Τετάρτη 29 Ιουνίου 2022

Ο Πέτρος επιτιμά τον Χριστό! - Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου

Ο Πέτρος επιτιμά τον Χριστό!

«Καὶ προσλαβόμενος αὐτὸν ὁ Πέτρος ἤρξατο ἐπιτιμᾶν αὐτῷ λέγων· Ἵλεώς σοι, Κύριε· οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο» (Ματθ. 16,22)

Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης Αὐγουστίνου Ν. Καντιώτου

Ὁ Ἰησοῦς, ἀγαπητοί μου, μὲ τοὺς δώδεκα μαθητάς του εἶχε ἀπομακρυνθῆ ἀπὸ τὴν ἀγαπημένη του Γαλιλαία. Πήγαιναν πρὸς τὰ Ἰ­ε­ροσόλυμα· πλησίαζε τὸ τέλος… Πεζοπορών­­τας ἔφτασαν στὰ μέρη τῆς πόλεως Καισαρείας τῆς Φιλίππου. Δὲν φαίνεται νὰ μπῆ­καν στὴν πόλι· περιώδευαν τὰ χωριὰ καὶ ἔμεναν στὴν ὕ­παι­θρο. Ἡ περιοχὴ εἶχε βλάστησι· ἀπέναντι ἀντίκρυζαν τὸ ὄρος Ἀερμών, ποὺ τὰ χιόνια σκεπάζουν πάν­τα τὴν κορυφή του. Ὁ ἱερὸς ὅμιλος στάθμευε νὰ ξαποστάσῃ κάτω ἀπὸ δέντρα καὶ ὁ Κύριος τοὺς δίδασκε. Μέσα στὴν ἤρεμη φύσι καὶ στὴν ἡσυχία ποὺ μόνο ὁ κο­ρυδαλλὸς διέκοπτε, ὁ Ἰησοῦς ἔθεσε στοὺς μαθητὰς τὸ ἐρώτημα· «Τίνα με λέγου­σιν οἱ ἄν­θρωποι εἶναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀν­θρώ­­που;». Κι ἀ­φοῦ ἐκεῖνοι εἶπαν τί λέει ὁ κό­σμος, τώρα τοὺς ρωτάει τί φρονοῦν οἱ ἴδιοι γι᾽ αὐ­τόν· «Ὑ­μεῖς δὲ τίνα με λέγετε εἶναι;». Καὶ ὁ Πέτρος ἀ­παν­τᾷ· «Σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος» (Ματθ. 16,13-16).

Ἡ ὁμολογία αὐτή, ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ Πέτρου, ἦταν ἡ σπουδαιότερη ἀπ᾽ ὅ­λες ὅσες ἔκαναν μέχρι τότε μαθηταὶ καὶ ἀ­κροαταὶ τοῦ Ἰησοῦ. Μ᾽ αὐτὴν ὁ Χριστὸς ὁμολο­γεῖται Υἱὸς τοῦ Θεοῦ· ὄχι μὲ τὴ γενικὴ ἔν­νοια μὲ τὴν ὁποία ὅλοι μποροῦν νὰ ὀνομαστοῦν παιδιὰ τοῦ ἐπουρανίου Πατρός, ἀλλὰ μὲ τὴν εἰδικὴ καὶ μοναδικὴ ἔννοια τοῦ φυσικοῦ Υἱοῦ, τοῦ μονογενοῦς Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ.

Ἐδῶ κηρύσσεται ἡ θεότης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀκριβῶς. Καὶ ἄλλοι τὸν ὠνόμασαν «υἱὸν τοῦ Θεοῦ» (βλ. Ματθ. 14,33. Μᾶρκ. 3,11. Λουκ. 4,41. Ἰω. 1,50)· ἐκείνους ὁ Ἰησοῦς δὲν τοὺς μακάρισε, γιατὶ δὲν τὸ ἐννοοῦσαν μὲ τὴν ἀκρίβεια αὐτή. Ὁ Πέτρος ἐννοεῖ, ὅτι εἶνε ὁ Θεὸς ποὺ φόρεσε σάρκα καὶ κατῆλθε γιὰ νὰ σώσῃ τὸ ἀν­θρώπινο γένος ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του. Τὸ λέμε κ᾽ ἐ­μεῖς σήμερα αὐτό, ἀλλὰ οἱ ὁμολογίες μας εἶνε σὰν ἄνθη ἄοσμα καὶ ἄχρωμα· ψυχρὰ τὰ λόγια μας γιατὶ ψυχρὲς εἶνε οἱ καρδιές μας. Τοῦ Πέτρου ἡ ὁμολογία ἦταν σὰν ἀστρα­πὴ ποὺ φώτιζε ὅλο τὸ μυστήριο τοῦ προσώπου τοῦ Ναζωραίου· ἦταν φωτισμὸς ἄνωθεν, ἀποκάλυψις τοῦ οὐρανοῦ. Αὐτὸ βεβαι­ώνει ὁ ἴ­διος ὁ Χριστός, ποὺ τὸν μακαρίζει· καὶ τὴν ὀρ­­­θὴ ὁμολογία του τὴν χαρακτηρίζει ὡς «πέτραν», βράχο ἀκλόνητο πάνω στὸν ὁποῖο θὰ οἰκοδομηθῇ ἡ Ἐκ­κλησία του· «Μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σὰρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ᾽ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐ­πὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκ­κλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐ­­­τῆς» (Ματθ. 16,17-18). Οἱ παπικοὶ παρερμηνεύοντας τὸ ῥητὸ αὐτὸ τοῦ Κυρίου θεμελίωσαν σ᾽ αὐτὸ τὴν περιβόητη θεωρία τους περὶ πρωτείου τοῦ πάπα· ἀλλὰ «ἡ πέτρα» δὲν εἶνε ὁ Πέτρος, εἶνε ἡ πέτρα τῆς πίστεως στὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ.

* * *

Δὲν πέρασε ὅμως μεγάλο διάστημα ἀπὸ τὸν μακαρισμὸ αὐτὸν τοῦ Πέτρου καὶ νά ποὺ ὁ Ἰησοῦς βρίσκεται στὴ δυσάρεστη θέσι νὰ τὸν ἐ­λέγξῃ τώρα δριμύτατα. Ἀπὸ τὸν ἔπαινο στὸν ἔλεγχο. Πῶς; Ἀκοῦστε.
Ὁ Χριστὸς ἀμέσως μετὰ ἀπὸ τὸ ἀνωτέρω περιστατικὸ ἄρχισε νὰ κάνῃ στὰ παιδιά του νύ­ξεις γιὰ τὸν ἐπικείμενο θάνατό του· ὅτι Πρέ­πει νὰ πάω στὰ Ἰεροσόλυμα, κ᾽ ἐκεῖ νὰ πάθω πολλὰ ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς καὶ γραμματεῖς, θὰ θανατωθῶ, καὶ σὲ τρεῖς ἡμέρες θ᾽ ἀ­ναστηθῶ. Οἱ μαθηταί, ποὺ γιὰ τὸν Διδάσκαλο καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό τους ὡραματίζονταν λαμ­πρὸ κοσμι­κὸ –θεοκρατικὸ βέβαια– μέλλον, εἶ­δαν νὰ πέφτῃ ἐπάνω τους ἡ σκιὰ τοῦ θανάτου καὶ ἔφριξαν. Τέτοιο τέλος λοιπὸν θὰ εἶχε ὁ Κύρι­ός τους; Δὲν ἦταν ἀκόμη σὲ θέσι νὰ εἰσ­­δύσουν στὸ μυστήριο τοῦ σταυροῦ. Γι᾽ αὐ­τὸ ὁ Πέτρος, ποὺ ἀπὸ τὸν προηγηθέντα ἔπαινο θὰ εἶχε ἐ­παρ­θῆ καὶ θὰ νόμιζε ὅτι μπορεῖ νὰ γίνῃ καὶ μυστικοσύμβουλος τοῦ Ἰησοῦ, τὸν παίρνει παράμερα καὶ ἀρ­χίζει νὰ τοῦ λέῃ ἐπιτιμητικά· Ὄχι μαρτύριο! «Ἵλεώς σοι, Κύριε (=λυ­πήσου τὸν ἑαυτό σου, Κύριε)· οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο (=νὰ μὴ σοῦ συμβῇ αὐτό)». Θεὸς φυλά­ξοι, δηλαδή, ἐμεῖς δὲν θέλουμε τέτοια. Μὲ ἄλ­λα λόγια ὁ Πέτρος ἀποτρέπει τὸν Ἰησοῦ ἀπὸ τὸ μαρτύριο. Ὁ Ἰησοῦς ἀγανακτεῖ καὶ γυρίζον­­­τας τοῦ λέει λόγια ποὺ μόνο ὅταν ἀπέκρουσε τὸν διάβολο στὴν ἔρημο (βλ. Λουκ. 4,8) ξεστόμισε· «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ (=φύ­γε ἀπὸ ἐμπρός μου, ἀντάρτη)· σκάνδαλόν μου εἶ (=γί­νεσαι ἐμπόδιο στὸ δρόμο μου)· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλ­λὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων» (ἔ.ἀ. 16,22-23).
Ἀπὸ τὴν ἀπόκρουσι τῆς προτάσεως καὶ τὸν ἔ­λεγχο τοῦ Πέτρου πολὺ διδάχθηκαν οἱ μαθη­­ταί, πολὺ διδασκό­μαστε κ᾽ ἐμεῖς. Τί; ὅτι ὁ Ἰ­ησοῦς Χριστὸς εἶχε πόθο νὰ μαρτυρήσῃ χάριν τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου, καὶ πόσο ἀναγ­καῖος γιὰ τὴ σωτηρία μας ἦταν ὁ σταυρός! Γιὰ νὰ τὸ ἐκτιμήσετε αὐτό, ὑποθέστε πρὸς στιγμὴν ὅτι ὁ Ἰησοῦς δεχόταν τὴν ἐπιτίμησι τοῦ Πέτρου καὶ ἄλλαζε φρόνημα. Τί θὰ ἔκανε; Ἀντὶ νὰ πάῃ στὰ Ἰεροσόλυμα θὰ περνοῦσε τὸν Ἰορδάνη, θὰ βάδιζε πρὸς τὴν ἔρημο, ὅ­που θὰ κρυβόταν σὲ κάποια σπηλιὰ ὅ­πως τότε οἱ Ἐσ­σαῖοι, θὰ ἐπιδιδόταν μὲ τοὺς μαθητάς του σὲ ἄσκη­σι, νηστεία, προσευχή, μελέτη τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ. Θὰ ἦ­ταν ἐκεῖ ἥσυχοι καὶ ἀσφαλεῖς· καὶ ἂν τὴ νύχτα ἀκούγονταν τὰ θηρία τῆς ἐρήμου, θὰ ἦταν ὅ­μως μακριὰ ἀπὸ τὰ ἄλλα τὰ πιὸ φοβερὰ θηρία, τοὺς κακοποιοὺς τῶν Ἰεροσολύμων, ποὺ κάτω ἀπὸ ἀρχιερατικὰ ἄμφια καὶ θρησκευτικὰ ἐμβλήματα ἔκρυβαν καρδιὰ λύκου καὶ τίγρεως. Ἐ­κεῖ θὰ περνοῦσε τὴ ζωή του ὁ Ἰησοῦς. Θὰ γερ­νοῦσε λοιπὸν καὶ θὰ πέθαινε ὅπως οἱ πατρι­άρχες τοῦ Ἰσραήλ; τέτοιο γαλήνιο θάνατο θὰ εἶχε;…
Ἂν συνέβαιναν αὐτά, τὸ κήρυγμά του δὲν θὰ εἶχε τ᾽ ἀποτελέσματα ποὺ ἔφερε στὸν κόσμο. Ἐκεῖνο ποὺ εἵλκυσε καὶ ἑλκύει στὸν Ἰησοῦ εἶνε ὁ σταυρός, ἐπάνω στὸν ὁποῖο εἶπε τὸ «Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30). Ὁ σταυρός του ἔγινε ὁ ὑπέρθειος μαγνήτης μὲ τὴ μυστηρι­ώδη ἕλξι, τὸ θυσιαστήριο ὅπου προσφέρθηκε ἡ μοναδικὴ θυσία τοῦ Ἀμνοῦ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ καὶ μόνο ἡ θυσία ἔσωσε τὸν κόσμο. Αὐτὸ εἶνε κάτι τόσο πρα­γματικὸ ὅσο τὸ ὅτι πατοῦμε στὸν φλοιὸ τῆς γῆς καὶ ἀπολαμβάνουμε τὸν ἥλιο. Ἄλλο τὸ ζήτημα ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ κατανοήσουμε πῶς ὁ Θεὸς πάσχει ὑπὲρ ἡ­μῶν· ὡς γεγονὸς πρέπει νὰ τὸ παραδεχθοῦμε καὶ νὰ τὸ πιστεύουμε. Σᾶς ἐρωτῶ· ἐπειδὴ δὲν μποροῦμε νὰ ἐξηγήσουμε πῶς ὁ ἥλιος ἕλκει τὴ Γῆ καὶ τὰ ἄλλα σώματα, ἀρνούμεθα ὅτι ὑ­πάρχει παγκόσμιος ἕλξις; Ὄχι. Ἔτσι καί, ἐπει­δὴ δὲν μποροῦμε μὲ τὸν ἀνθρώπινο λογισμὸ νὰ ἑρμηνεύσουμε τὸ γεγονὸς τῆς διὰ σταυροῦ λυτρώσεως, δὲν πρέπει νὰ ἀρνηθοῦμε τὸ γεγονὸς τῆς σωτηρίας, τῆς μηστηριώδους ἕλξεως ποὺ κέντρο ἔχει τὸ σταυρὸ τοῦ Κυρίου.
Ἀλλὰ δυστυχῶς, ὅσοι σκέπτονται σαρκικά, ὀρθολο­γιστικά, ὑπερήφανα, ἀπέκρουσαν καὶ ἀποκρούουν μέ­χρι τώρα τὴν ἰδέα τοῦ σταυροῦ. Θεὸς νὰ πάσχῃ πάνω σ᾽ ἕνα σταυρό, νά ᾽νε σὲ φρικτὴ ἐλεεινὴ κατάστασι, νὰ ἐμπαίζεται ἀπὸ καθάρματα; Αὐτὸ δὲν συμφωνεῖ μὲ τὴν περὶ παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ ἰδέα τῶν ἀρ­χαίων λαῶν. Γι᾽ αὐτὸ τὸ περὶ Ἐσταυρωμένου κήρυγμα τῶν ἀ­ποστόλων τὸ θεωροῦσαν οἱ μὲν ἰουδαῖοι ὡς ἀ­δυναμία, οἱ δὲ εἰδωλολάτρες ὡς ἀνοησία. Ἐμεῖς ὅμως, λέει ὁ ἀπόστο­λος Παῦλος, «κηρύσσομεν Χριστὸν ἐσταυ­ρω­­μένον, Ἰουδαίοις μὲν σκάνδαλον, Ἕλλησι δὲ μωρίαν, αὐτοῖς δὲ τοῖς κλητοῖς, Ἰουδαίοις τε καὶ Ἕλλησι, Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν» (Α΄ Κορ. 1,23-24).
Ἡ ἰδέα τοῦ σταυροῦ, γράφει διάσημος νεώτερος συγγραφέας, ποὺ προτοῦ νὰ ἔλθῃ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο ἦταν τόσο ἀποκρουστικὴ στὸν Πέτρο καὶ τοὺς ἄλ­λους ἀποστόλους, εἶ­νε καὶ σήμερα ἀποκρουστική, φρικτή, κάτι ἀ­κατανόητο, γιὰ τοὺς λαοὺς τῆς Ἀνατολῆς. Καὶ τὸ Ἰσλὰμ γεννήθηκε ἀπὸ τὸ σκάνδαλο αὐ­τό. Οἱ αἱμοχαρεῖς λαοὶ προτιμοῦν ἕναν Μωάμεθ ποὺ σφάζει μὲ μαχαίρι ἐχθροὺς καὶ τοὺς ὑποτάσσει ἀπὸ ἕνα Χριστὸ ἐσταυρωμένο ποὺ δέχεται ῥαπίσματα, ἐμπτυσμοὺς καὶ ὕβρεις.

* * *

Ἀλλὰ γιὰ ἐμᾶς ποὺ πιστεύουμε ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου εἶνε ὅ,τι τὸ πολυτιμότερο. Ἂς ἀ­κούσουμε τί λέει ὁ ἀθάνατος Χρυσόστομος· «Κανένας λοιπὸν νὰ μὴ ντρέπεται τὸ σεμνὸ σύμβολο τῆς σωτηρίας μας καὶ τὴ ῥίζα τῶν ἀγαθῶν, γιὰ τὸ ὁποῖο καὶ ζοῦμε καὶ ὑπάρχουμε· ἀλλὰ σὰν στεφάνι ἔτσι νὰ περιφέρουμε τὸ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Γιατὶ ὅλα τὰ δικά μας τε­λοῦνται δι᾽ αὐτοῦ. Ἂν πρόκειται νὰ τελεσθῇ βάπτισμα, ὁ σταυ­ρὸς ἔρχεται· ἂν πρόκειται νὰ τραφοῦμε μὲ τὴν μυστικὴ ἐκείνη τροφή (τῆς θείας εὐχαριστίας), ἂν πρόκειται νὰ χειροτονηθῇ κάποιος, ἂν πρόκειται νὰ κάνουμε ὁ,τιδήποτε, παντοῦ παρευρίσκεται τὸ σύμβολο τῆς νίκης μας. Γι᾽ αὐτὸ καὶ πάνω στὸ σπίτι, καὶ πάνω στοὺς τοίχους, καὶ πάνω στὰ παράθυρα, καὶ πάνω στὸ μέτωπο, καὶ πάνω στὴ διάνοια (στὸ μέτωπό μας), τὸν σημειώνουμε μὲ θερμὸ ζῆλο. Γιατὶ αὐτὸ εἶνε τὸ σημάδι τῆς σωτηρίας μας καὶ τῆς ἐλευθερίας τοῦ γένους μας καὶ τῆς ἀγαθότητος τοῦ Κυρίου μας… Καὶ ἂν τὸν σημειώσῃς ἔτσι στὸ πρόσωπό σου, κανένας ἀπὸ τοὺς ἀκάθαρτους δαίμονες δὲν θὰ μπορέσῃ νὰ πλησιάσῃ κοντά σου, γιατὶ βλέπει τὸ μαχαίρι ποὺ τὸν πλήγωσε, βλέπει τὸ σπαθὶ μὲ τὸ ὁποῖο δέχτηκε τὸ καίριο χτύπημα» (ὁμ. ΝΔ΄ εἰς Ματθ.· P.G. 58,537).
Τιμή μας λοιπὸν καὶ δόξα ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου. Ἐν τούτοις ὅμως πολλοὶ λεγόμενοι χριστιανοὶ ντρέπονται σήμερα τὸ σταυρό· καὶ ὁ τρόπος ποὺ κάνουν κάποτε τὸ σταυρό τους δείχνει περιφρόνησι ἢ καὶ ἄρνησι τοῦ Χριστοῦ. Ταλαίπωρε ἄνθρωπε! ὁ Κύριος δὲν ντράπηκε νὰ ἐκτεθῇ γιὰ σένα γυμνὸς ἐπάνω στὸ σταυρό, στὸ ξύλο τῆς καταδίκης, κ᾽ ἐσὺ ντρέπεσαι νὰ σχηματίσῃς ἐπάνω στὸ σῶμα σου τὸ σημεῖο τοῦ σταυ­ροῦ; μὰ τί εἶσαι, φίλος ἢ ἐ­χθρὸς τοῦ σταυροῦ;
Γιὰ νὰ εἶσαι ὅμως φίλος τοῦ σταυροῦ δὲν ἀρκεῖ μόνο νὰ κάνῃς κανονικὰ τὸ σταυρό σου· πρέπει καὶ ἡ σκέψι, ἡ ἰδέα τῆς θυσίας –ποὺ σύμβολό της αἰώνιο εἶνε ὁ σταυρὸς τοῦ Κυρίου– νὰ γίνῃ γιὰ σένα ὄχι ἀ­ποκρουστικὴ ἀλλὰ δεκτὴ καὶ μέρα μὲ τὴ μέρα ὅλο καὶ πιὸ ἀγαπητή. Ὁ Χριστὸς θυσιάστηκε γιὰ σένα, ἐ­σὺ τί θυσιάζεις γιὰ τὸ Χριστό; Γιὰ τὴ δόξα του καὶ τὴν ἐπικράτησι τῆς βασιλείας του δίνεις κάτι; χρήματα, χρόνο, σχέσεις καὶ φιλίες, τιμὲς καὶ ἀξιώματα, καὶ περισσότερο ἀπ᾽ ὅλα τὶς κακίες καὶ τὰ πάθη σου; Ἔχεις ἐ­πι­θυμήσει νὰ δώσῃς μαρτυρία γιὰ τὸ Χριστό; Εἶσαι, ἂν χρειαστῇ, ἕτοιμος γιὰ μαρτύριο, νὰ δώσῃς τὸ αἷμα σου γιὰ Ἐκεῖνον; Τότε ναί, εἶσαι φίλος τοῦ σταυροῦ. Καὶ ἂν θέλῃς νὰ καλλιεργήσῃς αὐτὸ τὸν πόθο τοῦ μαρτυρίου, διάβαζε τοὺς βίους τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων τῆς πίστεώς μας· π.χ. τῶν ἀποστόλων Ἀν­δρέα καὶ Πέτρου, τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ θεοφόρου, τῶν ἁγίων Χρυσάνθου καὶ Δαρείας κ.λπ..
Καὶ κάτι ἀκόμα γιὰ ὅλους καὶ ἰδιαιτέρως ἐ­κείνους ποὺ ἐργάζονται ἱεραποστολικά. Μόλις ὁ ἐργάτης τοῦ Χριστοῦ πάρῃ μιὰ ἀπόφασι ἡρωική, ποὺ ξεπερνάει τὰ πλαίσια ἑνὸς τυπικοῦ χριστιανισμοῦ, ἀμέσως θὰ παρου­σιαστῇ ὁ «Πέτρος» (σὲ εἰσαγωγικά), οἱ σύγχρονοι «Πέ­τροι», ποὺ δὲν τοὺς ἔχει ζωογονήσει ἡ μυστικὴ αὔρα τοῦ σταυ­ροῦ, καὶ θὰ τὸν ἀποτρέπουν νὰ κάνῃ αὐτὸ ποὺ ἀποφάσισε. –Τί ἔ­παθες; θὰ τοῦ ποῦν. Ἐδῶ τόσοι καὶ τόσοι, χωρὶς νὰ ἀρνηθοῦν τὴν ἀποστολή τους, κατορθώνουν νὰ πιάνουν θέσεις καὶ ἀξιώματα στὴν ἐκκλησία καὶ στὴν πολιτεία, κ᾽ ἐσὺ τώρα τὰ ἀρνεῖσαι ὅ­λα αὐτά; τί θέλεις, νὰ πεθάνῃς ἄσημος κ᾽ ἐγ­καταλελειμμένος, κλεισμένος σὲ φυλακὲς ἢ μοναστήρι;… Δὲν νομίζετε, ἀδελφοί μου, ὅτι ὅσοι μιλοῦν ἔτσι λαλοῦν ὅπως λάλησε στὸν Ἰησοῦ ὁ Πέτρος τότε στὰ περίχωρα τῆς Καισαρείας τῆς Φιλίππου;
«Ἵλεώς σοι, Κύριε· οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο», ἀκούγεται καὶ σήμερα σὲ διαφόρους τόνους. Φοβερὴ σατανικὴ φωνή, ποὺ μὲ τὸ στόμα φίλων, συγγενῶν καὶ στενῶν συνεργατῶν θέλει νὰ σὲ ἀποτρέψῃ ἀπὸ τὸ καθῆκον. Ἀλλὰ σὺ ἄκουσε τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεώς σου, ποὺ σὲ καλεῖ νὰ σηκώσῃς τὸ σταυρό, καὶ μὲ θάρρος ἀπάν­τησέ τους· «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· σκάνδαλόν μου εἶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλ­λὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων».
Ὦ ὑποψήφιοι μάρτυρες, ὅσους ὁ Κύριος θὰ δοξά­σῃ μὲ τὴν ὑψίστη τιμὴ νὰ θυσιαστῆτε γιὰ τὸ Ὄνομά του! νοερὰ πέφτω καὶ ἀσπάζομαι τὰ πόδια σας. Γιὰ σᾶς ὁ μέ­γας Βασίλειος εἶπε· «Θνητοὶ πάν­τες ἄνθρωποι, μάρτυ­ρες δὲ ὀλίγοι» (P.G. 31,505B). Καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὁμιλεῖ γιὰ «χάρισμα»· «Ὑμῖν ἐχαρίσθη τὸ ὑ­πὲρ Χρι­στοῦ, οὐ μόνον τὸ εἰς αὐτὸν πιστεύειν, ἀλλὰ καὶ τὸ ὑ­πὲρ αὐτοῦ πάσχειν» (Φιλιπ. 1,29).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου