Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ
ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΥΛΟΣ
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ
Νοέμβριος 2024, και αριθμώ δώδεκα γνωστές
γιορτές, κορυφαία η του Αγίου και Πρωτόκλητου Απόστολου Ανδρέα, Πολιούχου των
Πατρών. Αλλά, μένω στις 13 του μηνός, μνήμη Αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου, της
Αγάπης στον πλησίον πρωταγωνιστή ! Έτσι επανέρχομαι
στο μέγιστο θέμα στην Ουσία «του
Θεού που Αγάπη εστί» ! Κι από κει στην έμπρακτη αγάπη, το συνεπαγόμενο καίριο χρέος όλων των χριστιανών ! Επανέρχομαι, δηλαδή, στο Α και Ω της Εκκλησίας, στο όλο κι
όλο της, ότι «ο Θεός Αγάπη εστί»-1Ιω.4.26-ιδιαίτερα
στις προεκτάσεις της. Παραθέτοντας
ερανίσματα ενδεικτικά από Ιωάννη το Θεολόγο, και της Αγάπης Ευαγγελιστή, Απόστολο
Παύλο, και Ιωάννη το Χρυσόστομο, στο πρωτότυπο και σε νεοελληνική μεταγλώττιση.
Ι. Η μεγάλη αποκάλυψη, κατάθεση, επισήμανση πρώτα από Ιωάννη το Θεολόγο, και κατ’ εξοχήν της Αγάπης Ευαγγελιστή. Δυο και μόνα και μοναδικά για την Ουσία του Θεού. «Πνεύμα ο Θεός»-«Ο Θεός είναι πνεύμα»-4,24. Και τι παράδοξο, αποκάλυψη σε μια γυναίκα της Σαμάρειας από το Χριστό ! Μια γυναίκα αιρετική, για τα Ιουδαϊκά δεδομένα εποχής. «Ου γαρ συγχρώνται Ιουδαίοι Σαμαρείταις»-«Επειδή οι Ιουδαίοι αποφεύγουν κάθε επικοινωνία με τους Σαναρείτες»-4,9. Και τι γυναίκα, «πέντε γαρ άνδρας έσχες και ον νυν έχεις, ουκ έστι σου ανήρ»-«Πέντε άντρες πήρες, κι αυτός που μαζί του τώρα ζεις δεν είναι άντρας σου»-4,18. Αλλά, μέσα της η δίψα για τον αληθινό Θεό άσβηστη.
Και. το δεύτερο στο οποίο και μένουμε. «Ο Θεός Αγάπη εστί»-«Ο Θεός είναι
Αγάπη»-1Ιω.4,16. Και πόση αγάπη. «Ούτω
γαρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν»-«Τόσο
πολύ αγάπησε ο Θεός τον κόσμο, ώστε παρέδωσε σε θάνατο το μονογενή του Υιό»-Ιω.3,16.
Και. «Μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει»-«Μεγαλύτερη
αγάπη από αυτή δεν έχει κανείς»-15,13.
Κατά ταύτα όλοι εμείς οι άνθρωποι ως παιδιά
του Θεού-«γένος ουν υπάρχοντες του Θεού»-«Αφού
λοιπόν είμαστε γενιά του Θεού»-Πρ.17,29-ως
είπε ο Απ. Παύλος στην Αθήνα, οι χριστιανοί,
ιδιαίτερα οι ορθόδοξοι, που σημειωτέον, «ξέρουμε πολλά, και θα κριθούμε αυστηρά»,
αλλά και οι μη χριστιανοί, «που δεν
ξέρουν, και θα τους συγχωρεθούν πολλά»-Λκ.12,47-48-οφείλουμε να ανταποκριθούμε με αγάπη στον άλλο έμπρακτη. «Αγαπητοί, αγαπώμεν αλλήλους, ότι η αγάπη
εκ του Θεού εστί, και πας ο αγαπών εκ του Θεού γεγέννηται και γινώσκει τον Θεόν»-«Αγαπητοί
μου ας αγαπάμε ο ένας τον άλλο, γιατί η αγάπη προέρχεται από το Θεό. Και όποιος
αγαπάει δείχνει ότι είναι αναγεννημένος από το Θεό, και γνωρίζει το Θεό». Ενώ. «Ο μη αγαπών ουκ έγνω τον Θεόν, ότι ο Θεός
αγάπη εστίν»-«Όποιος δεν αγαπάει, δε γνώρισε το Θεό, γιατί ο Θεός είναι
αγάπη».
Κι ακόμα.
«Εάν αγαπώμεν αλλήλους, ο Θεός εν ημίν μένει και η αγάπη αυτού τετελειωμένη
εστίν εν ημίν»-«Αν αγαπάμε ο ένας τον άλλο, είμαστε σε κοινωνία με το Θεό,
και η αγάπη του μέσα μας έχει ολοκληρωθεί».
Και το άλλο. «Ο μένων εν τη αγάπη, εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ. Εν τούτω
τετελείωται η αγάπη μεθ’ ημών, ίνα παρρησίαν έχωμεν εν τη ημέρα της κρίσεως,
ότι καθώς εκείνος εστί, και ημείς εσμέν εν τω κόσμω τούτω»-«Όποιος ζει μέσα
στην αγάπη, ζει μέσα στο Θεό, και ο Θεός μέσα σ’ αυτόν. Έτσι καταλαβαίνουμε πως
η αγάπη έχει ολοκληρωθεί μέσα μας, όταν αντιμετωπίζουμε
την ημέρα της κρίσεως με θάρρος. Γιατί κι εμείς ζούμε σ’ αυτόν τον κόσμο-με
αγάπη-όπως έζησε κι Εκείνος»-1Ιω.4,17. Και τέλος. «Φόβος ουκ έστιν εν τη αγάπη, αλλ’ η τέλεια αγάπη έξω βάλλει τον φόβον»-«Όποιος
αγαπάει δε φοβάται. Η τέλεια αγάπη διώχνει το φόβο»-1Ιω.4,18.
ΙΙ. Ο Απόστολος Παύλος με τη σειρά του υπογραμμίζοντας την απόλυτη αξία της
Αγάπης επισημαίνει στον περίφημο «Ύμνο
της Αγάπης» ενδεικτικά, αλλά και ρητά τα εξής-1Κο.13,1κε.
«Εάν ταις γλώσαις των
ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον
αλαλάζων»-«Εάν μπορώ να λαλώ τις
γλώσσες όλων των ανθρώπων, ακόμα και των αγγέλων, αλλά δεν έχω αγάπη για τους
άλλους, οι λόγοι μου ακούγονται σαν ήχος χάλκινης καμπάνας ή σαν κυμβάλου
αλαλαγμός».
«Και εάν έχω προφητείαν και
ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την
πίστιν ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμί»-«Κι αν έχω της προφητείας το χάρισμα, κι όλα
κατέχω τα μυστήρια, και όλη τη γνώση, κι αν έχω ακόμα όλη την πίστη, έτσι που
να μετακινώ βουνά, αλλά δεν έχω αγάπη, είμαι ένα τίποτα».
«Και εάν ψωμίσω πάντα τα
υπάρχοντά μου, εάν παραδώ το σώμα μου ίνα καυθήσομαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν
ωφελούμαι»-«Και αν ακόμα μοιράσω
στους φτωχούς όλα τα υπάρχοντά μου-από αγάπη που δεν είναι αγάπη, αλλά κάτι
άλλο-και παραδώσω το σώμα μου για να καεί-Μαρτύριο-αλλά δεν έχω αγάπη, τίποτα
δεν ωφελούμε».
«Η αγάπη πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα
ελπίζει, πάντα υπομένει-«Εκείνος που αγαπάει όλα τα ανέχεται, όλα τα
εμπιστεύεται, για όλα ελπίζει, όλα τα υπομένει». «Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει»-«Η αγάπη δε θα πάψει να υπάρχει». «Νυνί δε μένει πίστις, ελπίς, αγάπη, τα
τρία ταύτα. Μείζων δε τούτων η αγάπη»-«Θα μείνουν τελικά για πάντα αυτά τα
τρία. Η πίστη, η ελπίδα, η αγάπη, κι απ’ αυτά το πιο σπουδαίο είναι η αγάπη».
Και, δεν είναι περιττό να θυμηθούμε εδώ
ότι, ο Χριστός ορίζει δυο βασικούς άξονες σχέσης με το Θεό. «Αγαπήσεις … τον Θεόν εν όλη τη καρδία σου
…». Αύτη εστίν η πρώτη και μεγάλη εντολή. Δευτέρα δε ομοία αυτή. «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως εαυτόν. Εν
ταύταις ταις δυσίν εντολαίς άπας ο νόμος και οι προφήται κρέμανται»-«Να
αγαπάς το … Θεό με όλη την καρδιά σου … Αυτή είναι η πρώτη και μεγάλη εντολή.
Δεύτερη εξ ίσου σπουδαία με αυτήν: Να
αγαπάς τον πλησίον σου , όπως τον εαυτό σου. Σ΄ αυτές τις δυο εντολές
συνοψίζονται όλος ο νόμος και οι προφήτες». Αυτό είναι το όλο !
Επίσης ότι στην επί του Όρους ομιλία
προσδιορίζει και το ακρότατο όριο της Αγάπης. «Αγαπάτε τους εχθρούς υμών» ! Πράγμα που εφαρμόζει πρώτος με τη
Σταυρική του Θυσία ! Συν επί πλέον και την παράκληση στον Πατέρα, όντας καταματωμένος
μάλιστα πάνω από το Σταυρό. «Πάτερ άφες
αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι»-«Πατέρα συγχώρεσε τους γιατί δεν ξέρουν
τι κάνουν»-Λκ.23,34. Παρακαλεί για τους σταυρωτές του, μαινόμενους κάτω
του ακόμα κι εκείνη την ώρα. Πράγματα που επικυρώνονται αυταπόδεικτα από τη
θριαμβική Ανάστασή του. Και καταλήγουν διαχρονικά στη συμφωνία της αγάπης, ως πανανθρώπινο πόθο και αίτημα, αλλά και
κλήση, και πρόσκληση, κι αγώνα, και άσκηση στη
μόνη Αλήθεια της ζωής. «Αγαπάτε
αλλήλους, ότι ο Θεός Αγάπη εστί» !
Και
όλα αυτά σήμερα Νοεμβρίου 13, μνήμη Αγίου Ιωάννη του Χρυσόστομου, Μεγάλου
Πατέρα και Οικουμενικού Διδάσκαλου της Εκκλησίας, και από τους κορυφαίους, και πρωτοπόρους
και πρωταγωνιστές της συμφωνίας της
Αγάπης στην πράξη, στον
αναγκεμένο άνθρωπο, τον και ελάχιστο αδελφό του Χριστού, το Χριστό ! Καθώς
τρεις χιλιάδες άνθρωποι, χριστιανοί και μη, περίμεναν κι έπαιρναν καθημερινά «τον άρτον ημών τον επιούσιον» απ’ το
χρυσορρήμονα πρεσβύτερο της Αντιόχειας, κι ανέβηκαν στις επτά χιλιάδες μετά στην
Κωνσταντινούπολη μετά, διακόνησε την Εκκλησία ως Αρχιεπίσκοπος έξι χρόνια μοναχά, γιατί η μικρόψυχη εμπάθεια, πώς
να το γράψει κανείς, «αγίων αδελφών», βιάστηκε να τον στείλει στην εξορία, σε
πρόωρο τέλος μαρτυρικό !
Ενδεικτικά, λοιπόν, αυτός απαράμιλλος
ακόλουθος του Χριστού, ιδιαίτερα από του
αγαπημένου του Απόστολου Παύλου την οδό, στην 34η σχετική ομιλία του
επισημαίνει προεκτείνοντας το χωρίο του Παύλου : «Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει»-«ποτέ δε θα πάψει να υπάρχει» σε, η Αγάπη, αυτό είναι που μένει δια παντός ! «Όμως
η αγάπη του ενός προς τον άλλο, όχι μόνο δε θα πάψει να υπάρχει, αλλά θα γίνει
ανώτερη και σταθερότερη, και στην παρούσα ζωή και στη μέλλουσα, στη μέλλουσα
πιο πολύ από όσο στην παρούσα. Γιατί στην παρούσα ζωή για πολλούς λόγους το
χρέος της αγάπης χαλαρώνει, για τα χρήματα, τα υλικά αγαθά, τις αρρώστιες του
σώματος, τα ψυχικά πάθη. Ενώ στη μέλλουσα για κανέναν από αυτούς».
Και, για το γραφόμενο από τον Παύλο. «Νυνί
δε μένει πίστις ελπίς αγάπη τα τρία ταύτα. Μείζων δε αυτών η Αγάπη»-«Τώρα δα όμως, στην παρούσα ζωή θα μείνουν για
πάντα αυτά τα τρία, η πίστη, η ελπίδα κι η αγάπη. Και απ’ αυτά το πιο σπουδαίο
είναι η αγάπη». «Η πίστη και
η ελπίδα, γράφει, όταν πραγματοποιηθούν τα αγαθά που πιστεύουμε κι ελπίζουμε,
παύουν, η αποστολή τους τελειώνει. Κι αυτό δηλώνοντας ο Παύλος εξηγεί κι επισημαίνει:
«Η
ελπίδα όμως είναι για κάτι που δεν το βλέπουμε, γιατί αν κάτι το βλέπει κανείς,
ποιος ο λόγος να το ελπίζει»-Ρω.8,24. Και πάλι: «Πίστη σημαίνει σιγουριά γι
αυτά που ελπίζουμε, και βεβαιότητα γι αυτά που δε βλέπουμε»-Εβρ.11,1.
Ώστε αυτές παύουν μόλις φανούν εκείνα, η
αγάπη όμως, τότε μάλιστα, υψώνεται και γίνεται πιο σφοδρή. Κι άλλο εγκώμιο
της αγάπης, γιατί δεν αρκείται στα προηγούμενα, αλλά και άλλο αγωνίζεται να
βρει. Πρόσεχε όμως, αφού είπε ότι η αγάπη είναι χάρισμα μέγα και οδός πολύ ανώτερη από αυτές, εξήγησε ότι χωρίς
αυτή, για τίποτε το σπουδαίο δεν ωφελούν τα χαρίσματα, και περιέγραψε την
εικόνα και τις παραμέτρους της, θέλει πάλι κι αλλιώς να την εξυψώσει, να δείξει
ότι είναι μεγάλη, από το ότι μένει και στη μέλλουσα ζωή. Γι αυτό και λέει: «Τώρα
δα, στην παρούσα ζωή θα μείνουν για πάντα αυτά τα τρία, η
πίστη, η ελπίδα κι η αγάπη. Και απ’ αυτά το πιο σπουδαίο είναι η αγάπη».
Και πώς ή γιατί είναι ανώτερη η αγάπη; Από το ότι
εκείνες-πίστη κι ελπίδα-έχουν ημερομηνία λήξης. Και συνεχίζει. Επειδή είναι
τόσο μεγάλη η δύναμη της αγάπης, επανέρχεται και λέει: «Να επιδιώκετε την αγάπη».
Και υπογραμμίζει την ανάγκη επιδίωξης της αγάπης, και την αγωνιστική δύναμη που
απαιτεί ο δρόμος της, γιατί αλλιώτικα αυτή θα κάνει φτερά. Καθώς είναι κι αυτά
που μπορούν να υποσκελίσουν εκείνους που θα ανοιχτούν στο δρόμο της, και
χρειάζεται μεγάλη δύναμη για να ξεπεραστούν, και να φτάσουμε να την
εφαρμόσουμε. Αυτό υπονοώντας και υποδείχνοντας
ο Παύλος, δεν είπε «να ακολουθείτε την αγάπη», είπε, «να την επιδιώκετε», επιτείνοντας τον αγώνα, και
κρατώντας αναμμένο τον πόθο μας γι αυτήν».
Και καταλήγει. «Αυτό ας κάνουμε κι εμείς με την αρετή της αγάπης. Κι όταν οι ίδιοι
δυσκολευόμαστε να τη φτάσουμε, ας παρακαλούμε όσους την πλησίασαν, να την
κρατήσουν καλά, ώσπου να την πλησιάσουμε κι εμείς ! Κατόπιν, αφού την κάνουμε
κτήμα μας, να μη χαλαρώσουμε ποτέ πια, μη τυχόν πάλι μας διαφύγει. Γιατί
μοιάζει να θέλει να ξεφύγει από τα χέρια μας, επειδή δεν την ασκούμε όπως πρέπει,
και προτιμούμε όλα τα άλλα. Γι αυτό οφείλουμε να κάνουμε τα πάντα, ώστε να την
κατακτήσουμε με πληρότητα. Αν το πετύχουμε αυτό, η συνέχεια δε θα είναι πολύ
κοπιαστική, μάλλον καθόλου κοπιαστική. Θα
βαδίζουμε τη στενή οδό της αρετής της αγάπης σαν να πηγαίνουμε σε πανηγύρι και
χαρά ! Χρησιμοποιεί, λοιπόν, το ρήμα «διώκω», επιδιώκω για να μας επισημάνει ότι οφείλουμε και να την κατακτήσουμε και να
την ασκούμε όπως πρέπει».
Ταύτα στη μνήμη και τιμή του από τους
κορυφαίους Πατέρες και Οικουμενικούς Διδασκάλους, και, από τους ασυναγώνιστους της έμπρακτης Αγάπης ! Και, να μην εισέλθω στον πειρασμό, μέρα που
είναι, να προσθέσω, σαν να έχουν περάσει σε δεύτερο πλάνο τα τελευταία χρόνια
αυτά, και σε πρώτο τα περί υψηλής και πούρας ορθόδοξης θεολογίας, των θείων
ερώτων και λοιπών γνωστών βυζαντινών συνηθειών!
Αθανάσιος Κοτταδάκης
Περὶ Θείου ἔρωτα.
ΑπάντησηΔιαγραφήἈπό τό βιβλίο τοῦ ἁγίου Νεκταρίου «Τό γνῶθι σαυτόν»
Γ΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ
«Ὁ Θεῖος ἔρωτας εἶναι τέλεια ἀγάπη πρὸς τὸ Θεῖο, ποὺ ἐκδηλώνεται σὰν ἀκατάπαυστος πόθος πρὸς τὸν Θεό.
Ὁ Θεῖος ἔρωτας γεννιὲται στὴν καρδιά ποὺ ἔχει καθαρθεῖ ἀπὸ τὰ πάθη, διότι μέσα σ’ αὐτὴν εἰσέρχεται ἡ Θεία χάρη.
Ὁ ἔρωτας πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι Θεῖο δῶρο καί προσφέρεται στήν ψυχὴ ποὺ ἀγωνίζεται νὰ παραμείνει ἁγνή, δῶρο τῆς Θείας χάρης ποὺ ἐπεφοίτησε καὶ ἀποκαλύφθηκε στὴν ψυχή.
Ὁ Θεῖος ἔρωτας δὲν ἐνεργεῖ σὲ καμμία ψυχή, χωρὶς προηγουμένως αὐτὴ νὰ ἔχει δεχτεῖ τὴ Θεία ἀποκάλυψη.
Αὐτό διότι ἡ ψυχὴ ποὺ δὲν ἔχει δεχτεῖ ἀκόμη τὴ Θεία ἀποκάλυψη, δὲν ἔχει πάνω της τὴν ἐπίδραση τῆς χάριτος καὶ μένει ἀπαθὴς στὸν Θεῖο ἔρωτα.
Εἶναι ἀδύνατον νὰ γεννηθεῖ Θεῖος ἔρωτας, χωρὶς τὴν ἐνέργεια τῆς Θείας δύναμης μέσα στὴν καρδιά. Διότι ὁ Θεῖος ἔρωτας εἶναι ἐνέργεια τῆς Θείας χάρης ποὺ κατοικεῖ στὴν καρδιά.
Οἱ ἑραστὲς τοῦ Θείου ἑλκύσθηκαν στὸν Θεῖο ἔρωτα ἀπὸ τὴ Θεία χάρη ποὺ ἐνήργησε στὴν καθαρὴ καρδιά τους, ἀποκαλὺφθηκε στήν ψυχὴ καὶ ἑλκύσθηκε ἀπὸ τὸν Θεό.
Ὁ ἐραστὴς τοῦ Θείου δὲχθηκε πρῶτος ἀπὸ τὸν Θεὸ τὸν ἔρωτα καί κατόπιν αἰσθάνθηκε ἔρωτα γι’ Αὐτόν.
Ὁ ἐραστὴς τοῦ Θείου προηγουμένως ἕγινε υἱὸς ἀγάπης καὶ ἔπειτα αὐτὸς ἀγάπησε τὸν Πατέρα.
Ἡ καρδιά ποὺ ἐρωτεύθηκε τὸν Κύριο οὐδέποτε ὑπνώττει, ἀλλὰ πάντοτε βρίσκεται σὲ ἐγρήγορση, διότι ὁ ἔρωτας πρὸς τὸν Κύριο τὴν ἔχει κατακλύσει.
Ὁ ἅνθρωπος παραδίδεται στὸν ὕπνο ἀπὸ τὴν ἀνάγκη τῆς φύσης. Ἡ καρδιά ὅμως γρηγορεῖ ὑμνώντας τὸν Θεό.
Ὁ Θεῖος Χρυσόστομος λέει γιὰ τὸν πνευματικὸ ἔρωτα: «Εἶναι τόσο ἐπιτακτικὸς ὁ πνευματικὸς ἔρωτας, ὥστε νά ἐκμεταλλεύεται τὸν καιρό καί πάντοτε ἡ ψυχὴ νὰ θέλει νὰ βρίσκεται μ’ Αὐτὸν ποὺ τὴν ἁγαπάει, ὥστε καμμία θλίψη ἢ ὀδύνη νὰ μὴν πλησιάζει καὶ εἰσχωρεῖ μέσα της».
Ἡ ψυχὴ ποὺ ἔχει ἑλκυσθεῖ ἀπὸ τὸν Θεῖο ἔρωτα προσκολλᾶται στέρεα στὸν Θεό. Ἔχει ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ καί σ’ Αὐτὸν ἀφήνει ὅλη της τὴν ἐλπίδα. Ὁ Θεῖος αὐτὸς ἔρωτας τὴν ὁδηγεῖ πρὸς τὸν Θεὸ καὶ μ’ αὐτὸν διαλέγεται μέρα καὶ νύχτα.
Ἡ ψυχὴ ποὺ ἔχει πληγωθεῖ ἀπὸ τὸν Θεῖο ἔρωτα, τίποτε ἄλλο δὲν ἐπιθυμεῖ πέρα ἀπὸ τὸ ὑπέρτατο ἀγαθό. Ἀμελεῖ γιὰ ὅλα καὶ αἰσθάνεται πὼς ὅλα τὰ τοῦ κόσμου εἶναι ἀνούσια.
Ἡ ψυχὴ ποὺ εἶναι ἐρωτευμένη μὲ τὸν Θεὸ ἔχει γιὰ μελέτη της τὰ λόγια Του καί κατοικία της τὰ σκηνώματα Αὐτοῦ. Ὅταν βγαίνει λόγος ἀπὸ τὸ στόμα της εἶναι γιὰ νὰ διηγηθεῖ τὰ θαυμάσια τοῦ Θεοῦ καί ὅταν συζητάει, μιλάει γιὰ τὴ δόξα καὶ τὴ μεγαλοπρέπεια Του.
Ἀκατάπαυστα αἰνεῖ καὶ ὑμνεῖ τὸν Θεὸ καί Τὸν λατρεύει μὲ Θεῖο πόθο.
Ἕτσι ὁ Θεῖος ἔρωτας, ὁλόκληρη τὴν ψυχὴ τὴν ἀλλοίωσε, τὴ μεταμόρφωσε καὶ τὴν ἔκανε νὰ ἐξοικειωθεῖ μὲ τὸν Θεό.
Ἡ ψυχὴ ποὺ ἔχει ἐρωτευθεῖ τὸν Θεὸ γνωρίζει τὸν Θεό. Αὐτὴ ἡ ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ τῆς ἀναζωπύρωσε τὸν Θεῖο ἔρωτα.
Ἡ ψυχὴ ποὺ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἔχει ἑλκυσθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, εἶναι πλέον μακάρια, διότι ἔτυχε τοῦ Θείου πόθου καί ἐκπλήρωσε τὶς ἐπιθυμίες της.Κάθε ἐπιθυμία, κάθε λαχτάρα καὶ ροπή, ποὺ εἶναι ξένη στὴ Θεία ἀγάπη, ἀπομακρύνεται ἀπ’ αὐτὴν ὡς ταπεινὴ καὶ ἀνάξιά της.
...
Ἡ ψυχὴ τήν ὁποία ἀγγίζει ὁ Θεῖος ἔρωτας τίποτα ἄλλο δὲν σκέπτεται οὔτε ποθεῖ, ἀλλὰ συνεχῶς στενάζοντας λὲει: Κύριε πότε θά ἔλθω καὶ θά ἀντικρίσω τὸ πρόσωπό Σου; Ποθεῖ ἡ ψυχή μου νά ἕλθει σὲ Σένα στὸν Θεό μου, ὅπως ποθεῖ τὸ ἑλάφι τὶς πηγὲς τῶν ὑδάτων!
Τὲτοιος ἀναδεικνύεται ὁ Θεῖος ἔρωτας, ὅταν κυριεύει τὴν ψυχή.»
Χ.Σ.