Εκείνοι που φόρεσαν ράσο σε μεγάλη ηλικία
Ο π. Αλέξανδρος Καριώτογλου και ο π. Ιορδάνης Μουρβετίδης αφηγούνται στην «Κ» την πορεία της ζωής τους που τους οδήγησε τελικά στην Εκκλησία
Είναι ένας άνθρωπος αφοσιωμένος, βαθιά μορφωμένος, ανυποχώρητα
σύγχρονος. Οταν ο πιστός τού φιλάει το χέρι, κάνει κι εκείνος το ίδιο.
«Είναι η εικόνα του Θεού, ακόμα κι αν είναι λιγάκι μουτζουρωμένη, γι’ αυτό τον
προσκυνώ», λέει ο ίδιος. Ο π. Αλέξανδρος Καριώτογλου αποφάσισε να ενδυθεί το
σχήμα της ιεροσύνης στα 66 του χρόνια. «Ηταν όνειρο από παιδί. Το
καλλιέργησα όλα τα χρόνια στη δευτεροβάθμια και την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ηθελα να το κάνω προς τη δύση της ζωής μου, ολοκληρωμένο, χωρίς την έγνοια του
σχολείου ή του πανεπιστημίου», λέει σήμερα στην «Κ».
Την ημέρα που τον συναντήσαμε είχε πρωινή λειτουργία για το 74ο
Δημοτικό Σχολείο Αθηνών, που στεγάζεται επί της Αδριανού. Κατά τη διάρκεια του
μυστηρίου, οι μαθητές και οι μαθήτριες συμμετείχαν, αφού άκουγαν το μεγαλύτερο
μέρος της λειτουργίας στα νέα ελληνικά και ο πατέρας τούς προέτρεπε να ψάλλουν,
να λένε τα «αμήν» και τα «Κύριε, ελέησον», ενώ στο τέλος χορωδία παιδιών είπε
τα κάλαντα από μικροφώνου. Ο ιερέας πρόσθεσε στις ευχές του δέηση υπέρ του λαού
της Παλαιστίνης.
©Νίκος Κοκκαλιάς/Καθημερινή
Η Αγία Τράπεζα ήταν σχεδόν στο μέσον του ιερού ναού του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά, κοντά στο ποίμνιο – «είναι μεγάλη περιπέτεια η ενορία. Δεν είναι μια κυριακάτικη λειτουργία και ένα ευχέλαιο και τελειώσαμε. Ξέρουν όλοι εδώ μέσα ότι Εκκλησία σημαίνει σχέση όλων μας. Νιώθουν εδώ ότι είμαστε μια οικογένεια. Ψάλλουμε όλοι σε συγκεκριμένες στιγμές, όπως τα παιδάκια σήμερα.
Συμμετέχουν στη μεταβολή του ψωμιού και του κρασιού σε σώμα και αίμα Χριστού. Δεν είμαι μόνον εγώ, δεν είμαι μάγος», αφηγείται.Είναι μεγάλη περιπέτεια η ενορία. Δεν είναι μια κυριακάτικη λειτουργία, ένα ευχέλαιο και τελειώσαμε. Ξέρουν όλοι εδώ μέσα ότι Εκκλησία σημαίνει σχέση όλων μας. Νιώθουν εδώ ότι είμαστε μια οικογένεια.
Ο π. Αλέξανδρος γεννήθηκε στη Λίμνη Ευβοίας, αλλά όταν ήταν δυόμισι
μηνών ο πατέρας του πήρε μετάθεση στο Δασαρχείο της Σάμου, όπου μεγάλωσε. «Ο
πατέρας μου μού έμαθε την αγάπη για τη φύση. Δεν ήταν ιδιαίτερα θρήσκος, αλλά
όταν βρεθήκαμε στην Αθήνα για εγχείρηση στις αμυγδαλές μου, περάσαμε έξω από το
πανεπιστήμιο και μου είπε: “Εδώ είναι και η Θεολογική Σχολή, όπου, αν
θέλεις, μπορείς να σπουδάσεις μια μέρα».
©Νίκος Κοκκαλιάς/Καθημερινή
Ετσι και έγινε. Ο π. Αλέξανδρος Καριώτογλου τελείωσε τη Θεολογική
Σχολή της Αθήνας, όπου είχε γνωρίσει τη σύζυγό του, μετέπειτα πρεσβυτέρα.
Μαζί είχαν φύγει για μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία. Εκείνη έκανε
διδακτορικές σπουδές στην Παιδαγωγική των Θρησκευτικών, εκείνος όμως
αναγκάστηκε να υποβάλει τη διατριβή του για το Ισλάμ και την Ιστορία
Θρησκευμάτων στην Ελλάδα, διότι, αν ήθελε να ακολουθήσει πανεπιστημιακή
καριέρα τότε, δεν μπορούσε να έχει τίτλο από μη ορθόδοξη σχολή. «Ημουν ο
πρώτος και τελευταίος υποψήφιος διδάκτορας του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας,
Αναστασίου. Ηταν δύσκολος άνθρωπος, επίμονος και τελειομανής. Αφού είχα σκεφτεί
κάποια στιγμή να παρατήσω το διδακτορικό, αλλά με πίεσε να συνεχίσω», θυμάται.
Εργάστηκε στη Σχολή Χιλλ –«εκεί κατάλαβα ότι μου πάει η εκπαίδευση»–,
στη Σχολή Μωραΐτη, στα Εκπαιδευτήρια Αηδονοπούλου, στην Ελληνογερμανική Αγωγή,
στη Σχολή Δούκα και έξι χρόνια στο Αρσάκειο, απ’ όπου έφυγε όταν αποφάσισε να
περάσει στη δημόσια εκπαίδευση. Δίδαξε στο Βαρβάκειο και στο Πειραματικό του
Πανεπιστημίου Αθηνών, προτού περάσει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, στο
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, αλλά και τρία χρόνια στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ, όπου
τον είχε προσκαλέσει ο μακαριστός μητροπολίτης Στυλιανός Χαρκιανάκης.
«Είχα πάντα επαφές με την Εκκλησία. Είχα, όμως, αφιερωθεί στην
εκπαίδευση. Ή παπάς παπάς ή ζευγάς ζευγάς. Είναι θέμα αφοσίωσης. Από την άλλη,
δεν ήθελα να περάσω κατευθείαν, από μικρός, στην Εκκλησία, γιατί φοβόμουν τους
δεσποτάδες. Ηταν σκληροί με τους ιερείς κι εγώ αυτό δεν το άντεχα», αφηγείται ο
ίδιος.
Δεν ήθελα να περάσω κατευθείαν, από μικρός, στην Εκκλησία, γιατί φοβόμουν τους δεσποτάδες. Ηταν σκληροί με τους ιερείς κι εγώ αυτό δεν το άντεχα.
Τον Ιανουάριο του 2016 ενδύθηκε το σχήμα του ιερέα. Είχε προηγηθεί
συζήτηση με τον εαυτό του –«έπρεπε κατ’ αρχάς να το πάρω εγώ απόφαση»–,
με την πρεσβυτέρα –«που πάντοτε με ρωτούσε πότε επιτέλους θα το κάνω»– και με
τα τέσσερα παιδιά του. «Είχα αποφασίσει ότι, αν έστω και ένας δεν το θέλει, δεν
θα το κάνω». Η συζήτηση με τις δύο κόρες και τους δύο γιους του είναι κάτι που
σήμερα τον κάνει να βουρκώνει – με τον ίδιο τρόπο που βουρκώνει κατά τη
διάρκεια της λειτουργίας όταν κάτι που ανακαλύπτει για πρώτη φορά τον συγκινεί
βαθιά.
©Νίκος Κοκκαλιάς/Καθημερινή
Η πρώτη κόρη, συντηρήτρια έργων τέχνης, τού είπε ότι μπορεί να κάνει
ό,τι θέλει. Η δεύτερη, ψυχοθεραπεύτρια, τον παρακίνησε να γίνει «παπάς με
αρ*****, όπως ήσουν σε όλη σου τη ζωή», ο τρίτος γιος, τεχνικός φωτισμών, του
είπε ότι τον γαλήνεψε και ο μικρότερος, σεφ, ότι «ήταν ανέκαθεν παπάς, δεν θα
γίνει τώρα». «Οταν είπα στον πνευματικό μου, π. Αντώνιο Ρωμαίο, 91 ετών σήμερα,
μοναχό στην αγιορείτικη Ιερά Μονή Γρηγορίου, την επιστολή της δεύτερης κόρης
μου, έβαλε τα κλάματα. Και μου είπε: “Ναι, αυτό να γίνεις”. Μάλιστα, μου ζήτησε
τη συμμαρτυρία, την εγγύηση του πνευματικού προς τον μητροπολίτη ότι ο υπό
δοκιμασία λαϊκός είναι άξιος για ιερέας, να τη συνυπογράψουν και δύο λαϊκοί,
ώστε να φανεί και η αγάπη του λαού. Κάτι που δεν συμβαίνει, αλλά εμείς το
κάναμε».
Ο π. Αλέξανδρος Καριώτογλου βρήκε την ελευθερία που ζητούσε στον Αρχιεπίσκοπο
Ιερώνυμο – εξάλλου, ήταν στενοί φίλοι από τότε που ο Μακαριώτατος ήταν
μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας και καλούσε τον πατέρα Αλέξανδρο για ομιλίες.
Τον χειροτόνησε αρχικά ο μητροπολίτης Σάμου, για λόγους «καταγωγής», και στη
συνέχεια ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, στον ιερό ναό του Αγίου
Νικολάου Ραγκαβά, όπου και λειτουργεί τα τελευταία σχεδόν οκτώ χρόνια.
Από πέρυσι, ο π. Αλέξανδρος Καριώτογλου καλεί μία φορά τον μήνα τα ζευγάρια που έχει παντρέψει για να τους προσφέρει συμβουλευτική από ειδικούς, ψυχιάτρους και ψυχοθεραπευτές, για ζητήματα σχέσεων και ό,τι άλλο τους απασχολεί.
Ο ιερωμένος έχει δημιουργήσει μία ολόκληρη οικογένεια στον βυζαντινό
ναό του 11ου αιώνα στην Πλάκα. Τις Κυριακές, μετά τη λειτουργία, οι
παρευρισκόμενοι πίνουν καφέ, συζητούν, έρχονται όλο και πιο κοντά ο ένας με τον
άλλο – «γίνεται πανηγύρι εδώ», είναι τα δικά του λόγια. Πολλές φορές, καλεί
κάποιον φωτισμένο άνθρωπο, όπως λέει, για να κάνουν συζήτηση για όσα απασχολούν
τους ενορίτες. Από πέρυσι, κάνει και κάτι ακόμα πιο σπουδαίο: καλεί μία φορά
τον μήνα τα ζευγάρια που έχει παντρέψει για να τους προσφέρει συμβουλευτική από
ειδικούς, ψυχιάτρους και ψυχοθεραπευτές, για ζητήματα σχέσεων και ό,τι άλλο
τους απασχολεί.
©Νίκος Κοκκαλιάς/Καθημερινή
Ο π. Αλέξανδρος Καριώτογλου έχει «ενοχλήσει» πολλές φορές. Αλλά
διεκδικεί το δίκιο του με παρρησία και επιμονή. Εχει βαφτίσει παιδιά ομόφυλων
ζευγαριών, ενώ το
περασμένο καλοκαίρι τέθηκε σε ολιγοήμερη αργία επειδή μία φωτογραφία
στο διαδίκτυο έδειξε δύο κορίτσια ντυμένα με παπαδικά να κρατούν κεριά
εκατέρωθεν της Αγίας Τράπεζας όπου λειτουργούσε ο ίδιος. Στην ερώτηση εάν θα το
ξαναέκανε, είναι κατηγορηματικός. «Φυσικά. Το κάνουν ήδη επίσκοποι, εγώ γιατί
να μην το κάνω; Εστάλη τότε υλικό από το Πατριαρχείο Αντιοχείας όπου φαίνονταν
κορίτσια να κάνουν την ίδια δουλειά. Σε site της Εκκλησίας, είδα λειτουργία
χοροστατούντος επισκόπου, όπου συνέβαινε το ίδιο. Γιατί οι επίσκοποι και όχι
εγώ;»
«Και η Εκκλησία έχει πολλούς ταλιμπάν – οι οποίοι υποκρίνονται. Είναι αυτή η υποκρισία που δεν αποδέχθηκα ποτέ και τη στιγμάτιζα ανοιχτά. Εκεί δεν υπάρχει αγάπη».
«Αγάπη χρειάζεται – αγάπη που σημαίνει και θυσία. Αυτό που δεν
χρειάζεται είναι να μην αγαπάμε», λέει προς το τέλος της κουβέντας μας ο π.
Αλέξανδρος Καριώτογλου. «Το πιο θαυμαστό πράγμα που κάνει ο σατανάς σήμερα
είναι να κάνει τον χριστιανό ταλιμπάν. Και η Εκκλησία έχει πολλούς ταλιμπάν –
οι οποίοι υποκρίνονται. Είναι αυτή η υποκρισία που δεν αποδέχθηκα ποτέ και τη
στιγμάτιζα ανοιχτά. Εκεί δεν υπάρχει αγάπη».
«Κάποια στιγμή ο Θεός σε καλεί»
Ο π. Ιορδάνης Μουρβετίδης αποφάσισε στα 40 του να φορέσει το σχήμα του ιερέα – ένας απροσδόκητος θάνατος συγγενικού του προσώπου αρκούσε για να τον στρέψει προς την Εκκλησία, την οποία έτσι κι αλλιώς ακολουθούσε. Με πτυχίο Οικονομικών και χρόνια προϋπηρεσίας στα περίφημα «μαρμαράδικα» της Δράμας αλλά και στο ελεύθερο εμπόριο, ο πολύτεκνος Ιορδάνης –σκέτο τότε– πήρε τη μεγάλη απόφαση.
«Το συζητήσαμε με τη σύζυγό μου, πρεσβυτέρα σήμερα, και επειδή είχαμε
ήδη εντατική πνευματική ζωή, ο θάνατος του πατέρα της από ανακοπή καρδιάς,
μόλις στα 60 του χρόνια, άλλαξε την κοσμοθεωρία μας και μας έφερε ακόμα πιο
κοντά στον Θεό», λέει σήμερα ο ίδιος στην «Κ».
Βρισκόμαστε στο 2005. Οι συζητήσεις με τον πνευματικό του, π. Δημήτριο
Κριατσέλη, εφημέριο του ιερού ναού Αγίου Νικολάου Δράμας, τον έφεραν ενώπιον
του «ωραίου αλλά δύσκολου», όπως έλεγε ο πνευματικός του, έργου του ιερέα.
«Κάποια στιγμή, όμως, ο Θεός σε καλεί», λέει ο π. Ιορδάνης από τον Εβρο όπου
βρίσκεται σήμερα.
Το συζητήσαμε με τη σύζυγό μου, πρεσβυτέρα σήμερα, και επειδή είχαμε ήδη εντατική πνευματική ζωή, ο θάνατος του πατέρα της από ανακοπή καρδιάς, μόλις στα 60 του χρόνια, άλλαξε την κοσμοθεωρία μας και μας έφερε ακόμα πιο κοντά στον Θεό.
Την περίοδο εκείνη, μητροπολίτης Δράμας ήταν ο μακαριστός Παύλος
Αποστολίδης. Οταν τον επισκέφθηκε με τον πνευματικό του, που θα του έδινε και
τη λεγόμενη συμμαρτυρία –την προσωπική εγγύηση ότι είναι άξιος του σχήματος του
ιερέα–, ο π. Ιορδάνης τού είπε ότι είναι έτοιμος για τη νέα του ζωή εντός της
Εκκλησίας, αλλά δεν ήταν διατεθειμένος να αλλάξει τον χαρακτήρα και την
προσωπικότητά του. «Ημουν ανέκαθεν δυναμικός και αλέγκρος. Κάποιες φορές
και οξύθυμος. Είπα τότε του μακαριστού μητροπολίτη ότι μπορώ να βελτιώσω πολλά
στοιχεία του χαρακτήρα μου, ωστόσο δεν θέλω να αλλάξω την προσωπικότητά μου.
Τότε εκείνος, με το ποντιακό του ταμπεραμέντο, χτυπάει το χέρι στο τραπέζι και
μου λέει: “Και ποιος σου είπε ότι θέλω να αλλάξεις; Εγώ θέλω παπάδες με προσωπικότητα”».
Πράγματι, ο π. Ιορδάνης Μουρβετίδης άρχισε τη διαδικασία προ της
χειροτονίας του. Μάθαινε με τον πνευματικό του τα τελετουργικά, έπαιρνε την
καθοδήγηση που χρειαζόταν, εξομολογείτο ακόμα συχνότερα. «Μου ζητήθηκε να πάω
ένα εξάμηνο στο Εκκλησιαστικό Λύκειο Ν. Καρβάλης, όπως και έκανα. Το
πανεπιστημιακό πτυχίο στα Οικονομικά που διέθετε τότε δεν ίσχυε». Αργότερα,
μάλιστα, φοίτησε και στην Ανωτάτη Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης. «Ο
πνευματικός μου μού είχε πει ότι αυτό θα με βοηθούσε και πνευματικά, αλλά και
οικονομικά, καθότι τα πτυχία αναγνωρίζονται μισθολογικά».
Ημουν ανέκαθεν δυναμικός και αλέγκρος. Κάποιες φορές και οξύθυμος. Είπα τότε του μακαριστού μητροπολίτη ότι μπορώ να βελτιώσω πολλά στοιχεία του χαρακτήρα μου, ωστόσο δεν θέλω να αλλάξω την προσωπικότητά μου. Τότε εκείνος, με το ποντιακό του ταμπεραμέντο, χτυπάει το χέρι στο τραπέζι και μου λέει: «Και ποιος σου είπε ότι θέλω να αλλάξεις; Εγώ θέλω παπάδες με προσωπικότητα».
Εναν χρόνο μετά, το 2006, ο Ιορδάνης γίνεται πατήρ Ιορδάνης, με τη
χειροτονία του στην Ιερά Μονή Αναλήψεως του Σωτήρος στη Σίψα Δράμας. Η σύζυγος
και τα τέσσερα παιδιά του –σήμερα έχει και τέσσερα εγγόνια– ήταν υπερήφανοι για
τον ίδιο.
Εκτοτε, έχουν περάσει 17 χρόνια και ο π. Ιορδάνης ζει
πλέον στην Αλεξανδρούπολη. «Το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν όταν αποφασίσαμε να
αφήσουμε τη ζωή στη Δράμα πίσω μας. Αλλάξαμε πόλη, σπίτι, φίλους, αφήσαμε πίσω
συγγενείς. Μια ολόκληρη ζωή. Κι αυτό, διότι ήθελα, όπως λένε τα παιδιά σήμερα,
ένα πλήρες restart. Στη Δράμα θα ήμουν πάντα ο Ιορδάνης – με έβλεπαν φίλοι και
γνωστοί στον δρόμο και με χαιρετούσαν ακριβώς όπως με ήξεραν και προ του
σχήματος της ιεροσύνης. Εγώ, όμως, ήμουν πλέον ο π. Ιορδάνης και ήθελα να βρεθώ
κάπου, όπου εξαρχής θα με γνώριζαν έτσι, ως παπά».
Το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν όταν αποφασίσαμε να αφήσουμε τη ζωή στη Δράμα πίσω μας. Αλλάξαμε πόλη, σπίτι, φίλους, αφήσαμε πίσω συγγενείς. Μια ολόκληρη ζωή. Κι αυτό, διότι ήθελα, όπως λένε τα παιδιά σήμερα, ένα πλήρες restart.
Σήμερα, επιτελεί πνευματική διακονία στο Πανεπιστημιακό
Νοσοκομείο της πόλης, καλύπτει όμως προσωρινά και τη θέση του εφημερίου
στον ιερό ναό Αναστασίας της Φαρμακολύτριας στη Μάκρη Εβρου. Τι έχει αλλάξει
όλα αυτά τα χρόνια; «Προσπαθώ να μη θυμώνω δημοσίως όταν ακούω παράλογα
πράγματα. Ο θυμός έχει υποχωρήσει και λόγω ηλικίας αλλά και
πνευματικότητας. Κατά τα λοιπά, πλην της φύσης του ιερέα, δεν έχουν αλλάξει
πολλά πράγματα. Βγαίνουμε, διασκεδάζουμε, πάμε για μπάνιο, πάμε διακοπές.
Εξάλλου, δεν είχαμε ελλείμματα ως οικογένεια όταν ήμασταν λαϊκοί. Είχαμε ζήσει
πολύ την κοσμική ζωή».
Ως έγγαμος κληρικός, και μάλιστα πρώην λαϊκός, νιώθει ότι γνωρίζει
καλύτερα τα της καθημερινότητας των ανθρώπων εν γένει και του ποιμνίου του
ειδικότερα. «Χρειάζεται αυτή η αντίληψη της λειτουργίας της κοσμικής κοινωνίας,
ειδικά αν είσαι εξομολόγος, ώστε να μπορέσεις να έρθεις κοντά στα προβλήματα
όσων σε συμβουλεύονται, όσων ζητούν να τους δείξεις έναν δρόμο», λέει ο π.
Ιορδάνης στην «Κ».
Μάλιστα, η επαφή του με τους γιατρούς, τους νοσηλευτές μα, κυρίως,
τους ασθενείς και τους συνοδούς τους στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο
Αλεξανδρούπολης, ενός «χώρου πόνου» όπως λέει ο ίδιος, έχει τις δικές της
ιδιαιτερότητες. «Οι ασθενείς, αν έχουν ήδη πνευματική ζωή, τη συνεχίζουν και
στο νοσοκομείο. Και οι συνοδοί, όμως, είναι σε δύσκολη κατάσταση. Εξαντλούνται
και οι ίδιοι, θέλουν υποστήριξη».
Πλην της φύσης του ιερέα, δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Βγαίνουμε, διασκεδάζουμε, πάμε για μπάνιο, πάμε διακοπές. Εξάλλου, δεν είχαμε ελλείμματα ως οικογένεια όταν ήμασταν λαϊκοί. Είχαμε ζήσει πολύ την κοσμική ζωή.
Οπως, άλλωστε, και ορισμένοι γιατροί, οι οποίοι, σύμφωνα με τον π.
Ιορδάνη, προσφεύγουν στον ίδιο για εξομολόγηση. Υπάρχουν, βέβαια, και εκείνοι
που έχουν αντίλογο στην παρουσία ιερέα σε έναν χώρο όπως το νοσοκομείο. «Τους
απαντώ πάντα θεολογικά. Τους λέω, επίσης, ότι ο ασθενής χρειάζεται
ολιστική προσέγγιση. Πρέπει να τον συντρέξουμε σε κάθε πτυχή του. Ο γιατρός στο
σώμα, ο ιερέας στην ψυχή».
Και ο ίδιος, ασφαλώς, αισθάνεται πολλές φορές εξαντλημένος, «διότι η
ιεροσύνη δεν είναι μόνον το τελετουργικό κομμάτι. Ενας ιερέας μπορεί να έχει
πολλά διακονήματα: είναι ο λόγος και το κήρυγμα, η φιλανθρωπία, τα διοικητικά
καθήκοντα. Είναι και το καθημερινό διάβασμα, η προσευχή. Η Εκκλησία είναι
επικοινωνία», λέει ο ίδιος.
Πώς, όμως, αντέχει και συνεχίζει κάθε φορά που νιώθει κουρασμένος;
«Παίρνω βοήθεια από τον πνευματικό μου, την οικογένεια και από τον μητροπολίτη
– είναι αυτό που σήμερα λέμε “ανατροφοδότηση”. Τις στιγμές της εξάντλησης
απευθύνομαι στον Θεό…».
Εξαιρετικά ενδιαφέρον
ΑπάντησηΔιαγραφήγδμ
Η Θεία Λειτουργία τελείται στη μέση του ναού, ο Ιερεύς είναι στραμμένος πρός την Δύση καί η γλώσσα που χρησιμοποιείται είναι κυρίως η Δημοτική.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔυσκολεύομαι να κατανοήσω, για ποιό λόγο, άν κάποιος προτιμά να τελείται η Θεία Λειτουργία στο Ιερό Βήμα, ο Ιερεύς να είναι στραμμένος πρός την Ανατολή καί να χρησιμοποιείται η παραδοσιακή Εκκλησιαστική γλώσσα, τότε αυτός είναι ταλιμπάν, υποκριτής, καί δέν έχει αγάπη.
η διαφοροποίηση στο χειροφίλημα των πιστών, κάτι δείχνει...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕχετε την ευλογια της εκλογης του Θεου ! Σας ζηλευω ! Εχω κλαψει σε χειροτονιες φιλων κι αδελφων αλλα αυτης της τιμης δεν αξιωθηκα. Ευχεσθε. Αθαν. Κοτταδακης
ΑπάντησηΔιαγραφή