Δευτέρα 15 Ιουλίου 2024

Ο ΦΥΛΑΚΑΣ ΑΓΓΕΛΟΣ ΜΑΣ ΣΤΗ ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Το φυλακιο ήταν κάπου κοντά στην Ερμου. Κρατουσαμε με τον νέον και τον διαβιβαστη.Τα πράματα ήταν δύσκολα μέχρι που ηρθε ο ποινικός. Απο τον λόχο μας είπαν:" Δειξετε του εμπιστοσύνη. Εν παλληκαριν. Μεν του παιξετε τον μαγκάν.
Ηρθε. Γενάς διπλοραχος. Πηρα ανασα. Πνασε λοχια. Τζοιμηθου να πάρεις νακκον αέραν. Επουρνελλωσαν τα αμμαθκια σου.
Ούλλη νύχτα εγλεπεν με τον μιτσήν που επήρεν τα πάνω του άμαν είδεν τον Καταδικον να κάμνει κεντημαν με το πρεν τους Τουρκους που μας εβασανιζαν με συνέχεις ριπες. Επεριπαιζαν τζι ολας...
 
Που την πρώτη ημεραν πουρτεν άφησεν  μας ησυχους τζι ο ελεύθερος σκοπευτης που μας εβασανιζεν που τις είκοσι του Ιουλη  τζιαι ετραμματισεν μας τρεις.
 
Μεσάνυχτα εμπήκε στο καλυμμενον σωσπιτον. Φερτε έναν, έναν τα όπλα να τα καθαρισουμεν να μέν παθθεννουν εμπλοκην. Ο μιτσής ήτουν η οσσια του. Εθαμαζεν τον. Εκρωνετουν του περίτου που μεναν. Λαδιν καθαρσεως πρώτα γιουιν μου. Λαδιν συντηρησεως υστερις. Φερτα θκυο πρεν να τα σάσω. Φερ τζιαι το  άλλον πολυβολον το υδροψυχτον με τον λοχιαν να το σασουμεν, να δουλεύκει. Να τους δωσουμεν πας τα φκιά να  μέν μας παίζουν τους λεγγους οι γιουρουκκηες πουρταν να πκιαν το τόπον μας...

Ούλλον Ιουλην τζιαι Αουστον εν εκαταλάβαμεν εκεχειριαν μα το παλληκαριν ο Καταδικος που τες πολεμιστρες του απαντάν τους την ίδιαν ωραν σε τόπους πον επεριμέναν. Εισιεν τζιαι μιαν μανιαν να οχυρωσει τις θέσεις μας.Κουγκρια,σιέρα ,ξύλα καλουπκια. Εννα το  κάμουμεν καστρουιν λοχια να αντεχει. Εννα ξαναρτουν. Δεκατεσσερεις τ Αουστου έφεραν μας άλλο τρεις εφεδρους.Εδωκαμεν τους θέσεις.Επηεν μητα μου το δειλις στην εδρα με έναν λαντ ροβερ στην εδρα του λοχου. Εφορτωσαμεν πυρομαχικα. Εζηταν ενισχυσεις υλικου, χειροβομβιδες, κρανη. Ο Διοικητής εθαμμασεν τον. Εσεις εθθαχασετε το φυλακιο είπεν μας. Μεχρι ταινίες  για το πολυβολον εζήτησεν τζιαι την νύχτα στις δέκα έφερεν μας.

Ξημερωματα της δευτερης Εισβολης εξεκινήσαν οι επιθεσεις. Πέντε ημέρες  σχεδόν αυπνοι. Εσυ Λοχια την μιαν μερκαν εγιώ την άλλην. Την νύχτα αν ηζιουμεν λαθκιαζουμεν τα όπλα. Μιαν νύχτα αψαμεν τσιάρον, είπεν μου τα σωψυχα του γιατί επήεν φυλακην. Αν ζήσω λεβεντη μου εννά πάω να την  παντρευτω τζιαι εννα το γοράσω τούντο σπιτιν που πολεμουμεν.

Εζησαμεν ούλλοι. Εμεινεν μητα μας έξι μήνες.

Οι Τουρτζιοι ετρεμαν τον. Που τον ηβρες ητου τον λοκατζην γεναν τζιαι επέλλανεν μας. Εφωναζαν το Σεττεβρην  οι κριματισμενοι  της Εισβολης.

Στο γαμον εμπεημαν κουμπαροι με τον μιτσήν. Εκλαψεν άμαν μας είδεν αδειουχους σαρανταοκταωρην με τα καλά μας ξιουρισμενους.

Χρόνους μετά άμαν του λαλούν Μαστρε εδακρυζεν ο γίγαντας. Επολοετουν. Λαθκιαζουμεν τα όπλα
τες νύχτες. Το σπιτιν εγορασεν το τζιαι  υψωσεν μιαν Ελληνικήν σημαίαν ως τζιει πάνω. Ητουν πελεκανος πρώτος.....
Γιάννης Πεγειώτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου