Κυριακή 21 Αυγούστου 2022

Έχεις το Χριστό; Μη φοβάσαι! - Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Κυριακὴ Ι΄ Ματθαίου (Ματθ. 17,14-23)

Έχεις το Χριστό; Μη φοβάσαι!

Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο εὐαγγέλιο (Ματθ. 17,14-23). Τί μᾶς λέει;
Μᾶς ὁμιλεῖ γιὰ ἕναν ἄρρωστο. Ποιός ἦταν ἄρρωστος; Ἕνα παιδί, παιδὶ μονάκριβο. Ὅ­ταν τό ᾽πιανε τὸ κακό, ἡ ἀρρώστια, τὸ πρόσω­πό του ἀγρίευε, τὰ μάτια του κοκκίνιζαν, τὰ δόν­τια του ἔτριζαν, τὸ στό­μα του ἄφριζε. Κ᾽ ἔβγαζε φωνὲς ἄγριες, τέτοιες ποὺ ὅποιος ἄ­κουγε θὰ νό­μιζε πὼς οὐρλιάζουν λύκοι καὶ τσακάλια στὸ βουνό. Καὶ τὸ ἀκόμα χειρότερο, ἔ­πεφτε κάτω, σπαρ­ταροῦσε σὰν τὸ ψάρι· ἄλ­λοτε στὸ νερὸ κι ἄλ­λοτε στὴ φωτιά, καὶ ἂν δὲν βρισκόταν ἐκεῖ κά­ποιος νὰ τὸν πιάσῃ, κινδύνευε νὰ καῇ ἢ νὰ πνι­γῇ. Δυστυχία· μιὰ φορὰ δυστυχισμένο τὸ παιδί, ἑκατὸ φορὲς δυστυχισμένοι οἱ γονεῖς.
–Μὰ τί ἀσθένεια ἦταν αὐτὴ ποὺ βασάνιζε τὸ παιδὶ τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου;

Ἂν μποροῦσε νὰ τὸ πάρῃ στὴν ἀγκαλιὰ ὁ πατέρας, νὰ τὸ πάῃ σ᾽ ἕνα σημερινὸ γιατρὸ ἢ νο­σοκομεῖο καὶ τὸ ἐξέταζαν, θὰ ἔβλεπαν ὅτι σω­ματικῶς δὲν ἔχει τίποτα. Καὶ ἡ καρδιά, καὶ τὰ νεφρά, καὶ τὰ πνευμόνια, καὶ τὰ νεῦρα, ὅλο τὸ κορμί του ἦταν καλά. Τί εἶχε τότε; Ἔμ, αὐτὸ λέει τὸ εὐαγγέλιο. Μακάρι νὰ ἦταν ἀρ­ρώ­στια σωματική· ὑπάρχει κάτι ἄλλο χειρό­τερο. Ποιό δηλαδή, ποιό εἶνε τὸ χειρότερο; Ὅτι τὸ παι­δὶ αὐτὸ εἶχε δαιμόνιο, ἦταν δαιμονισμένο.

* * *

–Δαιμόνιο; Μπᾶ, θὰ ποῦνε τώρα κάποιοι, ἄ­κου ᾽κεῖ· μᾶς μιλᾷς ἐσὺ σήμερα γιὰ δαιμόνια;…
Μακάρι, ἀδέρφια μου, νὰ μὴν ὑπῆρχαν δαιμό­νια· καὶ ὅμως ὑπάρχουν. Εἶνε κανεὶς ποὺ ἀμ­φι­βάλλει ὅτι ὑπάρχει νύχτα; ὅταν βασιλέψῃ ὁ ἥ­λιος κ᾽ἔρθῃ τὸ βράδυ, βεβαιώνεται ὅτι ὑπάρχει νύχτα. Ὅπως λοιπὸν εἶνε βέβαιο ὅτι ὑ­πάρχει νύ­χτα καὶ στὰ βουνὰ γυρίζουν λύκοι καὶ τσακά­λια, ἔτσι εἶνε βέβαιο ὅτι ὑπάρχουν καὶ δαιμόνια.
Τί εἶνε τὰ δαιμόνια; Ὅπως διδάσκει ἡ Γραφή, ἦταν κάποτε ἄγγελοι φωτεινοί, τάγμα ὁλό­κληρο μὲ ἀρχηγὸ τὸν Ἑωσφόρο. Αὐτός, ποὺ ἦ­­­­ταν ὁ πρῶτος ἄγγελος, ἀρχάγγελος, κάποια στιγμὴ ὑπερηφανεύτηκε, δέχτηκε τὴ σκέψι ὅ­­τι μπορεῖ νὰ γίνῃ ἀνώτερος ἀπὸ τὸ Θεό, νὰ στήσῃ τὸ θρόνο του πάνω ἀπὸ τὰ ἄστρα, νὰ εἶνε αὐτὸς παραπάνω ἀπὸ τὸ Θεό. Τί κακὸ πρᾶγμα ἡ ὑπερηφάνεια! Ὁ διάβολος δὲν ἔκανε ἄλλες ἁμαρτίες, ἔκανε μία, τὴ χειρότερη ἀπ᾽ ὅλες· κι αὐτὴ εἶνε ἡ ὑπερηφάνεια.
Τί τοῦ προκάλεσε ἡ ὑπερηφάνεια; Γκρέμισε τὸν Ἑωσφόρο ἀπὸ τὸ ὕψος του καὶ τὸν ἔ­­κανε διάβολο· καὶ μαζὶ μ᾽ αὐτὸν ἔγιναν σκοτει­­νοὶ δαίμονες καὶ ὅσοι ἄγγελοι τὸν ἀκολού­θησαν. Αὐτὰ λέει ἡ Γραφὴ μὲ γλῶσσα ἀλληγο­ρική (βλ. Ἠσ. 14,12-15. Ἰεζ. 28,2-17) καὶ πραγματική (βλ. Λουκ. 10,18), κι ὅ­τι ἀπὸ τότε ὁ διάβολος ἔχει μῖσος· μισεῖ τὸ Θεό, μισεῖ καὶ τὸ δημιούργημά του, τὸν ἄνθρωπο ποὺ θέλει νὰ ζήσῃ κοντὰ στὸ Θεό, καὶ προσπα­θεῖ νὰ τὸν χωρίσῃ ἀπὸ αὐτόν (βλ. Ματθ. 13,39. Λουκ. 8,12).
Εἶνε ἄγριος. Δὲν ἡσυχάζει οὔτε μέρα οὔ­τε νύχτα. Πασχίζει νὰ παρασύρῃ τὸν ἄν­θρωπο στὴν ἁμαρτία καὶ τὴν πλάνη. Δὲν εἶνε φαντασία. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος τὸν παρομοιάζει μὲ τὸ λιον­­τάρι, ποὺ πεινασμένο μουγ­κρίζει τὴ νύχτα καὶ τὰ μικρὰ ζῷα τρέμουν καὶ κρύβονται· ἔτσι, λέει ὁ Πέτρος, καὶ ὁ σατανᾶς ἀπειλεῖ τὸν κό­­σμο. «Ὁ ἀντίδικος ὑ­μῶν (=ὁ ἐχθρός σας ὁ) διά­βολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ (=κυκλο­φορεῖ σὰν λιοντάρι ποὺ μουγκρίζει) ζητῶν τίνα κατα­πίῃ (=ψάχνοντας ποιόν θὰ βρῇ νὰ καταπιῇ)» (Α΄ Πέτρ. 5,8).
Εἶνε φθονερός. Στὸν βίο τοῦ ἁγίου Ἀντωνί­ου λέει, ὅτι στὴν ἔρημο τὸν καταδίωξαν τὰ δαι­­μόνια – δὲν εἶνε παραμύθια αὐτά, εἶνε γεγο­νότα. Μιὰ νύχτα ὁ σατανᾶς ἔκανε σεισμὸ στὸ κελλί του, ἀλλὰ ὁ ἅγιος μὲ τὸν τίμιο σταυ­ρὸ καὶ τὴν προσευχή του ἔδεσε τὸν διάβολο. –Δὲν σ᾽ ἀφήνω, τοῦ εἶπε, ἂν δὲν μοῦ πῇς τί κάνε­τε σεῖς οἱ δαίμονες. –Δὲν καθό­μαστε καθόλου. Πηγαί­νουμε παντοῦ, στὰ σπί­τια τὰ φτω­χὰ καὶ στὰ παλάτια. Ἂν δοῦμε ἀν­τρόγυνο ἀγαπημένο, βά­ζουμε τὰ δυνατά μας νὰ τὸ χωρίσουμε…
Τίποτ᾽ ἄλλο, πράγματι, δὲν εὐχαριστεῖ τόσο τὸν διάβολο ὅσο τὸ νὰ δῇ ἀντρόγυνο νὰ χωρί­ζῃ. Προχθὲς ἦρθε στὴ μητρόπολι ἕνα ζευγάρι· δέκα χρόνια ἀγαπημένοι, μὲ τέσσερα παι­δάκια χαριτωμένα, καὶ ξαφνικὰ ζητᾶνε διαζύγιο. Οὔτε κι αὐτοὶ καταλαβαίνουν γιατί. Εἶ­νε ὁ σατανᾶς στὸ μέσον. Ὁ Χριστὸς ἑνώνει, ὁ σα­τανᾶς χωρίζει, μὲ διάφορες ἀφορμές. Μεγά­λη ἁμαρτία. Προτιμότερο νὰ γκρεμίσῃς μιὰ ἐκ­κλη­σιὰ παρὰ νὰ διαλύσῃς ἕνα γάμο. Σικάγο γίναμε. Ἀλλ᾽ ἂς γυρίσουμε στὸν ἅγιο Ἀντώνιο νὰ δοῦμε, τί τοῦ ἀπεκάλυπτε ὁ διάβολος·
… Στὰ σπίτια χωρίζουμε τ᾽ ἀντρόγυνα, στὰ σχολειὰ δὲν ἀφήνουμε τὰ παιδιὰ νὰ μάθουν γράμματα, στὰ δι­καστήρια βάζουμε τοὺς μάρτυρες νὰ παίρνουν ψεύτικο ὅρκο καὶ πᾶνε ἀ­θῷοι στὴ φυλακὴ καὶ κακοῦργοι βγαίνουν ἔξω, στὴν ἀγορὰ μὲ τὰ παζάρια τοὺς δείχνουμε πῶς νὰ γελᾶνε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο· μαθαίνουμε ἄλ­λους νὰ κλέβουν, ἄλλους νὰ λένε ψέματα, ἄλ­λους νὰ βλαστημᾶνε τὰ θεῖα, ἄλλους νὰ πορ­νεύουν, ἄλλους νὰ μοιχεύουν, ἄλλους νὰ κάνουν διάφορα ἐγκλήματα καὶ σκοτωμούς. Νά, αὐτὴ εἶνε ἡ δουλειά μας· εἴμαστε πολὺ ἀ­πασχο­λημένοι… Αὐτὰ ἔλεγε ὁ διάβολος τρόπον τινὰ ἐξομολογούμενος στὸν ἅγιο Ἀντώνιο.
Εἶνε λοιπὸν φοβερὸς ὁ διάβολος, ἀλλὰ σὲ ποιούς; σ᾽ αὐτοὺς ποὺ δὲν πιστεύουν. Σ᾽ αὐ­τοὺς ποὺ πιστεύουν ξέρετε τί εἶνε ὁ σα­τανᾶς; Εἶνε ἕνα λιον­τάρι ποὺ τοῦ ξερρίζωσαν τὰ δόν­τια, τοῦ ἔβγαλαν τὰ νύχια καὶ τοῦ ᾽κοψαν τὴν οὐρά· δὲν μπορεῖ νὰ κάνῃ τίποτα. Ποιός τὸν ἀ­φώπλισε καὶ τὸν νίκησε; Ὁ Χριστός. Λοιπὸν ἔ­χεις ἐσὺ τὸ Χριστό; Μὴ φοβᾶσαι! Ὁ σατανᾶς εἶνε φοβερὸς καὶ κυριαρχεῖ – ποῦ; σὲ σπίτια ποὺ δὲν καίει καντήλι, σὲ σχολειὰ ποὺ δὲν κάνουν σταυρό, σὲ δικαστήρια ποὺ βα­σιλεύει τὸ ψέμα, σὲ ἀγορὲς ποὺ ἐπικρατεῖ ἡ κλεψιά… Ὅ­που λείπει ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἰσχωρεῖ ὁ διάβολος καὶ ἀναστατώνει τὰ πάντα.

* * *

Τὸ συμπέρασμα, ἀδελφοί μου. Καμμιά σχέσι μὲ τὸ διάβολο! Ἀρρώστησε τὸ παιδί; Μὴν τὸ πᾷς στὸ μάγο. Ἀκόμα καὶ ἂν ὑποτεθῇ ὅτι αὐ­τὸς μπορεῖ νὰ τὸ θεραπεύ­σῃ –ποὺ δὲν ἔχει τέτοια δύνα­μι–, χίλιες φο­ρὲς νὰ μεί­νῃ τὸ παιδί μας ἄρ­ρωστο ἢ καὶ νὰ πεθάνῃ, παρὰ νὰ τὸ κά­νῃ «καλὰ» ὁ μάγος· γιατὶ παιδί, ποὺ θὰ ζή­σῃ μὲ τὴ μαγεία, παραχωρεῖ ἔδαφος καὶ δικαι­ώμα­τα στὸν ἐχθρό· μεθαύριο θὰ κυριαρχή­­σῃ πάνω του ὁ διάβολος καὶ θὰ σὲ σκοτώ­σῃ. Μακριά ἀπὸ μάγια καὶ μάγους λοιπόν. Ἀρ­ρώστησε τὸ παιδί; Φέρ᾽ το στὴν Ἐκκλησία. Ἕ­νας εἶ­νε ὁ μεγάλος γιατρός, ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Παλαιότερα δὲν ὑ­πῆρχαν γιατροί, κλινικές, φάρμακα· ὑπῆρχε ὅμως πίστι στὸ Θεό. Τώρα ἔχουμε στὴ διάθεσί μας πολλὲς δυνατότητες, πολλὲς ὑπηρεσίες τῆς ἐπιστήμης καὶ πολλὲς ἀνέσεις τῆς ζωῆς. Ἀλλὰ τότε, ποὺ ζοῦ­σαν φτωχικά, μέσα στὶς καλῦ­βες κατοικοῦσαν ἄγγελοι, ἐνῷ τώρα στὰ πολυτελῆ διαμερίσματα καὶ τὶς πολυκατοικίες κατοικοῦν δαίμονες. Τότε στὶς καλῦβες εἶχαν πίστι στὸ Θεό, κι ὅταν ἀρρώσταιναν οἱ ἴδιοι ἢ τὸ παιδί τους ἢ τὸ ζῷο τους, κατέφευγαν στὴν Ἐκκλησιὰ μὲ πίστι, γονάτιζαν καὶ ἔκλαιγαν. Πίστευαν ὅσο δὲν πιστεύουν τώρα οὔτε παπᾶδες καὶ δεσποτάδες –ἀδυνάτισε ἡ πίστι– καὶ μὲ τὴν πίστι τους ἔκαναν θαύματα καὶ σῴζονταν.
Ἔτσι καὶ τὸ ἄρρωστο παιδὶ τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου, ποὺ κανείς ἄλλος δὲν μπόρεσε νὰ τὸ θεραπεύσῃ, τὸ θεράπευσε ὁ Χριστός. Πῶς; Ὅταν ὁ πατέρας ἔπεσε στὰ πόδια του καὶ εἶπε «Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱ­όν…» (Ματθ. 17,15). Τὸ λέμε κ᾽ ἐμεῖς τὸ «Κύριε, ἐλέησον», ἀλ­λὰ πῶς τὸ λέμε· ἄψυχα, ψυχρά, μπούζι.
Ἕνα θὰ πῶ ἀκόμη καὶ τελειώνω. Πῆγαν ἀ­πὸ τὴν Ἑλλάδα μερικοὶ δημοσιογράφοι σ᾽ ἕνα ἄθεο κράτος. Οἱ κυβερνῶντες ἐ­κεῖ ἦ­ταν ἄπιστοι, ἀλλὰ ὁ λαὸς εἶχε πίστι, πίστι ποὺ εὔκολα δὲν συν­αντᾷ κανεὶς ἀλλοῦ. Μπῆκαν στὸ μητροπο­λιτικὸ ναὸ τῆς πρωτευούσης καὶ τί εἶ­­δαν· πλῆ­θος γυναῖκες, παιδιὰ καὶ ἄντρες. Μι­κροὶ – μεγάλοι, στέκονταν ὅλοι ὄρθιοι, καὶ δὲν ἀκουγόταν τσιμουδιά, λὲς κ᾽ ἦταν νεκροταφεῖο· ἄκρα ἡσυχία μέσ᾽ στὸ ναό. Ὅταν περνοῦσε τὸ Εὐαγγέλιο στὴ μικρὰ εἴσοδο κι ὅταν περνοῦσαν τὰ ἅγια στὴ μεγάλη εἴσοδο, οἱ πιστοὶ γονάτιζαν· ὅταν θύμιαζε ὁ παπᾶς, ἔσκυβαν τὸ κεφάλι. Τὸ «Πάτερ ἡμῶν» καὶ τὸ «Πιστεύω» τό ᾽λεγαν ὅλοι μὲ μιὰ φωνή. Τὸ σταυρό τους, ὅταν ἄκουγαν τὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος, τῆς Παναγίας καὶ τῶν ἁγίων, δὲν τὸν ἔκαναν βιαστικὰ σὰν παιχνίδι ὅπως κάνουν πολλοὶ ἐδῶ, ἀλλὰ ἤρεμα, σιγά, κανονικά. Ἦ­ταν φανερὸ ὅτι λατρεύουν μὲ πίστι.
Ἐμεῖς ἐδῶ; Μπὲς στοὺς ναούς μας νὰ δῇς. Οὔτε τὸ σταυρό τους κάνουν σωστά· λὲς καὶ παίζουν μαντολίνο. Ἐνῷ ἡ πίστι μας εἶνε ζων­τανή, ποῦ καταντήσαμε! Πιστεύεις; ἔλα στὴν ἐκ­κλησιά· δὲν πιστεύεις; πήγαινε ὅπου θέ᾽ς.
Μένετε πιστοὶ στὸ Χριστό, ἀδέρφια μου, ἁ­γνοὶ καὶ ἀ­μόλυντοι στὴ ζωή σας. Φράξτε τ᾽ αὐ­τιά σας καὶ μὴν ἀκοῦτε τὶς φωνὲς τῆς ἀπιστίας. Κρατῆστε ψηλὰ τὶς καρδιές, ὅπως οἱ πρόγονοί μας. Παρακαλεῖτε τὸν Κύριο νὰ μᾶς σῴ­ζῃ διὰ τῆς Παναγίας Θεοτόκου. Καὶ νὰ εἶ­στε βέβαιοι, ὅτι ὁ Θεὸς θὰ μᾶς σκεπάζῃ καὶ θὰ μᾶς φυλάττῃ ἐκ παντὸς κακοῦ· ἀμήν.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου