ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ
Κατά το «εκ βαθέων» του Καθηγητή Γ. Γαλίτη, «είμαι ευτυχής που έζησα εις την γενεάν Τρεμπέλα, και υπήρξα μαθητής του», μάλιστα στην τελευταία Ακαδημαϊκή τετραετία του -1953-1957- μα και θήτευσα στον ευλογημένο χώρο της πνευματικής διακονίας του. Διό, παρότι δε διαθέτω «κάλαμον γραμματέως οξυγράφου … εξερεύξεται η καρδία μου λόγον αγαθόν» για μια μορφή, που τη σφραγίζει άριστα ο Ψαλμικός στίχος: «Εξεχύθη χάρις εν χείλεσί σου. Δια τούτο ευλόγησέ σε ο Θεός». Για τον άνδρα, που και τώρα, όπως τότε θωρώ να ξεπροβάλει στο πεζοδρόμιο του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου ψηλός, ευθυτενής στα εβδομήντα του, πληθωρικός, επιβλητικός, βλέμμα αετίσιο, απλός στην αμφίεση, πλην γοητευτικός με το λευκό του υπογένειο και τη μαύρη ρεπούμπλικα, στοιχεία που του έδιναν άλλη χάρη.
«Ο
πρύτανις των ορθοδόξων θεολόγων», όπως τον χαρακτήρισε ο Οικουμενικός
Πατριάρχης Αθηναγόρας, «ο κορυφαίος
διδάχος της Ελληνικής Ορθοδοξίας στον 20ο αιώνα», αυτό το ενεργό ηφαίστειο ζέοντος λόγου
Χριστού ως τα βαθιά γηρατειά,-γεννήθηκε το 1886 στη Στεμνίτσα, ένα χωριό
σκαρφαλωμένο 1100 μέτρα ψηλά, σε μια ελατόπνοη πλαγιά της ορεινής
Γορτυνίας. Και, νεογέννητος τάχτηκε από τον πατέρα του στη Μεγαλοσπηλιώτισσα
Παναγιά, ως ευχαριστία για την ελευθέρωση της μητέρας του από τις πολύωρες
επίτοκες ωδίνες. «Επί Σε, ω Πανύμνητε Μήτερ, επερρίφθην εκ κοιλίας μητρός μου»,
είναι η ιδιόγραφη σημείωσή του πίσω από φωτογραφία του πατρικού του σπιτιού.
Δύσκολη η γέννα του δεύτερου από τους έξι καρπούς της αγάπης του ευλογημένου
ζεύγους Νικολάου και Μαρίας Τρεμπέλα, αγία όμως αυτή η αναφορά ! Και βηματισμός
προς το, «ο αφορίσας με εκ κοιλίας μητρός μου» του μακάριου Απ. Παύλου κάποια
στιγμή. Τότε που, μόλις δωδεκάχρονος
έρχεται στην Πάτρα για Γυμνασιακές σπουδές, και η Αγάπη του Θεού τον φυτεύει
στον ανθοβολώνα του Αρχιεπίσκοπου Πατρών και Ηλείας Ιερόθεου Μητρόπουλου, που
με ένα επιτελείο λαμπρών κληρικών-Αρχιμανδρίτες, Πολύκαρπος Συνοδινός,
Πανάρετος Δουλιγέρης, Ηλίας Βλαχόπουλος, Ευσέβιος Ματθόπουλος… -προωθούσε ένα
πρωτοποριακό για τα τότε και ευρύ πνευματικό και κοινωνικό έργο.
Εδώ, τον ελκύει πνευματικά
ο Ηλίας Βλαχόπουλος, «το αηδόνι του άμβωνα». «Έλαβον, γράφει, από
τοιούτον φλογερόν γέροντα τας πρώτας σοβαράς ενισχύσεις αι από βρέφους φυσικαί
της ψυχής μου ροπαί, και εδέχοντο συγκεκριμένην μορφήν τα τέως ακαθόριστα και
ομιχλώδη όνειρά μου». Όχι λιγότερο, η μορφή του Ιεράρχη, ο οποίος δεν αργεί να
διακρίνει στο πρόσωπό του τον πολλά υποσχόμενο μελλοντικό συνεργάτη. «Η
επίδρασίς του… εις την ψυχήν μου, υπήρξεν οριστική. Ο Σεπτέμβριος του έτους
1903 με κατηρίθμει εις τους φοιτητάς της Θεολογικής Σχολής». Το παράδοξο εδώ
είναι ότι, ο ταπεινός ως το κόκαλο, ο ακάματος, και αφιλοκερδής σποριάς του
θείου λόγου πανελλήνια, ο π. Ευσέβιος Ματθόπουλος, «δεν του ’κανε εντύπωση.
Όπως μας διηγείτο ο ίδιος, γράφει ο Ν. Βασιλειάδης, «τον θεώρησα χωριατόπαπα
ολίγων γνώσεων».
*******
Πλην, σ’ αυτόν ο Θεός θα χαρίσει τη χαρά και
τιμή της δια βίου συνεργασίας τους ! Μιας συνεργασίας που θα κυοφορηθεί στα
τέσσερα χρόνια των Θεολογικών σπουδών του στην Αθήνα, όπου οι συναντήσεις και
συζητήσεις με τον «χωριατόπαπα ολίγων γνώσεων» θα γίνουν πυκνές, και δε θ’
αργήσουν να τον πείσουν, ότι εδώ γεννιέται κάτι άλλο, ένα όραμα με δημιουργική
προοπτική. Αλλιώς δεν εξηγείται, πώς το 1907, νεόκοπος
Θεολόγος Μαϊων είκοσι ενός, στην αντίπερα ηλικιακή όχθη από τον παρά δύο εξήντα
χρονών Ευσέβιο Ματθόπουλο, ανταποκρίνεται παρευθύς στην πρόσκλησή του ν’
αρχίσουν αποστολικό φωτισμό του λαού του Θεού, συν-ιδρύοντας με
πέντε ακόμα, την Αδελφότητα Θεολόγων «Ζωή»
! Αλλά και πώς, ο πολυτάλαντος, πλην «και ορμητικός και δυσκολοπειθάρχητος» αυτός νέος ασκείται στην
ταπείνωση, «στο ύψος του έσχατου βάθους», με τέτοια υπακοή σ’ αυτόν, που ως
γράφει ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, «εξεδύθη τον παλαιόν
άνθρωπον».
Γιατί, ο άλλοτε υποτακτικός του Μεγαλοσπηλιώτη
Ιερομόναχου Ιγνάτιου Λαμπρόπουλου, «μεγάλου κήρυκα, και μοναδικού ξαγορευτή σ’
όλο το Μωριά» -Κ. Μπαστιάς- πολύπειρος πνευματικός τώρα, επειγόμενος να
«εκβάλει» στον «αγρό του θερισμού» εργάτες καταρτισμένους χριστιανικά, επαρκείς
θεολογικά, δοσμένους στη διακονία της Εκκλησίας με ταπείνωση, διακρίνοντας την
ηφεστειακή δυναμική των χαρισμάτων του, οργανώνει την πνευματική του πορεία
ασκητικά και ρεαλιστικά. Ευλογεί να εργαστεί συγγραφικά, μα και ορίζει γι αυτόν
τον αδηφάγο της γνώσης, κανόνα αυστηρό. Να μην πάει στην Εσπερία για σπουδές.
Να φέρνει για διόρθωση τα δοκίμιά του ξανά και ξανά. Να διαβάζει για καιρό μόνο
«Αόρατο πόλεμο». Παρότι ο βασικός συντάκτης του φύλλου της «Ζωής», να μην
αναγράφεται το όνομά του. Να μεταφέρει κυλώντας το από τέρμα Ιπποκράτους ως το
σιδηροδρομικό σταθμό Λαρίσης ένα βαρέλι. Ασκείται έτσι στην ταπείνωση και,
μαθαίνει να συνεργάζεται άριστα με το θεμελιωτή της «Ζωής», και αργότερα με το
νέο Προϊστάμενό της, Αρχιμανδρίτη Σεραφείμ Παπακώστα, να συντελέσει έτσι καίρια
και δυναμικά στην πανελλήνια χριστιανική πνευματική ανθοφορία, που θα προκύψει
ως το 1950, την οποία και επιμένω να ονομάζω «νεοελληνική χριστιανική
άνοιξη» !
******
Ως το 1911, που θα εκδοθεί το υπέρ-αιωνόβιο
πια φύλλο της «Ζωής», δημοσιεύει τα
πρώτα του γραπτά στην επίσης υπέρ-αιωνόβια πια «Ανάπλαση», και, εξορμά με κήρυγμα που κατεβαίνει «ως δρόσος
Αερμών» σε προσκαρτερούσες ψυχές, στην Αθήνα, την Πάτρα, τον Πειραιά, σε άλλες
πόλεις. Και, μεταστοιχειώνεται σε «πυρ καταναλίσκον» στις καρδιές κάποιων, που
προσδοκούν να δοθούν ολοκληρωτικά στο Χριστό. «Η ευφράδειά του αφήκεν εποχή.
Εσείετο ο άμβων, όταν μιλούσε, και στις καρδιές των ακροατών του, που
συνωστίζοντο προξενούσε συγκλονισμό … Όχι σπάνια, εκ του προχείρου … παρουσίαζε
λόγους με άψογη αρχιτεκτονική, που θυμίζει το άλλο εκείνο φαινόμενο του Μόσχας
Πλάτωνος», γράφει ο Χίου Χρυσόστομος Γιαλούρης, διαπρύσιος κήρυκας κι ο ίδιος,
Ως Πειραιώτης, σημειώνω με καμάρι ότι,
οι Καθηγητές της Θεολογικής Σχολής Αθηνών, Ε. Θεοδώρου, Κ. Μουρατίδης, Β.
Δεντάκης, ως μαθητές γυμνασίου, και μετά, παρακολουθούν τα πρωινά και εσπερινά
κηρύγματά του στην Αγία Τριάδα Πειραιά. «Μαζί με τον τότε συμφοιτητή μου, και
μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Κρήτης Τιμόθεο Παπουτσάκη, κρατούσαμε σημειώσεις, τις
οποίες ανταλλάσσαμε κατόπιν για να συμπληρώνει ο καθένας τα τυχόν κενά των
ιδικών του σημειώσεων …Ο χριστοκεντρικός χαρακτήρας, η θαυμάσια ψυχολογική
εμβάθυνση, το εποπτικό και πρακτικό περιεχόμενο, η ομιλούμενη ζώσα γλώσσα, ο
φυσικός χρωματισμός της εκφώνησης, έκανε να παρουσιάζονται, ως «υετός ή όμβρος επ’ άγρωστιν…ως δρόσος ή
νιφετός επί χόρτον» -Δευτ.32,1- (βροχή ή δροσιά πάνω στη χλόη…ψιλόβροχο και
ψιχάλα πάνω στο χορτάρι), επισημαίνει λίαν εύστοχα ο διάδοχός του στην έδρα και
βιογράφος του Καθηγητής Ε. Θεοδώρου. Παράλληλα, με ευλογία π. Ευσεβίου ανοίγει και
τα άλλα φτερά. «Εξ όρθρου βαθέος εγειρόμενος, και εργαζόμενος
πνευματικώς-γράφει ο Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος, που διετέλεσε κάποτε
και «υπογραφέας» του-«επιδίδεται ενωρίτατα εις την εκμάθησιν ξένων γλωσσών, και
χρησιμοποιών απροσκόπτως την Αγγλικήν και Γαλλικήν, παρακολουθεί … την διεθνή
θεολογικήν κίνησιν … και βιβλιογραφίαν», συμπληρώνει ο Ε. Θεοδώρου. Έτσι
εκδίδει τις πέντε πρώτες Απολογητικές μελέτες του, ενώ με άλλες εξειδικευμένες
θεολογικά, εκλέγεται το έτος 1918, σε ηλικία 32 χρονών, έκτακτος Καθηγητής της
Θεολογικής Σχολής Π/μίου Αθηνών στην Έδρα, της «Ιστορίας των
Ομολογιών»-Συμβολική. «Ούτως έχομεν εν τω προσώπω του Π. Τ. ανάλογον τι
παράδειγμα προς τα μέχρι τούδε εν μόνη τη ημετέρα Νομική Σχολή… παραδείγματα
ανδρών, οίτινες εν τω νομικώ κόσμω διαλάμψαντες και Καθηγεσίας εν τω
Πανεπιστημίω ηξιώθησαν, χωρίς ποτέ να τραπώσιν την προς Εσπερίαν άγουσαν»,
γράφει το Πρακτικό της Επιτροπής Εκλογής του. Πλην, «κρίμασιν οις οίδε Κύριος»,
δεν εκδίδεται πράξις διορισμού του, και ο ήδη από του 1918 διακρινόμενος εν τω
Θεολογικώ κόσμω Παναγιώτης Τρεμπέλας. έπρεπε να αναμείνει πλέον της εικοσαετίας
δια να εκλεγεί μόλις το 1939 τακτικός Καθηγητής εις την έδραν της Πρακτικής
Θεολογίας», επισημαίνει με ευδιάκριτη μελαγχολία ο Καθηγητής Μ. Ορφανός.
Στο
διάστημα των είκοσι χρόνων που μεσολαβεί, και δε μένει αργός, και προκαλεί τη
«μεγάλη συγγραφική του, βέβαια, έκρηξη» με, τέσσερις μεταφράσεις και μελέτες
τριάντα τρεις ! Αναφέρω ενδεικτικά μερικές. Στην Απολογητική, την ιδιαίτερη
αγάπη του, και όχι άσχετη με τον αρνητικό σφυγμό των χρόνων του, έχουμε τα
βιβλία: «Ιστορικός Υλισμός», «Χιλιασμός», «Πνευματισμός», «Μασονισμός», και την
κορωνίδα τους, «Ιησούς ο από Ναζαρέτ».
Στην Πρακτική Θεολογία, και Έδρα την οποία στοχεύει τώρα τα: «Ομιλητική», που
θα βραβευτεί από την Ακαδημία Αθηνών, «Κατηχητική», «Αι τρεις Λειτουργίαι κατά
τους εν Αθήναις Κώδικας»… Επίσης το: «Υπόμνημα στις Επιστολές του Απ. Παύλου»,
με το οποίο ανοίγεται στην Ερμηνεία της Κ. Διαθήκης, όπου την επόμενη περίοδο
θα κυριαρχήσει ολοκληρωτικά ! Πράγμα που θα κάνει τον Καθηγητή Μ. Σιώτης να
γράψει με θαυμασμό: «Μετά τον Ιερόν Χρυσόστομον, αλλά και προ αυτού, ουδείς
ορθόδοξος ερμηνευτής έχει να παρουσιάσει εις έκτασιν και ποιότητα ερμηνευτικόν
έργον, οίον είναι το έργον του Παναγιώτου Τρεμπέλα».
Από αυτά και άλλα, το μεγάλο εκείνα τα χρόνια
όνομα της Δογματικής, «ο αείμνηστος Χ. Ανδρούτσος, αυστηρός κριτής των
επιστημόνων, θυμάται ο Φλωρίνης Αυγουστίνος, ωμίλει ευμενώς υπέρ του Απολογητού
Τρεμπέλα, ως ανατέλλοντος τότε λαμπρού εν τω θεολογικώ στερεώματι αστέρος».
Και, το 1930, σε ερώτημα της Ι. Συνόδου για το ορθόδοξο ή μη του βιβλίου του:
«Η ηθική τελειότης του Χριστού κατά το ανθρώπινον», ο μεγάλος δογματικός θα
αποφανθεί. «Η διάκρισις διπλής αγιότητος
εν τω Ιησού Χριστώ, θείας και ανθρωπίνης, ης έχεται ο Π. Τ. ουδέν έχει το
δογματικώς επιλήψιμον. Η περί διακρίσεως δύο αγιοτήτων εν τω Ιησού Χριστώ
έρρωται δογματικώς». Και, ο θεολόγος Παν. Στάμος συμπληρώνει ότι πρόσθεσε.
«Το θέμα ήτο ακανθώδες και μόνον ο Τρεμπέλας ηδύνατο ορθοδόξως να αναπτύξη.
Μόνον ο Τρεμπέλας» !
Την ίδια περίοδο, και δεν
απουσιάζει από τον άμβωνα, και προχωρεί σε διαλέξεις και
ανοιχτό διάλογο με τους ακροατές, φοιτητές διαφόρων Σχολών, επερχόμενος
θυελλώδης κατά του ναρκισσευόμενου ως «προοδευτικού» δήθεν επιστημονικού
αθεϊσμού, που εισορμούσε τότε καταιγιστικά στο χώρο της επιστήμης, της
διανόησης, και τον ευαίσθητο φοιτητικό. Και, δριμύς κατά της νεοφανούς αιρέσεως
των Χιλιαστών. «Ουδέ δύναμαι να
λησμονήσω τας λαμπράς εναντίον των αιρετικών μάχας … των οποίων μια
σπουδαιοτάτη … ήτο η εν τη αιθούση του δικαστηρίου Λαρίσης δοθείσα … κατά των
Χιλιαστών, τους οποίους μετά τρίωρον αγώνα κατετρόπωσεν προς δόξαν της
Ορθοδοξίας» - γράφει πάλι ο Φλωρίνης Αυγουστίνος. Πράγμα για το οποίο η Ι.
Σύνοδος τον ευχαριστεί, «επί τη…πολυτιμοτάτη προς αυτήν υπηρεσία», ενώ
αργότερα, στον «τοξότη, σφενδονήτη, ταξίαρχο, λοχαγό, στρατιώτη, πεζό, ιππέα,
ναυμάχη, και τειχομάχη», ως θα έλεγε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, εκφράζει
«την ευαρέσκειαν της Εκκλησίας επί τη καθόλου ημών θεολογική δράσει δια τε των
σπουδαίων συγγραφών και δια του κηρύγματος του θείου λόγου». Τέλος, ο
Οικουμενικός Πατριάρχης Φώτιος Β΄ του διαμηνύει: «Η Μήτηρ Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία σεμνύνεται επί τη σοφία, τη αρετή
και τοις αγώσιν υμών υπέρ της Εκκλησίας».
Εδώ θα εντάξω τη μετοχή
του στο συνέδριο της Παγκοσμίου Ενώσεως των Σχολείων της Κυριακής, των Κατηχητικών-1936,
Όσλο Νορβηγίας -που για την απήχησή της γράφτηκε: «Εάν… είχεν ορισθεί ως
έπαθλον σημαία τις δια την πόλιν η οποία εσημείωσε κατά την τελευταίαν
τετραετίαν τας μεγαλυτέρας κατακτήσεις εν τω Κατηχητικώ Σχολείω … αύτη θα είχε
δοθεί εις την αρχαίαν πόλιν των Αθηνών»-Ε. Θεοδώρου. Και αυτό, για να
διερωτηθούμε, αν ήταν λάθος, και εις βάρος ποίου τελικά, η «μανική», από τα
ενδότερα, μάλιστα, της λεγόμενης επίσημης Εκκλησίας, πολεμική κατά των
Κατηχητικών, των Χριστιανικών Μαθητικών Ομάδων, και γενικά κατά της
χριστιανικής προσπάθειας, στην οποία βασικό ρόλο έπαιζε και ο Π. Τ.! Αλλά
και θα παραθέσω την ακόλουθη κατάθεση ή ομολογία του πάλαι συμφοιτητή,
διαπαντός δε αδελφού και φίλου Καθηγητή της Φιλοσοφίας και όχι μόνο, Χρήστου
Γιανναρά γι αυτά-Κατηχητικά, ιδιαίτερα Χ. Μ. Ο.-γιατί λέει πολλά: «Εμείς, δε γνωρίσαμε ποτέ την ερημία και τη
βαρεμάρα της μοναξιάς του Σαββατοκύριακου, την πίκρα να ενδίδεις σε παρέες που
σε αφήνουν αδιάφορο, και όπου πρέπει να διακριθείς με την ψευτοσαχλαμάρα της
ανίας», για να κλείσουν πολλά στόματα γεμάτα δηλητήριο, που μένουν ακόμα
ανοιχτά !
******
Και έρχομαι στην περίοδο της καθηγεσίας του
στη Θεολογική Σχολή του Παν/μίου. Αθηνών, 1939-1957, παραθέτοντας ένα μικρό
απόσπασμα από το αφιέρωμα στο περιοδικό «Εκκλησία»
του τότε Διευθυντή της, Καθηγητή Κ. Μπόνη. «Υπήρξεν ου μόνον ο έξοχος
Πανεπιστημιακός Διδάσκαλος, ο πατρικόν ενδιαφέρον δι’ έναν έκαστον των φοιτητών
και φοιτητριών επιδεικνύμενος, αλλ’ άμα ο αείποτε … πρόθυμος βοηθός εν πάσιν, ο
συνετός σύμβουλος, ο δραστήριος συνεργάτης, και ο βέβαιος εκτελεστής των
δυσχερεστέρων έτι περιπτώσεων. Εις την ερμηνείαν των Πανεπιστημιακών νόμων,
πρόχειρος, εις τα διοικητικά, ομοίως … Εις τρεχούσης φύσεως …
ζητήματα-εκκλησιαστικά, κοινωνικά, σχέσεων μετά των ετεροδόξων, συμμετοχής εις
την οικουμενικήν κίνησιν των Εκκλησιών, καταπολεμήσεως … αιρέσεων, ήτο έτοιμος
να εκφέρη γνώμην ορθήν εκάστοτε ... Εις τας επιστημονικάς εκδρομάς των
τεταρτοετών … με υπευθυνότητα ανελάμβανε την οργάνωσιν αυτών, συμμετείχεν εις
όλας … δίδων μάλιστα διαλέξεις, συντελών ούτω εις την επιτυχίαν του
επιστημονικού σκοπού αυτών και την προβολήν της Σχολής …Εις πάσαν
δύσκολον περίπτωσιν εζητείτο ο πεπειραμένος και συνετός Διδάσκαλος. Ουδέποτε δε
ηρνείτο να βοηθήση … να δράση, να εκτελέση τα πρέποντα».
Από τα 35 νέα βιβλία αυτής της περιόδου
αναφέρω μόνο τα: «Εκλογή της Ελληνικής Ορθοδόξου Υμνογραφίας», και συν-υπογράφω
με το φίλο Καθηγητή Π. Β. Πάσχο ότι, «έμελλε να γίνει παντοτινός μου σύντροφος,
ιδιαίτερα για τα σοφά Προλεγόμενα του».
«Υπομνήματα» στα, Ευαγγέλια, τις Πράξεις των Αποστόλων, την προς
Εβραίους Επιστολή, και τις Καθολικές, που με αυτό στις Επιστολές του Απ.
Παύλου, αριθμούν βιβλία οκτώ, σελίδες πέντε χιλιάδες, και μαρτυρούν κυριαρχία
σαρωτική στην Ερμηνεία της Κ. Διαθήκης !
«Ψαλτήριον μετά συντόμου
ερμηνείας», που αποτελούσε την προσωπική αγάπη του για προσευχή. «Καινή Διαθήκη
μετά συντόμου ερμηνείας», τόμοι δύο εγκεκριμένη από την Ι. Σύνοδο, το
Οικουμενικό Πατριαρχείο, άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες. Που, είχε περιπέτεια
εκδοτική, απότοκο της φοβίας στα μέσα 20ου αιώνα, των όσων
διαδραματίστηκαν στις αρχές του, με τα γνωστά Ευαγγελικά, και κόντεψε να μην
εκδοθεί. «Ο Τ. απευθύνθηκε στον τότε Διευθυντή της Απ. Διακονίας Καθηγητή της
Θεολογικής Σχολής Βασίλειο Βέλλα και ζήτησε να αναλάβει η «Αποστολική Διακονία»
την έκδοση. Αλλά ο Βέλλας του απήντησε: «Τι λες κ. Παναγιώτη, θέλεις να με
κάψεις;» γράφει ο Ν. Βασιλειάδης, και προσθέτει, την ακόλουθη λίαν ενδιαφέρουσα
παράμετρο: Τη δεκαετία 1950, οι δύο δυναμικοί Μητροπολίτες, Αιτωλοακαρνανίας Ιερόθεος
και Φθιώτιδος Αμβρόσιος, «τον θερμοπαρακαλούσαν με επιστολές -σώζονται στα
κατάλοιπά του- να δεχτεί χειροτονία για να τον εκλέξουν αμέσως Αρχιεπίσκοπο».
«Το έτος 1957 καταληφθείς υπό του ορίου ηλικίας,
εγένετο ομότιμος καθηγητής», σημειώνει λιτά ο Καθηγητής Μ. Ορφανός. Κι εμείς
τελειόφοιτοι τότε, ζήσαμε άμεσα τον συγκλονιστικό του, μετά τη Λειτουργία στο
εκκλησάκι της Πάρνηθας, αποχαιρετισμό. Όταν
«κάποια συμφοιτήτρια επήρε το λόγο και τον εγκωμίασε, εκείνος ο καθ’ όλα γίγας
ξέσπασε σε λυγμούς και δήλωσε. ‘Πάντοτε ήμουν υπέρ του φοιτητού, αλλά ομολογώ
ότι δεν εξεπλήρωσα πλήρως το προς αυτόν καθήκον μου’. Και λέγοντας αυτά
απεχώρησε κατά μόνας συνταρασσόμενος από βαθύ κλάμα».
Το έτος 1967, αναγορεύεται επίτιμος Διδάκτωρ
της Θεολογικής Σχολής του Παν/μίου Θεσσαλονίκης, και το 1976 η ολομέλεια των
τακτικών Καθηγητών του Πανεπιστημίου Αθηνών τον εκλέγει «επίτιμο
Καθηγητή» του. Είναι ο δεύτερος από την ίδρυση της Θεολογικής
Σχολής Καθηγητής, που τιμάται με αυτή την ύψιστη και σπάνια ακαδημαϊκή διάκριση,
μετά τον Καθηγητή, Αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Παπαδόπουλο. Τέλος,
βολιδοσκοπηθείς αν θα δεχόταν εκλογή του στην Ακαδημία Αθηνών, χωρίς να
υποβάλει αίτηση, απάντησε σε Γορτυνιακή τοπολαλιά «Φτούνα μωρέ δεν είναι για μένα». Γενικά, απόφευγε τόσο πολύ κάθε
διάκριση και τιμή, που για καιρό δε μιλούσε σε στενό του συγγενή, γιατί απλώς
και μόνο είχε υποψιαστεί ότι προχώρησε σε κάποια σχετική κίνηση !
******
Από τα τριάντα και τρία νέα βιβλία της μετά το
Πανεπιστήμιο περιόδου 1957-1977 αναφέρω μόνο την εκ σελίδων χιλίων πεντακοσίων
εβδομήντα τρίτομη «Δογματική της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας». Και τη
συνοδεύω με την καθόλου τυχαία επισήμανση-είχαν διαφωνήσει σε μερικά-του
Καθηγητή π. Ιωάννη Ρωμανίδη, ο οποίος κάνει λόγο περί «του κορυφαίου
Δογματικού του Πανεπιστημίου Αθηνών … όστις επίσης ηκολούθησε γραμμήν επανόδου της νεωτέρας Ορθοδόξου
Θεολογίας εις την Πατερικήν Παράδοσιν». Το έργο βραβεύτηκε από την Ακαδημία
Αθηνών, ενώ σε προλογική επιστολή της έκδοσής του σε μετάφραση Γαλλική, ο
γνωστός Καρδινάλιος Μπέα το εκτιμά ως χρήσιμο ευρύτερα, και «ως καρπό της αγάπης και πείρας μιας
ολόκληρης ζωής αφιερωμένης στην υπηρεσία της Ορθόδοξης Εκκλησίας».
Κλείνω τα περί συγγραφικού έργου του Π. Τ. με
τον Καθηγητή Μ. Ορφανό να επισημαίνει.«Υπήρξε
ο πολυγραφώτατος θεολόγος από της συστάσεως του ελληνικού κράτους, και η
έκτασις των συγγραφών του, τόσον κατά τον αριθμόν, όσον και κατά το
περιεχόμενον, μόνον προς την των μεγάλων Πατέρων και Εκκλησιαστικών Συγγραφέων
δύναται να παραβληθεί». Και με τον εξής αριθμητικό πίνακα των μέχρι το 1970
έργων του, που κατάρτισε ο Καθηγητής Ε. Θεοδώρου. «Βιβλία ή ανάτυπα 107, μεταφράσεις 14, άρθρα σε Εγκυκλοπαίδειες 150, σε
περιοδικά 1770. Δεδομένου όμως ότι ο αείμνηστος Καθηγητής συνέχισε να
γράφει ως το θάνατό του το 1977, άλλα επτά χρόνια δηλαδή, ο αριθμός των 2041
δημοσιευμάτων του πίνακα αυτού πρέπει να αυξηθεί».
Τηλεγραφικά επισημαίνω ότι, η πνευματική
συμβολή του σε Παν-Ορθόδοξες Διασκέψεις ήταν
καίρια και ουσιαστική, και η φωνή του για τις δια-χριστιανικές σχέσεις ή η
μετοχή του στη συνεδρία του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών- στο Έβανστον των
ΗΠΑ-τίμια, θετική, συνετή, και σθεναρή. Ωστόσο, ας μη σπεύδουν
ορισμένοι ν’ αρπαχτούν από το, «Λέων της Ορθοδοξίας», για να εντάξουν σε όσους
τελευταία κορυβαντιούν Αντί-δυτικά μανικώς, αυτόν που τιμούσε το, «αληθεύοντες
εν αγάπη», και γνώριζε άριστα ότι, στη Λειτουργία το «Πιστεύω» πατάει γερά στο,
«αγαπήσωμεν αλλήλους» !
Τηλεγραφικά επίσης λέω ότι, τις «τελευταίες 96 μέρες» στο Νοσοκομείο,
ως τις 18.11.1977, που κοιμήθηκε «εν Κυρίω», και παραδόθηκε «εις την γην, εξ ης
ελήφθη», ο κατά τον Καθηγητή ιατρό Γαρδίκα «προνομιούχος οργανισμός του»,
αδελφοί του στο «Σωτήρα» που τον διακόνησαν, αλλά και επισκέπτες, βεβαιώνουν
πως ήταν σε αδιάλειπτη κοινωνία με το Χριστό, με μετάνοια, ευχαριστία, και
δοξολογία της Αγάπης του. Κι αν κάποια στιγμή, ορμητικός από χαρακτήρος
δυστροπούσε, με τις πολλές ιατρικές επικουρίες, παρευθύς δακρυρροών συγγνώμη
ζητούσε. Όπως έκανε παλιά στο φροντιστήριο Ομιλητικής, «που άστραψε με κάποιους
«ζηλωτές», και βρόντηξε στην έδρα το χέρι, μα και γύρισε, τι μεγαλείο Δασκάλου,
και ζήτησε συγγνώμη από μας τους φοιτητές»! Και τέλος ότι, είναι θαυμάσια η
επιλογή του Καθηγητή Κ. Μουρατίδη να του απευθύνει στον επικήδειό του, τον
τετράστιχο χαιρετισμό του ποιητή Βερίτη στον ιδρυτή της «Ζωής» π. Ευσέβιο Ματθόπουλο: «Πέρνα
τώρα, Γέροντα, στο φως-ζήσε τη χαρά του Παραδείσου-πλούσιος που σε πρόσμενε ο
μισθός-Όλη τούτη η δόξα είναι δική Σου» !
*******
Αυτά τα ελάχιστα για τον ευρύτατα αγαπημένο
αοίδημο Καθηγητή μας Παναγιώτη Τρεμπέλα, ο οποίος, «ούτω άπαντα
διελθών, ως ουδείς εν. Ούτω δε εις άκρον έκαστον, ως των άλλων ουδέν», ως
θα έλεγε Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Αυτά τα ελάχιστα για τον Πανεπιστημιακό
Δάσκαλο που, δε δίδασκε θεολογία
σπουδαστηρίου, ούτε εντυπωσιασμού, ήγουν ευρηματικής λεξιθηρίας, γοητευτικής
και ωραιοπαθούς εκφραστικά, πλην υπέρ-πτητικής-κοινώς ακαταλαβίστικης, ως
συμβαίνει εσχάτως- νοηματικά ! Αλλά ! Όντας ρέκτης, μέντορας, άλλος Ιωάννης
ο Χρυσόστομος, λόγου από καρδίας θερμού, απλού, κρυστάλλινα λαγαρού,
συγκεκριμένου, πρακτικού… έθεσε τη γνώση, την ευφυΐα, τη ρητορική, διαλεκτική
και συγγραφική δυναμική του στην υπηρεσία του σώματος της Εκκλησίας !
Και τώρα έξοδος. Με Μητροπολίτη Γέροντα Χαλκηδόνος
Μελίτωνα. «Η αναχώρησις του Π. Τ. εκ του
κόσμου τούτου πτωχαίνει την Ορθόδοξον Εκκλησίαν, την Χριστιανοσύνην, τον κόσμον
… Ως κοσμοκαλόγηρος, ως πολύπλευρος θεολόγος… ως αυθεντικός Ακαδημαϊκός
Διδάσκαλος και οργανωσιακός ηγέτης υπέτασσε τον εαυτόν του εις την τάξιν του
κανονικού τέκνου της Αγίας ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας. Δια τούτο, υποκλινόμεθα
μετά σεβασμού ενώπιον της μνήμης του, και ζητούμεν, να μιμηθώμεν όλοι, κληρικοί
και λαϊκοί, το άγιον παράδειγμά του». Με γραφίδα Αγιορείτικη, του
Αρχιμανδρίτη Γαβριήλ, της Μονής Αγίου Διονυσίου. «Ό, τι είναι δια τους Ρώσους ο π. Γεώργιος Φλορόφσκυ, δια τους Σέρβους
ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς, ήτο και είναι δια την Ορθόδοξον Ελλάδα μας ο Π.
Τρεμπέλας». Και η επισφράγιση από το μαθητή του Καθηγητή & Ακαδημαϊκό
Κ. Μπόνη. «Ο Π. Τ. δεν έχει ανάγκην
γνωμών … μάλιστα των εκ
προκαταλήψεως ομιλούντων … Δεν έχει ανάγκην… εγκωμίων δι έξαρσιν
της επιβλητικής μορφής του… Άριστος επιστήμων, τέλειος άνθρωπος. Ενεγράφη… εν
τω βιβλίω του Πνεύματος και της Αιωνιότητος… Ηδύνεται εν τη πνευματική
πανδαισία της Τρισηλίου Θεότητος, την
οποίαν τοσούτον ύμνησεν, εις την οποίαν τοσούτον επίστευσεν, και επί την οποίαν
τοσούτον ήλπισεν» !
Αθ. Κοτταδάκης*
*Δες intv.gr «Ημερίδα για Π. Τρεμπέλα Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών
Βόλου», όπου η εισήγηση, «Η πνευματική και επιστημονική διαδρομή» του,
ζωντανή.
1 σχόλιο:
Πολύ ωραίο κείμενο. Για να μαθαίνουμε. Απορώ γιατί τέτοιες μορφές δεν προβάλλονται
Δημοσίευση σχολίου