Κυριακή 21 Αυγούστου 2022

Μυστήρια πράγματα... - π.Θεοδόσιος Μαρτζούχος

Κυριακή Ι' Ματθαίου 

Μυστήρια πράγματα...

π.Θεοδόσιος Μαρτζούχος
 
Τι είναι η ζωή;
Αφορμή για την ταινία: «Dolce vita»;
Ευκαιρία για καταξιωτικές δραστηριότητες;
Δυνατότητα προσωπικής ικανοποίησης;
Παιχνίδι ευκαιριών, συναλλαγών, εκμεταλλεύσεων, και τζογαρίσματος;
Όλα αυτά; Λίγο απ΄ όλα; Τίποτε από αυτά;
Η Ζωή είναι μυστήριο. Αυτό συνειδητοποιεί κανείς όταν παρατηρήσει με περίσκεψη και όχι επιπόλαια αυτά που υπάρχουν και διαδραματίζονται γύρω του. Δεν είναι υπόθεση που κατανοείται ούτε που προσλαμβάνεται γρήγορα. Έχει απρόοπτα και απίθανα. Ηρεμίες και τρικυμίες. Χαρά και θλίψη. Γνώση και απορία.
Ένας πατέρας, στο σημερινό Ευαγγέλιο, με ένα γιό περίεργα άρρωστο, από μια αρρώστια που δεν δείχνει να περιορίζεται και να εξαντλείται μόνο στο σώμα του. Αλλά αυτός ο πατέρας δεν ξέρει πώς να αντιμετωπίσει μια τέτοια αρρώστια και τα «χάνει» όταν ο γιός του πέφτει στην φωτιά και στο νερό. Αυτός ο πατέρας, τι σκέφτεται άραγε για τη ζωή; Οπωσδήποτε προσυπογράφει την τοποθέτηση ότι, η ζωή είναι μυστήριο. Και ότι είμαστε μέσα στο μυστήριο και όχι παρατηρητές του. 
Παρομοίασε κάποιος την κατάστασή μας αυτή, μ’ εκείνη ενός ανθρώπου που ξυπνά ξαφνικά μέσα σ’ ένα τραίνο που ταξιδεύει την νύχτα. Δεν ξέρει από πού ξεκίνησε το τραίνο αυτό, στο οποίο βρέθηκε «τυχαία», ούτε πότε επιβιβάστηκε ούτε προς τα πού κατευθύνεται! Αναρωτιέται γιατί βρίσκεται σ’ αυτό το τραίνο και όχι σ’ ένα άλλο;
Μέσα στο τραίνο υπάρχουν εκείνοι που αρκούνται στην εξέταση του χώρου μέσα στον οποίον κάθονται. Μετρούν τις διαστάσεις των καθισμάτων, παρατηρούν το υλικό κατασκευής και ύστερα… κοιμούνται ήσυχα!! «Γνώρισαν» το περιβάλλον στο οποίο βρέθηκαν και αυτό τους αρκεί. Τα υπόλοιπα δεν είναι, λένε, δική τους δουλειά. Και αν κάποια στιγμή δοκιμάσουν την αγωνία του αγνώστου, θα προσπαθήσουν να την αποφύγουν σκεπτόμενοι κάτι άλλο!
«Δεν γνωρίζω ποιος μ᾿ έβαλε στον κόσμο, ούτε τι είναι ο κόσμος αυτός. Ούτε ξέρω τι είμαι εγώ ο ίδιος. Βλέπω την απεραντοσύνη του σύμπαντος που με περιβάλλει και διερωτώμαι: Γιατί βρίσκομαι σ’ αυτό τον τόπο και όχι κάπου αλλού; Γιατί ζω σήμερα και όχι σε μια εποχή που προηγήθηκε ή θα ακολουθήσει; Όπου και να γυρίσω τα μάτια μου βλέπω το άπειρο, ενώ εγώ είμαι ένα κύτταρο, μια σκιά που διαρκεί μόνο μια στιγμή και χωρίς γυρισμό» (Βλ. Πασκάλ).
«Με πιάνει νύστα στο τιμόνι
 και σταματώ κάτω από τα δέντρα στην άκρη του δρόμου.
Κουλουριάζομαι στο πίσω κάθισμα και κοιμάμαι.
Πόσο; Ώρες… Το σκοτάδι είχε ήδη πέσει.
Ξαφνικά ξυπνώ και δεν αναγνωρίζω τον εαυτό μου.
Εντελώς ξύπνιος, αλλά δεν βοηθά.
Πού είμαι; Ποιος είμαι;»
(Τ. Tranströmer Nobel λογοτεχνίας 2011). 
Οι απορίες των ποιητών και των σοφών διαλευκαίνονται από τον Χριστό, που έχοντας πει «εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή» έχει απαντήσει σ’ αυτό το οδυνηρό «Ποιος είμαι;» Άλλωστε γι’ αυτό έγινε άνθρωπος, για να διαφύγουμε εμείς από τον κίνδυνο της ασάφειας ενός έξυπνου η εξυπνακίστικου αγνωστικισμού, που αιχμαλωτίζει καρδιές και μυαλά «μες στον υπνόσακο των ορατών» (Ν. Καρούζος) και που φοβάται να μιλήσει για τον Σατανά, προσπαθώντας να εξαντλήσει ερμηνευτικά τα συμπτώματα, στο νευροψυχολογικό κύκλο της βιολογικής ύπαρξης του ανθρώπου! 
Ο Χριστός ελευθερώνει από την καταδυναστεία του Σατανά τον άρρωστο νεαρό και διδάσκει τους μαθητές: α. για την απιστία· β. για την πίστη ως κόκκο σινάπεως που μεταθέτει βουνά· και γ. για την προσευχή και την νηστεία που διώχνουν διαβόλους.
Στο πρώτο θέμα της απιστίας, και πάλι ο μέγας Πασκάλ έρχεται να μας σφυρίξει στο αυτί: «Αν θέλετε να πειστείτε για την αλήθεια του Θεού, διακόψτε κάθε σχέση με την αμαρτία και αύριο θα έχετε ακλόνητη πίστη». Η δυσκολία για διακοπή σχέσεων με την αμαρτία, κάνει δύσκολη και την εμπιστοσύνη στον Χριστό, γιατί κλεινόμαστε στην αυτολατρεία μας, το… υλικό κίνησης της οποίας είναι η αμαρτία.
Στο δεύτερο θέμα, της αλλαγής δεδομένων δια της πίστεως που μετακινεί βουνά, οι σημερινοί άνθρωποι προτιμούν «αντί να μετακινούν τα βουνά με την προσευχή, να τα μετακινούν με τον δυναμίτη». Δεν θέλουν να σκεφτούν ότι ο Χριστός κανένα βουνό δεν μετακίνησε, γιατί το θέμα του δεν ήταν ο δεσμευτικός εντυπωσιασμός, αλλά ο κόπος μιας σχέσεως, που έχει αγώνα του την αφανή στα μάτια των άλλων απόκτηση πίστης-εμπιστοσύνης! Δηλαδή να μη βραχυκυκλώνεται ο άνθρωπος με τον ίδιο τον εαυτό του! Αλλά να σκάβει εντός του για να υπάρξει χώρος για την υποδοχή της πίστης! Τα υλικά βουνά τα ισοπεδώνουμε με δυναμίτη, τα βουνά των θεμάτων-προβλημάτων της ζωής μας μόνον με την πίστη μπορούμε να τα «ισοπεδώσουμε». Αυτό μας λέει με τον λόγο του ο Χριστός, όχι την χρήση ή μη των τεχνικών δυνατοτήτων.
Τέλος στο τρίτο θέμα, το σκανδαλιστικότερο, δηλαδή στο «πώς φεύγει από κοντά σου ο διάβολος» ο Χριστός εισάγει κριτήριο ποιοτικής συγγένειας, το οποίο δημιουργεί συνθήκες εγγύτητας ή απόστασης (…εκπορεύονται). Ο διάβολος φεύγει με την προσευχή και την νηστεία, λέει.
Δηλαδή; 
Αν αγαπάς και θέλεις να είσαι μαζί και κοντά στον αγαπημένο και απ’ αυτή τη διάθεση προσεύχεσαι (η προσευχή δεν είναι θρησκευτικό καθήκον, αλλά έκφραση υλοποίησης μιας αγάπης «κραταιάς ως ο θάνατος»), τότε μοιάζεις με Αυτόν που είναι αγάπη και σιγά σιγά συγγενεύεις και γίνεσαι οικείος του και σου είναι το σπίτι Του η φυσική «κατοικία».
Αν νηστεύεις, δηλαδή αν κάνεις θυσία τις επιθυμίες σου χάριν Αυτού που αγαπάς, και ελευθερώνεσαι μ᾿ αυτόν τον τρόπο από τον «όμορφο πύργο-φυλακή» του εαυτού σου, τότε σιγά-σιγά Του μοιάζεις και δέχεσαι την λύση του δράματος της ανθρώπινης ζωής, δια του Μυστηρίου του Σταυρού Του.
Όταν αυτά τα δύο συντρέξουν, τότε ο άνθρωπος αποχτά συγγένεια «με το γένος του Θεού» και εξ αυτής της συγγένειας ο διάβολος απομακρύνεται, μη αντέχοντας την αγάπη και την θυσία, όπως ενοχλείται καθένας από μας όταν ζει σε «ψυχολογική προβολή» αυτό που επιθυμεί ή αποφεύγει.
Σ᾿ εμάς μένει να διακόψουμε κάθε σχέση με την αμαρτία («η αγάπη μιας μικρής αμαρτίας είναι η πιο μεγάλη αμαρτία») ώστε η πίστη μας να μας «παραδίδει στην αγάπη και στην εμπιστοσύνη στον Θεό, και εξ αυτών να «φεύγει από κοντά μας κάθε δαιμονική ανάσα».
Με αγάπη και ευχές
π. Θεοδόσιος
 


Ι’ ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Σεληνιαζομένου νέου
Ἐκ τοῦ κατά Ματθαῖον
(Κεφ. ιζ’, 14-23)
 
Τόν καιρό ἐκεῖνο πλησίασε τόν Ἰησοῦ ἕνας ἄνθρωπος, γονάτισε μπρο­στά του καί τοῦ εἶπε:
- Κύριε, λυπήσου τό παιδί μου, σεληνιάζεται καί ὑποφέρει φοβε­ρά. Πολλές φορές ὁρμάει στή φωτιά καί ἄλλοτε στό νερό. Τόν ἔφερα στούς μαθητές σου, μά δέν μπόρεσαν νά τόν θεραπεύσουν.
Ἀπάντησε ὁ Ἰησοῦς:
- Ὤ γενεά ἄπιστη καί διεστραμμένη. Μέχρι πότε θά εἶμαι μαζί σας; Μέχρι πότε θά σᾶς ἀνέχoμαι; Φέρτε τόν μου ἐδῶ.
Καί ἐπιτίμησε ὁ Ἰησοῦς τό δαιμόνιο καί βγῆκε ἀπό αὐτόν, καί ὁ νεαρός ἔγινε αὐτοστιγμεί καλά.
Τότε πῆγαν στόν Ἰησοῦ οἱ μαθητές του κατ’ ἰδίαν καί τόν ρώτησαν:
- Γιατί ἐμεῖς δέν μπορέσαμε νά βγάλουμε τό δαιμόνιο;
Τούς ἀπάντησε ὁ Ἰησοῦς:
- Ἐξ αἰτίας τῆς ἀπιστίας σας. Ἀλήθεια σᾶς λέω· ἄν ἔχετε πίστη ἴση με ἕνα ἐλάχιστο σπόρο, θά πεῖτε σ᾿ αὐτό τό βουνό· «πήγαινε ἀπό ἐδῶ ἐκεῖ»· καί θά πάει, καί τίποτε δέν θά σᾶς εἶναι ἀδύνατο. Τά δαιμόνια ὅμως αὐτά δέν βγαίνουν παρά μόνο μέ προ­σευχή καί νηστεία.
Ἐνῶ δέ ἀκόμη βρίσκονταν στήν Γαλιλαία, τούς εἶπε ὁ Ἰησοῦς:
- Ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου πρόκειται νά παραδοθῆ σέ χέρια ἀνθρώ­πων, καί θά τόν θανατώσουν, ἀλλά τήν τρίτη ἡμέρα θά ἀναστηθῆ.-
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου