Πρόκειται για ένα από τα τελευταία περιστατικά του
«Βίου» του Ανδρέα, που πραγματοποιήθηκε, κατά τη διάρκεια μιας παννυχίδας στο ναό των Βλαχερνών.
Στη νότια πλευρά του ναού των Βλαχερνών υπήρχε το
παρεκκλήσιο της αγίας Σορού, όπου φυλάσσονταν η Εσθήτα, ο Πέπλος και μέρος της
Ζώνης της Θεοτόκου*.
Όταν ο αυτοκράτορας Λέων ο Α΄ (457-474) επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα, τοποθέτησε εκεί την άρραφη εσθήτα και τα λοιπά άμφια της Θεοτόκου. Γι΄ αυτό στο παρεκκλήσι της αγ. Σορού κάθε Σάββατο ετελείτο αγρυπνία. Σε μια, λοιπόν, τέτοια αγρυπνία, την οποία παρακολουθούν ο Ανδρέας και ο μαθητής του Επιφάνιος, εμφανίζεται η Θεοτόκος ανάμεσα σε πλήθος αγίων και αγγέλων. Είναι, πράγματι, ένα «όραμα», άλλωστε ο Ανδρέας, κατά το βιογράφο του, υπήρξε μέτοχος πολλών «οραμάτων», το οποίον ο Νικηφόρος μας διηγείται και έχει ως εξής: «Αϋπνου δοξολογίας ποτέ επιτελουμένης εν τη αγία σορώ τη ούση εν Βλαχερναίς,
Και τούτων ορώντων, κλίνουσα τα γόνατα αυτής, επί πολλήν ώραν προσηύχετο, δάκρυσι
ραίνουσα το θεοειδές αυτής και άχραντον πρόσωπον. Μετά δε το προσεύξασθαι,
προσήν επί το θυσιαστήριον, δεομένη εκείσε υπέρ του περιεστώτος λαού. Ότε ουν
απηύξατο, το μαφόριον αυτής, όπερ επί
της παναχράντου αυτής κορυφής έφερεν, ως είδος υπάρχον, και αποτυλίξασα εξ
αυτής τη ωραία σεμνότητι ταις παναχράνταις χερσίν αυτής λαβούσα, μέγα και
φοβερόν υπάρχον, επάνω παντός του εκείσε
εστώτος λαού διεπέτασεν· όπερ επί ικανάς ώρας εώρων οι θαυμάσιοι υπεράνω
του λαού εκτεταμένον και αυγάζον δόξαν Κυρίου ως ήλεκτρον. Μέχρις ουν ην εκεί η
υπεραγία Θεοτόκος, εβλέπετο κακείνο· μετά δε το αναχωρήσαι αυτήν, ουκέτι
τεθέατο· πάντως γαρ ήρεν αυτό μεθ΄ εαυτής, την
δε χάριν αφήκεν τοις ούσιν εκεί…». (Magne, P.G. 111, 848-849).
Το παραπάνω γεγονός σε σύντομη παράφραση μας λέει: «Ο όσιος Ανδρέας, συνοδευόμενος από τον φίλο του Επιφάνιο, παρακολουθούσε την αγρυπνία που ετελείτο στο παρεκκλήσιο της αγίας Σορού στη μονή των Βλαχερνών. Γύρω στις τρεις το πρωί η Παναγία συμπαραστατουμένη δεξιά και αριστερά από τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, διέσχισε τον νάρθηκα ακολουθούμενη από το πλήθος ψαλλόντων αγίων. Ο Ανδρέας γύρισε προς τον Επιφάνιο: «Βλέπεις την Δέσποινά μας, την Παντάνασσα», τον ρώτησε. – «Ναι, πάτερ την βλέπω».
Η Θεοτόκος γονάτισε μπροστά στην Ωραία Πύλη και
προσευχήθηκε για πολύ «ποτίζοντας το
θείο Πρόσωπό της με δάκρυα». Προχωρώντας εν συνεχεία προς το θυσιαστήριο
προσευχήθηκε και πάλι για τον λαό.
Τέλος, γυρνώντας προς τους πιστούς έβγαλε το μαφόριό της* που σκέπαζε το κεφάλι της και το άπλωσε πάνω
από το εκκλησίασμα. Άστραφτε σαν αστραπή και δεν χάθηκε παρά πολλές ώρες
αργότερα, αφ΄ ότου έφυγε η Παναγία». (Από το βιβλίο της Ειρήνης Γκοραίνωφ «Οι
δια Χριστόν σαλοί», Εκδ. «ΤΗΝΟΣ» Αθήναι 1993, σελ. 4-49).
Στο όραμα αυτό του Ανδρέα, όπως είναι γνωστό,
στηρίζεται η γιορτή της αγ. Σκέπης, που η Εκκλησία γιορτάζει την 1η
Οκτωβρίου.
Ως γιορτή πρέπει να καθιερώθηκε περίπου στα μισά
του 10ου αι., μετά από τη διάσωση της Πόλης από κάποια πολιορκία,
όπου αποδόθηκε στη Θεοτόκο. Μετά τη
διάδοση του Χριστιανισμού στη Ρωσία και πιθανότατα στις αρχές του 11ου
αι. πρέπει να πέρασε και η γιορτή της αγ. Σκέπης, η οποία έγινε γνωστή με το
όνομα Ρόστον και στη συνέχεια έλαβε και εθνικές διαστάσεις. Ίσως, πρώτα να
πέρασε στη Ρωσία από την Κωνσταντινούπολη, ως προφορική παράδοση, αφού ο «Βίος»
του Ανδρέα δεν πρέπει να μεταφράστηκε στη σλαβική γλώσσα και να έγινε γνωστός
στη Ρωσία νωρίτερα από τον 13ο αιώνα. Ο διαπρεπής βυζαντινολόγος Andre Gralez προσπάθησε να αποδείξει ότι το «προκρώφ»
(μαφόριον) της Θεοτόκου, το τόσον προσφιλές στη Ρωσία, υπήρξε βυζαντινή γιορτή
με βυζαντινές εικόνες, πρότυπα των περίφημων ρωσικών εικόνων της αγ. Σκέπης»3.
Έτσι, όπως φαίνεται από τις διάφορες πηγές, πρέπει
να υπήρχε στην Κωνσταντινούπολη μια ισχυρή προφορική παράδοση για τον Ανδρέα το
σαλό, η οποία διαδόθηκε και στη Ρωσία, πριν μεταφραστεί στα σλαβικά η βιογραφία
του, αφού ο όσιος Ανδρέας ήταν «τω γένει Σκύθης», σύμφωνα με τον βιογράφο του.
Ρωσικές πηγές ισχυρίζονται ότι το όραμα του Ανδρέα
και του Επιφανίου έλαβε χώρα το 911, την εποχή της συνθήκης μεταξύ της
βυζαντινής αυτοκρατορίας και της προγκίπισσας Όλγας του Κιέβου, η οποία πριν
από 4 χρόνια, σύμφωνα με το ρωσικό χρονικό, είχε επιτεθεί στην
Κωνσταντινούπολη. Ακολουθώντας τη συνθήκη της ειρήνης πολιτιστικές ανταλλαγές
μαζί με το εμπόριο και διπλωματικές σχέσεις αναπτύχθηκαν μεταξύ Κιέβου και
Βυζαντίου.
Έτσι, ένα από τα «αγαθά» που μεταφέρθηκαν στο Κίεβο από τους απεσταλμένους της Όλγας
ήταν και η ιστορία του πατριώτη τους Σλάβου, Ανδρέα του σαλού4.
«Η πραγμάτευσις περί της εορτής ταύτης (δηλ. της
αγ. Σκέπης) εγένετο εις ειδικήν μελέτην υπό του διαπρεπούς αγιολόγου Σεργίου,
Αρχιεπισκόπου Βλαδιμήρου (1598), εν συνδυασμώ προς τον βίον του Αγ. Ανδρέου του δια Χριστόν σαλού. Ο
Σέργιος δι΄ εμπεριστατωμένης αναλύσεωςτου βίου τούτου απέδειξεν ότι η εν τω ναώ
των Βλαχερνών εμφάνισις εν οράματι της Θεοτόκου εις τον Άγ. Ανδρέαν και του
συνοδού του Επιφάνιου εγένετο πιθανώς κατά το β΄ τέταρτον του 10ου
αι. μικρόν προ της κοιμήσεως του Αγ. Ανδρέα (936). Κατά τας αρχάς ή περί το
τέλος του ΙΒ΄ αι. η Θεομητορική αύτη εορτή εθεσπίσθη και εν Ρωσία υπό το όνομα
«ποκρώφ»5.
Η βιογραφία του αγ. Ανδρέα ήδη από τον 13ο
αι. έχει μεταφραστεί στα σλαβικά και επομένως ήταν πολύ γνωστή στους Ρώσους.
Είναι η πρώτη βιογραφία σαλού αγίου στη Ρωσία και γι΄ αυτό δίκαια ο ρωσικός
λαός τον τίμησε ιδιαίτερα και θεωρήθηκε πνευματικός διδάσκαλος των «Yurodivi» (σαλών). Ο L. Ruden παρατηρεί: «Δεν ξέρουμε πως ο βίος του Ανδρέα σαλού έγινε δεκτός, όταν
πρωτοεμφανίστηκε, ξέρουμε μόνον πως ήταν επιτυχής στη μακριά του πορεία. Καθώς
ο καιρός περνούσε, ο Ανδρέας και η διδασκαλία του έγιναν πολύ δημοφιλείς,
ιδιαίτερα στη Ρωσία, όπου απέκτησε πολλούς μιμητές»6. Γι αυτό ο Ανδρέας ενώ ζει
την παράξενη ζωή του στην Κωνσταντινούπολη, για τους ρώσους θεωρείται ένας
δικός τους άγιος.
Αν όμως «η Ρωσία δεν μπορεί να διεκδικήσει την
καταγωγή ή την αποκλειστικότητα αυτής της «μανίας»… έγινε η χώρα της
προτιμήσεως αυτού του τρόπου άσκησης… Η «μανία» για το Χριστό ήταν πυκνό
φαινόμενο στη Ρωσία. Οι σαλοί ήσαν πολυάριθμοι και δημοφιλείς, παρά οπουδήποτε
αλλού»7.
Πρόδρομος της σαλότητας στη Ρωσία παραμένει ο
όσιος Ανδρέας ο «δια Χριστόν» σαλός, «τω γένει Σκύθης», που έζησε τον 9ο
αιώνα στην Κωνσταντινούπολη.
Στο «Βίο» του Ανδρέα, που συγγραφέας του είναι ο
σύγχρονός του Νικηφόρος, ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στο «όραμα» του Ανδρέα στο
Ναό των Βλαχερνών, που σ΄ αυτό στηρίζεται και η γιορτή της Αγίας Σκέπης. Είναι
μια γιορτή που τιμάται σ΄ ολόκληρη την Ορθόδοξη Εκκλησία, στη Ρωσία, όμως, έχει
πάρει όχι μόνο θρησκευτικές, αλλά και εθνικές διαστάσεις την 1η
Οκτωβρίου που γιορταζόταν με τη
συμμετοχή ακόμη και του Τσάρου.
Πολλές είναι οι απεικονίσεις της αγ. Σκέπης σε
πολλούς ναούς, που τιμώνται στη μνήμη αυτού του γεγονότος. Εικόνες βυζαντινές,
«πρότυπα των περίφημων ρωσικών εικόνων». Εικονίζουν: Στο βάθος τη μονή των
Βλαχερνών με τον Κύριο ανάμεσα σε δύο αγγέλους. Στο κέντρο η Θεοτόκος, που
κρατάει το μαφόριο – σκέπη της, απλωμένο στο λαό, δεξιά και αριστερά πλήθος
αγίων. Και στο κάτω μέρος της εικόνας ο σαλός αγ. Ανδρέας και ο μαθητής του
Επιφάνιος, που είδαν αυτό το «όραμα».
Πολλοί ναοί έχουν ανεγερθεί «επ΄ ονόματι» της Αγ.
Σκέπης. Ρωσία, Άγ. Όρος και σλαβικές χώρες πολλούς και μεγαλοπρεπείς ναούς
έχουν ανεγείρει. Αλλά και στην Ελλάδα, όπως στην Αθήνα, Έδεσσα, Καλαμάτα,
Πάτρα, πιθανόν και σε άλλες πόλεις, υπάρχουν αντίστοιχοι ναοί.
Στα «Δίπτυχα» της Εκκλησίας της Ελλάδος
περιλαμβάνεται στις 28 Οκτωβρίου, ως «ευχαριστήριος εορτή της Αγίας Σκέπης της
Υπεραγίας Θεοτόκου» επί τη εθνική εορτή των Νικητηρίων του 1940.



Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου