ΜΕ ΠΟΙΟΥΣ ΝΑ ΜΗ ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΕΦΟΜΑΣΤΕ;
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
«Με άνθρωπο
που φιλονικεί και θέλει να επιβάλει τον λόγο του, έχει πονηρή διάνοια και είναι
αναιδής στις αισθήσεις του να μην έχεις καμία δοσοληψία» (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος)
Η εποχή μας δεν μπορεί να διακρίνει πάντοτε τι σημαίνει αγάπη. την ταυτίζει όχι απλώς με την ανοχή της κακής συμπεριφοράς του άλλου ανθρώπου ή της ιδιορρυθμίας του, αλλά και με την καλλιέργεια μιας ενοχικής τάσης ότι «πρέπει» να είμαστε μαζί του, διότι η αγάπη όλα τα αντέχει. Στην πραγματικότητα, η εποχή μας έχει αφήσει κατά μέρος τη σύνδεση αγάπης και αλήθειας, ενώ προσπαθεί να επιβάλει σε όλους να είμαστε ο εαυτός μας, χωρίς να μας ενδιαφέρει εάν χρειάζεται να αλλάξουμε σε κάποια σημεία, τα οποία δυσκολεύουν τις σχέσεις μας με τους συνανθρώπους μας. Έτσι, δικαιολογούμε και δικαιολογούμαστε, με αποτέλεσμα να μη φταίμε ποτέ και για τίποτα και εάν αισθανθούμε την ανάγκη να αποδοκιμάσουμε μια συμπεριφορά, αυτό να εκλαμβάνεται ότι είναι και αποδοκιμασία του προσώπου που την παρουσιάζει.
Ο ασκητικός λόγος είναι και πάλι πολύτιμος. Δεν είναι αιτία ενοχής η απόφασή μας να μην έχουμε δοσοληψίες μα ανθρώπους που είναι φιλόνικοι, διότι κάποια στιγμή θα αναγκαστούμε κι εμείς να φιλονικήσουμε. Με ανθρώπους που θέλουν να επιβάλουν τον λόγο τους, και δεν μιλάμε για εργασιακές σχέσεις και για άλλες που προϋποθέτουν τον σεβασμό σε μία ιεραρχία, αλλά για σχέσεις φιλίας και καθημερινότητας, στις οποίες δεν υπάρχει ο επικεφαλής και ο υφιστάμενος.
Δεν είναι οι ηγετικοί άνθρωποι το πρόβλημα, αλλά οι θεληματάρηδες, εκείνοι που απαιτούν να ισχύει το θέλημά τους, σαν κακομαθημένα παιδιά που θεωρούν δικαίωμά τους οι άλλοι να εκπληρώνουν κάθε επιθυμία τους. Όχι, δεν είναι αγάπη να υποτάσσεσαι σε τέτοιους ανθρώπους, διότι δεν κάνεις καλό ούτε στον εαυτό σου ούτε σε εκείνους. Κάποια στιγμή θα τεντώσει το σκοινί και θα σπάσει. Κάποια στιγμή θα ηττηθούν από άλλους και θα τους είναι αδύνατον να το διαχειριστούν. Ο θεληματάρης άνθρωπος δεν θα μπορέσει να αποκτήσει αυτογνωσία, διότι δεν θα βάλει στον εαυτό του ποτέ όριο.Δεν είναι αγάπη να συναναστρέφεσαι με ανθρώπους που έχουν πονηρή διάνοια, αρρωστημένο λόγο, αναιδείς επιθυμίες, σαρκικό φρόνημα. Συναναστρέφομαι σημαίνει ζητώ οικειότητα, αποδέχομαι, μοιράζομαι, ακολουθώ. Όταν όμως ο πονηρός άνθρωπος σε πλευρίζει, τότε αναγκαστικά θα κάνεις εκπτώσεις στις αρχές σου, στο ήθος σου, στον προσανατολισμό σου, για να του είσαι ευχάριστος. Καλύτερα λοιπόν μακριά.
«Κι ο έρωτας;», θα αναρωτηθεί κάποιος. Αν λέμε «όχι», μας περιμένει η μοναξιά. Και είναι δύσκολο να την αντέξεις. Αγάπη δεν είναι άραγε ο συμβιβασμός; Η αγάπη προφανώς έχει και συμβιβασμούς, αλλά προηγείται αυτή. Προηγείται η έξοδος του ανθρώπου από το θέλημά του, όπως επίσης και η αμοιβαιότητα. Ο έρωτας δεν είναι εξαναγκασμός, ούτε ο γάμος, ούτε η σχέση, αλλά καρπός προαίρεσης. Ο έρωτας δεν αρκείται στο συναίσθημα ή στην ηδονή. Εμπεριέχει και τη λογική του ανθρώπου, για να προχωρήσει. Το τίμημα της μοναξιάς μοιάζει βαρύ. Είναι όμως προτιμότερο από την καταστρατήγηση της προσωπικότητας, έναν μαζοχισμό που κάνει τον έρωτα να καταρρέει και γίνεται το χειρότερο παράδειγμα, αν υπάρχουν παιδιά.
Η υπομονή προϋποθέτει αγώνα και από τις δύο
πλευρές. Αλλιώς, η αγάπη γίνεται μαρτύριο. Είναι άλλο η θυσία και άλλο το
μαρτύριο. Η θυσία είναι ελεύθερη επιλογή. Το μαρτύριο είναι εξαναγκασμός, που
καταργεί όμως την αγάπη. Ας προσέξουμε.
Δημοσιεύθηκε στην "Ορθόδοξη Αλήθεια"
στο φύλλο της Τετάρτης 25 Σεπτεμβρίου 2024
Εξαιρετικό κείμενο! Τοποθετεί, κατά τη γνώμη μου, τα πράγματα στη θέση τους.
ΑπάντησηΔιαγραφή«Συναναστρέφομαι σημαίνει ζητώ οικειότητα, αποδέχομαι, μοιράζομαι, ακολουθώ»
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ ὀρθή καί οὐσιαστική ἡ προσέγγιση πού κάνει ὁ σεβαστός π. Θεμιστοκλῆς καθώς καί οἱ τοποθετήσεις του πού δίνουν τό στίγμα τοῦ πόσο εὐάλωτοι γινόμαστε ἀπό τέτοιου εἴδους ἐπαφές καί σχέσεις.
Κάτω ἀπό αὐτή τήν προοπτική βρίθει ἡ Ἁγία Γραφή ἀπό παραινέσεις καί παρακινήσεις γιά ἀποφυγή ἀνθρώπων ἀσεβῶν καί ἁμαρτωλῶν πού ἔχουν τή δυναμική νά μᾶς ἐπηρεάσουν ἤ νά μᾶς ἐπιβάλλουν νά τούς ἀποδεχτοῦμε ἑνῶ διακατέχονται ἀπό «πονηρή διάνοια, αρρωστημένο λόγο, αναιδείς επιθυμίες, σαρκικό φρόνημα.»
Ὁ προφητάναξ Δαυΐδ ἀρχίζει τούς Ψαλμούς του μέ μακαρισμούς:
«Μακάριος ἀνήρ, ὃς οὐκ ἐπορεύθη ἐν βουλῇ ἀσεβῶν καὶ ἐν ὁδῷ ἁμαρτωλῶν οὐκ ἔστη καὶ ἐπὶ καθέδρᾳ λοιμῶν οὐκ ἐκάθισεν.» (Ψαλ. α΄1).
Μακαρίζεται ὁ ἄνθρωπος γιά τίς σωστές ἐπιλογές του ἑνώ παράλληλα ἐπιβραβεύεται ἡ ἀποφυγή τῶν ἁμαρτωλῶν καί ἀσεβῶν καί προτείνεται ὡς ὁ μόνος ἐνδεδειγμένος τρόπος γιά νά μήν παρασυρθεῖ κάποιος ἀπό αὐτούς.
Ἄλλωστε, αὐτό μᾶς συμβουλεύει καί ὁ Ἀπόστολος τῆς ἀγάπης:
« εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβάνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν, καὶ χαίρειν αὐτῷ μὴ λέγετε·
ὁ γὰρ λέγων αὐτῷ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς.»
(Β΄ Ἰω. α΄8-11)
Ἡ ἐπισήμανση καί ἡ ὑπόδειξη τῆς ἀποφυγῆς μιᾶς τέτοιας φιλικῆς σχέσης καί συναναστροφῆς ἐνδείκνυται γιά τόν ἁπλούστατο λόγο ὅτι: «φθείρουσιν ἤθη χρηστὰ ὁμιλίαι κακαί.» (Α΄ Κορ. ιγ΄33).
Ὁ ἄνθρωπος ἀπό τή φύση του εἶναι μιμητικό ὄν καί μέσα ἀπό τίς «σχέσεις φιλίας και καθημερινότητας» μιμεῖται, κάνει ὅ,τι κάνει κι ὁ ἄλλος, γίνεται κοινωνός δηλαδή συμμέτοχος «τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς».
Κι ἐδῶ ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ τό ἐρώτημα πού ἔθεσε ὁ π. Θεμιστοκλῆς «ΜΕ ΠΟΙΟΥΣ ΝΑ ΜΗ ΣΥΝΑΝΑΣΤΡΕΦΟΜΑΣΤΕ;» νά τό ἐπεκτείνουμε καί νά μήν τό περιορίσουμε μόνο σέ ἀνθρώπους ἁμαρτωλούς, φιλόνικους, ἀναιδεῖς καί πονηρούς, ἀλλά καί σέ ἀνθρώπους σέ σχέση μέ τίς θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, ὅπου εἶναι δυνατό νά φέρουν διδαχή, πίστη, φρόνημα πού δέν συμπίπτει καί δέν ταυτίζεται μέ τό δικό μας.
Μέ τήν ἴδια αἰτιολογία, θά ἔλεγα πώς προτείνεται καί ἐπιβάλλεται ἡ ἀποφυγή τους.
Διότι ἄν «Δεν είναι αγάπη να συναναστρέφεσαι με ανθρώπους που έχουν πονηρή διάνοια, αρρωστημένο λόγο, αναιδείς επιθυμίες, σαρκικό φρόνημα.» πόσο μᾶλλον δέν εἶναι ἀγάπη ἡ συναναστροφή μέ ἀλλόπιστους καί αἱρετικούς ὅπου ἡ φιλική σχέση καί ἡ παρέα μαζί τους ἐνέχει τόν κίνδυνο κάποιος νά ἐπηρεαστεῖ καί νά ἀλλαξοπιστήσει ἤ νά ἀσπαστεῖ αἱρετικές δοξασίες κλπ. μέ συνέπεια νά ζημιώσει τήν ψυχή του.
Τό «Καλύτερα λοιπόν μακριά.» ἀναπόδραστα γίνεται μονόδρομος καί σέ αὐτές τίς περιπτώσεις.
Εἶναι μιά ἀπόφαση πού ὑποδηλώνει στάση ζωῆς προσανατολισμένη στό: «ὁ γὰρ λέγων αὐτῷ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς».
Μιά ἀπόφαση πού μᾶς κρατάει μακριά ἀπό ἐπιβλαβεῖς ἀνθρώπους ἀλλά κοντά στό Θεό.
Ὁ Ἀπόστολος Ἰωάννης σημειώνει:
«βλέπετε ἑαυτούς, ἵνα μὴ ἀπολέσωμεν ἃ εἰργασάμεθα, ἀλλὰ μισθὸν πλήρη ἀπολάβωμεν.
πᾶς ὁ παραβαίνων καὶ μὴ μένων ἐν τῇ διδαχῇ τοῦ Χριστοῦ Θεὸν οὐκ ἔχει·
ὁ μένων ἐν τῇ διδαχῇ τοῦ Χριστοῦ, οὗτος καὶ τὸν πατέρα καὶ τὸν υἱὸν ἔχει.»
(Β΄ Ἰω. α΄8-9)
Τί πλέον τούτου;
Θεόδωρος Σ.