Ὁ Εὐαγγελισμός τῆς Θεοτόκου
Ὁμιλία εἰς τόν Ἀπόστολον
Ἡ φανέρωση τοῦ «ἀπ᾽αἰῶνος
μυστηρίου»
Αρχιμ. π. Γρηγόριος
Μουσουρούλης,
Αρχιγραμματέας της Ιεράς
Συνόδου της Κύπρου
Α΄ Πανηγυρίζει ἡ κτίση
Β΄Μακριά ἀπό τήν καλοζωῒα
Σκιρτᾶ καὶ ἀγάλλεται ὁ πιστός
λαός τοῦ Θεοῦ σήμερα. «Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ», ὁ Μονογενής τοῦ Πατρός, «υἱὸς τῆς
Παρθένου γίνεται». Πραγματοποιεῖ τὸ «κεφάλαιον», τὸ πρῶτο, τὸ βασικὸ ἔργο «τῆς
σωτηρίας ἡμῶν». Συγκαταβαίνει καὶ γίνεται ἕνα μέ μᾶς, γίνεται ἀδελφός μας, ὥστε
νὰ μᾶς ἁγιάσει καὶ νὰ μᾶς ἀνύψωσει στὸν οὐρανό.
«Ὁ ἁγιάζων καὶ οἱ ἁγιαζόμενοι ἐξ ἑνὸς
πάντες», μᾶς λέγει ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος καθώς ἀναλύει τό μεγάλο μυστήριο. Ἀπό
ἕνα καί τόν αὐτό πατέρα ἔχουν τήν προέλευση οἱ ἄνθρωποι – ὡς πλάσματα τοῦ Θεοῦ
– πού ἁγιάζονται, καί ὁ Κύριος Ἰησοῦς – ὡς Μονογενής
Γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο «οὐκ ἐπαισχύνεται»,
δὲν διστάζει καὶ δὲν ἐντρέπεται νὰ ὀνομάζει τοὺς εὐτελεῖς ἀνθρώπους ἀδελφούς
Του καί νὰ λέγει στά προφητικὰ χώρια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης: «Ἀπαγγελῶ τὸ ὄνομά
σου τοῖς ἀδελφοῖς μου», θὰ φανερώσω καὶ θὰ διακηρύξω τὸ ἅγιο Ὄνομά Σου, Πατέρα
μου, στοὺς ἀδελφούς μου, «ἐν μέσω ἐκκλησίας ὑμνήσω σε», μπροστὰ σὲ πολυπληθεῖς
συνάξεις πιστῶν ἀνθρώπων θὰ προβάλω τὸ μεγαλεῖο Σου.
Καὶ ἀλλοῦ πάλι, δείχνοντας ὅτι
πραγματικὰ ἔγινε ἄνθρωπος, λέγει: «Ἐγώ θὰ στηρίζω ὡς ἄνθρωπος ὅλη τὴν πεποίθησή
μου στὸν Θεό». Καὶ ἀλλοῦ: «Ἰδοὺ ἐγώ καὶ τὰ παιδία, ἃ μοι ἔδωκεν ὁ Θεός». Ἰδού,
εὑρίσκομαι μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, πού μοῦ τοὺς ἀνέθεσε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσω
καὶ νὰ γίνουν παιδιά Του.
Ἐφ’ ὅσον δὲ «τὰ παιδία», τὰ μικρὰ
καὶ ἀδύναμα αὐτὰ πλάσματα, «κεκοινώνηκε σαρκὸς καὶ αἵματος», ἦσαν ὑπάρξεις ἀπὸ
σάρκα καί αἷμα, «καὶ αὐτός», ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, «παραπλησίως μετέσχε τῶν αὐτῶν»,
δέχθηκε καὶ ἀνέλαβε τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἀσθενῆ φύση καὶ βρέθηκε στὶς ἴδιες ταπεινὲς
συνθῆκες, μὲ μόνη διαφορὰ ὅτι Ἐκεῖνον οὔτε Τὸν ἄγγισε κἄν ἡ ἁμαρτία.
Τὴν ὥρα λοιπόν, ποὺ ὁ Ἀρχάγγελος
Γαβριὴλ εὐαγγελίσθηκε τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου, πραγματοποιήθηκε ἱστορικό,
μοναδικὸ καὶ συγκλονιστικὸ γεγονὸς γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος, ἀλλὰ καὶ τὴν ὅλη
δημιουργία. Ἄρχισε «ἡ φανέρωσις τοῦ ἀπ’ αἰῶνος μυστηρίου». Ἔκλιναν οἱ οὐρανοί,
γιὰ νὰ ἔρθει στὴ γῆ ὡς ἄνθρωπος ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ κι ἔτσι ν’ ἀνυψωθοῦν οἱ ἄνθρωποι
καὶ νὰ γίνουν κι ἐκεῖνοι «υἱοί», «τέκνα» καὶ «κληρονόμοι» Θεοῦ.
Ἀλλ’ ὅσο καὶ ἂν ὁ νοῦς μας μένει ἔκθαμβος
καὶ ἄφωνος, ἡ καρδιά αὐθόρμητα πανηγυρίζει καὶ ἀγάλλεται. Στρέφεται πρὸς τὴν
Πάναγνη Κόρη, ποὺ προσέφερε χῶρο κατάλληλο, ἄσπιλο καὶ θεοπρεπῆ, τὴν ὕπαρξή
της, καὶ τὴν μεγαλύνει καὶ τὴν εὐγνωμονεῖ. «Χαῖρε, κεχαριτωμένη», ἀναφωνεῖ μὲ
εὐφροσύνη τὸν ἔνθεο χαιρετισμὸ τοῦ Ἀρχαγγέλου. «Εὐλογημένη σὺ ἐν
γυναιξί».
Παράλληλα στρέφεται μέ ἐνθουσιασμό
καὶ πρὸς ὅλη τὴν οἰκουμένη καὶ προσκαλεῖ ψάλλοντας: «Εὐαγγελίζου, γῆ, χαρὰν
μεγάλην», μίλησε λοιπόν, γῆ, γιὰ τὴ μεγάλη χαρὰ ποὺ ζεῖς, διακήρυξε τὸ μοναδικὸ
γεγονός, ποὺ βλέπεις νὰ συμβαίνει. «Αἰνεῖτε, οὐρανοί, Θεοῦ τὴν δόξαν»· καὶ σεῖς,
τὰ ἄστρα καὶ οἱ γαλαξίες καὶ προπαντὸς οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι, ἑνῶστε τὶς φωνὲς μαζί
μας, γιὰ ν’ ἀνυμνήσουμε τὴν ἄπειρη φιλανθρωπία καί ἀγάπη τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ
μας.
Μέσα δὲ σ’ αὐτὴ τὴν ἔκρηξη τῆς
χαρᾶς οἱ Χριστιανοὶ σπεύδουν μὲ πόθο νὰ δεχθοῦν αὐτὸν τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ πού
συγκαταβαίνει γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου, καί νὰ γίνουν μὲ τὴν θεία Κοινωνία
Χριστοφόροι. Καὶ καθώς συναισθάνονται ζωηρὰ τὴ γλυκύτητα τῆς υἱοθεσίας, ἀπολαμβάνουν
συγχρόνως καὶ τὸ πολύτιμο δώρημα τῆς ψυχικῆς ἐλευθερίας.
Μήπως καὶ αὐτὸ δὲν ἦταν μέσα στὸν
βασικὸ σκοπὸ τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Κυρίου;
****
Ἀνέλαβε τὴν ἀσθενῆ μας
φύση, ὥστε νὰ μπορέσει ἀκριβῶς νὰ συναντήσει τὸν θάνατο, τὸν μέγιστο αὐτὸ ἐχθρό
μας, καὶ νὰ τὸν συντρίψει. Καί μέ αὐτό τὸν τρόπο κατόρθωσε νὰ «καταργήσῃ τὸν τὸ
κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου», δηλαδὴ τὸν διάβολο, ποὺ μέχρι τότε αὐτὸς κυριαρχοῦσε
σὲ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος.
Καὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι πρίν ἀπό
τή θεία Ἐνανθρώπηση ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κατεκρατοῦντο σὲ φοβερὴ
σκλαβιὰ ἀγωνίας καὶ ἄγχους ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ θανάτου. Ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου ὅμως μᾶς
ἀπήλλαξε ἀπὸ τὸν ἀπαίσιο ἐκεῖνο τύραννο καὶ μᾶς χάρισε τὴν ἐλευθερία.
Ἐπειδὴ δὲ ἀκριβῶς ἐπρόκειτο ἐμᾶς,
τοὺς φτωχοὺς ἀνθρώπους, νὰ βοηθήσει καὶ ὄχι βέβαια ἀγγέλους, γι’ αὐτὸ δέχθηκε
νὰ περιβληθεῖ τὴν θνητὴ ἀνθρώπινη φύση, «ἐπιλαμβάνεται σπέρματος Ἀβραάμ». Ἐξομοιώνεται
«κατὰ πάντα τοῖς ἀδελφοῖς» καὶ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἀναδεικνύεται ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ
ὑπέροχος ἐκπρόσωπος καὶ μεσίτης τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ἀρχιερεὺς ἐξαίρετος,
ποὺ θετικὰ ἐξαλείφει τὶς ἁμαρτίες τοῦ λαοῦ. Συγχρόνως δὲ καὶ «ἐλεήμων» ἀρχιερεύς,
γεμάτος κατανόηση καὶ συμπόνια πρὸς αὐτὸν τὸν λαό Του. Διότι, καθὼς γεύτηκε καὶ
Ἐκεῖνος πειρασμούς, παθήματα καὶ θάνατο, μπορεῖ μὲ πολλὴ στοργὴ νὰ βοηθεῖ ὅλους
τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ δοκιμάζονται στὴ ζωή.Βοηθεῖ καί ἐμᾶς σήμερα πού ταλανιζόμαστε
ἀπό τόν ἀόρατο ἐχθρό τῆς λοιμικῆς νόσου, πού ζοῦμε μέσα στήν ἀνασφάλεια καί
τήν ἀγωνία. Ἐφ᾽ὅσον τόν πιστεύουμε τόν Μεγάλο Ἀρχιερέα μας, τόν Χριστόν μας,
καί προσπίπτομεν μέ μετάνοια στό ἄπειρο ἔλεός Του, μπορεῖ νά «κολοβώσῃ», νά
συντμήσει τίς ἡμέρες τῆς δοκιμασίας, διότι «ἐάν μή ἐκολοβώθησαν αἱ ἡμέραι ἐκεῖναι,
οὐκ ἄν ἐσώθη πᾶσα σάρξ». Ἄν ὁ Θεός δέν λιγόστευε τόν ἀριθμό τῶν ἡμερῶν τῆς
δοκιμασίας, δέν θά σωζόταν κανείς ἄνθρωπος. Ὅμως «διά τούς ἐκλεκτούς κολοβωθήσονται
αἱ ἡμέραι» (Ματθ. κδ´22). Γιά τούς ἐκλεκτούς του ὁ Θεός θά λιγοστέψει
τίς ἡμέρες ἐκεῖνες, ὥστε νά μή ταλαιπωρηθοῦν αὐτοί γιά πολύ. Τό ἐρώτημα
εἶναι ἀγωνιζόμαστε νά ἀνήκουμε στούς ἐκλεκτούς τοῦ Θεοῦ, στούς ἀνθρώπους πού
πιστεύουν, ἀγωνίζονται καί προσπαθοῦν νά εὔαρεστοῦν σ᾽ Ἐκεῖνον, τόν Κύριο τῶν
Κυρίων, τόν μακάριο καί μόνο Δυνάστη.
Ὁ Εὐαγγελισμὸς λοιπὸν τῆς Ὑπεραγίας
Θεοτόκου σήμανε γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος τὴν ἐλευθερία. Μέχρι τότε βασίλευε
παντοῦ ὁ θάνατος. Αὐτὴ ἦταν ἡ μόνη πρόβλεψη, ποὺ μποροῦσε νὰ κάμει κανεὶς γιὰ τὸ
μέλλον. Ἀγωνία καὶ φόβος, ταραχὴ καὶ ἄγχος κυριαρχοῦσε παντοῦ. Ὁ δὲ διάβολος μὲ
τὸ φόβητρο τοῦ θανάτου σὰν μὲ ἄλλο πτερνηστήρι, σάν ἄλλη βουκέντρα ἔσπρωχνε τοὺς
ἀνθρώπους ἀκόμη περισσότερο στήν διάπραξη τῆς ἁμαρτίας, τάχα γιὰ νὰ προλάβουν νὰ
χαροῦν τὴν ζωὴ αὐτή. Κι ἔτσι τοὺς καταντοῦσε ὅλο καὶ πιὸ θλιβεροὺς δούλους
του.
Ἀλλ’ ἤδη ὁ ἔνδοξος Ἀρχάγγελος «εὐαγγελίζεται»,
φέρνει μηνύματα αἰσιοδοξίας καὶ χαρᾶς γιὰ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἀναγγέλλει τὴν
ἔλευση τοῦ κοσμοπόθητου Λυτρωτοῦ, ποὺ χαρίζει τὴν ἄφεσι καὶ τὴν ζωὴ καὶ τὴν ἐλευθερία.
Δόξα τῷ Θεῷ, ἀδελφοί. Αὐτὴ τὴν ἐλευθερία
τῆς ψυχῆς τὴν ἔχουμε γευθεῖ οἱ Χριστιανοί. Ὁ «Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης», ὁ Χριστός
μας, ἔδιωξε τὰ σκοτάδια ἀπό τὴ ζωή μας, διέλυσε σὰν ἱστοὺς ἀράχνης τὶς ἁλυσίδες,
γκρέμισε τὶς φυλακές. Δεισιδαιμονίες, φοβίες καὶ ἄγχη, κακίες, μίση καὶ πάθη,
ποικίλες δουλοπρέπειες καὶ ἐνοχές δὲν ὑπάρχουν πιά.
Ὅμως, μὴ λησμονοῦμε ὅτι ὁ ἀγώνας ἀκόμη
δὲν τελείωσε. Εἴμαστε ἀκόμη «πειραζόμενοι». Ὁ ἐχθρός της ψυχῆς μας γεμάτος
λύσσα προσπαθεῖ καί πάλι νά μᾶς κυριεύσει. Κι ἐνόσω ὁ Μέγας Ἀρχιερεύς μας, ὁ
«ἐλεήμων καὶ πστός», σπεύδει σὲ βοήθειά μας, ἐμεῖς χρειάζεται νά ἀγωνιζόμαστε
καί νά ἐπαγρυπνοῦμε.
Κυρίως νὰ προσέξουμε τὴν εὐμάρεια
καὶ τὸ ὑλιστικὸ πνεῦμα, ποὺ σήμερα ἔχουν κυριαρχήσει στὴν κοινωνία καὶ ἀποτελοῦν
τὸ δόλωμα τοῦ διαβόλου γιὰ μία νέα σκλαβιά. Αὐτὰ ἐνσταλάζουν στὶς ψυχὲς ἀργὰ τὸ
ναρκωτικό της φιλοζωΐας καὶ ὀλιγοπιστίας, γιὰ νὰ χαλκεύσουν στὴ συνέχεια φριχτὰ
τὰ δεσμά. Πάθη πλεονεξίας, φιλοζωΐας καὶ ἀτομισμοῦ προβάλλουν. Ἀκόρεστη δίψα
τρυφῆς καὶ ἀνέσεων καὶ ἡδονῶν ἐπικρατοῦν. Ἐνῶ μία νέα θλιβερὴ εἰδωλολατρία ἐγκαθιδρύεται
ἀπειλητικά.
Ἀλλ’ ὄχι. Τὸ δῶρο, ποὺ μᾶς ἐχάρισε
ὁ Χριστός, θὰ τὸ κρατήσουμε ἀκέραιο. Ἰδιαίτερα ἐμεῖς ποὺ παραλάβαμε τήν
πολύτιμη παρακαταθήκη τῆς ἐλευθερίας, πού μᾶς κληρονόμησαν οἱ πατέρες μας μέ
θυσίες καί αἵματα, μαρτύρια καί ἀγχόνες ἔχουμε χρέος ν’ ἀποκρούσουμε δυναμικά
τό ὑλιστικό πνεῦμα καί φρόνημα πού καταδουλώνει τίς ψυχές. Νὰ μείνουμε ἀδούλωτοι,
ἀσυμβίβαστοι καί δυνατοί. Νά ἀναμετρήσουμε τὴν εὐθύνη μας ἀπέναντι στὴν Ἱστορία
καὶ τὶς μελλοντικὲς γενιὲς διατηρώντας ἀλώβητη τὴν ἐλευθερία τῆς ψυχῆς, ποὺ μᾶς
χάρισε ὁ Χριστός. Ἡ νέα δοκιμασία νά μᾶς φέρει πιό κοντά στόν Χριστό, νά μᾶς
βοηθήσει νά γίνουμε ἄνθρωποι τέλειας ἐμπιστοσύνης σ᾽Αὐτόν καί ὑποταγῆς στό ἅγιο
θέλημά Του.
Κι ἔτσι νὰ μένουμε, Θεοφιλέστατε,
πάντα ἑνωμένοι μέσα στὴ χαρὰ καὶ τὸ φῶς τῆς μεγάλης ἡμέρας τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Εὐχηθεῖτε
μας, παρακαλοῦμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου