Από τoν αµπελώνα της Μεγάλης Εκκλησίας
Οι εκπλήξεις ενός Ιερού
(Κυριακή Τελώνου και
Φαρισαίου)
Δύο άνθρωποι, µία διήγησι. Μία παραβολή ειπωµένη από
τον ίδιο τον Ιησού Χριστό την οποία µας διασώζει ο Ευαγγελιστής Λουκάς. Οι δύο
πρωταγωνιστές της προσεύχονται στον ένα Θεό, µέσα στον ίδιο χώρο, στον Ναό. Ας επιχειρήσουµε
να τους γνωρίσουµε.
Ξεκίνησαν και έφεραν τους εαυτούς τους µέσα στον Οίκο
του Θεού. Πρόθεσί τους η προσευχή. Οικεία διάθεσι της ανθρώπινης ψυχής. Ο
πρώτος, ο Φαρισαίος, καθισµένος σε θέσι κεντρική, περίοπτη, άρχισε να κραυγάζει
για να τον «ακούσει καλύτερα ο Θεός».
Λέει «ευχαριστώ» αλλά οι λέξεις που ακολουθούν τον εξορίζουν µια για
πάντα από τον Παράδεισο.
Ο δεύτερος, ο τελώνης, πιεσµένος από το βάρος των πολλών
κοινωνικών ανοµηµάτων του, στέκεται πίσω, στην αφάνεια της ταπείνωσης που
δηµιουργεί η αναγνώρισι του «ποιοί είµαστε». Σκύβει τον αυχένα και «αδειάζει»
στα Άγια των Αγίων, στο Ιερό, την ελεεινότητα της ψυχής του και τη γεµίζει µε
το έλεος Εκείνου του σπλαχνικού Θεού. Μετά από µερικές στιγµές σιωπηλά
αποχωρούν. Του ενός η καρδιά ήρεµη, ανάλαφρη, συγχωρεµένη. Του συνανθρώπου του ταραγµένη,
βαρειά, πιο αµαρτωλή από πριν!