτιος.