Σάββατο 17 Ιουνίου 2023

Πού είσαι νιότη πού λεγες πως θα γινόμουν άλλος… - π. Βασίλειος Θερμός

Πού είσαι νιότη πού λεγες πως θα γινόμουν άλλος…

π. Βασίλειος Θερμός


Πριν από κάποια χρόνια δημοσίευσα ένα μικρό κείμενο για τις υποκειμενικές προϋποθέσεις του θεολογούντος («Ποιος είναι αυτός που θεολογεί;». Νέα Ευθύνη, τ. 15, 2013, σ. 48-50. Δημοσιεύθηκε και στο βιβλίο μου «Μουσικές για την ψυχή και τον κόσμο»). Με το σημείωμα ετούτο θα ήθελα να επιχειρήσω μια επισκόπηση της ελλαδικής θεολογικής πραγματικότητας, σε συνάρτηση μάλιστα με τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις.

Έχει από πολλούς επισημανθή πως η περίφημη θεολογική αναγέννηση της δεκαετίας 60 και 70 εκφυλίσθηκε συν τω χρόνω. Τήν απήγαγαν ο μοναστικός νεοευσεβισμός και ο εκκλησιαστικός ιεραρχισμός. Και όχι μόνο τήν απήγαγαν αλλά τήν μετέτρεψαν και σε γενίτσαρο! Και εγένετο η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης, αφού τώρα οι δύο αυτές διαστροφές αυτοδοξάζονται ως δήθεν Ορθόδοξες!

Γνωστές οι αναλύσεις, δεν θα τίς επαναλάβω. Αυτό που θέλω να επισημάνω εδώ είναι δύο πράγματα: α) πως οι αλλοιώσεις αυτές εγγράφονται μέσα σε ένα γενικότερο ρεύμα συμφεροντολογίας, β) πως η θεολογικά αναγεννητική σκέψη δεν εξέλιπε εντελώς, αλλά επιβιώνει σε μεμονωμένους ασφυκτιώντες.

Θα σταθώ κυρίως στο πρώτο. Στην ανατολή της η αναγεννητική (και εν πολλοίς ανατρεπτική) θεολογική σκέψη συνοδευόταν από το θάμβος της έκπληξης και από την ανιδιοτέλεια της ανακάλυψης. Ήταν η εποχή κατά την οποία, στην παράλληλη κοσμική ιστορία των ιδεών, επικρατούσαν ιδεολογίες που μάχονταν για το καλό της ανθρωπότητας, όπως τουλάχιστον τό αντιλαμβάνονταν αυτές, στόχο για τον οποίο πρόθυμα στρατεύονταν ζωές. Η ώσμωση είναι προφανής.

Μάς διαφεύγει, λοιπόν, πως η φθορά των λαμπερών θεολογικών ανακαλύψεων άρχισε να λαμβάνει χώρα σε μια εποχή κατά την οποία ως εκκοσμικευμένο ανάλογο άρχισε να εμφανίζεται το συμφέρον. Η δεκαετία του 90 και οι επόμενες συνοδεύθηκαν από την εισβολή του λιφστάιλ, του εύκολου πλουτισμού, της καριέρας, της επίδειξης. Η βαθμιαία εισβολή του διαδικτύου κορύφωσε την ιδιοτέλεια: οι χρήστες μέθυσαν από τις άφθονες δυνατότητες άμεσης και εκτεταμένης επιδραστικότητας, ενώ ο πόλεμος των εντυπώσεων αντικατέστησε την ανταλλαγή των ιδεών.

Δεν φαίνεται να έχουν συλλάβει επαρκώς ο θεολογικός και ο εκκλησιαστικός χώρος την εμβέλεια και τον αντίκτυπο τον οποίο οι κοινωνικές εξελίξεις έχουν επάνω του. Στο συγκεκριμένο ζήτημα η πορεία αλλοτρίωσης της θεολογικής αναγέννησης σημαδεύτηκε από έναν παράλληλο θρασύ σφετερισμό ιδεών στην κοσμική σφαίρα, όπως «σοσιαλισμός», «ελευθερία», «άτομο», «δικαιώματα» κτλ. Αντίστοιχα, οι όροι τους οποίους το θεολογικό και εκκλησιαστικό σύστημα ιδιοποιήθηκε και μόλυνε ήταν «παράδοση», «επίσκοπος», «ιεραρχία», «υπακοή» κ.ο.κ. Εν ολίγοις, μέσα στην ατμόσφαιρα ενός επελαύνοντος μετανεωτερικού ατομικισμού, η στρέβλωση της θεολογικής αναγέννησης επιχειρήθηκε ακριβώς για να εξυπηρετήσει ατομικές ή συλλογικές ατζέντες.

Έτσι φθάσαμε γεροντάδες (με ή χωρίς εισαγωγικά) να ζητούν παράλογη υποταγή, μοναστήρια να αρνούνται κατηγορηματικά κάθε λειτουργική ανανέωση, εφημέριοι να εκμεταλλεύονται σεξουαλικά γυναίκες ή και άνδρες, επίσκοποι να αποκλείουν κάθε άλλη φωνή στο όνομα μιας συνοδικότητας η οποία δεν λειτουργεί. Επιπλέον, και πανεπιστημιακοί μπήκαν στον χορό, αναπαράγοντας ταχύτατα (και, το χειρότερο, ανώδυνα!) υψηλές θεολογικές ορολογίες και σπουδαίους Πατέρες, για να δημιουργήσουν τελικώς άνευρα και ανούσια πονήματα.

Πίσω απ’ όλα αυτά δεν βρίσκεται τίποτε άλλο παρά μόνο ιδιωτικές στοχεύσεις. Μοναστήρια θέλουν να αυξήσουν τους μοναχούς τους ή τις μοναχές τους, πνευματικοί θέλουν να αναβαθμίσουν την φήμη τους, αρχιμανδρίτες θέλουν να γίνουν επίσκοποι, μητροπολίτες θέλουν να γίνουν αρχιεπίσκοποι, θεολόγοι θέλουν να εκλεγούν στις θεολογικές σχολές, πανεπιστημιακοί θέλουν να εξελιχθούν ή να αποκτήσουν κύκλο επιρροής. Όλα αυτά ασεβώντας μέχρι ιεροσυλίας, επικαλούμενοι θεολογικόμορφο λόγο. Αγωνιά κανείς, κοιτάζοντας γύρω του, να βρει κάποιον, όχι χωρίς προσωπική ατζέντα (αυτό είναι κάτι θεμιτό), αλλά κάποιον που να μην διαμορφώνεται ο δημόσιος λόγος του από την ατομική του ιδιοτέλεια

Η θεολογική αναγέννηση μάς έμαθε –πολύ σωστά– να εντοπίζουμε και να καταδικάζουμε τον εθνικισμό, τον βυζαντινισμό, την κληρικοκρατία, τον πλατωνίζοντα ιδεαλισμό, τον ηθικισμό, τον νομικισμό και άλλα κατάλοιπα της ιστορικής μας φθοράς. Δεν ασχολήθηκε, όμως, να προτρέψει σε αγάπη, σε ταπείνωση, σε ανιδιοτέλεια. Και καλά έκανε: υπήρχε το Ευαγγέλιο γι’ αυτά. Όποιος ήθελε ας τό εμπιστευόταν και ας τό ακολουθούσε…

Οι πρωτεργάτες της θεολογικής αναγέννησης δεν μπορούσαν να προβλέψουν την μεταχείριση που θα υφίστατο αργότερα, αλλά και να μπορούσαν δεν είχαν την δύναμη να αποτρέψουν την κακοποίησή της. Ακόμη περισσότερο: όσοι ίδρωσαν και μάτωσαν για να αντλήσουν από το χρυσωρυχείο της Θεολογίας τους αγνοημένους θησαυρούς, οπωσδήποτε έκαναν και λάθη στην ερμηνεία τους, είχαν ως άνθρωποι τα «κολλήματά» τους, υπέπεσαν σε μονομέρειες – όμως διέθεταν ένα κοινό χαρακτηριστικό. Αγωνίστηκαν για την αγνή χαρά της θεολογικής αποκάλυψης και χάρηκαν την απελευθέρωση από τα δεσμά της αδιόρατης κακοδοξίας που είχε διαπεράσει ολόκληρο το είναι της Ορθοδοξίας. Αντίθετα (και τό γράφω με πολλή θλίψη αυτό) σήμερα κατάντησε σπάνιο να συναντήσεις έναν κληρικό ή θεολόγο ο οποίος να χρησιμοποιεί τις θεολογικές αλήθειες άδολα!

Μέσα στο κλίμα αυτό εμφανίσθηκε και η «Νίκη»! Όσοι διατηρούμε κάποια θεολογικά κριτήρια επικρίνουμε τις θεοκρατικές της αφέλειες, και ορθώς πράξαμε. Αν δοκιμάζαμε, όμως, να εξετάσουμε το φαινόμενο μέσα από όσα προηγήθηκαν παραπάνω; Μήπως τότε θα διακρίναμε στα στελέχη της και στους ψηφοφόρους της μιαν οιονεί εκδίκηση της ανιδιοτέλειας;

Τείνω να καταλήξω σε αυτή την θεώρηση. 

Το πρόγραμμα αυτού του κόμματος, εννοείται, δεν αντέχει στα κριτήρια μιας υγιούς Θεολογίας. Άγκυρες ενδοκοσμικές ψάχνει. Ψυχολογική καταπράϋνση επιζητεί, απέναντι σε ένα άγχος το οποίο εκλύει η τρελή πορεία του περιβάλλοντος κόσμου. Και ως αγχολυτικά χρησιμοποιεί την Πατρίδα, την Θρησκεία, την Οικογένεια…

Αλλά (και εδώ βρίσκεται μια σημαντική παράμετρος) οι ψηφοφόροι του δεν τό επιλέγουν με κριτήριο την τσέπη τους! Όσοι εκφράζουν την προτίμησή τους στη «Νίκη» δεν τό πράττουν με κριτήριο την οικονομία, όπως κατά κανόνα συμβαίνει στην χώρα μας όπου οι πελατειακές σχέσεις διέθεταν την δύναμη να εξαγοράζουν ολόκληρες επαγγελματικές τάξεις. Κίνητρο της ψήφου υπέρ της «Νίκης» είναι τα ιδανικά!

Έτσι σημαντική μερίδα των πιστών συμπολιτών μας, μελών του εκκλησιαστικού σώματος, πραγματοποιούν την υπέρβασή τους (σε σύγκριση με τα μέχρι τώρα πολιτικά αντανακλαστικά). Δηλώνουν έμπρακτα προς κάθε κατεύθυνση ότι «ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος». Προτάσσουν την ιδιότητα του πιστού και του Έλληνα απέναντι σε αυτήν του εργαζόμενου και του φορολογούμενου.

Πριν τούς κατηγορήσουμε ας προσπαθήσουμε να μπούμε για λίγο στη θέση τους. Η πλειονότητα βιώνουν επώδυνο αδιέξοδο. Κοιτούν γύρω τους και βλέπουν αρχιμανδρίτες να πασχίζουν να εκλεγούν επίσκοποι, τον μητροπολίτη τους να νοιάζεται μόνο για φιέστες και στολές, τους εφημερίους να ανεβάζουν διαρκώς φωτογραφίες και βίντεο από τις δραστηριότητές τους, ακόμη και τις πιο στοιχειώδεις. Παράλληλα, μαθαίνουν για τα σκάνδαλα των Θεολογικών Σχολών, ενώ ακούν κηρύγματα παιδαριώδη και συμβουλές τερατώδεις από εκείνους που φοίτησαν σε αυτές.

Εύλογα μάς ενοχλεί ο αντιδυτικισμός των συντηρητικών πιστών. Όμως υπάρχουν και πιστοί οι οποίοι πιστεύουν σε γόνιμο διάλογο Ορθοδοξίας και Δυτικού πολιτισμού, αλλά δεν οργανώνονται. Προφανώς και οι πιστοί δεν εξαντλούνται σε όσους βρίζουν και κραυγάζουν με τα πληκτρολόγιά τους, αλλά οι συνετοί απαξιώνουν να καταθέσουν μαρτυρία στο διαδίκτυο. Είναι που σωπαίνουν οι μετριοπαθείς, γι’ αυτό αναλαμβάνουν την εκπροσώπηση της Εκκλησίας οι φανατικοί!

Προς όσους θεολόγους και κληρικούς ενοχλούνται από τη «Νίκη» και τους ομοφρονούντες της, ένα έχω να πω. Συμπάσχω μαζί τους, με τη διαφορά ότι δεν τήν θεωρώ κόμμα. Πρόκειται για κίνημα. Ένα κίνημα για το οποίο την κύρια ευθύνη φέρουν οι μεγαλοσχήμονες κληρικοί και οι καριερίστες θεολόγοι. Τό δημιούργησαν όσοι θεολογούν με «πέτρινη καρδιά» και όσοι ευλογούν με το μυαλό αλλού. Πονάω κι εγώ που δημιουργήθηκε, όπως επίσης θρηνώ που κοιτάζω γύρω μου και δυσκολεύομαι να ανακαλύψω άδολους μαθητές του Χριστού…


Ο πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Θερμός είναι ψυχίατρος παιδιών και εφήβων, Καθηγητής της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών.

Το εικαστικό θέμα αποτελεί έργο άγνωστου καλλιτέχνη με τίτλο «On the Road to Emmaus» (Στο δρόμο για τη Εμμαούς).

 Πηγή: Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Να αγιάσει το στόμα σας! Πιο εύστοχα δεν θα μπορούσατε να το είχατε τοποθετήσει! Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν για τις διαψευσθείσες ελπίδες που γέννησε η θεολογική ανανέωση και το ρεύμα των "Νεοορθοδόξων" των δεκαετιών 1960-1990. Ενώ η συμβολή του στην πνευματική ζωή του τόπου και της Ορθόδοξης θεολογίας υπήρξε στις απαρχές της σημαντική και αναμφισβήτη, δυστυχώς είτε εξώκειλε σε έναν νέο δογματισμό (αποθέωση της "Παράδοσης" του "Ελληνικού πνεύματος" σε συνδυασμό με αντιδυτικισμό και απόρριψη του ορθού λόγου), είτε εκφυλίστηκε σε σχολαστική ακαδημαϊκή ενασχόληση με σκοπό την κατάληψη θέσεων. Κάποιοι επιφανείς εκπρόσωποι του ρεύματος κατάντησαν να υποστηρίζουν τη ρωσική "αντίσταση στη Δύση" (δηλ τον ιμπεριαλισμό και φονταμενταλισμό της Μόσχας), ενώ άλλοι έφτασαν να γίνουν φανατικοί συνωμοσιολόγοι και αντιεμβολιαστές. Ευτυχώς υπήρξαν και κάποιοι που κατάφεραν διατηρήσουν την διανοητική τους ακεραιότητα και κριτική ικανότητα. Ο Δημήτρης Τριανταφυλλίδης έχει μια εύστοχη ανάλυση πάνω στο ίδιο ακριβώς θέμα:
https://www.liberal.gr/d-triantafyllidis/makry-taxidi-toy-koinotismoy-mesa-sti-nyhta

Θα μπορούσε κανείς να χαράξει μια χαλαρή αναλογία μεταξύ του ρεύματος των Νεοορθοδόξων και της "γενιάς του Πολυτεχνείου", που ενώ γέννησε τόσες ελπίδες για την πολιτική ανανέωση της ελληνικής κοινωνίας, οι περισσότεροι εκπρόσωποί της κατέληξαν να μας απογοητεύσουν με τον χειρότερο τρόπο. Εξάλλου υπήρξε μια προσπάθεια γόνιμης συνάντησης μεταξύ των δύο ρευμάτων στις αρχές της δεκαετίας του 80, που όμως γρήγορα ξεφούσκωσε.

Όσον αφορά την ανιδιοτέλεια των οπαδών της "Νίκης", υπάρχει κι εδώ μια αναλογία με την ανιδιοτέλεια των "παλαιοημερολογιτών" της ελληνικής Αριστεράς, στους οποίους πράγματι αξίζει να αναγνωριστούν πολλές φορές αγνά κίνητρα, ιδεαλιστικά ιδανικά αλλά και δογματική τύφλωση. (Ίσως δεν είναι τυχαία η σύγκλιση Χριστιανών φονταμενταλιστών και ιδεοληπτικών αριστερών σε πολλά θέματα, όπως ο αντιδυτικισμός, το φλερτ με αυταρχικά καθεστώτα και η δυσανεξία στην κριτική σκέψη.)

Γιάννης Ιωαννίδης είπε...

Πού βρίσκεται η ανιδιοτέλεια; Στο να "μπούμε επιτέλους και εμείς στην Βουλή" και άρα να αρχίσει ο δρόμος για να μπορέσουμε κάποτε να συμμετάσχουμε και στην νομή της εξουσίας;

Ανώνυμος είπε...

Η ανιδιοτέλεια βρίσκεται στο να συμμετέχεις στη νομή της εξουσίας, προσφέροντας έργο στο κοινωνικό σύνολο καί όχι στον εαυτό σου καί εμποδίζοντας, το κατά δύναμιν, την αντιχριστιανική νομοθεσία.

Δημήτρης Σταύρου είπε...

Δεν με αναπαύει το κείμενο. Μιλάει για γεροντάδες που ζητούν παράλογη υπακοή κι έχω την εντύπωση ότι δεν το λέει μόνο για κάποιους ακραίους, αλλά ότι γενικά δεν του αρέσει ο μοναχισμός και η υπακοή που καλλιεργείται στα μοναστήρια. Μιλάει για ιερείς που εκμεταλλεύονται σεξουαλικά άνδρες και γυναίκες. Αλήθεια; Πού είναι όλοι αυτοί; Δεν νομίζω ότι υπάρχει αντιστοιχία μεταξύ του βιώματος του κόσμου για τους γεροντάδες και τους ιερείς με τη γενίκευση που κάνει ο γράφων. Μήπως αναφέρεται στον παποπροτεσταντισμό; Δε λέω ότι δεν υπάρχουν μεμονωμένες περιπτώσεις. Πάντως δεν θυμάμαι κανέναν από τους πρόσφατους Αγίους μας να μιλάει έτσι όπως μιλάει αυτός. Όσο για τη Νίκη, εντάξει την ''ισοπέδωσε'' σε δύο σειρές. Διακριτικά ειρωνευόμενος ερμήνευσε και τα κίνητρα των ''κακόμοιρων'' ψηφοφόρων της που έχουν μπερδέψει την πίστη με την ιδιότητα τους ως φορολογούμενοι και εργαζόμενοι και ''νομίζουν ότι κάνουν την υπέρβαση''. Δόξα τω Θεώ ο απλός κόσμος με τη χάρη του Θεού, έχοντας πολύ λιγότερη απ’ αυτού του είδους τη «μόρφωση» γνωρίζει να διακρίνει τους πολύξερους από τους γνωστικούς. Ότι «τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη».