Αύτη η Αγία ήτον κατά τους χρόνους του βασιλέως Ονωρίου του υιού Θεοδοσίου του Μεγάλου, εν έτει υ’ [400], καταγομένη από γένος πλούσιον και λαμπρόν και περίδοξον. Επειδή δε εξ όλης ψυχής ηγάπησε τον Κύριον, δια τούτο επροτίμησε να παρθενεύη. Οι γονείς της όμως εσύναψαν αυτήν και μη θέλουσαν δια γάμου, με άνδρα. Όθεν έγινε μήτηρ δύω παιδίων. Έπειτα αποθνήσκουσιν οι γονείς και τα τέκνα της. Δια ταύτα αφήσασα η μακαρία την πόλιν της Ρώμης, εδιάτριβεν έξω εις το προάστειον, ήγουν τζεφτιλίκιόν της, κάθε άσκησιν και αρετήν μεταχειριζομένη. Τους ασθενείς επιμελουμένη. Τους ερχομένους ξένους υποδεχομένη. Και τους εν φυλακαίς και εξορίαις επισκεπτομένη. Ύστερον δε πωλήσασα όλα τα υποστατικά και την περιουσίαν της πολλήν ούσαν, εσύναξε δια την τιμήν αυτών δώδεκα μυριάδας χρυσίον: ήτοι εκατόν είκοσι χιλιάδας φλωρία. Τα οποία εμοίραζεν εις Εκκλησίας και Μοναστήρια.
Και κατά μεν τας αρχάς, έτρωγεν εις δύω ημέρας
μίαν φοράν. Μετά ταύτα δε, ενήστευε τας πέντε ημέρας της εβδομάδος, έτρωγε δε
μόνον το Σάββατον και την Κυριακήν. Εσυνείθισε δε και εγυμνάσθη η αοίδιμος εις
κάθε άσκησιν με γνώσιν πολλήν και διάκρισιν, και εκαλλίγραφε πολλά ωραία και
έντεχνα. Ύστερον δε επήγεν εις την Αφρικήν, και εκεί διεπέρασε χρόνους επτά.
Αφ’ ου δε εμοίρασε τον περισσότερον πλούτον της, επήγεν εις την Αλεξάνδρειαν.
Και από εκεί επήγεν εις τα Ιεροσόλυμα. Εκεί λοιπόν εγκλείει τον εαυτόν της η
μακαρία μέσα εις ένα κελλίον. Και με το παράδειγμά της, τραβίζει εις τον όμοιον
ζήλον της ασκήσεως εννενήκοντα Παρθένους και καλογραίας, εις τας οποίας έδιδεν
αδιακόπως τα προς την χρείαν της ζωής. Επειδή δε εκυριεύθη από τον πόνον του
πλευρού, δια τούτο ησθένησε πολλά. Όθεν επροσκάλεσε τον Επίσκοπον της
Ελευθερουπόλεως, και εδέχθη παρ’ αυτού την θείαν Κοινωνίαν. Είτα αποχαιρετήσασα
όλας τας αδελφάς, αφήκε την του Ιώβ τελευταίαν ταύτην φωνήν· «Ως τω Κυρίω
έδοξεν, ούτω και εγένετο». Και ούτως ευθύς παρέδωκεν η αοίδιμος την ψυχήν της
εις χείρας Θεού.
Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου