Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020

Οι Τρεις Ιεράρχες ως σκαπανείς του πνεύματος και κοινωνικοί αναμορφωτές - κ. Χριστάκη Ευσταθίου


Οι Τρεις Ιεράρχες ως σκαπανείς του πνεύματος και κοινωνικοί αναμορφωτές

Ομιλία του κ. Χριστάκη Ευσταθίου

Γλώσσα που θα στάλαζε τη χάρη των ουρανών θα μπορούσε να ζωντανέψει τις μεγαλειώδεις μορφές των τριών μεγάλων Διδασκάλων που τιμούμε σήμερα: τον Βασίλειο το Μέγα, τον Θεολόγο Γρηγόριο, συν τω κλεινώ Ιωάννη «τω την γλώτταν χρυσορρήμονι». Φωστήρες της τρισηλίου Θεότητος, ανέτειλαν στους ορίζοντες των γραμμάτων και του πολιτισμού. Μεσουράνησαν και λάμπρυναν το πολύαστρο στερέωμα της Εκκλησίας.
Στο σύντομο αυτό λόγο, με όσες δυνάμεις μπορούμε να επιστρατεύσουμε, ας σημαδέψουμε κι εμείς μεσούρανα τα βλέμματά μας. Κάποιες ακτίδες θείου φωτός, από την άφθαστη σοφία και το λαμπρό παράδειγμά τους, ας σταλάξουν και στις δικές μας καρδιές για να εναρμονιστούν με τις χρυσές ανταύγειες του τρίφεγγου αστεριού των ιεραρχών μας.

Η καθολικότητα και η πληρότητα της σκέψης και της σοφίας τους, δένουν τόσο αρμονικά με τους πιο υψηλούς ανθρωπιστικούς, παιδαγωγικούς, κοινωνικούς, αλλά και πνευματικούς προσανατολισμούς. Γι’ αυτό με την όλη πνευματική τους αλκή και δράση, αναδείχθηκαν τα πιο αυθεντικά πρότυπα στο χώρο της Παιδείας, των Γραμμάτων, αλλά και του Πολιτισμού ευρύτερα.
Θεωρώ πως αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον η αναγωγή του πνεύματος τους στο σήμερα, ως ποιοτικών μεγεθών, που μπορούν να μας εμβολιάσουν με αληθινές αξίες της ζωής. Η απόσταση που μας χωρίζει από την εποχή τους, δεν παρεμβάλλεται καθόλου ως εμπόδιο, προκειμένου το τόσο διεισδυτικό πνεύμα τους, να είναι πάντα ατόφιο, επίκαιρο και σύγχρονο. Υπερχρονικό και διαχρονικό, θα έλεγα, όπως φαντάζει να είναι και η αλήθεια του Ευαγγελίου.
Διαγράφουν τη δική τους υψιπετή τροχιά∙ ταπεινά και αθόρυβα άρχισαν το μεγαλεπήβολο έργο τους. Η εμβέλεια τους έσπασε φραγμούς και σύνορα. Για ν’ αρδεύσουν οι μελίρρυτοι αυτοί ποταμοί με τη σοφία τους όλη την οικουμένη. Είναι σημαντικό ν’ αναφέρουμε ότι και οι τρεις ξεκίνησαν από ένα ζεστό οικογενειακό περιβάλλον. Ευτύχισαν να πάρουν χριστιανική ανατροφή από τρυφερή ηλικία από τις ευλογημένες μητέρες τους, που με λόγια και έργα χαράζουν τα ανεξίτηλα ίχνη της αγάπης του Θεού στα υπαρξιακά έγκατα τους. Σημειώνει χαρακτηριστικά ο Μ. Βασίλειος για τη μητέρα του Εμμέλεια: «Εκείνη την ιδέα περί Θεού, που πήρα από παιδί από τη μακαριστή μητέρα μου και τη γιαγιά μου Μακρίνα, εκείνη και μόνο, αφού πλούτισα, την είχα μέσα μου και με συνόδευε σε όλη μου τη ζωή». Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος δεν παραλείπει να δώσει τη δική του μαρτυρία για τη μητέρα του Νόννα: «Ενώ οι άλλες γυναίκες κολακεύονται και καμαρώνουν για την ομορφιά τους, είτε φυσική είτε πλαστή, αυτή γνώριζε και απολάμβανε μιά ομορφιά, εκείνη της ψυχής». Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος δεν παραλείπει να υπενθυμίζει αυτό που πάντοτε του έλεγε η μητέρα του Ανθούσα: «Πρόσεξε να είσαι πάντοτε κοντά στον Θεό και να ζεις μέσα στο πέλαγος της αγάπης του». Ακριβώς, μέσα απ’ αυτή την υποδειγματική ανατροφή, άνοιξαν τα φτερά τους και σαγήνεψαν όλη την οικουμένη με ό,τι πιο ωραίο και πιο ευγενικό.
Πρότυπα σπουδαστών
Το πρώτο φτερούγισμα τους, τούς φέρνει να παρακολουθούν μαθήματα σε διάφορες σχολές. Αναδεικνύονται στην εποχή τους σε πανεπιστήμονες, με τις γνώσεις της φυσικής, της ιατρικής και της φιλοσοφίας που εγκολπώνονται. Σε καμιά όμως περίπτωση δεν ξεχνούν ότι είναι θεολόγοι που πετυχαίνουν μια αρμονική σύζευξη θεωρίας και πράξης. Στις φημισμένες τότε σχολές που φοιτούν γίνονται πρότυπα σπουδαστών.
Πρότυπα παιδαγωγών
Κάτοχοι και έμπειροι της παντοδαπής σοφίας, βαθείς γνώστες της παιδικής και εφηβικής ψυχής και κυρίως πρότυπα ζωής, ζωντανοί νόμοι του Θεού και κανόνες αρετής, αναδείχθηκαν αυθεντικά πρότυπα παιδαγωγών. Ασχολήθηκαν ιδιαίτερα με την οικογενειακή ανατροφή, την σχολική αγωγή. Με το λεπτό θέμα της σχέσης γονέων-παιδιών. Χάραξαν τομές, άνοιξαν διόδους, έδωσαν κατευθύνσεις, ανέδειξαν αιώνιες σταθερές. Μέσα από το απέραντο συγγραφικό τους έργο, οι μεγάλοι πατέρες διδάσκουν, καθοδηγούν, εμπνέουν, φωτίζουν. Παίρνουν ξεκάθαρη θέση σε ζωτικά θέματα, όπως είναι η στάση του ανθρώπου απέναντι στον Θεό, στον κόσμο, στην ψυχή, στον θάνατο, στην αιωνιότητα. Ασχολούνται με την αγωγή κάθε ηλικίας. Μα πιο πολύ ενδιαφέρονται για τους νέους, όντας οι ίδιοι βαθείς γνώστες των προβλημάτων τους. Η νεότητα, αναφέρει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, είναι «καθ’ εαυτήν ευόλισθον πράγμα και οξύρροπον προς κακίαν». Γι’ αυτό και προτρέπει πως πρώτο μέλημα, τόσο της οικογένειας όσο και της πολιτείας, πρέπει να είναι η Παιδεία. «Πάντα υμίν δεύτερα έστω της προνοίας των νέων». Όλα τα άλλα, λέει, θα πρέπει να τοποθετούνται σε δεύτερη μοίρα, μπροστά στο μεγάλο ζήτημα της παιδείας των νέων.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο Γρηγόριος, όταν αναφέρεται στη σημασία της αγωγής. «Τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών φαίνεταί μοι, άνθρωπον άγειν, το πολυτροπώτατον ζώον και ποικιλώτατον». Δεν ήταν δυνατό να μείνει πίσω σ’ αυτό το ευαίσθητο κεφάλαιο ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος∙ διαπιστώνει πως η ιδιότητα του γονιού δεν εξαρτάται τόσο από το γεγονός ότι έφερε ανθρώπους στη ζωή, αλλά κυρίως από το ότι μόχθησε για τη σωστή ανατροφή τους. Όχι το «τεκνοποιείν» αλλά το «τεκνοτροφείν», συμβουλεύει τόσο ξεκάθαρα.
Είναι άκρως σημαντικό, αλλά και τόσο επίκαιρο, αυτό που προτείνουν οι τρεις μελίρρυτοι ποταμοί της σοφίας∙ μια σύμμετρη ανάπτυξη όλων των ψυχοσωματικών δυνάμεων των νέων. Γίνονται μάλιστα ακόμα πιο επίκαιροι όταν αποστασιοποιούνται απ’ αυτό που βλέπουμε πολλές φορές και σήμερα, δηλαδή από μια ξερή μετάδοση ή ακόμα και αποθήκευση γνώσεων. Γι’ αυτούς, η Παιδεία δεν σημαίνει κατάκτηση γνώσεων, αλλά πρωτίστως καλλιέργεια της ανθρώπινης ψυχής. Σκοπός δεν είναι μια στείρα πολυμάθεια, αλλά η ολοκληρωμένη προσωπικότητα του νέου, περιλαμβανομένης και της κριτικής σκέψης. Αν μια Παιδεία, με όλες τις μονομέρειες που γνωρίζουμε σήμερα, οδηγεί σε τόσο σοβαρά αδιέξοδα και αγκυλώσεις, πολύ πιο υπερυψωμένα φαντάζουν αυτά τα αδιέξοδα και ακόμα πιο μεγάλες οι αγκυλώσεις, όταν πεισματικά επιμένουμε να έχουμε μια Παιδεία που δεν στοχεύει σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες και δεν λαμβάνει υπόψη ότι πρωτίστως με αυτή σμιλεύονται ψυχές.
Επειδή το ψάχνουμε τόσο πολύ, είναι βασικό να συνειδητοποιήσουμε επιτέλους πως αν κάτι χαρακτηρίζει την παιδεία μας, είναι ότι μάς διαφεύγει η ουσία, που είναι η αγωγή των ψυχών. Η επιμονή των ιερών πατέρων στην αγωγή της ψυχής, και μάλιστα κατά Χριστόν, δεν σημαίνει ότι υποτιμούν τη σημασία των γνώσεων ή τη σπουδαιότητα των γραμμάτων. Σημαίνει ρωμαλέα ιεράρχηση των αναγκών του ανθρώπου.
Το παιδευτικό ιδεώδες των Τριών Ιεραρχών στοχεύει στη διάπλαση του χαρακτήρα του νέου, κατά τρόπο που να είναι αγωνιστής, μαχητικός και θαρραλέος. Η ζωή μας, τονίζει χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος, δεν πρέπει να εξαντλείται στη μακαριότητα του περιθωρίου, και στην απόλαυση των μικροχαρών των μετριοτήτων. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι η ζωή είναι αγώνας για την καταξίωση της ανθρώπινης υπόστασης, για την πραγμάτωση των δυνατοτήτων της φύσης μας. Η παιδεία για τους σεπτούς ιεράρχες είναι πολύ μεγάλη υπόθεση και το εννοούσαν.
Στην αγωγή των νέων, εμφανίζονται ιδιαίτερα ευαίσθητοι οι Ιεράρχες, στο παράδειγμα των δασκάλων. «Ουδέν γαρ ούτως ενάγει προς την της αληθείας οδόν, ως πολιτείας ακρίβεια. Ουδέ γαρ τοις παρ’ ημών λεγομένοις ούτως προσέχουσιν, ως τοις υφ’ ημών πραττομένοις», επισημαίνει ο Μ. Βασίλειος. Στο ίδιο μήκος κύματος ο Γρηγόριος σημειώνει: «μισώ λόγους, οις εναντίος βίος». Μισώ τα λόγια που έχουν αντίθετη ζωή. Αλλά και ο Χρυσόστομος εμφανίζεται πιο κατηγορηματικός: «τίποτε ψυχρότερο δεν υπάρχει από το δάσκαλο που μόνο με τα λόγια ασχολείται. Κάτι τέτοιο, δεν είναι για δάσκαλο, αλλά για ηθοποιό». Γι’ αυτό, άλλωστε, φρόντιζαν οι Τρεις Ιεράρχες να καθιστούν τον εαυτό τους «πάσι νόμος αρετής». Στη γραμμή του παραδείγματος προς τους μαθητές, ο Γρηγόριος απαιτεί όπως ο δάσκαλος ανανεώνεται συνεχώς. Να μορφώνεται καθημερινά ο ίδιος, και ύστερα να  μορφώνει τους άλλους. Να γεμίζει σοφία και ύστερα να τη μεταδίδει στους άλλους. Ο λόγος του Γρηγορίου είναι τόσο ξεκάθαρος: «καθαρθήναι δει πρώτον, είτα καθάραι∙ σοφισθήναι, και ούτω σοφίσαι∙ γενέσθαι φως, και φωτίσαι∙ εγγίσαι Θεώ και προσαγαγείν άλλους∙ αγιασθήναι και αγιάσαι∙ χειραγωγήσαι μετά χειρών, συμβουλεύσαι μετά συνέσεως».
Σ’ ένα ιερό ξέσπασμά του, ο Χρυσόστομος, αναδεικνύοντας τον μυσταγωγικό χαρακτήρα της Παιδείας, θα υποδείξει ότι «μετάληψις αγιότητος εστι». Σε αντίθεση, βέβαια, με αυτό που διαπιστώνουμε σήμερα. Έχει δίκαιο ο Χρήστος Γιανναράς, όταν επισημαίνει ότι η Παιδεία παρά το τσουνάμι των μεταρρυθμίσεων που εκδηλώνονται στον χώρο της, εξαντλείται φανερά στην άχαρη γυμναστική της διάνοιας με την απομνημόνευση. Θα τονίσει πολύ εύστοχα ότι όσοι κάνουν τους σχεδιασμούς για την Παιδεία, δείχνουν πως δεν τους ενδιαφέρει «η κατά κεφαλή καλλιέργεια, αλλά το κατά κεφαλή εισόδημα». Συνεχίζουμε να εγκληματούμε σε βάρος των νέων ανθρώπων. Ξεκόψαμε τη γνώση από την αληθινή ζωή, τον έρωτα, την ομορφιά. Υποτάξαμε την αγάπη στην αναγκαιότητα και γι’ αυτό αποτύχαμε. Δεν είναι τυχαίο που μεγάλο ποσοστό των νέων μας σήμερα υποφέρουν από κατάθλιψη. Επιβεβαιώνεται απόλυτα αυτό από τελευταίες έρευνες. Τους λείπει απελπιστικά η χαρά της ζωής.  Στις μέρες μας, η Παιδεία έχει δώσει τη θέση της σε μια μονοδιάστατη, γι’ αυτό και άρρωστη, εκπαίδευση. Ζητούμενο πλέον δεν φαίνεται να είναι ο άνθρωπος, αλλά οι ανάγκες της αγοράς. Δεν είναι τυχαία η κρίση και στο οικονομικό πεδίο, η οποία επίσης ταλανίζει ανθρώπους και θεσμούς. Όλο και πιο πολύ συνειδητοποιούμε ότι βρισκόμαστε στην εποχή της απρόσωπης και σαρωτικής παγκοσμιοποίησης, με τα παντοδύναμα οικονομικά και άλλα συμφέροντα των μηχανισμών του ανεξάντλητου κέρδους, να βυσσοδομούν και στον ευαίσθητο χώρο της Παιδείας.
Οι Τρεις Ιεράρχες διακρίνονται και για το άνοιγμα της αντίληψής τους∙ Είχαν θα λέγαμε ευρύτητα πνεύματος. Αυτό φαίνεται και από την θέση τους απέναντι στην «θύραθεν» Παιδεία. Δεν την απορρίπτουν. Απομυζούν το καθαρό χρυσάφι της αλήθειας από την αρχαία ελληνική και σύγχρονη τους σοφία. Γι’ αυτό τεράστια κρίνεται η συμβολή τους στην γόνιμη σύζευξη του Ελληνισμού με την Ορθοδοξία. Την ανάδειξη της ελληνορθόδοξης παράδοσης, ως πνευματικού και πολιτιστικού μεγέθους.
Κοινωνικοί αναμορφωτές
Πραγματικά μεγάλοι, πρωτοποριακοί παιδαγωγοί τα τρία μεγάλα πνευματικά αναστήματα των Ιεραρχών, αναδείχθηκαν και αληθινοί κοινωνικοί εργάτες και αναμορφωτές. Οι κοινωνικές θέσεις τους είναι τόσο σύγχρονες και ριζοσπαστικές, που νομίζει κανείς πως έχουν διατυπωθεί σήμερα, στην πολυτάραχη εποχή που βιώνουμε, ενώ με το ευλογημένο παράδειγμά τους χάραξαν κι εδώ μεγάλες τομές. Κι αυτό το πέτυχαν γιατί ξεχυνόταν ασυγκράτητα από τις καρδιές τους η αγάπη.
Δεν χρησιμοποίησαν την επιστημονική τους κατάρτιση γι’ ατομική προβολή. Αλλά πάντα για να προσφέρουν στον αδελφό τους. Ο Βασίλειος, γιατρός ο ίδιος, ιδρύει τη γνωστή σε όλους μας Βασιλειάδα, μια άφθαστη «πόλη φιλανθρωπίας», ένα απόρθητο κάστρο αγάπης και φιλαλληλίας. Εκεί, λοιπόν, οργανώνει το πρώτο δημόσιο νοσοκομείο, στο οποίο υπάρχουν κατοικίες γιατρών, νοσηλευτών και ειδικές πτέρυγες για λεπρούς και πάσχοντες από επιδημικές ασθένειες. Ο ίδιος, παρότι καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια «έδινε χέρι στους λεπρούς, τους  ασπαζόταν και τους φρόντιζε προσωπικά». Συνιστούσε μάλιστα στους επισκόπους της δικαιοδοσίας του την ίδρυση παρόμοιων με την Βασιλειάδα ιδρυμάτων. Σιγά-σιγά οργάνωσε ένα δίκτυο υπηρεσιών υγείας σ’ όλη τη Μικρά Ασία, μπροστά στο οποίο ωχριούν τα σύγχρονα συστήματα υγείας. Γιατί ακριβώς είχαν ως κινητήρια δύναμη την αγάπη και όχι τους όποιους οικονομικούς δείκτες. Ο Χρυσόστομος που σπούδασε κι αυτός γιατρός, κτίζει πολλά νοσοκομεία στην Κωνσταντινούπολη, στα οποία, όπως και ο Βασίλειος, περιποιείται ο ίδιος τους ασθενείς. Η επιστημονική έρευνα κατέδειξε πως ο Βασίλειος και ο Χρυσόστομος, είναι ουσιαστικά οι εμπνευστές ενός δημόσιου συστήματος υγείας που με την πάροδο του χρόνου απλώνεται σ’ ολόκληρη τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η αγάπη τους δεν εξαντλείται σε θεωρητικές εκκενώσεις, αλλά πρωτίστως στοιχειώνεται σε πράξη ζωής.
Οι Τρεις Ιεράρχες, στηρίζουν με κάθε τρόπο τους φτωχούς, τους κυνηγημένους, τους απροστάτευτους και τους περιθωριοποιημένους ανθρώπους της εποχής τους. Γι’ αυτούς ήταν ξεκάθαρο ότι η περιθωριοποίηση των κοινωνικά αδύνατων δεν συνάδει με το ορθόδοξο ήθος. Κάθε άνθρωπος είναι ανεπανάληπτη προσωπικότητα, γιατί είναι εικόνα του Θεού.
Στο μεγάλο λιμό που έπληξε την περιοχή του, ο Μ. Βασίλειος στηλιτεύει τη δράση των μαυραγοριτών, που θέλουν να πλουτίσουν σε βάρος των λιμοκτονούντων συμπατριωτών τους, οργανώνει συσσίτια για όλο το λαό, προσφέροντας βοήθεια χωρίς καμιά διάκριση σε χριστιανούς, ειδωλολάτρες, ιουδαίους και αιρετικούς, σώζοντας χιλιάδες από βέβαιο θάνατο. Άλλοτε παρακαλώντας και άλλοτε με δυναμικό τρόπο, ζητάει από τους άρχοντες την απαλλαγή των φτωχών από την φορολογία. Οι τρεις Πατέρες πιστεύουν ξεκάθαρα πως η μανία του πλούτου και τα συμφέροντα των ισχυρών ευθύνονται για την κατάντια των κοινωνιών, για την πείνα, την εγκατάλειψη, τους πολέμους. Οι πόλεμοι, γράφει ο Χρυσόστομος «γίνονται από τον έρωτα για τα χρήματα». Ο Βασίλειος διερωτάται «έως πότε θα κυβερνά ο πλούτος που είναι η αιτία του πολέμου;» Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος συμπληρώνοντας τον προβληματισμό του Μ. Βασιλείου, λέει: «μητέρα των πολέμων είναι η πλεονεξία, οι πόλεμοι με τη σειρά τους γεννούν την υψηλή φορολογία, που είναι η καταδίκη των πολιτών».
Ο Χρυσόστομος μόλις ανέρχεται στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κων/λης, πουλάει πολυτελή σκεύη και έπιπλα της αρχιεπισκοπής. Διακόπτει άμεσα τη διοργάνωση επίσημων και πλούσιων δείπνων στο χώρο της, και με τα χρήματα που εξοικονομεί οργανώνει συσσίτια για 7000 φτωχούς καθημερινά. Υποστηρίζει τον καθένα που αδικείται από την πολιτική εξουσία, φτάνοντας στο σημείο να συγκρουστεί και με την ίδια την αυτοκράτειρα, όταν εκείνη καταπατά το κτήμα μιας φτωχής χήρας. Ο ίδιος ζει λιτά και ασκητικά, όπως αρμόζει σ’ ένα ιεράρχη.
Επαναστατικά ήταν τα όσα έλεγαν και για τη θέση της γυναίκας. Σε μια εποχή που η γυναίκα βρισκόταν στο περιθώριο, οι πατέρες αναλαμβάνουν την υπεράσπισή της και αγωνίζονται σθεναρά να της δώσουν τη θέση που της αρμόζει. Είναι γνωστή η άποψη του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, τόσους αιώνες πριν την εποχή μας, όταν στιγμάτιζε την μεροληπτική υπέρ των ανδρών νομοθεσία του κράτους. «Άντρες ήσαν οι νομοθετούντες».
Επίλογος
Με την όλη βιωτή τους, οι Τρεις μέγιστοι φωστήρες της Τρισηλίου Θεότητος, έδειξαν σε όλα τα επίπεδα ότι η αγάπη είναι πιο γλυκιά και από τη ζωή. Δεν μπορεί να υπάρξει ζωή δίχως την αγάπη. Ιδιαίτερα, για τον ευαίσθητο χώρο της Παιδείας, για να είναι πετυχημένη ως μέγεθος ποιοτικό, πρέπει αυτή να μιλά στις ψυχές, να τις κάνει να χαίρονται, να ονειρεύονται, να δημιουργούν. Να είναι, όπως προτείνουν, «δρόμος απελευθέρωσης και όχι διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας».
Αν πραγματικά θέλουμε να τιμήσουμε τους Τρεις Ιεράρχες, δεν πρέπει να περιοριζόμαστε σε μια τυπική γιορτή τους. Απαιτείται πρωτίστως μελέτη του έργου τους, της προσφοράς τους, αλλά κυρίως η μίμηση της στάσης ζωής τους. Την εποχή της παγκοσμιοποίησης και της μετανεωτερικότητας, δίνουν το μήνυμα πως μπορούμε να επιβιώσουμε μιμούμενοι το ήθος και την αγωνιστικότητά τους. Η σύνδεση μας με την παράδοση των Τριών Ιεραρχών και των μεγάλων μορφών του γένους μας, αποτελεί ίσως τη μόνη ελπίδα για τη διατήρηση της ταυτότητάς μας, αλλά συνάμα και αναμόρφωσης όλου του κόσμου. Τέτοιους γενναίους και ασυμβίβαστους ηγέτες χρειαζόμαστε σήμερα. Όσοι αιώνες κι αν έχουν παρέλθει από την εποχή τους, ο λόγος τους παραμένει πάντα θαλερός, επίκαιρος και ζωντανός, ώστε να δροσίζει τις ψυχές και τις διάνοιες των ανθρώπων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου