Κυριακή 2 Ιουλίου 2023

Ἡ πίστι στό Χριστό εξυψώνει τόν πιστό - Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου


Ἡ πίστι στό Χριστό εξυψώνει τόν πιστό

Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

«Ὁ Ἰησοῦς ἐθαύμασε καὶ εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον» (Ματθ. 8,10)

Σύμφωνα μὲ τὴν τάξι τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ἀγαπητοί μου, κάθε μέρα μέσα ἀπὸ τὰ ἀ­να­γνώσματα καὶ τὰ συναξάρια προβάλλον­ται ἐνώπιόν μας πότε ἕνας, πότε δύο, πότε περισσότεροι ἅγιοι, ὥσ­τε νὰ τοὺς βλέπουμε καὶ νὰ παίρνουμε μαθήματα ὑποδειγματικά.
Τί εἶνε «ἅγιος», τί θὰ πῇ «ἅγιος»; Ὁ κόσμος, ὅταν ἀκούῃ τὴ λέξι «ἅγιος», ἡ σκέψι του πηγαίνει σ᾽ ἐκείνους, τοὺς ἄντρες ἢ γυναῖκες, ποὺ ἄφησαν πατέρα, μάνα, συγγε­­νεῖς καὶ φίλους, ἐγκατέλειψαν τὸν κόσμο, ἔ­­φυγαν μακριά, ἔστησαν τὶς φωλιές τους πάνω σὲ ψηλὰ βουνά, κ᾽ ἐκεῖ μὲ αὐστηρὴ ἄσκησι (προσευχές, δεήσεις, νηστεῖ­ες, δάκρυα) ἀγωνίζονται νὰ ζήσουν μιὰ ζωὴ ἀνώτερη καὶ νὰ εὐαρεστήσουν στὸ Θεό.

Ἀλ­λὰ ἔτσι ἡ ἔν­νοια τοῦ ἁγίου περι­ορίζεται. Ἅγιοι δὲν εἶνε μόνο αὐ­τοί, οἱ ἀ­σκηταί, οἱ μοναχοί· ἅγιοι εἶνε καὶ ἄλ­λοι. Σύμφωνα μὲ τὸ πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου, ἅγιοι εἶ­νε καὶ αὐτοὶ ποὺ ἔμειναν μέσα στὴν κοινωνία, ἔ­ζησαν ἐδῶ, πάλεψαν μὲ τὸν ἁμαρτωλὸ κόσμο, τὴ σάρκα καὶ τὸν διάβολο, καὶ κατώρθω­σαν νὰ φτάσουν καὶ αὐτοὶ σὲ ὕψη θε­ογνωσί­ας, καὶ τι­μῶνται σήμερα ὡς μάρτυρες, ὡς ὁ­μολογηταὶ κ.λπ.. Βλέπουμε λοιπὸν ὅτι ἡ ἔν­νοια τῆς ἁγιότητος εἶνε πλατύτερη.
Ἡ ἁγιότης, ἀκόμη, εἶνε ἕνα λουλούδι τοῦ οὐρανοῦ ποὺ δὲν φυτρώνει σὲ ἕνα μόνο μέρος τοῦ κόσμου· ὅπου καὶ ἂν πᾶμε πάνω στὴ γῆ, θὰ τὸ βροῦμε νὰ εὐωδιάζῃ. Θέλετε ἀ­πόδειξι;

* * *

Σήμερα, ἀδελφοί μου, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἁγίους τοῦ συναξαρίου, ἔχουμε καὶ ἕναν ἅγιο τοῦ εὐαγγελίου (βλ. Ματθ. 8,5-13). Τί ἦταν αὐτός; ἀσκητής, μοναχός, πα­πᾶς, δεσπότης, ἱεροκήρυκας; Ὄ­χι· ἄνθρωπος τοῦ λαοῦ. Τί ἦταν; Ἀξιωματικός. Ἀλλ᾽ αὐ­τὸ δὲν τὸν ἐμπόδισε νὰ φτά­σῃ τόσο ψηλά, ὥστε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς νὰ τὸν ἐπαινῇ δημοσίως.
Ὁ ἅγιος αὐτὸς εἶνε ὁ ἑκατόνταρχος, ποὺ τὸ ὄνομά του δὲν τὸ ἀναφέρει τὸ ἱερὸ κείμενο. Ἑκατόνταρχος ἦταν βαθμὸς τῆς στρατι­ω­τι­κῆς ἱεραρχίας τῆς ῾Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατο­ρίας. Ὅ­ταν ἀκοῦμε ἑκατόνταρχος, εἶνε βα­θμὸς ποὺ ἰ­σο­­δυναμεῖ μὲ τὸ λοχαγὸ τοῦ σημερινοῦ στρα­τοῦ. Ὁ ἀξιωματικὸς αὐτὸς ἦταν ἐντεταλμένος νὰ φρουρῇ ὡρισμένο τμῆμα τῆς Ἁγίας Γῆς τῆς Παλαιστίνης· ἦταν τρόπον τινὰ φρού­ραρχος καὶ διοικητὴς τῆς περιφερείας Καπερναούμ. Εἶχε μία ἀξία ὡς στρατιωτικός, μία ἀξία ὡς ἀξιωματικός, καὶ μία ἀ­κόμη μεγαλύτε­ρη ἀξία ὡς βαθμοῦχος τῆς κραται­ᾶς ῾Ρώμης, τῆς κοσμοκράτειρας τοῦ τότε γνω­στοῦ κόσμου μὲ τὶς ξακουστὲς λεγεῶνες της.
Ἀπὸ τὸ ἀξίωμά του καταλαβαίνουμε ὅ­τι ὁ ἄν­θρωπος αὐτὸς μέρα – νύχτα εἶχε νὰ κά­νῃ μὲ ὅπλα, στρατιῶτες, πολέμους, μά­χες, αἵ­ματα. Θὰ περίμενε κανεὶς νά ᾽νε σκληρός, ψυχρός, ἀ­­διάφορος γιὰ θρησκεία καὶ Θεό. Καὶ ὅ­μως αὐτός, μολονότι ἀσκοῦσε ἕνα σκληρὸ ἐ­πάγγελμα, στὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του εἶ­χε αἰ­σθήμα­­τα εὐγενικά. Μέσα του ὑπῆρχε μιὰ σπίθα· πίστι στὸ Θεό. Ἂν καὶ πολυθεϊστής, εἶ­χε ἀρ­χί­σει νὰ κατανοῇ τὸ ψευδὲς τῆς εἰδωλολατρί­ας καὶ νὰ προσανατολίζεται πρὸς τὴν ἀ­ληθι­νὴ θρη­σκεία τῶν Ἰουδαίων· νὰ γίνῃ προσ­­ήλυτος. Ἦ­ταν ἀγαπητὸς στοὺς Ἰουδαίους γιὰ τὰ λεπτά του αἰσθήματα. Καὶ ἀπόδειξις τῶν αἰσθημάτων του εἶνε αὐτὸ ποὺ ἀναφέρει τὸ εὐαγγέλιο.
Στὸ σπίτι του εἶχε ἕναν «παῖδα» (ἔ.ἀ. 8,5). Τί σημαίνει «παῖδα»; Ἕνα δοῦλο. Στὴν παλιὰ ἐπο­χὴ ἀξιωματοῦχοι, προύχοντες καὶ πλούσιοι στὴν ὑπηρεσία τους εἶχαν δούλους· ἄλλος εἶ­χε ἕ­ναν, ἄλλος εἶ­χε τρεῖς, ἄλλος δέκα, ἄλ­­λος ἑ­κα­τό, ἄλλος διακόσους· ὑπάρχουν περιπτώσεις πλουσίων ποὺ εἶχαν καὶ χιλιάδες δούλους.
Οἱ δοῦλοι βέβαια ἦταν ἄν­θρωποι. Ἐν τούτοις δὲν λογίζονταν ἄνθρωποι· τοὺς θεωροῦ­σαν κατώτερους, κάτι περίπου σὰν τὰ ζῷα. Τ᾽ ἀ­φεντικά τους τοὺς ἔκαναν ὅ,τι ἤθελαν· τοὺς ἔβαζαν στὶς πιὸ σκληρὲς δουλειές, τοὺς χτυποῦσαν, τοὺς μαστίγωναν, μποροῦσαν ἀκόμη καὶ νὰ τοὺς σκοτώσουν χωρὶς νὰ δώσουν λόγο σὲ κανέναν ἀπολύτως. Τέτοια ἦταν ἡ δουλεία στὴν ἀρχαία ἐποχή. Γι᾽ αὐτό, ὅταν ἀρρώσταινε ἕνας δοῦλος, τὸν ἅρπαζαν καὶ τὸν πετοῦσαν στὸ δρόμο, σὲ βουνὰ καὶ χαράδρες νὰ τὸν φᾶνε οἱ λύκοι· τέτοια σκληρότης ὑπῆρχε.
Ὁ σημερινὸς ἑκατόνταρχος ὅμως δὲν ἔ­μοια­ζε μὲ τ᾽ ἄλλα ἀφεντικὰ καὶ τοὺς ἄλλους ῾Ρωμαίους ἀξιωματούχους. Καὶ ἡ διαφορὰ φάνηκε ὅταν ὁ δοῦλος του ἀρρώστησε. Ἔ­δειξε γι᾽ αὐτὸν μεγάλο ἐνδιαφέρον – θαυμαστὸ φαι­νόμενο τότε, πρὸ Χριστοῦ. Τὸν φρόντισε μὲ γιατροὺς καὶ φάρμακα, ἔκανε ἀνθρωπίνως τὸ πᾶν γιὰ νὰ γίνῃ καλά. Κι ὅταν εἶδε ὅτι παρ᾽ ὅ­λα αὐτὰ ὁ δοῦλος κινδυνεύει νὰ πεθά­νῃ, τρέχει στὸ Χριστό, ταπεινώνεται καὶ τὸν παρακα­λεῖ γιὰ τὸ δοῦλο. Καὶ ὁ Χριστός; Συγ­κινήθηκε καὶ τοῦ λέει· –Θὰ ᾽ρθῶ ἐγὼ στὸ σπίτι σου νὰ τὸν θερα­­πεύσω. Καὶ τότε ὁ ἑκατόνταρχος δίνει μιὰ σπουδαία ἀπάντησι· –Κύριε, δὲν εἶμαι ἐγὼ ἄ­ξιος νὰ μ᾽ ἐπισκεφθῇς, νὰ μπῇς στὸ σπίτι μου· εἶμαι ἁμαρτωλός. Φτάνει μόνο νὰ δώ­σῃς μία δι­ατα­γή. Ἂν ἐγὼ διατάζω στρατιῶτες κι αὐτοὶ ἐκ­τελοῦν τὶς διαταγές μου, πολὺ περισσότερο θὰ ἐκτελεσθῇ ἡ δική σου διαταγή· πὲς ἕνα λόγο, καὶ φτάνει αὐτός! Καὶ ὁ Χριστός, σὰν ἄ­κουσε τὰ λόγια αὐτά, θαύμασε καὶ εἶπε· –Τέτοια πίστι, πίστι – βουνό, δὲν βρῆκα οὔτε στὸν Ἰσ­ραήλ, στοὺς ἀρχιερεῖς ἱερεῖς καὶ Φαρισαίους!… Καὶ τότε, ὡς ἀμοιβὴ τῆς πίστε­ώς του, θεράπευσε τὸν δοῦλο του.
Ἕνας ἀξιωματικὸς λοιπόν, ποὺ ἀσχολεῖτο μὲ τὰ ὅπλα, ἔφτασε σὲ ὕψη ποὺ δὲν ἔφτασαν οὔτε ὁ Ἄννας κι ὁ Καϊάφας οὔτε κανεὶς ἄλ­λος στὴν Ἰερουσαλήμ· ἔγινε αὐτὸς ἀνώτερος ὡς πρὸς τὴν ἀγάπη, τὴν ταπείνωσι, τὴν πίστι· κατώρθωσε ὅσα δὲν κατώρθωσαν παπᾶδες, δεσποτάδες καὶ λοιποὶ θρησκευόμενοι. Βλέπουμε, δηλαδή, ὅτι τὸ Εὐ­αγγέλιο δὲν εἶνε μόνο γιὰ τοὺς κληρικοὺς καὶ τοὺς καλογέρους· εἶνε, ὅπως ὁ ἥλιος καὶ ἡ αὔρα τοῦ οὐρανοῦ, γιὰ ὅ­λους ἀνεξαιρέτως.

* * *

Τὸ συμπέρασμα, ἀγαπητοί μου, ποιό εἶνε; Δὲν σᾶς λέω νὰ φύγετε στὸ Ἅγιο Ὄρος, νὰ πᾶ­τε στὰ μοναστήρια καὶ νὰ γίνετε ἀσκητάδες, μὲ κομποσχοίνια καὶ γονυκλισίες κάθε βράδυ κάτω ἀπὸ τὰ ἄστρα. Μὴν παρεξηγηθῶ· δὲν πε­ριφρονῶ τὸν ἀσκητισμό, ποὺ εἶνε μέγα ὅπλο καὶ γνώρισμα τῶν ἁγίων· ὄχι, δὲν λέω τέτοιο πρᾶγμα. Λέω κάτι ἄλλο· Μείνετε στὸν κόσμο, μὲ τοὺς γονεῖς καὶ οἰκείους σας, δημιουργῆ­στε οἰκογένειες, καὶ ἐκλέξτε ὁποιοδήποτε ἐπάγγελμα. Ὁ τόπος ἔχει ἀνάγκη ἀπ᾽ ὅλα τὰ χέρια· χρειάζεται καὶ τιμίους ἐργάτες, καὶ φιλόπονους ἀγρότες, καὶ τολμηροὺς θαλασσοπόρους ναυτικούς, καὶ γενναίους ἀξιωματικοὺς (ὅπως ὁ ση­μερινὸς ἑκατόνταρχος), καὶ φιλαν­θρώπους ἰα­τρούς, καὶ μεθοδικοὺς ἐπιστημόνες, καὶ ἐκ­παιδευτικοὺς μὲ ὑπομονή, καὶ εὐ­συνείδητους δικηγόρους, καὶ ἀξιόπιστους μηχανικούς, καὶ τεχνικοὺς ὅλων τῶν κλάδων μὲ μεράκι γιὰ τὴ δουλειά τους. Γιὰ νὰ βρεθοῦν ὅμως ὅ­λα αὐ­τά, μία προϋπόθεσις ἀπαιτεῖται· ὅλοι αὐτοὶ νὰ εἶνε πρῶτα Χριστιανοὶ καὶ ἔπειτα τὰ ἄλλα.
Τώρα ἔχουμε δεκαπέντε χιλιάδες γιατροὺς καὶ εἴκοσι χιλιάδες δικηγόρους καὶ σαράντα – πενήν­τα χιλιάδες δασκάλους καὶ καθηγητάς· ἔχ­ουμε καὶ τε­τρακόσες χιλιάδες διπλωματούχους σχολῶν μὲ τίτλους μετεκπαιδεύσεως μι­­­κροὺς καὶ μεγάλους καὶ μὲ εἰδικεύσεις σὲ δι­αφό­ρους τομεῖς. Ἂν κατεβῇ ἄγγελος καὶ κο­σκινίσῃ ὅλους αὐτούς, τί λέτε, πόσους Χριστι­ανοὺς θὰ βρῇ; Σπάνιο πρᾶγμα, πολὺ σπάνιο νὰ βρῇ Χριστιανὸ γιατρό, ἀκόμη σπανιώτερο νὰ βρῇ Χριστιανὸ δικηγόρο, σπάνιο νὰ βρῇ Χριστιανὸ ἀξιωματικό, σπάνιο νὰ βρῇ Χρι­στι­ανὸ μηχανικό· σπάνιο, γενικά, νὰ βρῇ Χριστι­α­νὸ ἐ­πιστήμονα. Εὐκολώτερο εἶνε νὰ βρῇ καν­εὶς δια­μάντι παρὰ νὰ βρῇ ἐπιστήμονα Χριστιανό. Μέσα στὴν Ἀθήνα ἐλάχιστοι εἶνε οἱ Χριστιανοὶ γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί…. Οἱ πολλοὶ δὲν πιστεύουν τίποτε. Εἶνε ὑλισταὶ καὶ ἄθεοι. Ὁ νοῦς τους στὸ χρῆμα. Λεφτὰ καὶ μόνο λεφτά! τίποτε περισσότερο. Γι᾽ αὐτὸ λέω, ὅτι ἔ­χουμε ἀνάγκη ἀπὸ ἀληθινοὺς Χριστιανούς.
Ἀδελφοί μου, καταλάβετέ το αὐτό. Γίνε­τε δραστήριοι πολῖτες, καλοὶ ἐπιστή­μονες, ἐξελιχθῆ­τε, προαγάγετε τὴν ἐπιστήμη καὶ τὴν τέχνη· ἡ Ἑλλάδα ἦταν πάντα στὸν κολο­φῶ­να τῶν τεχνῶν καὶ ἐπιστη­μῶν. Πρὶν ἀπ᾽ ὅ­λα ὅμως, σταθῆτε πιστοί, βαδίστε στὰ ἴχνη τῶν ἁ­γίων.
Δῶστε μου λίγη πίστι! ἀπὸ ἐκείνην ποὺ εἶ­χαν οἱ ἅγιοι καὶ ὁ ἑκατόν­ταρχος τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου· καὶ τότε οἱ πιστοί, ὅσο λίγοι καὶ ἂν εἶνε, θὰ δώσουν νέα ὤθησι στὴν πατρί­δ­α καὶ θὰ γίνουν οἱ δημιουργοὶ ἑνὸς ὡραίου κόσμου, «ἀγγελικοῦ κόσμου», τὸν ὁποῖον πλά­­θει μόνο ἡ πίστι στὸ Χριστό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου