Κυριακή 6 Αυγούστου 2023

Μεταμορφώσεως του Σωτήρος - π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος

Μεταμορφώσεως του Σωτήρος  
 
 π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος

«Όταν η ψυχή ακτινοβολεί από αλήθεια
το σώμα δεν μπορεί παρά να λάμψει»
(Μεταμόρφωση)
George MacDonald

Η αφήγηση της Μεταμόρφωσης είναι, θα έλεγε κανείς, ένα παράθυρο μέσα από το οποίο ρίχνουμε μια στιγμιαία ματιά στην περιοχή απ’ όπου εκπηγάζουν όλα τα θαύματα· μια ματιά αμυδρή και σκοτεινή παρά το μεταμορφωτικό φως, αφού ο Θεός είναι «αόρατος μέσα στην άπειρη διαύγειά Του». Η αφήγηση μιλά για μια θαυμαστή αλλαγή, μια εξαίσια αποκάλυψη, που συμβαίνει πάνω στη μορφή Εκείνου απ’ όπου απορρέουν όλα τα θαύματα· σαν η ενοικούσα χάρη να εκφράστηκε με σφοδρότητα πάνω στο γήινο σκεύος που την περιείχε.

Φαίνεται ότι ο Κύριός μας την ώρα του δειλινού πολλές φορές αναζήτησε κάποιον λόφο, θέλοντας την απομόνωση που ένα τέτοιο μέρος μπορούσε να του προσφέρει. Συχνά πρέπει να του ήταν αδύνατον να βρει ένα χώρο μέσα στον οποίο θα επικοινωνούσε με τον Πατέρα του ανενόχλητος. Το ίδιο, πιστεύω, συνέβη και εκείνη την ημέρα. Πήρε μαζί του μόνο τους τρεις αγαπημένους, τους ίδιους μαθητές που ξεχώρισε και στον κήπο της Γεσθημανή. Παρόλα αυτά θέλησε να απομακρυνθεί για λίγο ακόμα και απ’ αυτούς, για να μπορέσει να μείνει μόνος με τον Πατέρα, γνωρίζοντας ωστόσο ότι τα αδέλφια του είναι κοντά του. Έτσι η ανθρώπινη φύση Του στράφηκε προς τα πάνω και έγινε αποκορύφωμα τέλειας προσευχής προς τον θρόνο του Πατέρα.

Ο Ευαγγελιστής Λουκάς λέει ότι «άλλαξε η όψη του προσώπου Του και τα ενδύματά Του έγιναν λευκά και αστραφτερά». Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος λέει: «έλαμψε το πρόσωπό Του σαν τον ήλιο και τα ενδύματά Του έγιναν άσπρα σαν το φως». Ο Ευαγγελιστής Μάρκος λέει: «τα ενδύματά Του έγιναν αστραφτερά, πολύ λευκά σαν το χιόνι, τόσο όσο κανένας βαφέας πάνω στη γη δεν μπορεί να τα λευκάνει». Μόνο ο Λουκάς αναφέρει ότι αυτή η αλλαγή πάνω Του συνέβη ενώ προσευχόταν. Έλαμψε εξωτερικά μέσω της εσωτερικής κοινωνίας με τον Πατέρα Του. Όμως δεν θα μπορέσουμε να φτάσουμε στο βαθύτερο νόημα, εάν δεν δούμε πιο ήταν το περιεχόμενο της προσευχής Του. Σχετικά με αυτό, πιστεύω, μας πληροφορεί το γεγονός, που επίσης διασώζει ο Λουκάς, ότι οι ουράνιοι επισκέπτες Του συνομιλούσαν «για το θάνατό Του, τον οποίο έμελλε να πραγματοποιήσει στα Ιεροσόλυμα». Εάν συνδέσουμε αυτό με το γεγονός ότι κατά την κάθοδο από το βουνό η συζήτηση Του με τους μαθητές αναφερόταν στο ίδιο πράγμα, καθώς και την εντολή να μη διηγηθούν το όραμα σε κανέναν μέχρι να αναστηθεί από τους νεκρούς, βλέπουμε καθαρά ότι ο Κύριος, βαρύθυμος από τη σκέψη αυτού που πλησίαζε, αναζήτησε, ενόψει του θανάτου Του, παρηγοριά και συμπαράσταση από τον Πατέρα του. Ας παρατηρήσουμε, λοιπόν, πώς, έχοντας αποτινάξει με την προσευχή το βάρος αυτής της φοβερής σκιάς, δεν γέμισε απλά από ηρεμία και αποδοχή –εάν τον διακατείχε ποτέ κάτι άλλο– αλλά η πίστη Του ξεχύθηκε τόσο θριαμβευτικά ενάντια στον φόβο, που έλαμψε από μέσα Του ως φυσικό φως. Όλα τα σύννεφα λύπης και τρόμου, μπροστά σε τέτοια δύναμη φωτισμού, μετατράπηκαν σε λάμψη. Η λάμψη πάει μαζί με το επερχόμενο πάθος και την τριήμερη νίκη κατά του θανάτου. Είναι μια πρόγευση της ανάστασης, μια στιγμιαία εμφάνιση του νέου δοξασμένου σώματός Του ενώ ακόμα βρισκόταν στο παλιό Του σώμα και στη φρικτή σκιά που ακόμη τα χώριζε. Ίσως κάτι τέτοιο εννοεί ο απόστολος Παύλος ότι θα συμβεί σε κάποιους, όταν λέει: «δεν θα πεθάνουμε όλοι, αλλά όλοι θα μεταβληθούμε». Αυτός ο επερχόμενος θάνατος δεν ήταν παρά το σκοτεινό σύννεφο μέσα από το οποίο το φως θα πρόβαλε εκ νέου και για πάντα. Η μεταμόρφωση, συνεπώς, ήταν η θεία εναντίωση στο επερχόμενο σκοτάδι.

Τώρα ας στοχαστούμε για λίγο πάνω στη σχέση του φυσικού και του πνευματικού (στοιχείου) που εκδηλώθηκαν. Ο Κύριος, ξαναλέω, έλαμψε εξωτερικά μέσω της εσωτερικής κοινωνίας με τον Πατέρα Του. Σε μια παρόμοια περίπτωση το πρόσωπο του Μωυσή έλαμψε κατά τρόπο θαυμαστό. Κι όμως δεν είναι να θαυμάζει κανείς, γιατί τι άλλο θα μπορούσε να κάνει το πρόσωπο ενός ανθρώπου να λάμψει, εάν όχι η παρουσία της Αγιότητας και η κοινωνία με τον Πατέρα της ψυχής Του; Στη μεταμόρφωση του Ιησού έχουμε, νομίζω, την πλήρη ολοκλήρωση των φυσικών συνεπειών, τα πρώτα σημάδια των οποίων  βλέπουμε στον Μωυσή· στον Ιησού βλέπουμε το πλήρες ηλιακό φως, το χάραμα του οποίου φάνηκε στο απαστράπτον πρόσωπο του Μωυσή.  Στον Κύριο βρίσκουμε την τελειοποίηση όλων εκείνων των πολύτιμων πραγμάτων που ενέχει η κοινή ανθρώπινη φύση μας και που ασθενικά αναζητούμε. Εάν όμως είναι έτσι, αν η κοινωνία του πρωτότοκου αδελφού μας με τον Πατέρα Του και Πατέρα μας –η κοινωνία που ο Χριστός ήρθε να τελειοποιήσει μέσα μας– έκανε το πρόσωπό του να λάμψει και τα θαμπά Του ενδύματα έγιναν λευκά σαν το χιόνι, με τη δύναμη του διαπεραστικού φωτός που προερχόταν από όλο του το πρόσωπο, τότε φανταστείτε ποια δόξα περιμένει και τον ελαχιστότερο των πιστών. Ο εξωτερικός άνθρωπος έλαμψε με την αγαλλίαση του εσωτερικού ανθρώπου –διότι ο Πατέρας Του ήταν μαζί Του– τόσο που ακόμα και τα ενδύματά Του έγιναν κοινωνοί της λάμψης. Αυτά κατεργάζεται η παρουσία του Πατέρα σε κάθε άνθρωπο. Και θα προσθέσω και τούτο: η λάμψη των ενδυμάτων είναι τύπος του δοξασμού κάθε τι ανθρώπινου που, μέσω της θεϊκής καθοδήγησης, έρχεται σε σχέση με τον Θεό.

Εάν η έννοια που έχουμε γι’ αυτό που αποκαλούμε υλικό φως, το καθιστά τη μοναδική κατάλληλη εικόνα να εκφράσει την αόρατη Αλήθεια, το είναι του Θεού, τότε πρέπει να υπάρχει ανάμεσά τους ένας ισχυρότατος δεσμός – όχι απλώς συνάφεια αλλά ενότητα. Τέτοια καταλληλότητα δεν θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς αυτή τη συνάφεια. Εκτός βέβαια εάν υπάρχει ένας θεός του φυσικού και ένας άλλος του υπερφυσικού, οι οποίοι όμως είναι αδέλφια και σκέφτονται με παρόμοιο τρόπο και ο ένας συμπληρώνει τη δουλειά του άλλου. Η ουσιώδης αλήθεια για τον Θεό είναι ότι δημιουργεί την ορατή του εικόνα από τον ήλιο που φωτίζει τον κόσμο. Όταν ο άνθρωπος, η εικόνα του Θεού, είναι γεμάτος με την παρουσία του αιωνίου, τότε, λόγω της θεϊκής του φύσης, η οποία εκείνη τη στιγμή είναι ώριμη για να φωτιστεί, ακτινοβολεί φως από το ίδιο του το πρόσωπο. Πού, πότε ή πώς το εσωτερικό  πνευματικό φως γίνεται ή δημιουργεί εξωτερικό φυσικό φως, κανείς δεν μπορεί να πει. Αυτό το σύνορο, εκεί που αυτά που αποκαλούμε νους και ύλη εφάπτονται, είναι η περιοχή των θαυμάτων· της υλικής δημιουργίας, θα μπορούσα να πω, που είναι το μεγάλο, ή μάλλον, το μόνο θαύμα. Αλλά αν η ύλη είναι το αποτέλεσμα του πνεύματος και το σώμα με την ψυχή ένας ενιαίος άνθρωπος, τότε, όταν η ψυχή ακτινοβολεί από αλήθεια, το σώμα δεν μπορεί παρά να λάμψει.

Υποθέτω, λοιπόν, ότι η αλήθεια, που είναι φως στην ψυχή, μπορεί να αποβάλει την ασθένεια, που είναι σκοτάδι στο σώμα. Και όχι μόνο αυτό, μπορεί επίσης να μεταβάλει το σώμα, ακόμα και χωρίς την παρέμβαση του θανάτου, καθιστώντας το όμοιο με το σώμα του Ιησού και ικανό να κάνει τα πάντα. Δεν θεωρώ ότι το σώμα του Ιησού θα μπορούσε να πεθάνει, παρά μόνο από βία. Κανένας φυσιολόγος δεν μπορεί να πει γιατί ο άνθρωπος πρέπει να πεθαίνει. Νομίζω ότι μια τέλεια ψυχή θα ήταν ικανή να κρατήσει το σώμα της ζωντανό. Μια ατελής ψυχή δεν μπορεί να γεμίσει όλα τα μέλη του σώματός της με φως, δεν μπορεί να διαποτίσει πλήρως την κτηνώδη ύλη με ζωή. Η Μεταμόρφωση του Ιησού ήταν η ορατή έκρηξη μιας ζωής τόσο δυνατής, που μπορούσε να δώσει και να αποκαταστήσει τη ζωή. Μπορούσε να "αφανίσει" την [παλαιά] σάρκα και να την ανακαινίσει για πάντα. Ένα τέτοιο σώμα μπορεί κάλλιστα να περπατά πάνω στα πιο ταραγμένα ύδατα. Ένα σώμα που ανταποκρίνεται στο φως, που μπορεί να το εκπέμψει διαπεραστικά αλλά και να διαπεραστεί απ’ αυτό, δεν θα μπορούσε να είναι καταδικασμένο σε θάνατο. Ένα τέτοιο σώμα δεν θα είχε πεθάνει ποτέ. 

Όμως βαδίζω ήδη σε περιοχές όπου δεν τολμώ να προχωρήσω άλλο, εξαιτίας του σκότους της άγνοιας. Βλέπω πολλά μικρά φώτα· είναι όμως πολύ αμυδρά και αβέβαια.

Δεν είναι για μας να αποφανθούμε πότε ή πώς έσβησε το φως [της Μεταμόρφωσης]. Εγώ φαντάζομαι ότι συνέχισε να λάμπει, σβήνοντας σταδιακά, καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας πάνω στο μοναχικό βουνό· χάθηκε εντελώς με το χάραμα της νέας ημέρας.

Όταν κατέβηκε από το βουνό η δύναμη που ενοικούσε σ’ Αυτόν εκδηλώθηκε όχι πλέον ως φως στα μάτια αλλά ως θεραπεία πάνω στο σπαρασσόμενο κορμί του επιληπτικού αγοριού. Τελικά, χάθηκε από τα μάτια των φίλων του, ακριβώς για να έρθει πιο κοντά στις καρδιές και στα μυαλά τους – με μια παρουσία πιο έντονη και θεραπευτική.

Ναι έρχου, Κύριε Ιησού.

Απόσπασμα από το καταπληκτικής θεολογικές οξυδέρκειας βιβλίο του George McDonald: «Τα θαύματα του Κυρίου μας», εκδ. ΙΩΝΑΣ (σελ. 211-217, επιλογή).

 

Ἐκ τοῦ κατά Ματθαῖον
Κεφ. ιζ’ 1-9
 
Εκεῖνο τόν καιρό, παίρνει ἰδιαιτέρως ὁ Ἰησοῦς μαζί του τόν Πέτρο, τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη, τόν ἀδελφό του, καί τούς ἀνεβάζει σ’ ἕνα ψηλό βουνό. Ἐκεῖ μεταμορφώθηκε μπροστά τους· ἔλλαμψε τό πρόσωπό του σάν τόν ἥλιο καί τά ἐνδύματά του ἔγιναν λευκά σάν τό φῶς· καί ἐμφανίστηκε σ’ αὐτούς ὁ Μωυσῆς καί ὁ Ἠλίας, καί συνομιλοῦσαν μέ τόν Ἰησοῦ.
Εἶπε ὁ Πέτρος στόν Ἰησοῦ: «Κύριε, εἶναι ὡραῖα νά μείνουμε ἐδῶ. Νά κάνουμε, ἄν θέλεις, ἐδῶ τρεῖς σκηνές: μία γιά σένα, μία γιά τόν Μωυσῆ καί μία γιά τόν Ἠλία».
        Ἐνῶ μιλοῦσε ἀκόμα, μιά φωτεινή νεφέλη τούς σκέπασε, καί μέσα ἀπό τήν νεφέλη ἀκούστηκε μιά φωνή πού ἔλεγε: «Αὐτός εἶναι ὁ ἀγαπημένος μου Υἱός, ὁ ἐκλεκτός μου· αὐτόν νά ἀκοῦτε».
        Ὅταν τό ἄκουσαν οἱ μαθητές, ἔπεσαν μπρούμυτα στήν γῆ γιατί φοβήθηκαν πολύ. Τούς πλησίασε τότε ὁ Ἰησοῦς, τούς ἄγγι-ξε καί τούς εἶπε: «Σηκωθεῖτε καί μή φοβόσαστε».
Σήκωσαν τότε τά μάτια τους καί δέν εἶδαν κανέναν ἄλλο, παρά μόνον τόν ἴδιο τόν Ἰησοῦ. Ἐνῶ κατέβαιναν ἀπό τό βουνό, τούς πρόσταξε: «Μήν πεῖτε σέ κανέναν αὐτό πού εἴδατε, ὥσπου ν’ ἀναστηθεῖ ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου ἀπό τούς νεκρούς».-
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου