Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2025

Οι Είκοσι χιλιάδες Μάρτυρες της Νικομήδειας. 28 Δεκεμβρίου - Μητροπολίτης Χονγκ Κονγκ Νεκτάριος

Οι Είκοσι χιλιάδες Μάρτυρες της Νικομήδειας.  -   28 Δεκεμβρίου

Μητροπολίτης Χονγκ Κονγκ Νεκτάριος

302μ.Χ. Στη Νικομήδεια βρίσκεται ο αυτοκράτορας Μαξιμιανός, ο οποίος δεν μπορεί να ανεχθεί την ευρεία εξάπλωση του χριστιανισμού στην πόλη. Ψάχνει τρόπο να εξαφανίσει τους χριστιανούς. Και τον βρίσκει! Πλησιάζει η μεγάλη χριστιανική εορτή των Επιφανείων και οι χριστιανοί θα συναχθούν να εορτάσουν την γέννηση και την βάπτιση του Χριστού. Εκείνη την ώρα που όλοι θα είναι συναγμένοι στο Ναό, θα πυρπολήσει το οίκημα και θα τους παραδώσει όλους σε φρικτό θάνατο.

Η μεγάλη εορτή έφθασε. Οι χριστιανοί μετά το μεοσονύκτιο συνάχθηκαν στο Ναό για να συμμετάσχουν στην πανηγυρική αγρυπνία. Είκοσι χιλιάδες πιστοί με επικεφαλής τον ευλαβέστατο επίσκοπο Άνθιμο.

Μέσα στη νύκτα ο στρατός του αυτοκράτορα περικυκλώνει το Ναό και κλείνει κάθε έξοδο. Εντεταλμένος αξιωματικός εισέρχεται στο Ναό και λέγει στον Επίσκοπο ότι η εντολή του αυτοκράτορα είναι να θυσιάσουν όλοι στα είδωλα. Αν δεν το κάμουν θα καούν ζωντανοί.

Ακούει ο Αρχιδιάκονος τα λόγια του αξιωματικού και ανεβαίνει στον άμβωνα. Δυνατή και καθάρια ακούγεται η φωνή του: Αδελφοί μου, κοιτάξτε την Αγία Τράπεζα όπου θυσιάσθηκε ο Θεός για εμάς. Εμείς θα αρνηθούμε να θυσιάσουμε την ζωή μας για Αυτόν σε αυτόν τον ιερό τόπο;

Κανείς δεν έτρεξε να σωθεί. Κανείς δεν κινήθηκε από τη θέση του. Ο Επίσκοπος έδωσε εντολή να επισπευθεί η θεία Λειτουργία και οι ιερείς να βαπτίσουν και να μυρώσουν τους κατηχουμένους.

Οι στρατιώτες πυρπόλησαν το Ναό. Επί πέντε μέρες η φωτιά μαινόταν. Και πράγμα παράξενο: αντί από τα αποκαΐδια να αναδύεται η βρωμερή οσμή της καμένης σάρκας, μια εξαίσια οσμή λιβανωτού έκαμε όλη την πόλη να μοσχομυρίσει. Κι ένα υπέρλαμπρο φως στάθηκε για πολύ καιρό πάνω από την καμένη εκκλησία και τα λείψανα των είκοσι χιλιάδων μαρτύρων του Χριστού.

***

December 28: The Twenty Thousand Martyrs of Nicomedia

In 302 A.D., the Emperor Maximian was in Nicomedia. He could no longer tolerate the rapid spread of Christianity throughout the city. He sought a way to eliminate the Christians—and he found one. The great Christian feast of the Epiphany was approaching, when the faithful would gather to celebrate both the birth and the baptism of Christ. At the hour when all would be assembled in the church, he planned to set the building on fire and deliver them all to a dreadful death.

The great feast came. After midnight, the Christians gathered in the church to participate in the solemn vigil—twenty thousand believers, led by their devout bishop Anthimus.

During the night, the emperor’s army surrounded the church and sealed every exit. An appointed officer entered the sanctuary and told the Bishop that the emperor’s command was that all must offer sacrifice to the idols. If they refused, they would be burned alive.

When the Archdeacon heard the officer’s words, he ascended the pulpit. His voice rang out, strong and clear: “My brothers, look upon the Holy Altar where God was sacrificed for us. Shall we refuse to offer our lives for Him, here in this sacred place?”

No one ran to save himself. No one moved from his place. The Bishop ordered the Divine Liturgy to be celebrated without delay, and the priests to baptize and Chrismate the catechumens.

The soldiers set fire to the church. For five days the fire raged. And a strange thing occurred: instead of the stench of burnt flesh rising from the ashes, a wondrous fragrance of incense filled the city. A radiant light shone for a long time above the burned church and the relics of the twenty thousand martyrs of Christ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου