Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2024

Καὶ τὸ ὄνομα αὐτῆς… - «Κ.Π.»

 

Καὶ τὸ ὄνομα αὐτῆς… 

«Κ.Π.»

Ὁ κύριος Ἀναστάσης εἶναι εὐσεβέστατος νέος, μὲ φλογερὴ πίστη, μὲ φιλάνθρωποι αἰσθήματα καὶ ἔργα, καὶ μὲ εὐαίσθητη καρδιὰ. Ἀγαπάει πολύ, ἔμπρακτα καὶ σιωπηλὰ καὶ τὸν ἀγαποῦν ὅλοι. Ἀξιόλογος καὶ ἀξιοσυμπάθητος καὶ χρήσιμος ἄνθρωπος. Οἱ φίλοι του εἶναι πολλοὶ καὶ ἐπιδιώκουν τὴ συντροφιά του.

Περπατάει βιαστικὸς σὲ κεντρικὸ δρόμο τῆς πόλης καὶ συναντᾶ τυχαῖα κάποια συγγενῆ του, ποὺ καὶ ἐκείνη φαίνεται βιαστική. Χαιρετιοῦνται, γιατί εἶχαν καιρὸ νὰ ἰδωθοῦν καὶ τὴ ρωτάει:

--Ποῦ πᾶς πρωὶ – πρωὶ μὲ τόση φόρα;

--Πάω ἐδῶ στὴν κλινικὴ νὰ συναντήσω τὸν γυναικολόγο μου.

--Ἔχεις κάποιο πρόβλημα ὑγείας;

--Ὄχι! Πάω νὰ κάνω ἔκτρωση! Ἔχω παιδιά. Δὲν μπορῶ ἄλλο!

--Τί λὲς, χριστιανή μου; Ἀκοῦς τί λές; Ποῦ πᾶς; Νὰ σκοτώσεις τὸ παιδί σου;

--Εἶμαι ἀποφασισμένη, μὴ μοῦ δημιουργεῖς πρόβλημα.

--Ποῦ εἶναι ὁ ἄνδρας σου; Τὸ ξέρει ὁ ἄνδρας σου;

--Εἶναι σὲ ταξίδι γιὰ τὴ δουλειά του, μακριά. Ὄχι δὲν τὸ ξέρει. Δικό μου εἶναι τὸ σῶμα. Ἐγὼ ταλαιπωροῦμαι…

--Πᾶμε νὰ καθίσουμε στὴν καφετέρια, νὰ πιοῦμε κάτι καὶ νὰ συζητήσουμε…

Εὐτυχῶς τὴν ἔπεισε καὶ πίνουν τὰ καφεδάκια τους στὴν πλατεία. Καὶ τί δὲν τῆς εἶπε ἐκεῖ ὁ εὐλογημένος ἄνθρωπος, ὁ κύριος Ἀναστάσης. Τῆς μίλησε γιὰ τὸ μυστήριο τῆς Ζωῆς, ποὺ μόνο ὁ ἅγιος Θεὸς τὸ ὁρίζει. Τῆς μίλησε γιὰ τὴν ἀξία τῆς ζωῆς αὐτοῦ τοῦ ἐμβρύου, γιὰ τὸ ἴδιο καὶ γιὰ την πορεία του στὸν κόσμο. Τῆς μίλησε γιὰ τὴ σχέση τῶν καλῶν συζύγων, ποὺ ὅλα τὰ συζητοῦν καὶ τὰ ἀποφασίζουν ἐν ἀγάπη.

Τῆς μίλησε γιὰ τὸ φρικτὸ ἔγκλημα καὶ τὶς φρικτὲς τύψεις. ποὺ θὰ τὴν βασανίζουν σ’ ὅλη της τὴ ζωή. Δὲν θὰ βρεῖ ἡσυχία. Θὰ τρέχει σὲ ψυχιάτρους. Τῆς μίλησε μὲ παραδείγματα γιὰ τὴν εὐλογία ποὺ φέρνει κάθε παιδὶ, ποὺ γεννιέται στὴν οἰκογένειά της. Ἀκόμη τόλμησε νὰ τῆς πεῖ πὼς, ἂν κάνει ἔκτρωση, νὰ φοβᾶται μήπως πάθει κάτι κακὸ κάποιο ἀπὸ τὰ παιδιὰ της ἐξαιτίας τῆς φοβερῆς πράξης της. Ἀκόμη κι αὐτὸ τῆς εἶπε ὁ καλὀς μας κ. Ἁναστάσης.

Ἡ συνάντησή τους ἔληξε κι ἐκείνη ἔφυγε ἀνήσυχη καὶ βιαστική. Ὁ δὲ κ. Ἀναστάσης ἄρχισε ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ τὸ ἔργο τῆς προσευχῆς του γιὰ τὴν συγγενῆ του, τὸ πρόβλημά της, τὸ φωτισμό τους καὶ τὴν οἰκογένεια ὅλη. Ἔκτοτε χάθηκαν. Δὲν ἐπικοινώνησαν καθόλου. Ἐκεῖνος δὲ, ὅταν μετὰ ἀπὸ μῆνες δέχτηκε ἕνα τηλεφώνημά της, αἰφνιδιάσθηκε καί χάρηκε. Ἦταν πρόσκληση στὴ βάφτιση τῆς κόρης τους. Ἡ χαρὰ τοῦ κ. Ἀναστάση καὶ ἡ συγκίνηση ἦταν πολὺ μεγάλη. Εὐχαριστήθηκε καὶ δόξασε τὸν Κύριο τῶν Δυνάμεων, ποὺ ξέρει νὰ ὁδηγεῖ τὶς ψυχὲς νὰ μετανοοῦν καὶ νὰ τὶς εὐλογεῖ μὲ τὰ θαύματά Του, τὰ μεγάλα καὶ θαυμάσια,  ὅλος εὐγνωμοσύνη..

Ἔφτασε ἡ λαμπρὴ ἡμέρα τῆς Βαπτίσεως. Παρὼν καὶ ὁ κ. Ἀναστάσης. Τὸ Μυστήριο ἄρχισε… Καὶ τὸ ὄνομα αὐτῆς Ἀναστασία, εἶπε ἡ νονὰ καὶ ἐπανέλαβε δυνατὰ ὁ ἱερέας. Ἔκπληκτος ὁ κ. Ἀναστάσης ἀκούει ἀπὸ δίπλα του τή μητέρα, ποὺ τὸν εἶχε πλησιάσει, νὰ τοῦ λέει στὸ αὐτὶ μὲ μάτια δακρυσμένα:--Τὸ ὄνομά της εἶναι τὸ δικό σου, Ἀναστάση μου. Ἀπὸ εὐγνωμοσύνη σὲ ἐσένα, ποὺ τῆς ἔσωσες τὴ ζωή, ἐκείνη τὴν ἡμέρα, ποὺ τυχαῖα συναντηθήκαμε.--Νὰ σᾶς ζήσει, τῆς εὐχήθηκε ἀπὸ τὴν καρδιά του. Σᾶς εὐχαριστῶ γιὰ τὴν τιμή. Ὁ Θεὸς τὴν ἔσωσε ὄχι ἐγώ. Ὁ Θεὸς καὶ οἱ γονεῖς της. Νὰ σᾶς ζήσει, ξαναεῖπε καὶ προσπάθησε νὰ κρύψει τὰ δάκρυά του. Καὶ προσηλώθηκε προσευχόμενος καὶ δοξολογῶν τόν Κύριο στὸ Μυστήριο!

Ἕνας λόγος, μία συζήτηση, ποὺ βγαίνει μὲ ἀγάπη ἀπὸ τὴν ψυχὴ καὶ τὸ στόμα, τοῦ κ. Ἀναστάση, τὸ δικό σου στόμα, τὸ δικό μου, τοῦ καθενός, γιὰ τὴν ΑΛΗΘΕΙΑ, εἶναι ὁ δικός Του Λόγος ὁ ἀθάνατος καὶ αἰώνιος, ὁ ζωηφόρος Λόγος τοῦ Θεοῦ. Νὰ εἶναι εὐλογημένος ὁ κ. Ἀναστάσης, ποὺ μίλησε μέ τόσο θάρρος καί τόση ἀγάπη καὶ κυρίως πού προσευχήθηκε. Νὰ εἶναι εὐλογημένη ἡ οἰκογένεια, ποὺ δὲν ἔκαμε τὸ ἔγκλημα. Νὰ εἶναι εὐλογημένη ἡ Ἀναστασία μὲ τὸ ἀναστάσιμο ὄνομά της. Δόξα τῷ Θεῶ πάντων ἕνεκεν

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου