Πέμπτη 2 Μαΐου 2024

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ ΒΡΑΔΥ ΣΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ ΜΑΖΙ - ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ

 
ΜΕΓΑΛΗ  ΠΕΜΠΤΗ  ΒΡΑΔΥ 
ΣΤΗΝ  ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ  ΤΩΝ  ΠΑΘΩΝ  ΜΑΖΙ
 
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ  ΚΟΤΤΑΔΑΚΗΣ

         Μεγάλη Πέμπτη βράδυ, και η πρώτη εκτενής Ακολουθία, η Ακολουθία των Παθών, στο επίκεντρο η κορύφωση του θείου δράματος. Από δώδεκα Ευαγγελικές περικοπές, αντλημένες αναλογικά από τους τέσσερις Ευαγγελιστές-Ματθαίο, Μάρκο, Λουκά, Ιωάννη. Ρεαλιστική αναφορά σε όλες τις φάσεις του θείου Πάθους, «τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα …τας ύβρεις … την πορφυράν χλαίναν … τον κάλαμον … τους ήλους … και προ πάντων τον Σταυρόν και τον θάνατον, α δι’ ημάς εκών κατεδέξατο». Κι από εξαίσια Υμνογραφία, θεολογική, πολυεδρική, και να προκαλεί προσωπικούς πνευματικούς συγκλονισμούς απροσδιόριστης έντασης, βάθους, έκτασης στα πλήθη των πιστών που κατακλύζουν τους ναούς. Αυτονόητα σε όσους προσέχουν, ακούν, κατανοούν, κοινωνούν τα τελούμενα-πρόβλημα καίριο, ανοιχτό από πολλές πλευρές. 

******   ***   ******

       Ευαγγέλιο 1ο, λοιπόν, και πάμε με το Χριστό και τους μαθητές «πέραν του χειμάρρου των κέδρων, όπου ην κήπος». Τα Αντίφωνα σαν άλλες σάλπιγγες του ουρανού σημαίνουν συναγερμό στις ψυχές, η σταυρική  λυτρωτική πορεία έβαλε αρχή. «Άρχοντες λαών συνήχθησαν κατά του Κυρίου, και κατά του Χριστού αυτού». Καταθέτουν, «λόγον παράνομον-ψεύτικη κατηγορία-κατ’ αυτού». Εκείνος όμως είναι αποφασισμένος να ανοιχτεί στο μαρτυρικό δρόμο που χάραξε ο Πατέρας του και παρακαλεί. «Κύριε, Κύριε μη εγκαταλείπης με» !

Ο υμνογράφος προειδοποιεί, ο Χριστός στην κρίσιμη ώρα και μετράει τους φίλους που τον αγαπούν άδολα, καθαρά, όχι δίβουλα, δίψυχα, δόλια, σαν τον Ιούδα. Επειδή όμως κανείς δεν ξέρει πώς αλλάξουν τα πράγματα από τη μια ως την άλλη στιγμή, προτείνει αναφορά στην παράκληση, «Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς από του πονηρού ρύσαι ημάς».

     Στο επόμενο Αντίφωνο ο Ιούδας παρουσιάζεται να κλείνει τη συμφωνία της αγοραπωλησίας, κι ο Χριστός να τον βλέπει αόρατα με εύγλωττη σιωπή. «Εν μέσω δε των συμφωνούντων Αυτός ειστήκεις αοράτως συμφωνούμενος». Ούτε η πρόσφατη ανάσταση του Λαζάρου, ούτε τα «Ωσαννά» των παιδιών δεν είχαν αγγίξει την ψυχή του μαθητή. Ούτε εκείνο το, «εις-ένας-εξ υμών παραδώσει με», που πέταξε πριν λίγη ώρα στο Μυστικό Δείπνο ο Χριστός, ούτε ο βουτηγμένο ψωμί που τον φιλοφρόνησε, ούτε τα πόδια που του έπλυνε ως όλων των μαθητών, τον έκαναν ν’ ανανήψει ποσώς. Η συμφωνία κλείστηκε. «Εις τριάκοντα αργύρια, Κύριε, και εις φίλημα δόλιον»

******   ***   ******

     Το 2ο Ευαγγέλιο μας ανοίγει στη σύλληψη του Χριστού, την ολοκλήρωση της προδοσίας. Η υμνογραφία που ακολουθεί-4η, 5η ομάδα Αντιφώνων-θα στιγματίσει τον προδότη και την πράξη του με έκδηλη πικρία. «Ο μαθητής προτιμάται αφρόνως της του Δεσπότου αγάπης τριάκοντα αργύρια, οδηγός γενόμενος συνεδρίου παρανόμου». Παράλληλα θ’ αναφερθεί στην αγνωμοσύνη των Ιουδαίων που. «Τω σταυρώ προσήλωσαν-ποιον-τον διατεμόντα την θάλασσαν ράβδω και διαγαγόντα αυτούς εν ερήμω». Κι ακόμα ότι. «Τη λόγχη εκέντησαν τον πληγαίς μαστίξαντα υπέρ αυτών την Αίγυπτον, και χολή επότισαν, τον μάνα αυτούς τροφήν ομβρήσαντα». Κι από δω θα γυρίσει λίγη ώρα πίσω, όπου αντίθετα απ’ τον Ιούδα που, «ου καθεύδει, αλλά σπουδάζει προδούναι με», οι μαθητές, παράπονο του Χριστού, δεν αντέχουν ούτε μια ώρα ν’ αγρυπνήσουν μαζί του, και δίκαια απορεί. «Πώς επηγγείλασθε αποθνήσκειν δι εμέ».

     Το 3ο Ευαγγέλιο ως η σειρά των πραγμάτων ζητεί μας πάει στη «Δίκη» του Χριστού στο Ανώτατο Συνέδριο. Εδώ θ’ ακουστεί το περίφημο. «Συ είπας»-δηλαδή. «Ναι είμαι ο Υιός του Θεού», η απάντηση του Χριστού στον αρχιερέα Καϊάφα, που θα γίνει έξαλλος. Και, έξω στην αυλή, δυστυχώς θα επισυμβεί η φοβερή για κείνη την ώρα άρνηση του Πέτρου. Μετά τον προδότη ο αρνητής μαθητής να μπήξει στην καρδιά του Χριστού οδυνηρό καρφί. Και, η Υμνογραφία για όλα αυτά θα  επισημάνει και υπογραμμίσει ακριβώς εδώ, τη θεληματική αυτό-παράδοση του Χριστού, τονίζοντας από μέρους του. «Ηδυνάμην πλείους ή δώδεκα λεγεώνας παραστήσαι αγγέλων», ασφαλώς για να τα αποσοβήσει. «Αλλά ! Μακροθυμώ, ίνα πληρωθεί α εδήλωσα δια των προφητών μου, άδηλα και κρύφια». Και θα επανέλθει στην αχαριστία των Ιουδαίων για τις πνευματικές τώρα δωρεές του Χριστού. «Ου νόμον εξέθετο και των προφητών τα διδάγματα;» και θα αναφερθεί με θαυμασμό στη μεγαλειώδη σιωπή του. «Εσιώπας δε Χριστέ, φέρων-υποφέροντας υπομονετικά- αυτών την προπέτειαν» !

    Με το 4ο Ευαγγέλιο πάμε τώρα στο Πραιτώριο, στο Ρωμαϊκό Διοικητήριο, όπου οι δείλαιοι του εβραϊκού θρησκευτικού κατεστημένου και οι μαζί τους δε θα μπουν, για να μη θεωρηθούν … ακάθαρτοι, «ίνα μη μιανθώσιν», και δεν μπορέσουν να γιορτάσουν το Πάσχα τους. Ποιοι αυτοί που ήταν ήδη μέσα τους βαθύτατα μολυσμένοι από την απόφαση για τη θανάτωση του Χριστού. Πάμε όμως και στην ατολμία του Πιλάτου ν’ αναλάβει τις ευθύνες του για την ομολογημένη από τον ίδιο αθωότητα του Χριστού, να πάει κόντρα στο ρεύμα του μαινόμενου όχλου, και να καταλήξει δυστυχώς. «Και παρέδωκεν αυτόν αυτοίς ίνα σταυρωθή».

     Να σταυρωθεί όμως ποιος, λέει το 5ο Αντίφωνο, «ο αναβαλλόμενος το φως ως ιμάτιον». Αυτός τώρα δέχεται, «εν σιαγόνι ράπισμα παρά χειρών ων έπλασεν». Και η τραγωδία είναι ότι, σ’ αυτό το ανοσιούργημα συμπράττει έτσι ένας άκρως ευεργετημένος λαός. «Αντί αγαθών ων εποίησας Χριστέ τω γένει των Εβραίων, σταυρωθήναι σε κατεδίκασαν». Γιατί την ανερμήνευτη συγκατάβασή του να γίνει και άνθρωπος, και να υποστεί αυτά «ου συνήκαν». Αλλά και τίποτε δεν τους είπε το γεγονός ότι. «Το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη, ο ήλιος εσκότασεν, μη φέρων θεάσασθαι Θεόν υβριζόμενον, ότι η γη εσείσθη, αι πέτραι ερράγησαν, και νεκροί εκ των τάφων ανέστησαν». Εκτός απ’ τις παλιές ευεργεσίες, τα θαύματα της τριετίας, ούτε τα θαυμάσια εκείνης της ώρας δίδαξαν κάτι στους Εβραίους.

      Δίκαια, λοιπόν ο υμνογράφος βάζει στα χείλη του Ιησού πικρό παράπονο. «Τάδε λέγει Κύριος τοις Ιουδαίοις, λαός μου τι εποίησα σοι, και τι μοι ανταπέδωκας; Τους τυφλούς σου εφώτισα, τους λεπρούς σου εκαθάρισα, άνδρα όντα επί κλίνης ηνορθωσάμην». Για όλα αυτά τα καλά, τα ευεργετήματα. «Αντί του μάνα χολήν, αντί του ύδατος όξος, αντί του αγαπάν με, σταυρώ με προσηλώσατε». Ξεπεράσατε τα όρια ανοχής, λοιπόν, φτάσατε στο μη περαιτέρω. Έτσι, «ουκέτι στέγω υμάς», δε σας αντέχω άλλο, «καλέσω μου τα έθνη-θα απευθυνθώ στους λαούς που δε με γνώρισαν-κακείνα με δοξάσουσι, συν τω πατρί και τω πνεύματι. Κάγώ αυτοίς δωρήσομαι ζωήν την αιώνιον». Θα κάνω αυτό που πριν λίγες μέρες οι ηγέτες σου είπαν  πως πρέπει να κάνω στους κακούς γεωργούς. «Κακούς κακώς απολέσει αυτούς, και τον αμπελώνα εκδώσητε άλλοις γεωργοίς, οίτινες αποδώσουσι τους καρπούς αυτού» !

     Με όσα παρατέθηκαν ως τώρα βλέπουμε ότι με σύντονη εναλλαγή ευαγγελικών κείμενων και υμνολογικών συνθέσεων, συγκλονιστικών γεγονότων και εξαίρετης ποιητικής αναγωγής, η Ακολουθία της Μ. Πέμπτης, η Ακολουθία των Παθών αποβαίνει μια υψηλού επιπέδου διαλογική αναφορά στην κορύφωση του θείου δράματος. Οι πιστοί, όσοι καταλαβαίνουν τι λέγεται, κι έχουν προσέλθει να καταθέσουν την όση μέσα αγάπη τους στο Χριστό, έχουν συνεπαρθεί εσωτερικά. Οι αλήθειες που παραθέτονται, αυταπόδεικτες, ζωντανές, απέραντα συντονισμένες και εναρμονισμένες με το βαθύ αίσθημα δικαίου κάθε ανθρώπου, είναι σαν να τους τραβούν πηγαία, άμεσα, κοντά και πλάι συμπορευόμενους και συμπάσχοντες σε κάθε στιγμή οδύνης του Χριστού !

 ******   ***   ******

      Το 5ο Ευαγγέλιο τώρα μας περνάει στο τραγικό αδιέξοδο του Ιούδα. «Ιδών ότι ο Ιησούς κατεκρίθη-σε θάνατο-μεταμεληθείς, απέστρεψε τα τριάκοντα αργύρια». Αργά βέβαια, πολύ αργά, ο δρόμος ήταν κλειστός, δεν μπορούσε να βγει σε οδό μετάνοιας. Αν και προς στιγμήν φάνηκε να ξεκινάει κάτι. «Ήμαρτον-έσφαλα-παραδούς αίμα αθώον», ομολογία ανοιχτή ! Είδε, αυτοί που κρατούσαν το Χριστό, δεν έχαναν τέτοια ευκαιρία, δεν τον άφηναν, δεν πήγαιναν πίσω.  Άλλωστε του το είπαν κατά πρόσωπο. «Τι προς ημάς, συ όψει», με άλλα λόγια, «πρόβλημά σου» ! Πέταξε τα αργύρια και προχώρησε στο μοιραίο, «και απελθών απήγξατο».

      Στο μεταξύ και η από πλευράς Πιλάτου απαραίτητη επικύρωση της καταδίκης σε θάνατο έχει συντελεστεί, και ο Χριστός είναι σε άλλα χέρια πια, αυτά του ρωμαϊκού στρατιωτικού αποσπάσματος, δηλαδή, σε δεύτερο πρόγραμμα παθών. «Τότε οι στρατιώται του ηγεμόνος … εκδύσαντες αυτόν, περιέθηκαν αυτώ χλαμύδα κοκκίνην, και πλέξαντες στέφανον εξ ακανθών, επέθηκαν επί την κεφαλήν αυτού, και κάλαμον επί την δεξιάν αυτού, και γονυπετήσαντες έμπροσθεν αυτού, ενέπαιζον αυτόν λέγοντες. Χαίρε ο βασιλεύς των Ιουδαίων». Κι ακόμα, και επί πλέον. «Και εμπτύσαντες αυτόν, έλαβον τον κάλαμον, και έτυπτον εις την κεφαλήν αυτού».

     Παραλείπω άλλα, απείρως πιο σκληρά, όπως το άκρως αιματηρό φραγγέλωμα. Σημειώνω όμως πως με την απόφαση του Πιλάτου, και όλο αυτό το ρεσιτάλ σκληρότητας των μοιραίων και αγροίκων στρατιωτών, η μετοχή κατά έναν τρόπο του εθνικού κόσμου στη θεία σφαγή είναι εμφανής. Αλλά, να και μια ακτίνα φωτός, ανθρωπιάς μέσα σε όλο αυτό το σκότος το εξώτερο, η ωραία «αγγαρεία αγάπης»-μακάρι να μου είχε συμβεί, κάθε πιστός ίσως πει- καθ’ οδόν προς Γολγοθά του Χριστού με το βαρύ Σταυρό στο ματωμένο ώμο. «Εξερχόμενοι δε εύρον άνθρωπον Κυρηναίον, ονόματι Σίμωνα, τούτον ηγγάρευσαν, ίνα άρη τον Σταυρόν αυτού».

    Έτσι φτάνουμε στην κορυφαία στιγμή της Ακολουθίας. Ο Λειτουργός ως άλλος Σίμωνας Κυρηναίος του ενοριακού εκκλησιαστικού σώματος αρχίζει την περιφορά του Εσταυρωμένου, κι οι πιστοί τριγύρω με δάκρυα, μύρα, άνθη … πέρα και πάνω απ’  όλα με έναν προσωπικό εσωτερικό αγάπης παροξυσμό, παίρνουμε στον ώμο μας εσωτερικά το μερίδιο του πόνου του που μας αναλογεί. Ανανεώνουμε την πίστη στο Χριστό, στη σωτήρια θυσία του, με υπόσχεση ζωής στα ίχνη του Σταυρού του. 

     «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου, ο εν ύδασι την γην κρεμάσας» ! Απόλυτη η σιγή, ρίγος ιερό, κεράκια φλογισμένα, αυθόρμητο σταυροκόπημα, προσευχή ως μπορεί καθείς. «Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται ο των αγγέλων βασιλεύς. Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται, ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις. Ράπισμα κατεδέξατο, ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ. Ήλοις προσηλώθη ο Νυμφίος της Εκκλησίας. Λόγχη εκεντήθη ο υιός της Παρθένου». Όλη η ανθρώπινη κακία μανικά πάνω στο εντελώς άλλο, την ανερμήνευτη θεία αγαθότητα. Η άκρα θεληματική μαρτυρική ταπείνωση της θείας παντοδυναμίας, μεγαλοσύνης και δόξας ! Με όλα αυτά το 15ο Αντίφωνο που ακολουθεί μας θυμίζει έντονα ότι αυτός που περνάει σε έσχατη αυτό-παράδοση είναι ο ενανθρωπήσας Υιός και Λόγος του Θεού, αυτός που αμέσως μετά ψάλλοντας του ομολογούμε ευχαριστιακά. «Εξηγόρασας ημάς εκ της κατάρας του Νόμου τω τιμίω αυτού αίματι» … και «την αθανασίαν επηγασας ανθρώποις». Είσαι ο Σωτήρας μας.

******   ***   ******

    Το 6ο Ευαγγέλιο θα μας δώσει τα σχετικά με τη σταύρωση του ανάμεσα σε δύο ληστές, τις αποδοκιμασίες του όχλου, την απατηλή και χαιρέκακη αυτό-δικαίωση Αρχιερέων, Φαρισαίων, Γραμματέων. «Άλλους έσωσεν, εαυτόν ου δύναται σώσαι. Ει υιός ει του Θεού, καταβάτω νυν από του σταυρού ίνα ίδωμεν και πιστεύσωμεν αυτώ». Πράγμα βέβαια, που θα επαναληφτεί στους αιώνες από πολλές πλευρές με διάφορες παραλλαγές. Ο άνθρωπος δε θα διδάσκεται ούτε από το θαύμα μιας αγάπης χωρίς όρια, θ’ αποζητάει εντυπωσιασμό για να πιστέψει, ισχυρό να υποταχτεί, ουσιαστικά να δηλώσει πως δεν είναι άνθρωπος, πρόσωπο ελεύθερο, αλλά δούλος. Ο  Χριστός δεν το θέλει αυτό. Διό αιώνες τώρα μένει, επιμένει να μένει, δεν κατεβαίνει από το Σταυρό. Στη χωρίς όρια ελευθερία της δικής του αγάπης περιμένει ανταπόκριση αντίστοιχης αγάπης του ανθρώπου, αγάπης χωρίς κρατούμενα. Αυτό τον κόσμο εγκαινιάζει, τον κόσμο του αυτού Σταυρού.

     Αυτό και ομολογεί η εκκλησιαστική κοινότητα, ψάλλοντας αμέσως μετά τους μακαρισμούς, στο επίκεντρο των οποίων αναδύεται τώρα η μετάνοια της έσχατης ώρας του ενός συσταυρωμένου ληστή. Άλλη ακτίνα φωτός ευτυχώς, στο απάνθρωπο σκότος το εξώτερο, το τότε και το νυν, δυστυχώς. «Μνήσθητι μου, Κύριε, όταν έλθεις εν τη βασιλεία σου». Ποια βασιλεία, αυτή της ταπείνωσης, της ανυπέρβλητης αγάπης, που έβλεπε κείνη την ώρα ο κόσμος καρφωμένη πάνω στον κεντρικό σταυρό. Πράγμα που περνάει από τους πιστούς, από τον καθένα προσωπικά ως ομολογία και ολόθερμη ευχή από τον ύμνο της μεγάλης ελπίδας που αντηχεί. «Εσταυρώθης δι εμέ, ίνα εμοί πηγάσης την άφεσιν … Ληστού την μετάνοιαν και υμίν παράσχου μόνε φιλάνθρωπε τοις πίστει λατρεύουσι».

     Τα 7ο και 8ο Ευαγγέλια που ακολουθούν μας φέρνουν τώρα στα θαυμαστά γεγονότα του Γολγοθά ως την ώρα του θανάτου του Ιησού. Ως τότε που. «Και πάλιν κράξας φωνή μεγάλη αφήκεν το πνεύμα του»-Ματθαίος. «Και φωνήσας φωνή μεγάλη ο Ιησούς είπεν. Πάτερ εις χείρας σου παρατίθεμαι το πνεύμα μου. Και ταύτα ειπών εξέπνευσεν»-Λουκάς. Και τα επακολουθήσαντα συγκλονιστικά, σεισμός, άνοιγμα τάφων, έγερση νεκρών, ηλίου σκοτισμός ! Που προκάλεσαν  «τον εκατόνταρχο και τους μετ’ αυτού τηρούντας τον Ιησού», να ομολογήσουν, και να πουν. «Αληθώς  Θεού υιός ην ούτος», ή «όντως ο άνθρωπος ούτος δίκαιος ην». Ανερμήνευτη, απροσδόκητη δόξα μέσα στην έσχατη από όλους εγκατάλειψη !

    Ο Κανόνας που αρχίζει μετά εισάγει μια ανοιχτή ομολογία πίστης, αντίστοιχη με κείνη που θα δείξουν σε λίγο οι Μυροφόρες, «αι συνακολουθήσασαι … αυτώ από της Γαλιλαίας». Η σύνθεση κινείται σε υψηλό τόνο θεολογικό. «Προς σε ορθρίζω τον δι ευσπλαχνίαν εαυτόν τω πεσόντι, κενώσαντα ατρέπτως και μέχρι παθών υποκύψαντα». Απ’ τα χαράματα ξυπνώ, τρέχω και σε ομολογώ. «Λόγε του Θεού». Καθαρός, ως οι μαθητές ν’ ανεβώ απ’ τον Ελαιώνα της Ιερουσαλήμ στο Γολγοθά μικρό λόφο, μέγα της σωτηρίας όρος πια. Δεν με τρομάξουν ως συμβούλεψες όλα όσα σου συμβούν, αλλά σε περιμένω να αναστηθείς, και ν’ αναδεχτώ την τιμητική αποστολή. «Να σε κηρύξω ως φιλάνθρωπο».

     Προς την ίδια κατεύθυνση οικοδομεί και το Κοντάκιο που παρεμβάλλεται στον Κανόνα και μας προσγειώνει στα δραματικά, καλώντας μας να προσκυνήσουμε. «Τον δι ημάς σταυρωθέντα». Και μας ανεβάζει προβάλλοντας την ακλόνητη πίστη της Παναγίας, της Μητέρας του μεγάλου πόνου. Που. «Τον ίδιον άρνα η αμνάς θεωρούσα προς σφαγήν ελκόμενον ηκολούθειτριχομένη μεθ’ ετέρων γυναικών, ταύτα βοώσα. Πού πορεύει τέκνον; Τίνος χάριν τον ταχύν δρόμον τελείς … Μη σιγή παρέλθης με ο αγνήν τηρήσας με …». Ανθρώπινα, πολύ ανθρώπινα, Μάνα, όμως όχι μόνο. Εκλεγμένη με τιμή για τα ύψιστα, δεν το ξεχνά, και βλέπει με μάτια αλλοτινά, προσανατολισμένα στην πίστη σταθερά. «Συ υπάρχεις-και μένεις πάντα-ο Υιός-συνάμα-και Θεός μου».

     Ο Κανόνας θα πάρει τη σκυτάλη, θα μας πάει σε αντιθετικές εκπλήξεις αράδα. Απ’ τους γενναίους τρεις παίδες στο καμίνι, στους μαθητές που δεν αντέχουν μιας ώρας αγρύπνια στην αγωνία του. Και στον Πέτρο με τα μεγάλα λόγια, που δεν κρατούν ως το λάλημα του πετεινού. Από την ακλόνητη πίστη. «Της τιμιωτέρας των Χερουβίμ και ενδοξοτέρας ασυγκρίτως των Σεραφείμ», στην απιστία, την αγνωμοσύνη, την τραγική πράξη ενός λαού. «Ολέθριος σπείρα θεοστυγών, πονηρευομένων θεοκτόνων συναγωγή … φωνάς προφητών μελετώντες διακενής, ως πρόβατον είλκον σε των πάντων δεσπότην σφαγιάσαι».

     Στο μεταξύ το Εξαποστειλάριο της ημέρας θα μας ανεβάσει όπου δει, θα στρέψει την προσοχή μας στη μεγάλη απόφαση του ληστή, στη μετάνοια της έσχατης ώρας. Ποτέ δεν είναι αργά, ακόμα κι όταν θα είχατε φτάσει σε πράξεις σαν αυτές που απαριθμήθηκαν στον Κανόνα λίγο πριν. Μην ξεχνάτε ποτέ ότι. «Τον ληστήν αυθημερόν του παραδείσου ηξίωσας Κύριε. Καμέ το ξύλον του Σταυρού, φώτισον και σώσον με».

******   ***   ******

     Ευαγγέλιο 9ο, περιστατικά του τέλους Ιησού από Ευαγγελιστή Ιωάννη που. «Ως εωρακώς μεμαρτύρηκε και αληθής εστίν η μαρτυρία αυτού». Και παραδίδει ότι. «Ο Ιησούς είπε τετέλεσται, και κλίνας την κεφαλήν παρέδωκε το πνεύμα αυτού». Και, μας προετοιμάζει για την υπέροχη πράξη αγάπης και θάρρους που θα ακολουθήσει των Μυροφόρων γυναικών. Και οι Αίνοι που αρχίζουν μετά θα διεκτραγωδήσουν το δράμα του Ισραηλιτικού λαού μετά το φοβερό αυτό λάθος, το και απερίγραπτα δεινό. «Δύο και πονηρά εποίησεν ο πρωτότοκος υιός μου Ισραήλ. Εμέ εγκατέλιπεν, πηγήν ύδατος ζωής, και ώρυξεν εαυτώ φρέαρ συντετριμένον. Εμέ επί ξύλου εσταύρωσεν, τον δε Βαραβάν ητήσατο και απέλυσεν». Τόσο απερίγραπτα φοβερό, που, δεν το άντεξε ούτε αυτή η άψυχη φύση. «Εξέστη ο ουρανός επί τούτω και ο ήλιος τας ακτίνας απέκρυψεν. Συ δε Ισραήλ ουκ ενετράπεις, αλλά θανάτω με παρέδωκας». Και το πιο εκπληκτικό, ο ύμνος κλείνει με αναφορά στην ανερμήνευτη και για τους σταυρωτές του αγάπη του Χριστού, όντος ακόμα στο Σταυρό του μαρτυρίου. «Άφες αυτοίς Πάτερ Άγιε, ου γαρ οίδασι τι εποίησαν».

     Τα 10ο και 11ο Ευαγγέλια που ακολουθούν με την παρεμβολή της Δοξολογίας επικεντρώνουν στην κινητικότητα Ιωσήφ και Νικόδημου για την ταφή του Ιησού. Ενώ τα Ιδιόμελα που συνοδεύουν με το Χριστό ακόμα πάνω στο Σταυρό αναδείχνουν την ιερή έκπληξη της άψυχης φύση. «Πάσα η κτίσις ηλλιούτο φόβω θεωρούσα σε εν σταυρώ κρεμάμενον Χριστέ». Η ασέβεια κι η παρανομία, «την ζωήν των απάντων θανάτω κατεδίκασεν». Ιδιαίτερα θαυμάσια όμως, όσο και συγκλονιστικά, αλλά και σε ατμόσφαιρα υψηλής πίστης μας δίνουν τον στην κηδεία αβάσταχτο πόνο της Παναγίας Μητέρας. «Οδυρομένη μητρώα σπλάχνα ετέτρωτο την καρδίαν πικρώς». Κι ακόμα πιο ρεαλιστικά το θρήνο της. «Και στενάζουσα οδυνηρώς εκ βάθους ψυχής, παρειάς συν θριξίν καταξαίνουσα κατετρίχετο. Διο και το στήθος τύπτουσα ανέκραζε γοερώς. Οίμοι θείον τέκνον ! Οίμοι το φως του κόσμου ! Τι έδυς εξ οφθαλμών μου, ο αμνός του Θεού». Και στο επόμενο Ιδιόμελο, ο ιερός ανθρώπινος σπαραγμός της. «Υιέ μου, πού το κάλλος έδυ της μορφής σου. Ου φέρω καθοράν σε αδίκως σταυρούμενον». Η κορύφωση όμως αλλιώς. Έτσι, αν δεν είναι περιττό να τονιστεί το υψηλό της ποιητικής σύνθεσης και τέχνης εδώ, είναι επείγον να αναδειχτεί ο άλλος στόχος της, η εμφανώς, εμφανέστατα ατράνταχτη βεβαιότητα της Παναγίας Μητέρας που διατρανώνεται στον τελευταίο στίχο. «Σπεύσον ουν ανάστηθι, όπως ίδω καγώ σου την εκ νεκρών τριήμερον εξανάστασιν».

      Αυτή η βεβαιότητα της Παναγίας μεταποιείται στον επόμενο ύμνο σε αγία βεβαιότητα και ιερή ομολογία της εκκλησιαστικής κοινότητας, όλων ημών, δηλαδή. «Κύριε, αναβαίνοντός σου εν τω σταυρώ, φόβος και τρόμος επέπεσεν τη κτίσει. Και την γην μεν εκώλυες καταπιείν τους σταυρούντας σε, τω δε Άδη επέτρεπες αναπέμπειν τους δεσμίους εις αναγέννησιν βροτών». Και από τούτο. «Κριτά ζώντων και νεκρών, ζωήν ήλθες παρασχείν και ου θάνατον».

        Το 12ο Ευαγγέλιο τέλος αλλάζει το όλο σκηνικό. Μας επαναφέρει στον άθλιο χώρο Φαρισαίων Γραμματέων και λοιπών. Δεν έχουν ησυχάσει ποσώς, ακόμα και με το Χριστό πια νεκρό. Κάτι μέσα τους κεντάει πως μπορεί να βγουν αληθινά όσα έχουν σχέση με αυτόν. Όσο κι αν αρνούνται να τα πιστέψουν, και να βγούνε στο ξέφωτο, αντιστέκονται ως το τέλος σ’ αυτό. Διό σπεύδουν στον Πιλάτο και ζητούν φρουρά για περιφρούρηση του τάφου. «Εμνήσθημεν ότι εκείνος ο πλάνος είπεν έτι ζων, μετά τρεις ημέρας εγείρομαι». Κοντά στα άλλα θα είναι οι πρώτοι απατημένοι των αιώνων. Οι δείλαιοι θαρρούν ότι μπορούν στο μέγιστο θαύμα που έρχεται, εμπόδιο να σταθούν. Και το τραγικό εδώ είναι ότι στους αιώνες ως και σήμερα, σ’ αυτή την αυταπάτη βυθίζονται πολλοί. Η ανθρώπινη μικροψυχία, δηλαδή, δεν έχει όρια. Αποτολμά να θαρρεί-θεωρεί πως μπορεί να κρατήσει «υπό την φθοράν»-σε ανθρώπινες προδιαγραφές, δεσμεύσεις … ορθολογικές, γράφε, ενδόμυχα απονενοημένα-«τον αρχηγόν της ζωής» !

     «Έχετε κουστωδίαν», λέει ο Πιλάτος. «Υπάγετε ασφαλίσασθαι ως οίδατε». Θα υπάγουν, θα ασφαλίσουν, όμως δε θα εμποδίσουν αυτό που σε τρεις μέρες θα ’ρθει. Καμιά εξουσία, καμιά δύναμη δε δύναται, ούτε θα δυνηθεί στην Ανάσταση του Χριστού εμπόδιο να σταθεί ! Διό ως επιβεβαίωση αυτού κλείνουμε την αναφορά στην Ακολουθία των Παθών του Κυρίου μαζί, με τον ύμνο ομολογία, πίστη, φαρδιά πλατιά υπογραφή. «Εξηγόρασας ημάς εκ της κατάρας του νόμου τω τιμίω σου αίματι. Τω Σταυρώ προσηλωθείς και τη λόγχη κεντηθείς, την αθανασίαν επήγασας ανθρώποις. Σωτήρ ημών Δόξα σοι». Έχουμε Σωτήρα ! Συν μιά άλλη προσθήκη να έχει στο νου του καθείς, ως την έσχατη ώρα η προθεσμία ως άλλος ληστής. «Μνησθητί μου Κύριε όταν έλθεις εν τη βασιλεία σου». Αμήν.

Καλή Ανάσταση.

Αθανάσιος Κοτταδάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια: